Σελίδες

Δευτέρα 26 Νοεμβρίου 2012

Πνευματικοί διάλογοι με Ρουμάνους πατέρες

ΣΥΝΕΧΕΙΑ


081. Ποιες είναι οι κανονικές προϋποθέσεις της Ιεράς εξομολόγησης
;
Εξομολόγηση, μετάνοια η εξαγόρευση των αμαρτιών είναι ένα από τα επτά Μυστήρια της Εκκλησίας μας με το οποίο ο Θεός συγχωρεί και λύνει τις αμαρτίες όλων αυτών που μετανοούν με ειλικρίνεια και αποφασίζουν να κάνουν μία ζωή καθαρή, κατά το θέλημα του Θεού.
Αυτό το Μυστήριο αρχίζει από την ηλικία των 6-7 ετών και επιτελείται όσο δυνατόν συχνότερα, ανάλογα με τις ανάγκες της ψυχής του καθενός χριστιανού.
Οι μοναχοί των μοναστηριών, κατά παράδοση, εξομολογούνται υποχρεωτικά κάθε εβδομάδα, ενώ οι λαϊκοί συνήθως μία φορά τον μήνα η σπανιότερα τέσσερις φορές τον χρόνο, κατά τις τέσσαρες μεγάλες νηστείες.
Οι κανονικές προϋποθέσεις της αληθινής εξομολογήσεως είναι οι εξής:
Η επιλογή ενός εμπείρου και ενάρετου Πνευματικού. Η εξομολόγηση να γίνεται με ειλικρίνεια, με καλή προαίρεση, όχι με βία των άλλων, με ταπείνωση και χωρίς προφάσεις.
Ο Θεός καταδικάζει την αμαρτία ανάλογα με την συνείδηση και την μόρφωση καθενός, άλλους από την ηλικία των 10 ετών και άλλους από μία μεγαλύτερη ηλικία. Εάν εξομολογείται ο άνθρωπος τις αμαρτίες του με καρδιακή μετάνοια και καλοσύνη, τότε ο Πνευματικός μπορεί ευκολότερα να θεραπεύσει τις ψυχικές του πληγές, ενώ το επιτίμιο με το οποίο πρέπει να κανονίσει τους πιστούς να το διαιρεί σε τρία μέρη:
Το πρώτο μέρος να το αποδίδει στο έλεος του Θεού, διότι κανείς δεν υπάρχει χωρίς αμαρτία, εκτός από τον Χριστό και Θεό μας, ο οποίος μας εξαγόρασε με το Άγιο Αίμα Του από τα χέρια του διαβόλου.
Το δεύτερο μέρος του κανόνος να το σηκώνει ο Πνευματικός επάνω του, διότι αυτός έχει την δύναμη και εξουσία από τον αρχιερέα να λύνει και να δένει τις αμαρτίες των ανθρώπων, όπως λέγει το αψευδές στόμα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Ενώ το τρίτο μέρος του κανόνος να το δίνει σ’ αυτόν που τέλεσε την αμαρτία.
Ο Πνευματικός να έχει ένα Ιερό τόπο, όπου θα εξομολογεί τους ανθρώπους.
Συνήθως η εξομολόγηση γίνεται στην Εκκλησία, ενώπιον της Εικόνος του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού.
Ο ιερεύς – Πνευματικός έχει καθήκον να δέχεται τον καθένα στην εξομολόγηση με πρόσωπο ιλαρό, με πραότητα και με ευλάβεια, και όχι με οργή και με πρόσωπο σκυθρωπό.
Εάν είναι κάποιος ετοιμοθάνατος και κληθεί ο Ιερεύς να τον εξομολόγηση και αυτός δεν θα πάει, καλλίτερα να μην ήταν Πνευματικός, διότι τότε τις αμαρτίες εκείνου που απέθανε ανεξομολόγητος, τις παίρνει επάνω του ο Ιερεύς και τότε ο ιερεύς εκείνος πρέπει να μετανοεί επί τρία χρόνια, κάνοντας και εκατό μετάνοιες την ημέρα.
Οι πιστοί είναι υποχρεωμένοι να λέγουν όλα τα αμαρτήματα των και να μην αλλάζουν Πνευματικό, παρά μόνο με την ευλογία του και βάσει συγκεκριμένου κανόνος της Εκκλησίας.
Οποιοσδήποτε άνθρωπος η γυναίκα αφήσει τον Πνευματικό του χωρίς αυτός να έχει σφάλει σε κάτι και πηγαίνει και εξομολογείται σε άλλον, να αφορίζεται από την Εκκλησία μαζί μ’ αυτόν που τον δέχεται.
Αυτός που εξομολογήθηκε και έλαβε το επιτίμιο και την άφεση, χωρίς να επαναλάβει πλέον τις αμαρτίες που έκανε, δεν είναι υποχρεωμένος να τις επαναλαμβάνει στις άλλες εξομολογήσεις του (Άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης).
Μερικοί είναι της γνώμης, ότι σε εξαιρετική περίπτωση, όταν κάποιος από τους λαϊκούς κινδυνεύει από απρόοπτο θάνατο να πεθάνει και δεν είναι εύκολο να υπάρχει Πνευματικός να τον εξομολόγηση, τότε μπορεί να εξομολογηθεί σ’ αυτούς τους λαϊκούς που παρευρίσκονται εκεί και μετά αυτοί να ειπούνε τις αμαρτίες του στον Πνευματικό, λαμβάνοντας την λύση των αμαρτιών των και οι δύο.
Να γνωρίζει ακόμη ότι υπάρχει και μία εξομολόγηση αμαρτωλή η ψεύτικη, προσποιητή και συγκεκριμένα:
Όταν κάποιος ζητά ένα Πνευματικό που εύκολα συγχωρεί αμαρτίες, ο οποίος συγχωρεί όχι κατά τον νόμο του Θεού, αλλά κατά την γνώμη του η έχει τις ίδιες αμαρτίες.
Σ’ αυτή την περίπτωση είναι και οι δύο αξιοκατάκριτοι και θα υποστούν χειρότερη τιμωρία από ότι δεν θα είχαν εξομολογηθεί.
Όταν ο εξομολογούμενος δεν λέγει όλα τα αμαρτήματα του, η λέγει μόνο τα μισά η δικαιολογείται με προφάσεις, οδηγώντας στην πλάνη τον Πνευματικό.
Όταν θα εξομολογηθούν ομαδικά πολλοί άνθρωποι στον Πνευματικό, λέγοντας με τον νου τις αμαρτίες των χωρίς να τις ακούσει ο Πνευματικός και τα εξετάσουμε όλα αυτά υπό το φως των Ιερών Κανόνων και του ηθικού νόμου, σ’ όλες αυτές τις περιπτώσεις, το Μυστήριο της εξομολογήσεως δεν επιτελέσθηκε κανονικά και οι αμαρτίες παραμένουν ασυγχώρητες. Διότι η αληθινή εξομολόγηση γίνεται για τον καθένα ξεχωριστά.
Άλλες απαραίτητες προϋποθέσεις της Ιεράς εξομολογήσεις είναι οι έξης:
Η εξομολόγηση, όπως είπαμε, να μη γίνεται δημοσίως, όπως συνηθίζεται σε μερικά μέρη.
Οι πιστοί υποχρεούνται να εξετάζουν την συνείδηση των από την παιδική τους ηλικία, να σημειώνουν σε χαρτί τις αμαρτίες που έκαναν, για να μη ξεχάσουν καμία.
Η εξομολόγηση να γίνεται πάντοτε με νηστεία και προσευχή, και προ του φαγητού, τόσο ο ιερεύς όσο και ο πιστός.
Αυτή να γίνεται πάντοτε η όποτε μας ελέγχει η συνείδηση, χωρίς να εξετάζουμε εάν ο Πνευματικός είναι άξιος, διότι η Χάρις του Αγίου Πνεύματος επιτελεί το μυστήριο.
