Άγιος Μιχαήλ των Σιναδών (23 Μαϊιου)
Ο Άγιος Μιχαήλ γεννήθηκε στα Σύνναδα στην Φρυγία της Μικρά Ασίας από γονείς πλούσιους οι οποίοι, επειδή δεν είχαν παιδιά, παρακαλούσαν το Θεό να τους χαρίσει, και αυτοί θα το αφιέρωναν στον Πολιούχο της πόλεως τους, τον Αρχάγγελο Μιχαήλ.
Ο Μιχαήλ ξεχώρισε από μικρός για την σοφία του.
Σε νεαρή ηλικία έφυγε για την Κωνσταντινούπολη όπου κατοίκησε με τον μετέπειτα Επίσκοπο Νικομηδείας Θεοφύλακτο και ασχολήθηκε με την Δογματική Θεολογία της Εκκλησίας μας.
Μετά την εκλογή του Ταρασίου (784μ.Χ.-806μ.Χ.) στο Πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως ,ο Μιχαήλ και ο Θεοφύλακτος πηγαίνουν στον Εύξεινο Πόντο, στο μοναστήρι του ΄Αγίου Ταρασίου, και εκεί αρχίζουν τον πνευματικό τους αγώνα ως μοναχοί.
Οι δύο άνδρες διακρίθηκαν για την αυστηρή τους άσκηση και για τις γνώσεις τους πάνω στην Θεολογία την Εκκλησίας μας την οποία όχι μόνο γνώριζαν αλλά τη ζούσαν πραγματικά.
Για τα χαρίσματά τους αυτά ο Πατριάρχης Ταράσιος τους χειροτόνησε Ιερείς και κατόπιν Αρχιερείς, τον μεν Θεοφύλακτο στην Νικομήδεια, τον δε Μιχαήλ στην γενέτειρα του στα Σύνναδα.
Κατόπιν, το 806μ.Χ. ο ¨Άγιος Ταράσιος κοιμήθηκε εν Κυρίω και Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως εκλέγεται ο Άγιος Νικηφόρος, (806μ.Χ.-815μ.Χ.) επί βασιλείας Νικηφόρου του Α.΄
Μετά από πολλές δολοπλοκίες στον αυτοκρατορικό θρόνο της Βασιλεύουσας ανεβαίνει ο Λέων ο Ε ΄,(813μ.Χ.-820μΧ.),άνθρωπος αιρετικός ο οποίος κήρυξε διωγμό κατά των ιερών Εικόνων.
Ο Πατριάρχης Νικηφόρος συγκαλεί Σύνοδο για να αντισταθεί στον νέο πειρασμό που πλήττει την Εκκλησία μας. Στην Σύνοδο αυτή πήραν μέρος οι Αρχιεπίσκοποι Ευθύμιος Σάρδεων, Αιμιλιανός Κυζίκου, Ιωσήφ Θεσσαλονίκης, Θεοφύλακτος Νικομήδειας, και ο Μιχαήλ Συνάδων οι οποίοι παρακάλεσαν τον βασιλέα να απομακρυνθεί από την αίρεση της Εικονομαχίας αλλά ο Λέοντας ο Ε΄ μένει αμετάπειστος.
Ο Άγιος Μιχαήλ ελέγχει τον αυτοκράτορα με θάρρος επειδή δεν πείθεται από την απόφαση της Συνόδου και του εξηγεί ότι η κακοδοξία την οποία υποστηρίζει οδηγεί στην απώλεια και τον αιώνιο χωρισμό από τον Θεό διότι δεν είναι σύμφωνη με την ζωή και την Παράδοση της αγίας μας Ορθοδοξίας.
Προσπαθεί να τον πείσει ότι σύμφωνα με τις Γραφές και τις γνώμες των αγίων της Εκκλησίας,(Μ.Βασίλειος),η τιμή που αποδίδουμε στην εικόνα δεν είναι προς το ξύλο και το χρώμα αλλά πηγαίνει στο πρότυπο, δηλαδή, στο πρόσωπο που εικονίζεται.
Ο αυτοκράτορας Λέοντας τυφλωμένος από εγωισμό, όπως και όλοι οι αιρετικοί, δεν θέλει να υπακούσει στα διδάγματα της Συνόδου και οργισμένος από τον έλεγχο που με θάρρος του ασκούσαν οι Πατέρες, τους εξορίζει σε τόπους μακρινούς, τον ένα από τον άλλο, για να μην μπορούν να συναντιόνται .
Τον Μιχαήλ τον εξόρισε σ΄ ένα φρούριο της Ανατολής, την Ευδοκιάδα, στο οποίο έμεινε γύρω στα δέκα χρόνια υπομένοντας πολλές κακουχίες.
Ακόμα και στην εξορία όμως ο άγιος φρόντιζε να διδάσκει στο λαό του Θεού τα Ορθόδοξα δόγματα, βοηθούσε τους φτωχούς, παρηγορούσε τους θλιβομένους, έκανε ιεραποστολή στους μη Χριστιανούς.
Με την καθαρή και δυνατή προσευχή του έκανε θαύματα και στους ανθρώπους και στα ζώα και στα φυτά.(Θαύμα κατά της ακρίδας του αγίου Μιχαήλ, μαρτυρείται και γιορτάζεται κάθε χρόνο και στην Ορμύλια της Χαλκιδικής)
Με τον τρόπο αυτό πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του, αγωνιζόμενος για την καθαρότητα της Ορθοδοξίας από τους αιρετικούς, αγωνιζόμενος να κρατήσει ανοιχτό τον μόνο αληθινό δρόμο ο οποίος μας οδηγεί στην ένωση μας με τον Θεό και ο οποίος διαφυλάσσεται μέσα στην αγία μας Εκκλησία ανόθευτος από κάθε παρέκκλιση και παραχάραξη.
Ο άγιος Μιχαήλ, Επίσκοπος Συννάδων κοιμήθηκε εν ειρήνη σε ηλικία ογδόντα χρονών και η Εκκλησία τιμάει την μνήμη και τους αγώνες του, προβάλλοντας τον ως πρότυπο προς μίμηση στους αγωνιζόμενους πιστούς της στις 23 Μαίου.
Όσιος Νείλος ο Μυροβλύτης (12 Νοεμβρίου - 7 Μαϊου)
Ο Όσιος Νείλος έζησε κατά τον δέκατο έκτο αιώνα.
Γεννήθηκε στο χωριό Άγιος Πέτρος της Πελοποννήσου από ευσεβείς γονείς. Δάσκαλο του στην ευσέβεια είχε τον θείο του μοναχό Μακάριο, ο οποίος και του δίδαξε τα ιερά γράμματα.
Στην αρχή, μαζί με τον θείο του, κατέφυγαν στο Μοναστήρι της Παναγίας της Μαλεβής, όπου ο Νείλος χειροτονήθηκε Διάκονος και στην συνέχεια Ιερομόναχος.
Όμως επειδή η ψυχή θείου και ανιψιού ποθούσε μεγαλύτερη άσκηση και ησυχία, έφυγαν από το μοναστήρι της Μαλεβής και ήρθαν στο Άγιον Όρος ,στο μέρος όπου είχε ασκητεύσει ο Άγιος Πέτρος ο Αθωνίτης, ένα τόπο εντελώς ακατοίκητο και έρημο.
Εκεί έκτισαν Ιερό Ναό αφιερωμένο στην Υπαπαντή και τον στόλισαν με εικόνες τις οποίες οι ίδιοι αγιογράφησαν, ο δε τόπος εκείνος ονομάστηκε ΄΄Αγία Πέτρα΄΄.