Η εξομολόγηση γίνεται στην ανάγκη και χωρίς νηστεία, κυρίως, όταν κάποιος δεν είναι άξιος για την Θεία Κοινωνία, διότι μόνο με την εξομολόγηση (εξαγόρευση) ξεπλένονται και συγχωρούνται οι αμαρτίες.
082. Σε πόσα μέρη διαιρείται η Ιερά Εξομολόγησης και ποια είναι τα αποτελέσματα αυτής;
Κατά την διδασκαλία του αγίου Νικόδημου του Αγιορείτου, το Μυστήριο της εξομολογήσεως διαιρείται σε τέσσερα μέρη, τα εξής:
1) Ο πόνος της καρδίας και η συναίσθηση της αμαρτωλότητας αυτού που αμάρτησε.
2) Η εξομολόγηση με ζώσα φωνή και κατ’ ιδίαν στον Πνευματικό.
3) Η εκτέλεση του καθορισμένου κανόνος, που επέβαλε ο Πνευματικός.
4) Η συγχωρητική ευχή η το κλειδί του μυστηρίου της ιεράς εξομολογήσεως, η οποία λέγεται με το σκύψιμο της κεφαλής του εξομολογούμενου, με την επίθεση των χειρών του Πνευματικού και το σημείο του Τιμίου Σταυρού.
Τα σπουδαιότερα αποτελέσματα της εξομολογήσεως είναι η λύσει και συγχώρηση των αμαρτιών του εξομολογούμενου, κατά τον λόγο του Κυρίου, που είπε: «αν τίνων αφήτε τας αμαρτίας αφίενται αυτοίς αν τίνων κρατήτε κεκράτηνται» (Ματθ. 16,19).
083. Σε ποιόν ο Πνευματικός δεν επιτρέπεται να δώσει άφεση αμαρτιών στην εξομολόγηση;
Δεν επιτρέπεται να συγχώρηση αυτόν που δεν αποφάσισε να εγκατάλειψη την αμαρτία και να εκτελέσει το επιτίμιο.
Επίσης δεν επιτρέπεται να συγχωρήσει αυτούς που αναβάλλουν την επιτελέσει του επιτιμίου τους, μέχρις ότου ο Πνευματικός εξετάσει τους κανόνες και τις εκκλησιαστικές διατάξεις, για να τους τακτοποίηση κατά την επιθυμία τους..
084. Ποιος είναι ο σπουδαιότερος και ωφελιμότερος κανών, που πρέπει να επιβάλλεται στην Ιερά εξομολόγηση;
Τον παλαιό καιρό, όταν οι χριστιανοί είχαν μεγάλο ζήλο και ευλάβεια να κοινωνούν συχνά τα Αγια Μυστήρια, ο χειρότερος κανών τότε γ’ αυτούς, ήταν η διακοπή για ένα μικρό η μεγάλο η επί χρόνια διάστημα από την Θεία Κοινωνία. Γι’ αυτό και οι κανόνες των παλαιών Πατέρων, όπως του αγίου Βασιλείου, του αγίου Γρηγορίου Νύσσεις κ.λ.π. απαγόρευαν από την Θεία Κοινωνία τους αμαρτωλούς, λόγω των αμαρτιών των, μερικές φορές μέχρι 10,15 η και 20 ακόμη χρόνια. Κατόπιν τους εδέχοντο στην εξομολόγηση η οποία διακρινόταν σε τέσσερα είδη:
1) Εξομολόγησης με στεναγμούς στην πόρτα της εκκλησίας,
2) η ακρόασης των ψαλλομένων στην εκκλησία,
3) η γονυκλισία στον νάρθηκα της εκκλησίας και η με τους πιστούς παραμονή στην εκκλησία, και
4) στο τέλος, μετά απ’ όλους τους πιστούς τους εδέχοντο στην Θεία Κοινωνία. (Αγίου ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ Νεοκαισάρειας 11ος καν.)
Τώρα όμως που η πίστη ελαττώθηκε και οι περισσότεροι χριστιανοί ζουν με μεγάλη αναισθησία και στερούνται της ευλάβειας για την μετάληψη του Σώματος και Αίματος του Χριστού, διότι οι πιστοί που συνέρχονται από την πνευματική αποχαύνωση και έρχονται στην οδό της σωτηρίας, πιστεύουν ότι ο μεγαλύτερος κανών για την διόρθωση των ψυχών των, είναι η αποφυγή των αμαρτιών και η πάλη με αυτές μέχρι θανάτου. Ενώ η νηστεία, η προσευχή, η ελεημοσύνη, οι μετάνοιες και άλλες ασκήσεις να τους προσφέρονται ανάλογα με την κατάσταση της υγείας των και το βάρος των αμαρτιών που έπραξαν, με βάσει την ακρίβεια και οικονομία των Ιερών Κανόνων. Οπότε ο μεγαλύτερος και ωφελιμότερος κανών στην εξομολόγηση είναι το μίσος και η αποφυγή των αμαρτιών που έγιναν, καθώς και το πένθος γι’ αυτές μέχρι θανάτου. Διότι, εάν εμποδίσουμε τους πιστούς από την Θεία Κοινωνία, επί τόσο η τόσο διάστημα και δεν τους επιβάλουμε κανόνα, με κάποια σωματική άσκηση, ανάλογα με το βάρος των αμαρτιών των, αυτοί μη έχοντες πλέον ευλάβεια και τον ζήλο των πρώτων χριστιανών στα Θεία, εύκολα απομακρύνονται από την Ιερά Μετάληψη και έχουν αναισθησία για τα αμαρτήματα τους.
Γι’ αυτό πρέπει να συμβουλεύουμε και να προτρέπουμε τους πιστούς να κάνουν τον αρμόζοντα κανόνα των, παρά να εγκαταλείψουν όλες τις αμαρτίες τους, διότι η απαλλαγή από τις αμαρτίες, κατά τους Αγίους Πατέρας προϋποθέτει αληθινή μετάνοια.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει, ότι «Το φοβερότερο έργο, του αμαρτωλού είναι να ζει στην αμαρτία και το χειρότερο έργο του ξεπεσμένου ανθρώπου είναι να ζει στην πτώση».
Λοιπόν, εάν το φοβερότερο έργο είναι να ζει κανείς στην αμαρτία, τότε το ωφελιμότερο είναι ο αγώνας για την αποφυγή της αμαρτίας. Και εάν το χειρότερο έργο είναι να ζει κανείς στην πτώση, τότε το καλλίτερο είναι να σηκωθεί και λυτρωθεί από την πτώση.
085. Επειδή η αμαρτία πολλαπλασιάσθηκε στον κόσμο, ενώ η πίστη και η ευλάβεια λιγόστεψαν, μπορούν να εφαρμοσθούν με ακρίβεια οι υπάρχοντες κανόνες της Εκκλησίας;
Οι Ιεροί Κανόνες, τόσο οι αποστολικοί, όσο και οι κανόνες των Οικουμενικών, Τοπικών συνόδων και των Αγίων Πατέρων, πάντοτε ήταν, είναι και θα είναι οι οδοί της σωτηρίας και οι οδηγοί των ψυχών μας, και όλοι πρέπει να υπακούμε και να εφαρμόζουμε τους ιερούς κανόνες «διότι αυτοί που δεν τους φυλάττουν, υποβάλλονται σε φοβερά εξέταση και επιτίμιο» (Πηδάλιο Αγίου Νικόδημου).
086. Μήπως με αυτούς τους κανόνες απομακρύνονται οι πιστοί από την Εκκλησία και τα πανάχραντα Μυστήρια;
Όχι, οι Ιεροί Κανόνες δεν απομακρύνουν τους πιστούς από την Εκκλησία του Χριστού, αλλά η μη καλή εφαρμογή της ακριβείας και της οικονομίας των, απομακρύνουν τους ιερείς και τον λαό από την Εκκλησία του Χριστού.