Όμως ο άγιος Νείλος, φλεγόμενος από θείο έρωτα, ζητούσε τόπο ακόμη πιο ερημικό και αφού ανακάλυψε ένα σπήλαιο που περιβάλλονταν από γκρεμό και από τα δύο μέρη, και δεν μπορούσε κανένας να το πλησιάσει και να τον ανακαλύψει, κατέβηκε και έμεινε σε αυτό κρυμμένος έως το τέλος της ζωής του.
Πόσους ασκητικούς αγώνες, αγρυπνίες, γονυκλισίες, και νηστείες υπέμεινε είναι αδύνατο να διηγηθεί κανείς.
Τέλος ο Κύριος τον κάλεσε κοντά του να τον αναπαύσει από τους κόπους και τους αγώνες του στις 12 Νοεμβρίου 1651,το δε αγιασμένο σώμα του ενταφιάστηκε κοντά στο σπήλαιο του.
Και ώ του παραδόξου θαύματος! από το σώμα του Αγίου άρχισε να αναβλύζει άγιο Μύρο που έτρεχε από το σπήλαιο μέχρι την θάλασσα.
Όμως ο τάφος του Αγίου έμεινε άγνωστος μέχρι ο Κύριος να τον αποκαλύψει .
Δύο μοναχοί προσπάθησαν να ανακαλύψουν το άγιο λείψανο και καθώς έσκαβαν μέσα στην σπηλιά ένας από αυτούς τραυματίστηκε στο πόδι.
Τότε παρουσιάστηκε ο Άγιος και αφού θεράπευσε τον τραυματισμένο μοναχό τους παρήγγειλε να σταματήσουν την έρευνα διότι δεν είχε έρθει ακόμη ο καιρός να βρεθεί το σώμα του.
Κατά το έτος 1815 μ. Χ. κάποιος μοναχός, ονόματι Αιχμάλωτος, έπασχε από δαιμόνιο και θεραπεύθηκε θαυματουργικά από τον άγιο Νείλο.
Ο μοναχός Αιχμάλωτος ,έφτιαξε τον δρόμο που οδηγούσε στο σπήλαιο και στο σπήλαιο κτίσθηκε νέος Ναός προς τιμήν του αγίου Νείλου.
Στην διάρκεια της ανεγέρσεως του Ναού, στις 7 Μαΐου 1815,στα θεμέλια, βρέθηκαν τα πάνσεπτα λείψανά του, τα οποία ευωδίαζαν και τα οποία με μεγάλες τιμές οι μοναχοί τα μετέφεραν στο μοναστήρι της Μεγίστης Λαύρας, αφήνοντας στο σπήλαιο μόνο την σιαγόνα του αγίου, προς αγιασμό των προσερχόμενων σε αυτό.
Κατά την ανακομιδή των Ιερών λειψάνων πολλά θαύματα έγιναν αλλά και συνεχίζουν να γίνονται με την μεσιτεία του αγίου Νείλου του Μυροβλύτη προς τον Πανάγαθο Θεό, σε όσους με πίστη και πόθο ζητούν το έλεος και την Χάρι τού μόνου αληθινού Θεού, του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Αμήν.
Άγιος Προκόπιος (8 Μαϊου)
Ο Άγιος Προκόπιος καταγόταν από την Αντιόχεια και οι γονείς του Ο μεν πατέρας του Χριστόφορος ήταν χριστιανός, η δε μητέρα του Θεοδοσία ειδωλολάτρισσα.
Έμεινε νωρίς ορφανός από πατέρα και η μητέρα του τον ανέθρεψε ως ειδωλολάτρη.
Ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός, τον ονόμασε Δούκα και του έδωσε τη διοίκηση δύο ταγμάτων στρατού για να κυνηγήσει τους Χριστιανούς της Αλεξάνδρειας.
Στο δρόμο προς την Αλεξάνδρεια, μέσα σε αστραπές και βροντές, κεραυνός ακούστηκε η φωνή του Κυρίου που καλούσε τον Νεανία, αυτό ήταν το όνομα του πριν γίνει χριστιανός, να εγκαταλείψει τα είδωλα και να γίνει χριστιανός.
Συγκλονισμένος από την εμφάνιση του Κυρίου πορεύεται στην Σκυθούπολη, όπου σε ένα αργυροχρυσοχόο παρήγγειλε ένα Σταυρό πάνω στον οποίο θαυματουργικά αποτυπώθηκε η μορφή του Κυρίου και δεξιά και αριστερά οι μορφές των Αρχαγγέλων, Μιχαήλ και Γαβριήλ. Στην πόλη αυτή κατάφερε με την δύναμη του Σταυρού να νικήσει τους Αγαρηνούς χωρίς να σκοτωθεί ούτε ένας στρατιώτης του.
Η μητέρα του όταν έμαθε ότι ο γιος της ασπάστηκε τον Χριστιανισμό, τον κατήγγειλε στον αυτοκράτορα, ο οποίος έδωσε διαταγή στον ηγεμόνα της Παλαιστίνης, ονόματι Ουλκίωνας να συλλάβει και να θανατώσει τον άγιο.
Ο Νεανίας συνελήφθη και βασανίστηκε άγρια, τον κρέμασαν, ξέσκισαν το σώμα του και κακοποιημένο τον έριξαν στην φυλακή. Εκεί τον επισκέφθηκε ο Κύριος που του έδωσε θάρρος και του είπε ότι πλέον δεν θα ονομάζεται Νεανίας αλλά Προκόπιος.
Την επόμενη ημέρα τον οδήγησαν στον ειδωλολατρικό Ναό για να προσκυνήσει τα είδωλα. Με την προσευχή του αγίου τριακόσια είδωλα έγιναν κομμάτια.
Οι στρατιώτες και δύο δικαστές βλέποντας το θαύμα πίστεψαν στον Χριστό και το βράδυ, μαζί με τον Προκόπιο, κατηχήθηκαν και βαπτίσθηκαν Χριστιανοί από τον Επίσκοπο Λεόντιο. Το επόμενο πρωί οι στρατιώτες ομολόγησαν δημόσια την πίστη τους στον Χριστό και αποκεφαλίστηκαν μαζί με τους δύο δικαστές, Νικόστρατο και Αντίοχο στις 22 Μαίου. Στην φυλακή εκτός από τον άγιο Προκόπιο βρίσκονταν και δώδεκα συγκλητικές γυναίκες που βασανίζονταν για να αρνηθούν τον Χριστό.
Βλέποντας το θάρρος και την πίστη των γυναικών αυτών η μητέρα του αγίου, Θεοδοσία, ένιωσε δέος και πίστεψε στον Χριστό. Ο Προκόπιος την οδήγησε στον Επίσκοπο ο οποίος και την βάπτισε και μέσα στην φυλακή την κατήχησε στην χριστιανική πίστη. Όλες οι γυναίκες, μαζί με την Θεοδοσία, μαρτύρησαν για τον Χριστό στις 29 Μαίου. Τα βασανιστήρια του αγίου συνεχίστηκαν και μετά τον θάνατο του Ουλκίωνα όταν ήρθε από την Ρώμη ο Φλαβιανός, άνθρωπος πιο αιμοδιψής από τον προκάτοχό του. Βλέποντας ότι ο Προκόπιος δεν ασπάζεται τα είδωλα διέταξε ένα στρατιώτη, ονόματι Αρχέλαο, να τον θανατώσει με το ξίφος του.
Την ώρα που ο Αρχέλαος πήγε να θανατώσει τον άγιο, παραλύει το χέρι του και πεθαίνει. Ο Φλαβιανός συνεχίζει να βασανίζει τον μάρτυρα με μεγαλύτερη αγριότητα. Έβαλε στο χέρι του λιβάνι και το κράτησε πάνω από αναμμένα κάρβουνα, ώστε από τον πόνο της φωτιάς να ανοίξει το χέρι και να ρίξει θυμίαμα στα είδωλα. Ο Προκόπιος με καρτερία αντέχει και αυτό το μαρτύριο μέχρι που το χέρι του καίγεται εντελώς. Τα μαρτύρια συνεχίστηκαν και τέλος, ο Φλαβιανός διέταξε να αποκεφαλίσουν τον άγιο.
Ο Προκόπιος γονάτισε και αφού προσευχήθηκε για την σωτηρία του κόσμου, έσκυψε το κεφάλι του και το σπαθί του δήμιου έκοψε την μακαρία κεφαλή του στις 8 Μαίου.
Άγιος Σαμσών ο Ξενοδόχος (27 Ιουνίου)
Ο ΄Άγιος Σαμψών ο Ξενοδόχος γεννήθηκε στην Ρώμη. Κατάγονταν από πλούσια οικογένεια και σπούδασε ποίηση, φιλοσοφία και ιατρική.
Από την φύση του εύσπλαχνος, έπαιρνε στο σπίτι του όσους βρίσκονταν σε ανάγκη, τους θεράπευε και τους υπηρετούσε μέχρι να αναρρώσουν ,με δικά του έξοδα.
Για την αγάπη που έδειχνε, στους πτωχούς και τους αρρώστους, ο Θεός τον αξίωσε να κάνει θαύματα και να θεραπεύει κάθε ψυχική και σωματική νόσο.
Όταν οι γονείς του πέθαναν, ο άγιος πούλησε όλη του την περιουσία ,την μοίρασε στους φτωχούς και κατόπιν έφυγε από την Ρώμη για την Κωνσταντινούπολη ώστε να αποφύγει την δόξα και τον έπαινο από τους ανθρώπους, επειδή η φήμη του είχε απλωθεί σε όλη την περιοχή.
Στην Κωνσταντινούπολη έμεινε σε ένα φτωχικό σπίτι και συνέχισε να υπηρετεί τους ασθενείς και να ανακουφίζει τον ανθρώπινο πόνο.
Και εδώ η φήμη του δεν άργησε να εξαπλωθεί. Όταν έμαθε τον θεάρεστο τρόπο της ζωής του ο άγιος Μηνάς, που ήταν τότε Πατριάρχης στην Κωνσταντινούπολη, κάλεσε τον άγιο και τον χειροτόνησε Ιερέα του Υψίστου.
Την εποχή αυτή αυτοκράτορας του Βυζαντίου ήταν ο μέγας Ιουστινιανός, ο οποίος έπασχε από ανίατη ασθένεια την οποία κανένας δεν μπορούσε να θεραπεύσει και παρακαλούσε με πόνο καρδιάς τον Θεό να τον βοηθήσει.
Κάποιο βράδυ βλέπει ο αυτοκράτορας στον ύπνο του πολλούς γιατρούς ντυμένους με αρχιερατική στολή και κάποιος λαμπροφορεμένος νέος τού υπέδειξε τον ταπεινό άγιο Σαμψών ο οποίος και θα τον θεράπευε.
Μετά από λίγες μέρες ανακάλυψε τον άγιο, τον κάλεσε στο παλάτι και του απέδωσε πολλές τιμές.
Ο Σαμψών θεράπευσε τον Ιουστινιανό και ο αυτοκράτορας ως ευχαριστία προς τον Θεό έβαλε τους μαστόρους που έκτισαν την Αγία Σοφία να κτίσουν ένα νοσοκομείο δίπλα από το σπίτι του αγίου και χάρισε σε αυτό πολλά κτήματα και χρήματα για την λειτουργία του.
Αυτό το νοσοκομείο κυβερνούσε ο τρισμακάριος Σαμψών με πολλή επιμέλεια έως το τέλος της ζωής του, υπηρετώντας τους ασθενείς ως Άγγελος Κυρίου.
Αφού γέρασε ασθένησε για λίγο και παρέδωσε την αγία ψυχή του στα χέρια του Θεού, οι δε φίλοι και μαθητές του ενταφίασαν το άγιο λείψανό του στο Ναό του Αγίου Μωκίου, ο οποίος ήταν και συγγενής του αγίου Σαμψών.
Πολλά θαύματα ακολούθησαν μετά τον θάνατό του, όπως εμφανίσεις του σε ασθενείς που τον επικαλούνταν και θεραπεία αυτών, καθώς και η σωτηρία του νοσοκομείου του από πυρκαγιά μετά από εμφάνισή του.
Κάθε χρόνο στην γιορτή του αναβλύζει άγιο Μύρο από τον τάφο του και πολλά θαύματα επιτελούνται.
Αλλά ώ των Πατέρων φιλόχριστε, χριστομίμητε, ελεήμων και εύσπλαχνε ΄Αγιε, θεράπευσε και τα πάθη της δικής μας ψυχής δια πρεσβειών σου προς τον Κύριο.
Όσιος Συμεών ο στυλίτης (1 Σεπτεμβρίου)
Ο Όσιος Συμεών γεννήθηκε το 392 μ.Χ. σε κάποιο χωριό ονομαζόμενο Σισάν, μεταξύ των επαρχιών των Σύρων και των Κυλίκων κατά τους χρόνους Λέοντος του Μεγάλου 457 μ.Χ.-474 μ.Χ.
Έμενε με τους γονείς του οι οποίοι ήταν βοσκοί και κάποια ημέρα που άκουσε στην Εκκλησία το μακαρισμό για τους «κλαίοντας και τους πενθούντας» εγκατέλειψε την οικογένεια του και έφυγε στην έρημο.
Εκεί έμεινε με μία ομάδα ασκητών για δύο χρόνια και κατόπιν πήγε στην περιοχή του Τελεδάν, κοντά στο φημισμένο ασκητή Ηλιόδωρο. Εκεί έτρωγε μία φορά την Εβδομάδα και είχε δεμένο το σώμα του με σκοινί φτιαγμένο από Φοίνικα για μεγαλύτερη σκληραγωγία και άσκηση. Από τον Ηλιόδωρο έφυγε και πήγε στο Τελάνισον όπου έμεινε τρία χρόνια ως έγκλειστός τρώγοντας μία φορά στις 40 ημέρες. Μετά και από αυτή την μορφή άσκησης ανέβηκε σε ένα βουνό και έμενε έξω στην ύπαιθρο παλεύοντας με το καύσωνα το καλοκαίρι και το κρύο το χειμώνα.
Πλήθος κόσμου έρχονταν στον άγιο άνθρωπο για να πάρουν την ευλογία του και να θεραπευτούν. Στην Ρώμη οι κάτοικοι χάριν ευλογίας ζωγράφιζαν την μορφή του στις πόρτες των σπιτιών.
Επειδή ήθελε να αποφύγει ο Συμεών τον πολύ κόσμο που τον επισκέπτονταν έφτιαξε ένα στύλο στον οποίο ανέβηκε και έμενε πάνω σε αυτόν. Με τον τρόπο αυτό ο Άγιος εγκαινίασε ένα τρόπο άσκησης, αυτό του Στυλίτη, άγνωστο μέχρι τότε, που όμως λίγοι μπόρεσαν να τον ακολουθήσουν.