Οι Ιεροί Κανόνες θεσπίστηκαν για την ωφέλεια και σωτηρία των ψυχών, ακόμη και αυτοί που έχουν ιστορική αξία μας δείχνουν πως διετυπώθησαν τότε προς εφαρμογή από τους Αγίους Πατέρας και ηγέτες της Εκκλησίας, όταν αυτή ευρισκόταν στην περίοδο των διωγμών και των αιρέσεων.
Αυτό το έργο δεν είναι μικρό για τον προσανατολισμό αυτών που ποιμαίνουν σήμερα την Εκκλησία του Χριστού, τόσο στην Ανατολή όσο και στη Δύση.
Οι Κανόνες που περιείχαν δόγματα και ηθική διδασκαλία ποτέ δεν έχασαν την αξία τους. Αυτοί είναι σαν φάροι φωτεινοί της Εκκλησίας, απαραίτητοι για την διακυβέρνηση του σκάφους των σωζόμενων πιστών, το οποίον είναι η Εκκλησία, η οποία πλέει στις κοιλάδες της αιωνιότητας με σκοπό το λιμάνι της σωτηρίας.
Έτσι λοιπόν, κανείς δεν έχει δικαίωμα να κατηγορήσει τους Θείους και Ιερούς Κανόνες λόγω της κακίας που κυριαρχεί σήμερα σ’ αυτούς που έχασαν τον φόβο του Θεού.
Ένα πράγμα ακόμη πρέπει να κρατήσουμε στον νου μας.
Οι ιερείς και ποιμένες να γνωρίζουν καλά την ακρίβεια και οικονομία των Ιερών Κανόνων και να τους χρησιμοποιούν στον κατάλληλο καιρό και στην ανάλογη περίπτωση για την θεραπεία των πληγωμένων ψυχών.
Οι θεολόγοι σπουδαστές πρέπει να γνωρίζουν, όσο γίνεται καλλίτερα, πως να εφαρμόζουν την ακρίβεια και οικονομία των Κανόνων, οι οπαίοι θεσπίστηκαν δια του Αγίου Πνεύματος στην Εκκλησία του Χριστού.
Μεγάλος είναι ο κίνδυνος για τους ιερείς και τους ποιμαινομένους τους, εάν δεν γνωρίζουν έστω και λίγο τους Ιερούς Κανόνες, καθώς και το είδος του κανόνος που πρέπει να εφαρμόσουν.
Διότι λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ότι: «Μεγάλος κίνδυνος είναι για τους Ιερείς, εάν δεν γνωρίζουν τους Κανόνες και μεγάλος γκρεμός υπάρχει εκεί όπου δεν δεσπόζουν οι Κανόνες».
Γι’ αυτό και κάθε Επίσκοπος, όταν χειροτονείται, ομολογεί, ότι θα τηρήσει τους Κανόνες της Εκκλησίας.
087. Τι μπορείτε να μας πείτε για την ομαδική εξομολόγηση, χωρίς την κατ’ ιδίαν εξομολόγηση των αμαρτιών των και χωρίς το διάβασμα της συγχωρητικής ευχής στο κεφάλι του καθενός, όπως γίνεται σε μερικούς τόπους σήμερα;
Μια τέτοια εξομολόγηση είναι αντικανονική, δεν έχει αξία το Μυστήριο και οι αμαρτίες παραμένουν άλυτες.
Επίσης στην πράξη πρέπει τελείως να εγκαταλειφθεί για να μη καταργείται το Μυστήριο της Ιεράς εξομολογήσεως και καταδικάζονται τόσο ο Ιερεύς όσο και οι πιστοί.
088. Εάν κάποιος παραμένει στις ίδιες αμαρτίες μετά την εξομολόγηση του και δεν μετανοεί, είναι ένοχος ο πιστός ή ο Πνευματικός; Σ’ αυτή την περίπτωση πώς είναι καλλίτερο να ενεργήσει; Να τον δέχεται στην συνέχεια για να μην απελπισθεί ή να τον στείλει σ’ άλλον Πνευματικό;
Εάν κάποιος, μετά την εξομολόγηση, επιμένει πάντοτε στην ίδια αμαρτία του και σ’ άλλες βαρύτερες και εάν ο ιερεύς έκανε το καθήκον του και τον συμβούλευσε αρκετά να αφήσει την αμαρτία του και αυτός δεν υπάκουσε, τότε δεν είναι ένοχος.
Ενώ εάν ο Ιερεύς δεν τον συμβούλευσε αρκετά και δεν τον κανόνισε κατά τας εντολάς του Θεού και από ιδική του αδιαφορία πέφτει ο πιστός στα ίδια και χειρότερα αμαρτήματα, τότε και ο Ιερεύς έχει αμαρτία και κολάζεται διότι δεν έδωσε τα απαραίτητα ιατρικά μέσα για τις πληγές εκ των αμαρτιών.
Ενώ εάν με κάθε φροντίδα βοήθησε πνευματικά τον αδιάφορο και αμετανόητο, αλλά χωρίς αποτέλεσμα, τότε είναι καλλίτερα να τον στείλει σ’ έναν άλλο εμπειρότερο ιατρό, ίσως με τον τρόπο αυτό διορθωθεί ο πιστός με την βοήθεια του Θεού.
Όμως να μη τον απομακρύνει βιαστικά, αλλά να ενεργήσει με πραότητα και μακροθυμία, για να μη τον οδηγήσει στην απελπισία.
089. Τι καθήκοντα έχει ο Πνευματικός προς τα πνευματικά του παιδιά και ποια έχουν τα πνευματικά του παιδιά προς αυτόν;
Ο Πνευματικός έχει μεγάλα καθήκοντα προς τα πνευματικά του παιδιά:
Εάν τα επιβλέπει, εάν τα διδάσκει πάντοτε και εάν προσεύχεται στον Θεό για την σωτηρία τους.
Ενώ τα πνευματικά του παιδιά έχουν καθήκον να υπακούουν στις πνευματικές διδασκαλίες του, να ζητούν την συμβουλή του και την ευλογία του για όλα, να κάνουν τον προβλεπόμενο κανόνα τους, να αγωνίζονται για την πρόοδο των και να προσεύχονται για τον πνευματικό τους πατέρα.
090. Πώς πρέπει να εννοήσουμε την πνευματικότητα στην ζωή της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας;
Η πνευματικότητα είναι ένα διαρκές ειρηνοδικείο της χριστιανικής ψυχής, που έχει στο βάθος της την βασιλεία του Θεού, το οποίον έχει ως δικαστή την συνείδηση του, δηλ. την αυτεπίγνωση, σε σχέση με τον νόμο του Θεού, με την βοήθεια του οποίου ο Ιερεύς μπορεί να διακρίνει το καλό από το κακό.
Δεδομένου ότι ο χριστιανός δεν μπορεί να γνωρίζει επακριβώς τον εαυτό του, ούτε τον νόμο του Θεού πλήρως, ούτε μπορεί να εκτελέσει αμερόληπτα τα καλά έργα για να διευκολύνει αυτό το εσωτερικό δικαστήριο, αλλά επικαλείται ένα εξωτερικό δικαστή, που είναι όμοιός του, αλλά ανώτερος του ως προς την Χάρι του Αγίου Πνεύματος, τον οποίον συμβουλεύεται και ζητά αυτό που στερείται: την συγχώρηση, το φως και την αλήθεια.
Αυτός είναι όμως Πνευματικός, του οποίου η αποστολή είναι να εξετάζει, να κατευθύνει, να κρίνει εν Ονόματι του Ιησού Χριστού, να αποφαίνεται περί συγχωρήσεως η όχι των αμαρτιών, ανεπιφυλάκτως η με επιφύλαξη, αφού τα επιτελεί όλα ενώπιον του νόμου του Θεού, που περιέχεται στην Αγία Γραφή και την Ιερά Παράδοση, εκτός απ’ αυτά που δεν μπορούν να είναι νόμοι, φως, και αλήθεια της Εκκλησίας.