Οι Ισμαηλίτες της περιοχής καθώς έβλεπαν την ζωή του και άκουγαν την διδασκαλία του, άφησαν τα σκοτάδια της απιστίας και έγιναν Χριστιανοί. Το ίδιο και πολλοί Ίβηρες, Πέρσες και Αρμένιοι.
Πλήθος θαυμάτων μαρτυρούνται για τον Άγιο Συμεών.
Θεράπευε αρρώστους, τόσο Χριστιανούς όσο και Σαρακηνούς, είχε το προορατικό χάρισμα, γλύτωσε πλοίο που κινδύνευε από τρικυμία αλλά και πολλά ακόμη.
Στα χρόνια του Αγίου έγινε μεγάλος σεισμός στην Αντιόχεια και οι κάτοικοι κατέφυγαν στον Συμεών για να προσευχηθεί ώστε να παύσει ο σεισμός. Τότε αυτός τους παρότρυνε να παρακαλέσουν ένα γεωργό που ήταν ανάμεσα τους να προσευχηθεί γιατί ήταν Άγιος άνθρωπος. Οι κάτοικοι της Αντιόχειας πίεσαν τον γεωργό να τους φανερώσει την άσκησή του και αυτός είπε ότι δεν έκανε τίποτε αξιόλογο παρά μόνο είχε πίστη στο Θεό και ό,τι κέρδιζε από την δουλειά του τα μοιράζονταν με τους φτωχούς. Αφού ο Συμεών με τον τρόπο αυτό νουθέτησε τους Αντιοχείς, προσευχήθηκε να σταματήσει ο σεισμός και τους έστειλε οφελειμένους από το παράδειγμα του ελεήμονα γεωργού στα σπίτια τους.
Ο Άγιος Συμεών τελείωσε την ζωή του επάνω στο στύλο σε ηλικία 69 χρονών το 461 μ.Χ. και ο αυτοκράτορας Λέοντας διέταξε να μεταφερθεί το ιερό λείψανο με πομπή στην Αντιόχεια. Σε κάποιο χωριό από όπου περνούσε το σκήνωμα του Άγίου, ένας δαιμονισμένος που το ακούμπησε έγινε αμέσως καλά.
Στην κορυφή του όρους όπου ήταν ο στύλος του Συμεών με διαταγή του αυτοκράτορα κτίσθηκε μεγαλοπρεπής Ναός προς τιμήν του.
Άγιος Τριαντάφυλλος (8 Αυγούστου)
Ο Άγιος Νεομάρτυρας Τριαντάφυλλος καταγόταν από τη Ζαγορά του Βόλου. Γεννήθηκε κατά το έτος 1663 μ.χ.,την περίοδο της Τουρκοκρατίας και εργαζόταν ως ναύτης στα πλοία.
Ζούσε βίο χριστιανικό, φύλαγε στην καρδιά του σαν πολύτιμο διαμάντι την Ορθόδοξη αγία πίστη μας και ενδεδυμένος δύναμη σαν θώρακα και πανοπλία ουράνια με θάρρος αήττητο, κατατρόπωσε τον διάβολο και θριάμβευσε ανάμεσα στους φίλους του Εσφαγμένου Αρνίου ,του Κυρίου μας Ιησού.
Τον άγιο Τριαντάφυλλο σε ηλικία δεκαεπτά χρονών τον συνέλαβαν οι Αγαρηνοί, άγνωστο για ποιό λόγο, οι οποίοι και τον πίεσαν να αλλαξοπιστήσει, όμως ο γενναίος Νεομάρτυρας προτίμησε να υποστεί μύρια βάσανα παρά να αρνηθεί το Χριστό.
Καθόλου δεν λυπήθηκε την νεανική του ομορφιά και την ηλικία, ούτε δέχτηκε από τους απίστους τα προτεινόμενα θελκτικά αγαθά και τις πλούσιες δωρεές, αλλά ούτε τις τιμωρίες και τα βάσανα και αυτόν τον επώδυνο θάνατο, αλλά γεμάτος από την θεία αγάπη δείχθηκε ανώτερος από όλα «ίνα Χριστόν κερδήση ».
Η απάντηση στα μαρτύρια των Αγαρηνών ήταν μία και σταθερή: «Χριστιανός είμαι, δεν αρνούμαι τον Σωτήρα μου Χριστό».Αυτή την ομολογία άκουσαν οι δυσεβείς και ντροπιάστηκαν, οι ευσεβείς και χάρηκαν, οι δαίμονες και έφριξαν, οι άγγελοι και θαύμασαν.
Μακάριο το στόμα που εξεφώνησε αυτή την ουράνια φωνή.
Μετά την ομολογία του αυτή ο Άγιος Τριαντάφυλλος θανατώθηκε από τους Αγαρηνούς στην Κωνσταντινούπολη στις 8 Αυγούστου του 1680.
Το άγιο και μαρτυρικό του αίμα χύθηκε στον Ιππόδρομο της Βασιλεύουσας και η αγία κεφαλή του αποκόπηκε από το σώμα σε καιρό πικρής σκαβιάς, απετέλεσε όμως ίαμα και ουράνια δροσιά στις ψυχές των φλογιζομένων από την τυραννική καταδυναστεία αδελφών μας.
Η μελέτη των βίων των αγίων μας βοηθάει να αλλάξουμε ζωή, να ξυπνήσει η κοιμισμένη συνείδησή μας.
Ένας από τους σύγχρονους μεγάλους γέροντες της εποχής μας (μακαριστός πατέρας Ιουστίνος Πόποβιτς), λέει σε κάποιο έργο του σχετικά με τους βίους των αγίων:
« Οι βίοι των αγίων είναι μία ιδιόμορφη Ορθόδοξη Εγκυκλοπαιδεία. Σε αυτούς τους βίους θα βρει κανείς όλα όσα χρειάζονται σε μία ψυχή πεινασμένη και διψασμένη για την αιώνια δικαιοσύνη και αιώνια αλήθεια μέσα σε αυτόν το κόσμο.
Εάν διψάς την πίστη, θα την βρεις πλούσια μέσα στους βίους των αγίων και θα χορτάσεις την ψυχή σου με τροφή για την οποία ποτέ δεν θα ξαναπεινάσεις.
Εάν ποθείς την αγάπη, την αλήθεια, την δικαιοσύνη, την ελπίδα, την πραότητα, την ταπείνωση, την μετάνοια, την προσευχή ή οποιαδήποτε αρετή και άσκηση, στους βίους των αγίων θα βρεις ένα πλήθος διδασκάλων για κάθε είδους άσκηση και θα λάβεις την βοήθεια της θείας Χάριτος».
Αγιος Ζωτικός ο Ορφανοτρόφος (31 Δεκεμβρίου)
Ο Άγιος Ζωτικός έζησε στα χρόνια που βασίλευε ο Μέγας Κωνσταντίνος (306–337μ. Χ.) Γεννήθηκε στη Ρώμη και ήρθε στην Κωνσταντινούπολη την εποχή που ο Μεγάλος Κωνσταντίνος μετέφερε την πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τη Ρώμη στην Κωνσταντινούπολη. Καταγόταν από επιφανή οικογένεια, είχε σπουδαία μόρφωση και κατείχε τον βαθμό του μαγιστριανού. Την εποχή εκείνη έπληξε την Κωνσταντινούπολη επιδημία λέπρας, η οποία ήταν ασθένεια μεταδοτική και αθεράπευτη την εποχή εκείνη. Ο αυτοκράτορας διέταξε, προκειμένου να μην εξαπλωθεί η ασθένεια, όσους αρρώσταιναν από λέπρα να τους ρίχνουν στην θάλασσα. Ο Άγιος Ζωτικός, ο οποίος ήταν άνθρωπος φιλόθεος και φιλάνθρωπος, δεν μπορούσε όχι μόνο να τηρήσει τον νόμο του βασιλέα και να θανατώνει τους λεπρούς, αλλά ούτε να ακούσει για αυτόν. Παρουσιάστηκε τότε στον Αυτοκράτορα και του ζήτησε χρήματα πολλά για να τα επενδύσει αγοράζοντας μαργαριτάρια και πολύτιμους λίθους προς όφελος της αυτοκρατορίας. Επειδή ο βασιλέας νόμιζε ότι ο Άγιος Ζωτικός μιλούσε για πραγματικούς πολύτιμους λίθους διέταξε να του δώσουν όσα χρήματα ζητούσε. Ο Άγιος πήρε τα χρήματα που του έδωσαν και κατόπιν πήγαινε στους στρατιώτες που συνελάμβαναν τους λεπρούς για να τους ρίξουν στην θάλασσα, τους προσέφερε χρήματα και έπαιρνε τους λεπρούς γλιτώνοντας τους από τον θάνατο. Κατόπιν τους οδηγούσε σε ένα βουνό έξω από την Κωνσταντινούπολη, που ονομάζονταν Ελαιώνας και εκεί έφτιαχνε καλύβες στις οποίες έβαζε να κατοικούν οι λεπροί. Όταν πέθανε ο Μέγας Κωνσταντίνος, την βασιλεία ανέλαβε ο υιός του Κωνστάντιος, ο οποίος άνηκε στην αίρεση του Αρείου. Ο Κωνστάντιος από την μια αποστρεφόταν τον Άγιο Ζωτικό, επειδή ήταν Ορθόδοξος, από την άλλη όμως τον σεβόταν γιατί ήταν συνεργάτης του πατέρα του. Συνέβη δε να προσβληθεί από λέπρα και η κόρη του Κωνστάντιου, την οποία παρέδωσε ο ίδιος ο πατέρας της στους δήμιους για να τη ρίξουν στην θάλασσα, αλλά την ελευθέρωσε και αυτήν ο μακάριος Ζωτικός, με τον ίδιο τρόπο που έσωζε και τους άλλους λεπρούς. Την εποχή εκείνη συνέβη να πέσει πείνα στην Κωνσταντινούπολη και ο αυτοκράτορας ζήτησε να μάθει τον λόγο. Οι συκοφάντες του Άγίου Ζωτικού βρήκαν την ευκαιρία να τον κατηγορήσουν στον Αυτοκράτορα ότι εξαιτίας του Ζωτικού ο οποίος μοίραζε στους αρρώστους λεπρούς πλουσιοπάροχα τροφές υποφέρει η πόλη. Τότε ο Κωνστάντιος διέταξε να συλλάβουν τον Άγιο και να τον φέρουν μπροστά του. Ο μακάριος Ζωτικός όταν έμαθε ότι τον ζητούν για να τον συλλάβουν πήγε μόνος του και παρουσιάστηκε στον βασιλέα. Τότε ο Κωνστάντιος ειρωνικά τον ρώτησε: ΄΄ Ήρθε, ω μαγιστριανέ το πλοίο το οποίο έφερε τα μαργαριτάρια και τους πολύτιμους λίθους που μου υποσχέθηκες ότι θα αγοράσεις με τα λεφτά που έπαιρνες ΄΄; Και ο Άγιος του απάντησε: ΄΄Ναι βασιλιά μου ήρθε, εάν θέλεις πάμε να σου τα δείξω΄΄. Ο Κωνστάντιος σηκώθηκε και ακολούθησε τον Άγιο, ο οποίος τον οδήγησε στον καταυλισμό των λεπρών. Ο μακάριος Ζωτικός ειδοποίησε τους λεπρούς να βγουν από τις καλύβες τους, μαζί και η κόρη του βασιλιά και να προϋπαντήσουν τον αυτοκράτορα κρατώντας αναμμένες λαμπάδες. Όταν ο Κωνστάντιος είδε τους αρρώστους ρώτησε: ΄΄Ποιοί είναι αυτοί΄΄; Και ο Άγιος του απάντησε: ΄΄Αυτοί βασιλιά μου είναι οι πολύτιμοι λίθοι που με τόσο κόπο αγόρασα΄΄. Όταν άκουσε αυτά τα λόγια ο αυτοκράτορας, πιστεύοντας ότι ο μακάριος Ζωτικός τον ειρωνευόταν διέταξε να τον δέσουν πίσω από μουλάρια. Χτύπησαν τα μουλάρια και καθώς εκείνα έτρεχαν το σώμα του Άγίου Ζωτικού κομματιάστηκε και τα μέλη του διασκορπίστηκαν. Στον τόπο του μαρτυρίου του ανέβλυσε αγίασμα το οποίο θεράπευε κάθε ασθένεια. Ο Κωνστάντιος μετανόησε για την σκληροκαρδία του και τον άδικο θάνατο του Άγίου Ζωτικού και διέταξε να τον ενταφιάσουν με κάθε δόξα και τιμή. Παράλληλα νιώθοντας τύψεις για την σκληροκαρδία του και την αδικία που διέπραξε διέταξε να κτιστεί νοσοκομείο για την νοσηλεία των λεπρών και να δοθούν κτήματα και χρήματα για την συντήρησή του. Το ιερό λείψανο του Άγίου Ζωτικού και μετά τον θάνατο του δεν έπαψε να προσφέρει ανάπαυση στους αρρώστους επιτελώντας πλήθος θαυμάτων προς δόξα του φιλάνθρωπου Θεού στον οποίο πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση. Αμήν.
Όσία Πελαγία η εταίρα και Αγία Ταϊσία η πρότερον πόρνη
Η αγία Πελαγία έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Νουμεριανού, τον γ΄ αιώνα στην Αντιόχεια.
Ήταν πόρνη στο επάγγελμα, πολύ πλούσια και ξακουστή για την ομορφιά της.
Πολλοί ξόδευαν τις περιουσίες τους για την ομορφιά της Πελαγίας.
Την εποχή εκείνη συγκάλεσε κάποιο Συνέδριο ο πρόεδρος της Αντιόχειας και κάλεσε Αρχιερείς για την επίλυση κάποιας υπόθεσης που είχε προκύψει. Μεταξύ των Αρχιερέων ήταν και ο Άγιος Νόνος, την μνήμη του οποίου εορτάζουμε στις 10 Νοεμβρίου, ξακουστός για την σοφία και την αγιότητα του βίου του. Οι Ορθόδοξοι κάτοικοι της Αντιόχειας παρακάλεσαν τον άγιο Νόνο να μιλήσει για την ωφέλεια της ψυχής τους και αυτός έκανε την ομιλία του έξω από τον Ναό του Άγίου Ιουλιανού.
Την ώρα που μιλούσε ο άγιος πέρασε από εκεί η Πελαγία στολισμένη με κοσμήματα και αρώματα, ακολουθούμενη από πλήθος υπηρετών.