091. Πότε επιτρέπεται ο πιστός να αλλάξει Πνευματικό;
Ιδού Τι λέγουν οι Κανόνες όσον αφορά με αυτό:
Όποιος άνθρωπος αφήσει τον Πνευματικόν του χωρίς συγκεκριμένη αιτία και εξομολογείται σ’ άλλον, να χωρίζεται από την Εκκλησία μαζί μ’ αυτόν που τον δέχθηκε. Σε περίπτωση που ο Πνευματικός μετά από πολλή υπομονή και συμβουλές, δεν βλέπει καμιά διόρθωση στους πιστούς, ένας τέτοιος κανόνας του επιβάλλεται ν’ αλλάξει Πνευματικό, με την προϋπόθεση ότι δεν κατανοεί να θεραπεύσει τα ψυχικά του τραύματα.
Εάν κάποιος ήταν αφορισμένος από τον Επίσκοπο του, δεν επιτρέπεται να πάει σ’ άλλον Επίσκοπο προτού να συγχωρηθεί από τον Επίσκοπο του. Όμως αυτός μπορεί να επικαλεστεί την σύνοδο για να υπερασπιστεί και η σύνοδος μπορεί να λάβει μία άλλη απόφαση.
Ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης λέγει ότι «ο Ιερεύς πρέπει να αφορίζει (να απαγορεύει από τα μυστήρια) τον ένοχο που τελεί υπό κανόνα, για να μη φορτώνεται με ξένες αμαρτίες. Διότι δεν είναι αυτό υπομονή, αλλά αιτία απώλειας».
Δεν πρέπει εμείς να είμεθα ευσπλαχνικότεροι από τους Αγίους Πατέρας.
Ο Αρχιερεύς ή Όμως Πνευματικός πρέπει βέβαια να είναι υπεράνω αυτών των αμαρτιών, ώστε και αυτός που εξομολογείται να μη νομίζει ότι σίγουρα θα του συγχωρηθούν αυτές οι αμαρτίες ούτε θα πρέπει να είναι ο ποιμήν πολύ ανεκτικός και διευκολύνει με τον τρόπο αυτό τους αμαρτωλούς, καταπατώντας έτσι τον νόμο του Κυρίου.
Αλλά προκειμένου για αυτή τη συγχώρηση των αμαρτιών των να εφαρμόζει τον νόμο του Θεού με δικαιοσύνη. Μπορεί να είναι ανεκτικός μόνον, όταν ο αμαρτωλός αποφασίσει να διορθωθεί από το κακό και ταπεινωθεί με την μετάνοια.
092. Πώς πρέπει να ενεργή με εκείνους τους πιστούς που, ενώ διέπραξαν βαρείες αμαρτίες, ζητούν επίμονα την Αγία Κοινωνία;
Με αυτούς που αμάρτησαν βαρεία και ζητούν επίμονα την Αγία Κοινωνία, ιδού πως πρέπει να ενεργή:
Εάν εξομολογηθούν ειλικρινά με ψυχικό πόνο, με δάκρυα και μετάνοια, ο Πνευματικός που τους απαγόρευσε μπορεί να τους κάνη αυτή την συγκατάβαση.
Δηλαδή να χωρίσει τον προσδιορισμένο κανόνα και τον αριθμό των ετών της μετανοίας σε τρία μέρη, όπως είπα προηγουμένως.
Το πρώτο μέρος να το θέση στην ευσπλαχνία και φιλανθρωπία του Θεού, διότι κανείς από τους ανθρώπους δεν είναι χωρίς αμαρτία, το δεύτερο μέρος του κανόνος να παραμείνει σ’ αυτόν που επιτέλεσε την αμαρτία και το τρίτο μέρος να το πάρει όμως Πνευματικός επάνω του, διότι αυτός έχει την εξουσία μέσω αρχιερέως να λύνει και να δένει, όπως είπε το αψευδές στόμα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Ο Πνευματικός για να προσανατολισθεί καλλίτερα, όσον αφορά με την ακρίβεια και συγκατάβαση, την οποία θα κάνη αναλόγως των περιπτώσεων στους εξομολογούμενους και μετανοουμένους, είναι καλλίτερα να διαβάζει με σύνεση τους Ιερούς Κανόνας και ιδιαίτερα τον 102 κανόνα της 6ης Οικουμενικής Συνόδου και σε καμιά περίπτωση να μη βασίζεται στην διάνοια του, διότι όμως Πνευματικός έχει εξουσία να λύνει και να δένει μόνο συμφώνως με τον νόμο του Κυρίου.
Λοιπόν, η αντιμετώπισης της καθεμίας περιπτώσεως θα πρέπει να γίνεται βάσει της διδασκαλίας της Αγίας Γραφής, των Ιερών Κανόνων και της διδασκαλίας των Αγίων Πατέρων, διότι εν εναντία περιπτώσει, η Εξομολόγησης και η μετάνοια δεν θα επιφέρει καμία ωφέλεια στους πιστούς ούτε στους Πνευματικούς.
093. Πώς πρέπει να ενεργήσει με εκείνους τους πιστούς που δεν δέχονται κανόνα στην εξομολόγηση; Και Τι γίνεται με εκείνους που είναι ασθενείς και δεν μπορούν να εκτελέσουν τον κανόνα των;
Αυτοί που δεν δέχονται τον διορισμένο κανόνα στην Ιερά εξομολόγηση και μάλιστα μετά από πολλές συμβουλές, παραμένουν στο πείσμα των, δεν μπορεί να δώσει την συγχώρηση των αμαρτιών, όπως λέγει όμως ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στην διδασκαλία του για τον Πνευματικό.
Όμως στους ασθενείς μπορεί να επιβάλει ελαφρότερο κανόνα, που απαιτεί σωματική άσκηση, όπως νηστεία, μετάνοιες, αγρυπνία, ελεημοσύνη την κατά δύναμη κ.λ.π. αλλά από τον πνευματικό κόπο δεν είναι απαλλαγμένοι, δηλ. από την Ιερά προσευχή και την παντοτινή ευχαριστία στον Θεό για τους πόνους που αισθάνονται.
Όπως είπαμε, ο κανών των ασθενών μπορεί να αλλάξει και υποχρεούνται να προσεύχονται και να ευχαριστούν τον Θεό διότι με αυτά θα σωθούν.
094. Πόσες φορές το έτος πρέπει να εξομολογούνται οι λαϊκοί;
Η εξομολόγηση δεν είναι καθορισμένη σε συγκεκριμένα χρονικά πλαίσια κατά την διάρκεια του έτους.
Μπορούμε να τρέξουμε στον Πνευματικό, όσες φορές αισθανόμεθα ανάγκη να ξαλαφρώσουμε την ψυχή μας από το φορτίο των αμαρτιών και να λάβουμε την παράκληση της Θείας Χάριτος και την ελπίδα της συγχωρήσεως.
Όσο συχνότερα εξομολογούμαστε τόσο καλλίτερα είναι.
Συνήθως όμως η Εξομολόγησης έχει συνδυασθεί με τις τέσσαρες μεγάλες νηστείες.
Η τετάρτη εντολή της Εκκλησίας διδάσκει να εξομολογούμαστε τέσσερις φορές τον χρόνο, στην περίοδο των τεσσάρων νηστειών.
Οι πιο προχωρημένοι στην πνευματική ζωή, κάθε μήνα και οι άλλοι είθε να εξομολογούνται μία φορά τον χρόνο και συγκεκριμένα στην νηστεία του Πάσχα.