Ενώ όλοι απέστρεψαν τα μάτια τους από την εταίρα, ο άγιος Νόνος άρχισε να κλαίει και χρησιμοποίησε το γεγονός για να διδάξει τους Χριστιανούς λέγοντας τους ότι ενώ μία πόρνη στολίζεται με τόση επισημότητα για να ελκύσει τους άνδρες, εμείς οι Χριστιανοί αμελούμε να στολίσουμε την ψυχή μας με αρετές ώστε να ελκύσουμε τον Χριστό μέσα στην καρδιά μας.
Όταν τελείωσε την ομιλία του ο άγιος Νόνος αποσύρθηκε στο κελί του και η σκέψη του αντί να κατακρίνει την πόρνη που συνάντησε ( και εδώ φαίνεται η διαφορά των αγίων από εμάς ) άρχισε να προσεύχεται στο Θεό και να κατηγορεί τον εαυτό του γιατί σκεπτόταν ότι η περιποίηση της πόρνης εκείνης δεν μπορεί να συγκριθεί με τις δικές του προσπάθειες για να στολίσει με αρετές την ψυχή του ώστε να κατοικήσει μέσα της το Άγιο Πνεύμα. ( Το ύψος της ταπείνωσης του αγίου Νόνου δεν τον αφήνει να κατηγορήσει και να ασχοληθεί με την ζωή κανενός άλλου ανθρώπου, όσο αμαρτωλός και αν είναι αυτός, αλλά κατηγορεί τον εαυτό του και κοιτάει την δική του πνευματική κατάσταση ).
Όταν έπεσε ο άγιος να κοιμηθεί, είδε ένα όνειρο σταλμένο από τον Θεό. Είδε ένα περιστέρι βρώμικο και λερωμένο να πετάει γύρω του την ώρα που λειτουργούσε . Κατά την ώρα της θείας Μυσταγωγίας, βγήκε το περιστέρι και καθόταν στον Νάρθηκα . Όταν τελείωσε η Θεία Λειτουργία και βγήκε ο άγιος Νόνος από το Ιερό, ξαναβλέπει να πετάει γύρω του το λερωμένο περιστέρι. Με μία κίνηση του χεριού του το πιάνει και το πλένει μέσα στην κολυμβήθρα και καθαρό το περιστέρι πέταξε ψηλά στον ουρανό. Όταν ο άγιος ξύπνησε κατάλαβε ότι κάτι σημαντικό θα συνέβαινε.
Την επόμενη ημέρα, κατά την ώρα της Λειτουργίας, έδωσαν στον άγιο Νόνο το άγιο Ευαγγέλιο για να κάνει κήρυγμα και να διδάξει τον λαό του Θεού. Ανάμεσα στο εκκλησίασμα βρίσκονταν και η Πελαγία. Όταν η αγία Πελαγία άκουσε το κήρυγμα ήρθε σε μετάνοια, άρχισε να κλαίει και αισθάνθηκε την ανάγκη να εγκαταλείψει την ζωή που έκανε. Μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας έστειλε κρυφά ανθρώπους να ακολουθήσουν τον άγιο Νόνο για να μάθουν που μένει. Κατόπιν του έστειλε ένα γράμμα και τον παρακαλούσε να την δεχθεί για να εξομολογηθεί. Ο άγιος Νόνος την κάλεσε τότε να έρθει στην Εκκλησία. Εκείνη τρέχοντας πήγε, έπεσε στα πόδια του και κλαίγοντας μπροστά σε όλους τον παρακάλεσε να την βαπτίσει και να την βοηθήσει να μετανοήσει και ν’ αλλάξει ζωή. Τότε ο άγιος Αρχιερέας βλέποντας την αληθινή της μετάνοια, την βάπτισε στο όνομα της Αγίας Τριάδος, έχοντας ως ανάδοχο μία μοναχή με το όνομα Ρωμάνα και την κοινώνησε από τα άχραντα μυστήρια. Μετά από την βάπτιση της όμως ο διάβολος δεν την άφησε ήσυχη. Προσπαθούσε να της θυμίζει την προηγούμενη ζωή της και να την παροτρύνει να επιστρέψει σ’ αυτήν. Η Πελαγία με το σημείο του Σταυρού , την προσευχή και τις συμβουλές της Ρωμάνας πολεμούσε τους πειρασμούς και αγωνιζόταν.
Μερικές ημέρες μετά τη Βάπτισή της παρέδωσε όλη την περιουσία της στον άγιο Νόνο για να μοιραστεί στους πτωχούς και ελευθέρωσε τους δούλους της. Κατόπιν αφού έβγαλε τα πολυτελή ρούχα της, ντύθηκε με κουρέλια και κρυφά απ’ όλους έφυγε για τα Ιεροσόλυμα.
Στα Ιεροσόλυμα, παριστάνοντας ότι είναι άνδρας και ονομάζεται Πελάγιος, έμεινε κλεισμένη για τρία χρόνια σ’ ένα κελί στο όρος των Ελαιών και όλοι θαύμαζαν την ασκητική της ζωή.
Όταν πέθανε, οι μοναχοί πήγαν να ετοιμάσουν το σώμα για τον ενταφιασμό και τότε ανακάλυψαν ότι είναι γυναίκα και δόξασαν τον Κύριο για την Χάρη και την δύναμη που δίνει σε αυτούς που μετανοούν και αγωνίζονται για την σωτηρία της ψυχής τους.
Παρόμοιος με τον βίο της αγίας Πελαγίας είναι και ο βίος της αγίας Ταϊσίας .
Την Ταϊσία από δεκαεπτά χρονών η ίδια της η μητέρα την έβαλε να εργάζεται σ’ ένα οίκο ανοχής. Ήταν τόσο όμορφη ώστε διαδόθηκε παντού η ομορφιά της και πλήθος ανδρών έρχονταν για να την συναντήσουν.
΄Όταν διηγήθηκαν στον Αββά ( γέροντα ) Σεραπίωνα για την Ταϊσία, αυτός άρχισε να προσεύχεται για την σωτηρία της ψυχής της και αποφάσισε να την βοηθήσει να αλλάξει τρόπο ζωής και να σωθεί. Έβγαλε τα μοναχικά του ενδύματα, ντύθηκε σαν στρατιώτης και ξεκίνησε να την συναντήσει. Όταν έφτασε στο τόπο όπου κατοικούσε η Ταϊσία, παρουσιάστηκε ως πελάτης και την πλήρωσε για να περάσουν μαζί την νύχτα. Στο δωμάτιο όπου μπήκαν ο γέροντας της έδειξε το μοναχικό σχήμα που φορούσε κάτω από τα ρούχα του, της αποκάλυψε την ταυτότητα του και άρχισε να συνομιλεί μαζί της για την αθανασία και την αξία της ψυχής και για την μέλλουσα ζωή. Η αγία ήρθε σε μετάνοια και ρώτησε τον γέροντα αν ο Θεός μπορεί να την συγχωρήσει με τόσες αμαρτίες τις οποίες είχε διαπράξει. Ο γέροντας της μίλησε για την αγάπη και την ευσπλαχνία του Θεού, αλλά και για την χαρά που γίνεται στον ουρανό για κάθε αμαρτωλό που μετανοεί. Τότε η Ταϊσία ζήτησε από τον Αββά Σεραπίωνα τρεις ώρες διορία και κατόπιν θα τον ακολουθούσε. Μάζεψε όλη την περιουσία που είχε αποκτήσει από την πορνεία και την έκαψε στη μέση της πόλεως. Κατόπιν πήγε να συναντήσει τον γέροντα. Εκείνος την οδήγησε σε μοναστήρι όπου κλείστηκε μέσα σε ένα κελί, έτρωγε ελάχιστο ψωμί και έπινε ελάχιστο νερό κάθε δύο ημέρες και προσευχόταν λέγοντας συνέχεια την φράση: « Κύριε ο Θεός μου, ο πλάσας με, ελέησον με κατά το μέγα σου έλεος ».