095. Ποιες είναι οι σπουδαιότερες προϋποθέσεις για να μεταλάβει κάποιος επαξίως του Σώματος και τον Αίματος του Κυρίου;
Η ετοιμασία για την Θεία Κοινωνία είναι δύο ειδών: Σωματική και πνευματική. Αυτή αποτελείται γενικά από τα επόμενα μέρη:
α. Εξομολόγησης (εξαγόρευση των αμαρτιών), άνευ της οποίας κανείς δεν μπορεί να κοινωνήσει, ούτε ακόμη κληρικός, μόνο τα παιδιά μέχρι των επτά ετών είναι απαλλαγμένα της εξομολογήσεως.
β. Συμφιλίωσης με όλους τους ανθρώπους. Κανείς δεν μπορεί να κοινωνήσει όταν με κάποιον είναι ασυμφιλίωτος η έχει κακία, μίσος και σκέψεις εκδικήσεως. Ο Θεός, επειδή είναι αγάπη, δέχεται στα Άγια Δώρα μόνο αυτούς που συγχωρούν και ζουν με αγάπη.
γ. Εγκράτεια από ηδονικά φαγητά και από οποιεσδήποτε φίλαυτες σωματικές ορέξεις. Οι σύζυγοι έχουν υποχρέωση να κρατούν πριν της Θείας Κοινωνίας το λιγότερο τρεις ήμερες τελεία σωματική αγνότητα και άλλες τρεις μετά την Θεία Κοινωνία. Οι πιστοί έχουν καθήκον να ζουν με αγνότητα, να νηστεύουν Τετάρτη και Παρασκευή και στις τέσσαρες μεγάλες νηστείες, όταν πρόκειται να κοινωνήσουν. Σε περίπτωση βαρείας ασθενείας, ο ιερεύς να κανονίζει λιγότερη νηστεία, αναλόγως της περιπτώσεως. Αυτοί που κοινωνούν στις μεγάλες νηστείες υποχρεούνται να νηστεύουν το λιγότερο τρεις μέχρι επτά ημέρες, πριν από την Θεία Κοινωνία. Οι χριστιανοί έχουν καθήκον να εγκρατεύονται, πριν μεταλάβουν τα Άγια, από ποτά, από το κάπνισμα, από διασκεδάσεις, από αστεία, από φθόνο, από κακολογίες κ.λ.π.
δ. Προσευχή. Οι πιστοί πρέπει να προσεύχονται πριν από την μετάληψη της Αγίας Κοινωνίας με ιδιαίτερο πόθο. Να διαβάζουν τις κατάλληλες προσευχές από το Ωρολόγιο, το Ψαλτήρι και να λέγουν τους Χαιρετισμούς της Παναγίας, να κάνουν όσες μετάνοιες μπορούν, ελεημοσύνη στους πτωχούς και αλλά αγαθά έργα. Ιδιαίτερα έχουν καθήκον να διαβάζουν: Τους Χαιρετισμούς του Χριστού, την παράκληση της Θεοτόκου, τον κανόνα της μετανοίας, τον κανόνα του φύλακος αγγέλου και τον κανόνα της Θείας Μεταλήψεως, ενώ το πρωί τις υπόλοιπες δώδεκα προσευχές που ακολουθούν. Μετά την μετάληψη των Θείων Δώρων, οι πιστοί πρέπει να διαβάζουν τις ευχές της ευχαριστίας.
ε. Την εκτέλεση του επιβληθέντος κανόνος από τον Πνευματικό. Οι πιστοί δεν μπορούν να κοινωνήσουν χωρίς την άδεια του Πνευματικού των και χωρίς την εκτέλεση του διορισμένου κανόνος των, που επήραν στην εξομολόγηση, εκτός από λόγους ασθενείας η άλλες παρόμοιες δυσκολίες, που απαγορεύουν την μετάληψη των Θείων και σ’ οποιαδήποτε κατάσταση ήθελαν ευρέθη στενοχώριας.
096. Σε ποιες εξαιρετικές περιπτώσεις μπορούν να κοινωνήσουν οι πιστοί με κάποια συγκατάβαση;
Όπως είπα σ’ αυτούς που απαγορεύεται για ένα διάστημα η Θεία Κοινωνία, μπορούν να κοινωνήσουν συγκαταβατικά μόνο σε περίπτωση θανάσιμου κινδύνου δηλ. δυστυχήματος, εργασίας, παραμονής σε νοσοκομείο για πολύ καιρό κ.λ.π.
Παρόμοια, οι έγκυοι γυναίκες μπορούν να κοινωνήσουν μία φορά τον μήνα, οποιονδήποτε κανόνα και να έχουν, με τη προϋπόθεση μετά τον τοκετό των, να εκτελέσουν τον διορισμένο κανόνα από τον Πνευματικό των.
Γίνεται αυτή η συγκατάβασης για τις έγκυες γυναίκες, διότι η Εκκλησία τις θεωρεί ότι ευρίσκονται σε κίνδυνο θανάτου.
097. Ποιοι μεταξύ των χριστιανών δεν μπορούν να κοινωνήσουν ούτε ακόμη και προ του θανάτου των;
Δεν μπορούν να κοινωνήσουν ούτε ακόμη στο κρεβάτι του θανάτου οι ορθόδοξοι χριστιανοί, οι όποιοι αρνούνται αυτά τα Θεία Δώρα,
αυτοί που αρνήθηκαν τη πίστη,
αυτοί που εγκατέλειψαν την Εκκλησία και προσχωρήσαν σε αιρέσεις,
οι παράφρονες, δηλ. αυτοί που ψυχομαχούν και δεν έχουν προφθάσει πριν να εξομολογηθούν,
οι δαιμονισμένοι,
οι βλασφημούντες τον Θεό και τον πλησίον, ακόμη και στο κρεβάτι του θανάτου των και δεν μετανόησαν,
οι απελπισμένοι, που πρόκειται να θέσουν μόνοι των τέρμα στην ζωή τους,
όσοι είναι δούλοι μέχρι θανάτου στο πάθος της μέθης, των σαρκικών παθών,
οι μισούντες τα Θεία
και αυτοί που δεν θα συγχωρήσουν μέχρι θανάτου των τον πλησίον τους.
098. Τι άλλες συμβουλές μπορείτε να μας δώσετε για τον Πνευματικό και την πνευματικότητα;
Κανένας Ιερεύς – Πνευματικός δεν μπορεί να λύση στην εξομολόγηση τον δεμένο από άλλον Πνευματικό, παρά μόνο, όταν αυτός που τον έδεσε πέθανε ή τον έδεσε αδίκως και λύθηκε από τον Επίσκοπο του. Άλλη διδασκαλία της Εκκλησίας λέγει τα έξης:
«Ζήτησε να ευρείς ένα Πνευματικό καλόν, ενάρετο, να είναι σοφός στα λόγια και έμπειρος στα έργα, να επουλώνει καλά τις ψυχικές πληγές και να ξέρη να δίνη ιατρικά με διάκριση, όπως θα συνέβαινε, εάν είχε κάποιος μία σωματική πληγή». Διότι εμφανίσθηκαν πολλοί στις ήμερες μας, οι οποίοι, επειδή δεν γνώριζαν την ασθένεια, φόνευσαν πολλούς πνευματικά, λόγω αδιακρισίας τους, όπως λέγει και ο Χριστός ότι, όταν ένας τυφλός οδηγεί τυφλόν, θα πέσουν και οι δύο στον λάκκο.
Όταν θα βρεις ένα καλόν Πνευματικό να μη πηγαίνεις πλέον σε άλλον, διότι, εάν εμπορεύεσαι την εξομολόγηση, δεν μπορείς να ωφεληθείς. Εάν εξομολογείσαι σ’ ένα Πνευματικό πολλές φορές και επειδή έπεσες στα ίδια αμαρτήματα ντρέπεσαι και πηγαίνεις σε άλλον για να ντροπιαστείς λιγότερο και να λάβεις ελαφρότερο κανόνα, τότε με αυτό το έργο παροργίζεις τον Θεό. Μερικοί χριστιανοί συνηθίζουν να ζητούν επιεικείς Πνευματικούς, οι οποίοι συγχωρούν χωρίς επιτίμιο και επί πλέον τους δίνουν την Θεία Κοινωνία. Μερικοί απ’ αυτούς χάθηκαν και έγιναν αφορμή να χαθούν και άλλοι, και η τιμωρία τους θα είναι αιωνία λέγει η Αγία Γραφή.
Άλλοι επινοούν με πονηρία άλλους τρόπους εξομολογήσεως. Δηλ. πηγαίνουν σ’ ένα Πνευματικό και λέγουν μερικά αμαρτήματα, κατόπιν πηγαίνουν σε άλλον και λέγουν άλλα λίγα αμαρτήματα και έτσι νομίζουν μ’ αυτό τον τρόπο ότι οι αμαρτίες των δεν έχουν μεγάλη ενοχή.
Άλλοι λέγουν γρήγορα τις αμαρτίες των για να μη τις προσέξει ούτε να εξετάσει με λεπτομέρεια ο Πνευματικός τόσο τις αιτίες όσο και τα επακόλουθα αυτών των αμαρτιών για να μπορέσει έτσι να τις θεραπεύσει.
Άλλοι, και αυτοί είναι λιγότεροι, δεν θέλουν να τα εξομολογηθούν όλα και κρύβουν τα μεγαλύτερα.
Όλα αυτά είναι δουλειές του διαβόλου, ο οποίος ζητά κάποιο μονοπάτι να οδηγήσει στην απώλεια τις ψυχές των αδυνάτων περί την πίστη ανθρώπων.
Ο Πνευματικός δεν είναι παρά ένας μάρτυς ενώπιον του Θεού και ένα όργανο με το οποίον το Άγιον Πνεύμα εργάζεται μυστικά την συγχώρηση των αμαρτιών.
Ο Πνευματικός ερμηνεύει και εφαρμόζει τον νόμο του Θεού για την θεραπεία των ανθρωπίνων ψυχών.
Εάν ο Πνευματικός διαπιστώνει ότι κάποιος δεν είναι ειλικρινής, έχει καθήκον να τον απομακρύνει από την εξομολόγηση.
Εάν δεν κάνη έτσι, τότε σημαίνει ότι ο Πνευματικός δεν υπηρετεί τον Θεό με πίστη, με καρδιά καθαρή και αφοσιωμένη.
Η Μετάνοια είναι ένα από τα επτά μυστήρια με το οποίο εργάζεται το Άγιο Πνεύμα αοράτος στην ορατή διακονία του Πνευματικού. Όταν εξομολογείσαι μη χαμηλώνεις τα αυτιά σου στην φωνή του διαβόλου, ο οποίος σου ψιθυρίζει λέγοντας:
Άραγε τι θα πει ο Πνευματικός όταν ακούσει αυτές τις αμαρτίες;
Μερικές φορές ο διάβολος ψιθυρίζει στον πιστό, μέσω κακών και ιεροκατηγόρων ανθρώπων, ότι ο Πνευματικός θα πει σ’ άλλους τα αμαρτήματα, που άκουσε στην εξομολόγηση.
Σ’ αυτές τις περιπτώσεις να σκέπτεται ο καθένας μας τον πλούσιο εκείνον, ο όποιος ξομολογήθηκε τις αμαρτίες του στο μέσον της Εκκλησίας με δυνατή φωνή ενώπιον όλων και την στιγμή που τις έλεγε, άγγελος Κυρίου του έσβηνε τις αμαρτίες του μπροστά σε όλους, όπως λέγει όμως άγιος Ιωάννης της Κλίμακος στον 4ο Λόγο του.
Να γνωρίζει όμως καθένας και αυτό, ότι ο Πνευματικός δεν μπορεί να λύση αυτόν που δεν έλυσε ο Θεός και ούτε μπορεί να δέση αυτόν που δεν έδεσε τον εαυτό του με τις εντολές του Θεού.
Λοιπόν, στα όσα είπαμε μέχρι εδώ, είναι φανερό ότι κανείς Πνευματικός, εκτός των ανωτέρω περιπτώσεων που σημειώσαμε, δεν μπορεί να αλλάξει ούτε τον επιβληθέντα κανόνα από άλλον Πνευματικό ούτε μπορεί να τον λύση άλλος, όσο καιρό ο Πνευματικός του ευρίσκεται στην ζωή.
Ενώ, εάν κάποιος σκανδαλίζεται από κάποια αδυναμία του Πνευματικού του και δεν έχει πλέον ευλάβεια σ’ αυτόν, τότε, εάν έχει συγκεκριμένους λόγους, μπορεί να πάει σ’ άλλον Πνευματικό, αλλά μόνο με την ευλογία του πρώτου Πνευματικού του.
Στο νέο Πνευματικό του έχει καθήκον να κάνει μία γενική εξομολόγηση από την παιδική του ηλικία, ώστε να μπορεί να τον γνωρίσει καλλίτερα και έτσι να κανονίζει την διόρθωση του με τα κατάλληλα μέσα.
099. Με ποιες προϋποθέσεις εξομολογούνται και κοινωνούν τα παιδιά, οι γέροντες και οι βαρεία άρρωστοι;
Τα μικρά παιδιά μέχρι τα έξι – επτά χρόνια των, εάν είναι βαπτισμένα, κοινωνούν χωρίς εξομολόγηση, αναλόγως των περιστάσεων.
Η εξομολόγηση τους αρχίζει από την ηλικία των επτά ετών.
Οι γέροντες και οι ασθενείς είναι καλό να κοινωνούν κάθε τρεις εβδομάδες, εάν δεν έχουν κάποιο κώλυμα για την Θεία Κοινωνία.
Εάν αμάρτησαν με θανάσιμο αμάρτημα, οι Άγιοι Πατέρες κανονίζουν να κοινωνούν μόνο στο κρεβάτι του θανάτου, εκτός και εάν μετανόησαν ειλικρινά.
100. Με πόσους τρόπους μπορούν να κοινωνήσουν οι πιστοί; Ποια είναι η ανώτερη κοινωνία με τον Χριστό;
Οι πιστοί μπορούν να κοινωνήσουν με τον Χριστό με τέσσερις τρόπους:
Πρώτον με το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου.
Δεύτερον κατά τρόπο πνευματικό με την ευχή του Ιησού, όταν γίνεται είτε με τον νου είτε με την καρδιά.
Ο τρίτος τρόπος κοινωνίας γίνεται με την εργασία όλων των εντολών του Κυρίου. Αυτή την πνευματική κοινωνία με την εκτέλεση των αγαθών έργων μας φανέρωσε ο ίδιος ο Σωτήρ ημών Ιησούς Χριστός, όταν είπε: «Εάν τίς αγαπά με, τον λόγο μου τηρήσει, και ο πατήρ μου αγαπήσει αυτόν, και προς αυτόν ελευσόμεθα και μονήν παρ’ αύτω ποιήσομεν» (Ιωάν. 14,23). Και πάλι λέγει: «Εάν αγαπάτε με, τας εμάς εντολάς τηρήσατε» και «εάν τας εντολάς μου τηρήσητε, μενείτε εν τη αγάπη μου» (Ίωάν.14,15 15,10). Επίσης ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης λέγει θαυμαστός ότι: «Η ομοιότης και ενότης μας με τον Θεό πραγματοποιείται μόνο με την εφαρμογή των θείων εντολών».
Ο τέταρτος τρόπος κοινωνίας με τον Χριστό γίνεται με την ακρόαση του λόγου του Θεού, διότι «ο λόγος του Θεού έρχεται με την ακοή και διοχετεύεται στην καρδιά του ανθρώπου» (Κυριακοδρόμιο Νικηφόρου Θεοτόκη).