Μετά από τρία χρόνια ο αββάς Σεραπίωνας πήγε στον Μέγα Αντώνιο για να τον ρωτήσει εάν ο Θεός έκανε δεκτή την μετάνοια της Ταϊσιάς. Διηγήθηκε στον Άγιο Αντώνιο όλη την ιστορία της και ο Αντώνιος κάλεσε τους μοναχούς που είχε κοντά του να κλειστούν στα κελιά τους και να κάνουν προσευχή για να τους πληροφορήσει ο Κύριος σχετικά με την Ταϊσία.
Τότε στον Παύλο, το μεγαλύτερο των μαθητών του αγίου Αντωνίου, φανερώθηκε οπτασία στην οποία είδε στον ουρανό στρωμένο κρεβάτι λαμπρό , επάνω ένα αμάραντο στέφανο και τρεις παρθένους με λαμπάδες γύρω από το κρεβάτι και συλλογίστηκε ότι για τον άγιο Αντώνιο ετοιμάζεται αυτή η δόξα. Τότε άκουσε φωνή η οποία του έλεγε ότι όχι για τον Αντώνιο αλλά για την μακαρία Ταϊσια ετοιμάστηκε η δόξα αυτή. Με αυτό τον τρόπο πληροφορήθηκαν ότι έγινε δεκτή η μετάνοια της πρώην πόρνης από τον Θεό. Ο Σεραπίων επέστρεψε στο μοναστήρι όπου βρίσκονταν η αγία και την κάλεσε να βγει από το κελί όπου ήταν κλεισμένη γιατί ο Θεός έκανε δεκτή την μετάνοια της. Δεκαπέντε ημέρες έζησε η αγία Ταϊσία μετά την έξοδο από το κελί της και η ψυχή της πέταξε προς τον Κύριο.
Την μετάνοια της αγίας Ταϊσίας ας ζηλέψουμε και εμείς αδελφοί μου ώστε να γίνουμε μέτοχοι και των αιωνίων αγαθών. Αμήν!
Των Αγίων Ξενοφώντος, Μαρίας, Αρκαδίου, Ιωάννου (26 Ιανουαρίου)
Ο Άγιος Ξενοφώντας έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Ιουστινιανού (527-565 μ. Χ.). Καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη και ήταν άνθρωπος πλούσιος και ευσεβής. Ήταν παντρεμένος με την Μαρία και είχε δύο υιούς, τον Αρκάδιο και τον Ιωάννη, τους οποίους έστειλε για σπουδές στη Βηρυττό.
Στο ταξίδι τους προς την Βηρυττό το πλοίο στο οποίο επέβαιναν βούλιαξε, τα δύο αδέλφια όμως σώθηκαν και η θάλασσα τους έβγαλε στα μέρη της Τύρου, τον μεν Ιωάννη στην Μελφηθά, τον δε Αρκάδιο στην Τετραπυργία.
Ο Ιωάννης μετά απ’ τη διάσωση του σκεπτόμενος την ματαιότητα του βίου άφησε τον κόσμο και αποσύρθηκε σε μοναστήρι. Εκεί αφιερώθηκε στη νηστεία, την αγρυπνία και την προσευχή. Είχε όμως στεναχώρια γιατί θεωρούσε ότι ο αδελφός του είχε πνιγεί.
Ο Αρκάδιος ,αφού και αυτός διασώθηκε από τον πνιγμό, αποφάσισε και αυτός να γίνει μοναχός. Πήγε για προσκύνημα στους Αγίους Τόπους και εκεί συνάντησε έναν άγιο και προορατικό γέροντα, ο οποίος τον έκειρε μοναχό, στην Μονή του Αγίου Σάββα, και του είπε ότι ο αδελφός του ζει και θα τον συναντήσει. Ο γέροντας έμεινε με τον Αρκάδιο ένα χρόνο και κατόπιν έφυγε στην έρημο αφού του υποσχέθηκε ότι θα γυρίσει σε τρία χρόνια να τον δει.
Ο πατέρας των παιδιών, ο Ξενοφώντας, επειδή για δύο χρόνια δεν είχε νέα τους, έστειλε άνθρωπο στην Βηρυτό για να μάθει τι κάνουν. Εκεί τον πληροφόρησαν ότι τα παιδιά δεν είχαν πάει στη Βηρυτό. Εκείνος ψάχνοντας για τα ίχνη του Ιωάννου και του Αρκαδίου αναχώρησε για την Αθήνα. Στο δρόμο συνάντησε κάποιον ο οποίος ταξίδευε με τα παιδιά. Εκείνος τον πληροφόρησε για το ναυάγιο και του είπε ότι τα παιδιά πνίγηκαν. Ο απεσταλμένος του Άγίου Ξενοφώντα επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη και διηγήθηκε τα καθέκαστα στο ευλογημένο ζευγάρι, την Οσία Μαρία και τον Όσιο Ξενοφώντα. Αφού άκουσαν τα νέα, αντί να πέσουν σε θρήνο, έκαναν προσευχή και στο όνειρο τους είδαν τα παιδιά τους να στέκονται μπροστά στο Χριστό φορώντας στο κεφάλι τους λαμπρά στεφάνια. Τότε πίστεψαν ότι τα παιδιά δεν πνίγηκαν, αλλά ζουν και αποφάσισαν να πάνε στα Ιεροσόλυμα για προσκύνημα και αναζήτηση των τέκνων τους.
Καθώς επισκέπτονταν τα Ιερά προσκυνήματα και μοίραζαν ελεημοσύνη, συνάντησαν τον γέροντα του Αρκαδίου, ο οποίος με το προορατικό χάρισμα που είχε τους αναγνώρισε και τους χαιρέτισε με τα ονόματά τους. Κατόπιν τους είπε να πάνε για προσκύνημα στον Ιορδάνη ποταμό και στην επιστροφή θα τους δείξει που είναι τα παιδιά τους.
Ο γέροντας πήγε στον Γολγοθά όπου κατά θεία Οικονομία ήρθε και ο Ιωάννης και ο Αρκάδιος για προσκύνημα. Σε δύο ημέρες επέστρεψαν και οι γονείς τους και ο γέροντας τους είπε να ετοιμάσουν πλούσια τράπεζα και εκεί θα τους δείξει τα παιδιά τους. Πήρε τον Αρκάδιο και τον Ιωάννη και πήγαν στο τραπέζι όπου ετοίμασαν οι γονείς τους και εκεί συναντήθηκε ολόκληρη η οικογένεια.