101. Πώς πρέπει να εξομολογούνται και να κοινωνούν οι μοναχοί, κατά τους Αγίους Πατέρας; Πόσο συχνά μπορούν να κοινωνούν οι μοναχοί, οι μεγαλόσχημοι μοναχοί και οι ασθενείς;
Η Θεία Κοινωνία, επειδή είναι στενά συνδεδεμένη με την εξομολόγηση, ότι είπα μέχρι τώρα γι’ αυτά τα μυστήρια είναι έγκυρο και κατάλληλο και για μοναχούς.
Οι μοναχοί και μεγαλόσχημοι μοναχοί έχουν καθήκον να κοινωνούν το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου πιο συχνά από τους λαϊκούς, αλλά με την πρέπουσα προετοιμασία, βάσει των Ιερών Κανόνων και με την άδεια του Πνευματικού τους.
Οι μοναχοί μπορούν να κοινωνούν περισσότερες από μία φορές , τον μήνα, ή όπως λέγει όμως ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, στον 53ο λόγο του περί σίτου, στις δώδεκα Δεσποτικές εορτές: «Οι μεγαλόσχημοι μοναχοί, προπαντός οι γέροντες, μπορούν να κοινωνούν συχνότερα από μια φορά την εβδομάδα, κατά την μοναστική μας παράδοση».
Αυτή μας διδάσκει και με τις συμβουλές του Ιερατικού, λέγοντας: «Οι ιερείς του λαού να διδάσκουν τους πιστούς των, ένα μέρος ανδρών και γυναικών να κοινωνούν, όταν θα συμπέσει τουλάχιστον Δεσποτική εορτή του έτους, εάν όχι τότε είθε να κοινωνούν στις τέσσερες μεγάλες νηστείες. Να προετοιμάζονται για την συμμετοχή των στο Ιερό Μυστήριο και έτσι με την αρμόζουσα προετοιμασία και πνευματική αναγέννηση τους να προσέρχονται σ’ αυτό.
102. Πώς πρέπει να ετοιμάζονται οι κληρικοί, ιερείς και διάκονοι για την Θεία Λειτουργία;
Για όλα αυτά γράφει λεπτομερώς στις πνευματικές υποθήκες το βιβλίο Ιερατικό.
Γενικά ο ενάρετος κληρικός, οφείλει να προσέχει τα εξής:
Να εξομολογείται στον Πνευματικό του μία ήμερα πριν να λειτουργήσει,
να έχει την ευλογία του Πνευματικού του για την τέλεση των θείων Μυστηρίων,
να κρατεί αγνότητα (ο έγγαμος) τρεις ημέρες πριν και τρεις μετά την Θεία ιερουργία και Κοινωνία,
να ειρηνεύει με τους ενορίτες του και με όλους τους ανθρώπους,
να διαβάζει όλες τις ευχές της Θείας Μεταλήψεως,
να τελεί τις παραμονές κάθε εορτής εσπερινό και όρθρο στην εκκλησία,
να επιτελή οποιαδήποτε ακολουθία, ιδιαίτερα την Θεία Λειτουργία χωρίς βιασύνη και με περισσή ευλάβεια,
να έχει μεριμνήσει για το πρόσφορο και το φυσικό κρασί για την τέλεση του μυστηρίου,
να ετοιμάζει σχολαστικά πριν από μία εβδομάδα το κυριακάτικο ή εόρτιο κήρυγμα με το οποίον υποχρεούται να τρέφει πνευματικά τους ενορίτες του.
103. Ποιος είναι ο σκοπός και η σπουδαιότητα του κηρύγματος στην εκκλησία;
Κάθε ιερεύς οφείλει να διδάσκει ευκαίρως ακαίρως τους πιστούς του, διότι «η πίστης εξ ακοής, η δε ακοή δια ρήματος Θεού»(Ρωμ.10,17).
Έτσι λοιπόν, ο λαός με την στέρηση της γνώσεως του λόγου του Θεού χάνεται, ενώ ο Ιερεύς θα δώσει φοβερό λόγο στο μελλοντικό Δικαστήριο.
Άκουσε τι λέγει ο Θεός με το στόμα, του προφήτου: «Ωμοιώθη ο λαός μου ως ουκ έχων γνώσιν ότι συ επίγνωσιν απώσω, καγώ απώσομαί σε του μη ιερατεύειν μοι• και επελάθου νόμον Θεού σου καγώ επιλήσομαι τέκνων σου». (Ωσηέ 4,6).
Οι κατηχήσεις και τα κηρύγματα πρέπει γενικά να γίνονται με βάσει την Αγία Γραφή και την διδασκαλία των Αγίων Πατέρων.
Να είναι καλά μελετημένα, αξιοπρόσεκτα και να αποτελούν βιώματα του ιερέως, για να μπορούν να πείθουν τους πιστούς.
Το κήρυγμα να είναι ακόμη θερμό, παρηγορητικό, κατανοητό από όλους, διανθισμένο με κατάλληλες και ευκολομνημόνευτες ιστορίες της πρακτικής ζωής.
Ιδιαίτερα στην σημερινή εποχή έχουν μεγάλη σπουδαιότητα τα αντιαιρετικά κηρύγματα, δεδομένου ότι αυξήθηκαν πολύ οι αιρέσεις, για να γνωρίζει ο λαός την ορθόδοξο αληθινή πίστη και να μπορεί να προφυλάσσεται από τις παγίδες των αιρέσεων.
104. Με πόσους τρόπους είναι υποχρεωμένος να κηρύττει ο ιερεύς;
Ο ιερεύς οφείλει να κηρύττει με τρεις τρόπους και συγκεκριμένα:
Με τον λόγο, με την γραφίδα και με την ζωή του, όπως λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Με το στόμα έχει καθήκον να διδάσκει τους πιστούς τον λόγο του Κυρίου, τα δόγματα, τους κανόνες και την διδασκαλία των Αγίων Πατέρων.
Με την γραφίδα του να γράφει αυτά που έμαθε από την Αγία Γραφή και από τους Αγίους Πατέρας.
Ενώ με την ζωή του να κηρύττει το κατά δύναμη τα όσα διδάσκει, δίνοντας προσοχή στα λόγια του Κυρίου, που λέγει:
«Ο ποιήσας και διδάξας μέγας κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών» (Ματθ.5,19) και
«Ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως ίδωσι τα καλά υμών έργα και δοξάσωσι τον πατέρα υμών τον εν τοις ουρανοίς» (Ματθ.5,16).
105. Μπορεί να σωθεί κάποιος χωρίς Πνευματικό και χωρίς εξομολόγηση;
Όχι. Κανείς δεν μπορεί να σωθεί χωρίς την εξομολόγηση των αμαρτιών του και χωρίς την άδεια του Πνευματικού, κατά τον λόγο του Κυρίου που λέγει:
«Λάβετε Πνεύμα Άγιον αν τίνων αφήτε τας αμαρτίας αφίενται αυτοίς, αν τίνων κρατήτε, κεκράτηνται» (Ιωάν. 20,23),
και αλλού πάλι:
«Όσα αν δέσητε επί της γης, εσται δεδεμένα εν τω ούρανώ, και όσα εάν λύσητε επί της γης εσται λελυμένα εν τω ούρανώ» (Ματθ. 18,18).
Επομένως πώς θα εισέλθει κάποιος στην βασιλεία των ουρανών χωρίς να έχει λυθεί επί της γης από τις αμαρτίες του;
Και αυτή η δύναμης δόθηκε μόνο στους εκλεκτούς, δηλ. στους Αποστόλους, στους Επισκόπους και όχι στους λαϊκούς.
Όλοι πρέπει να έχουμε τους Πνευματικούς μας και να εξομολογούμαστε τακτικά ακόμη και αυτά που μας φαίνονται ότι δεν είναι αμαρτίες.