Αφού δόξασαν και ευχαρίστησαν το Θεό, ο Όσιος Ξενοφώντας και η Οσία Μαρία παρακάλεσαν τον γέροντα να τους κάνει μοναχούς. Και τα μεν παιδιά τους, Αρκάδιος και Ιωάννης, ακολούθησαν τον γέροντα στην έρημο, όπου έμειναν μέχρι το τέλος της επίγειας ζωής τους, αξιωθέντες από τον Θεό να θεραπεύουν ασθένειες. Η μητέρα τους, Οσία Μαρία, πήγε σε γυναικείο μοναστήρι, όπου έφτασε σε μεγάλα ύψη αγιότητας και αξιώθηκε από το Θεό να θεραπεύει δαιμονισμένους και ο Άγιος Ξενοφώντας, αφού πούλησε όλη την περιουσία του και την μοίρασε στους πτωχούς, έζησε τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του στην έρημο, αξιώθηκε μεγάλων χαρισμάτων από τον Φιλάνθρωπο Κύριο και κοιμήθηκε στις αρχές του έκτου αιώνα.
Η αγία οικογένεια, πατέρας, μητέρα και τα παιδιά τους εορτάζονται από την Εκκλησία μας στις 26 Ιανουαρίου.
Πρεσβείαις Κύριε των Αγίων σου, αξίωσε και εμάς. της ακράδαντης πίστεως και εμπιστοσύνης στο πρόσωπο Σου, της υπομονής, του χαρίσματος της ελεημοσύνης και όλων των αρετών που στόλιζαν την αγία αυτή οικογένεια και ελέησε και σώσε όλους εμάς. Αμήν!
Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινούπολης
Ό μεγάλος αυτός πατέρας και διδάσκαλος της Ανατολικής 'Ορθόδοξης Εκκλησίας γεννήθηκε στην Αντιόχεια το 347 μ.Χ. Πατέρας του ήταν ό στρατηγός Σεκούνδος και μητέρα του ή Ανθούσα. Γρήγορα έμεινε ορφανός από πατέρα, και ή μητέρα του - χήρα τότε 20 ετών - τον ανέθρεψε και τον μόρφωσε κατά τον καλύτερο χριστιανικό τρόπο. Ήταν ευφυέστατο μυαλό και σπούδασε πολλές επιστήμες στην Αντιόχεια - κοντά στον τότε διάσημο ρήτορα Λιβάνια - αλλά και στην Αθήνα, μαζί με τον αγαπημένο του φίλο Μ. Βασίλειο. Όταν αποπεράτωσε τις σπουδές του, επανήλθε στην Αντιόχεια και αποσύρθηκε στην έρημο για πέντε χρόνια, οπού ασκήτευε προσευχόμενος και μελετώντας τις Αγίες Γραφές. Ασθένησε όμως και επέστρεψε στην Αντιόχεια, οπού χειροτονήθηκε διάκονος -το 381, σε ηλικία 34 ετών - από τον Αρχιεπίσκοπο Αντιοχείας Μελέτιο. Αργότερα δε από τον διάδοχο του Μελετίου Φλαβιανό πρεσβύτερος σε ηλικία 40 ετών. Κατά την Ιερατική του διακονία ανέπτυξε όλα τα ψυχικά του χαρίσματα, πύρινο θείο ζήλο και πρωτοφανή ευγλωττία στα κηρύγματα του. Έσειε και συγκλόνιζε τα πλήθη της Αντιόχειας και συγκινούσε τις ψυχές τους βαθύτατα. Ή φήμη του αυτή έφτασε μέχρι τη βασιλεύουσα και έτσι, την 15ή Δεκεμβρίου 397, με κοινή ψήφο βασιλιά Αρκαδίου και Κλήρου, έγινε Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης, κάτι πού ό ίδιος δεν επεδίωξε ποτέ. Και από την θέση αυτή ό Ιερός Χρυσόστομος, εκτός άλλων, υπήρξε αυστηρός ασκητής και δεινός ερμηνευτής της Αγίας Γραφής, όπως φαίνεται από τα πολλά συγγράμματα του (διασώθηκαν 804, περίπου, ομιλίες του). Έργο επίσης του Χρυσοστόμου είναι και ή Θεία Λειτουργία, πού τελούμε σχεδόν κάθε Κυριακή, με λίγες μόνο, από τότε μετατροπές. Ό ιερός Χρυσόστομος κατά τη διάρκεια της πατριαρχείας του, υπήρξε αδυσώπητος ελεγκτής κάθε παρανομίας και κακίας. Αυτό όμως έγινε αίτια να δημιουργήσει φοβερούς εχθρούς, και μάλιστα αυτήν την αυτοκράτειρα Ευδοξία, επειδή ήλεγχε τις παρανομίες της. Αυτή μάλιστα, σε συνεργασία με τον τότε Πατριάρχη Άλεξαδρείας Θεόφιλο (ενός μοχθηρού και άσεβους ανθρώπου),συγκάλεσε σύνοδο (παράνομη) από 36 επισκόπους (όλοι τους πνευματικά ύποπτοι και δυσαρεστημένοι από τον άγιο) στο χωριό Δρυς της Χαλκηδόνας και πέτυχε την καθαίρεση και εξορία του Άγιου σ' ένα χωριό της Βιθυνίας. Ή απόφαση αυτή όμως, τόσο εξερέθισε τα πλήθη, ώστε αναγκάστηκε αυτή ή ίδια ή Ευδοξία να τον ανακαλέσει από την εξορία και να τον αποκαταστήσει στο θρόνο με άλλη συνοδική αθωωτική απόφαση (402). 'Αλλά λίγο αργότερα, ή ασεβής αυτή αυτοκράτειρα, κατάφερε και πάλι να εξορίσει τον Άγιο (20 Ίου νιου 404) στην Κουκουσό της Αρμενίας και από κει στα Κόμανα, όπου μετά από πολλές κακουχίες και άλλες ταλαιπωρίς πέθανε το 407 μ.Χ. Ό Μ.Ι. Γαλανός στον Συναξαριστή του, μεταξύ των άλλων, αναφέρει για τον Ιερό Χρυσόστομο, ότι υπήρξε και αναγνωρίζεται ως ό πιο άριστος και δημοφιλής διδάσκαλος της Χριστιανικής Εκκλησίας. Κανένας δεν εξήγησε όπως αυτός, με τόσο πλούτο και τόση σαφήνεια τα νοήματα των θείων Γραφών, ούτε δε υπήρξε εφάμιλλος του στην ετοιμολογία, την απλότητα, αλλά και στη φλόγα και τη δύναμη της ρητορείας. Υπήρξε ρήτορας θαυμαστός, λογοτέχνης απαράμιλλος, βαθύτατος και διεισδυτικώτατος, ψυχολόγος και καταπληκτικός κοινωνιολόγος με αίσθημα χριστιανικής ισότητας, χωρίς προνομιούχους, με καθολική αδελφότητα. 'Ανήκει σ' αυτούς πού φαίνονται "ως φωστήρες εν κόσμω". Δηλαδή σαν φωτεινά αστέρια μέσα στον κόσμο. Να σημειώσουμε εδώ, ότι ό ιερός Χρυσόστομος πέθανε την 14η Σεπτεμβρίου, αλλά λόγω εορτής της υψώσεως του Τιμίου Σταυρού μετατέθηκε ή εορτή της μνήμης του τη ν 13η Νοεμβρίου. Επίσης τη ν 15η Δεκεμβρίου εορτάζουμε τη ν χειροτονία του σε Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, την 27ή Ιανουαρίου την ανακομιδή των λειψάνων του, αλλά ή μνήμη του εορτάζεται και τήν 30ή Ιανουαρίου μαζί με τον Μ. Βασίλειο και τον Αγ. Γρηγόριο τον Θεολόγο. Και τέλος την 26ή Φεβρουαρίου εορτάζουμε την μνήμη της χειροτονίας του σε πρεσβύτερο.