Ο άγιος απόστολος και ευαγγελιστής Ιωάννης μας λέγει:
«Εάν είπωμεν ότι αμαρτία ουκ έχομεν, εαυτούς πλανώμεν και η αλήθεια ουκ εστίν εν ημίν. Εάν ομολογώμεν τας αμαρτίας ημών, πιστός εστί και δίκαιος, ίνα αφή ημίν τας αμαρτίας και καθαρίση ημάς από πάσης αδικίας» (Α’ Ίωάν. 1,8-9).
Και ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης σημειώνει λέγοντας:
«Όλοι πρέπει να μετανοούμε και οι λαϊκοί και οι μοναχοί και οι ιερείς και οι αρχιερείς. Όλοι να εξομολογούμαστε για να σωθούμε».
Χωρίς εξομολόγηση, κανείς δεν μπορεί να σωθεί, επειδή όλοι σφάλλουμε πολύ (Ίακ. 3,2).
Κάθε άνθρωπος κυοφορήθηκε και γεννήθηκε στην αμαρτία (Πράξ. 8,21 Ψαλμ. 50,6 Ματθ. 7,11).
Η Αγία Γραφή μας λέγει ότι «η αμαρτία αποτελεσθείσα αποκύει θάνατον» (Ίακ. 1,15) και ότι κανείς ακάθαρτος δεν θα εισέλθει στην Βασιλεία του Θεού.
Λοιπόν, να έχουμε κατά νουν ότι η αμαρτία είναι πτώση από τον Νόμο του Θεού και είναι μισητή και βδελυκτή ενώπιον Του και ότι η οργή Του έρχεται εναντίον των κακών και αμαρτωλών, οι οποίοι πεθαίνουν ανεξομολόγητοι και χωρίς μετάνοια.
Οι αμαρτωλοί, με την μετάνοια και εξομολόγηση, κατευνάζουν την οργή του Θεού και εξασφαλίζουν την σωτηρία της ψυχής των.
106. Ο Πνευματικός μπορεί να απαγόρευση σε κάποιον κληρικό να επιτελή τα ιερά μυστήρια; Τι πρέπει να κάνη σε μία τέτοια κατάσταση;
Οι μεγαλύτερες αμαρτίες, που γίνονται από κληρικούς, όπως:
η άρνηση της ορθοδόξου πίστεως,
ο φόνος,
η ακολασία,
η βεβήλωση των θείων (Ιεροσυλία, ασέβεια κ.λ.π.),
πρέπει να εξομολογούνται μόνο στον αρχιερέα, καθώς και άλλα αμαρτήματα βαρείας μορφής, τα οποία δεν αντιλαμβάνεται ο Πνευματικός, οποίος κάνει τα πάντα με την συμβουλή του αρχιερέως, διότι το έργο της πνευματικής πατρότητας ανήκει προπαντός στον αρχιερέα.
Ο Πνευματικός δεν έχει δικαίωμα να διακόψει κάποιον διάκονο ή ιερέα από την τέλεση των ιερών ακολουθιών για οποιαδήποτε αμαρτία, αλλά πρέπει να τον στείλει στον Επίσκοπο της περιοχής ή στην Ιερά Σύνοδο, κατά τον κανονισμό της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.
107. Ποια είναι η κανονική τάξις της Ορθοδόξου Εκκλησίας κατά τους Αγίους Πατέρας, περί της συχνής ή όχι Θείας Μεταλήψεως; Τι λέγουν οι Ιεροί Κανόνες και η χιλιετής παράδοση της Εκκλησίας του Χριστού σ’ αύτη την περίπτωση;
Η Εξομολόγηση, όπως είπαμε παραπάνω, δεν δεσμεύεται από όρους και συγκεκριμένες προθεσμίες κατά την διάρκεια του έτους.
Μπορούμε να τρέξουμε στον Πνευματικό, όποτε αισθανόμεθα την ανάγκη να ελαφρώσουμε από το ψυχικό φορτίο των αμαρτιών μας και να λάβουμε την παράκληση της Θείας Χάριτος και την ελπίδα της συγχωρήσεως.
Όσο συχνά εξομολογούμαστε, τόσο είναι καλλίτερα για εμάς.
Συνήθως η Εξομολόγησης συνδυάζεται με τις τέσσαρες μεγάλες νηστείες του έτους, οπότε κάθε χριστιανός μπορεί να κοινωνήσει με την άδεια του Πνευματικού του.
Οι προχωρημένοι στην αγιότητα και ευλάβεια μπορούν να εξομολογούνται και να κοινωνούν κάθε μήνα και οι λιγότερο ευλαβείς τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο, το Άγιο Πάσχα.
Στο μοναστήρι η Εξομολόγηση γίνεται κατά την τάξη της μοναχικής ζωής, το συχνότερο μία φορά την εβδομάδα, ενώ η Θεία Κοινωνία προσφέρεται στους προετοιμασμένους πνευματικά μοναχούς, συνήθως κάθε μήνα ή στις 12 Δεσποτικές εορτές.
Σε μερικά μοναστήρια οι γέροντες και ασθενείς μοναχοί, καθώς και οι μεγαλόσχημοι, μπορούν να κοινωνούν το συχνότερο μία φορά την εβδομάδα και το σπανιότερο κάθε τρεις εβδομάδες, κατά την παλαιά μοναχική παράδοση.
108. Τι γνώμη έχετε για τους κληρικούς εκείνους, που προσφέρουν χωρίς την πρέπουσα εξέταση την Θεία Κοινωνία στους πιστούς;
Οι ιερείς που δίνουν την Θεία Κοινωνία στους πιστούς χωρίς την κατάλληλη πνευματική έρευνα και τάξη, έχουν καθήκον να διαβάζουν με προσοχή τις «υποθήκες» του Ιερατικού βιβλίου, που αναφέρεται στην σωματική και ψυχική προετοιμασία των πιστών για την Θεία Κοινωνία.
Επίσης οφείλουν οι ιερείς να γνωρίζουν καλά τους Ιερούς Κανόνας και την παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας και στην ανάγκη να συμβουλεύονται τον Επίσκοπο της επαρχίας, τον οποίον οφείλουν να υπακούουν σ’ όλη των την ζωή.
Οι ιερείς πρέπει να διαβάζουν και την σχετική διδασκαλία του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου περί του τρόπου μεταλήψεως της Θείας Κοινωνίας.
Ιδού τι λέγει στον 55ο Λόγο του, στο έργο του «Περί διανομής του σίτου».
«Δεν είναι μικρή η ευθύνη σας, ω ιερείς, όταν γνωρίζετε σε κάποιον κάποια κακία και του επιτρέπετε να συμμετάσχει απ’ αυτή την Τράπεζα, διότι το Αίμα του Χριστού από το χέρι σας θα ζητηθεί. Είτε αυτός ήθελε είναι ηγεμών, είτε έπαρχος, είτε στεφανωμένος με διάδημα. Εάν ανάξιος προσέλθει στα Άγια, να τον απαγορεύσετε. Μεγαλύτερη εξουσία έχετε εσείς παρά εκείνος… διότι, αυτός που αμάρτησε και πλησίασε στα Άγια είναι χειρότερος και από τον δαιμονισμένο. Διότι ο δαιμονισμένος επειδή δαιμονίσθηκε δεν θα τιμωρηθεί, ενώ αυτός που πλησίασε ανάξιος, θα παραδοθεί στην αιώνια κόλαση. Γι` αυτό λοιπόν, όχι μόνο αυτόν να εμποδίσετε, αλλά όλους γενικά, όσους βλέπετε ότι προσέρχονται με αναξιότητα στο Μυστήριο. Κανένας να μη πάρει σαν τον Ιούδα για να μη πάθη τα όμοια μ’ αυτόν». Και πάλι λέγει: «Μη δώσετε σπαθί αντί τροφής. Και αν ακόμη έλθει κανείς από παραφροσύνη να κοινωνήσει, να τον εμποδίσετε. Να μη φοβηθείτε. Να φοβάσθε τον Θεό και όχι τον άνθρωπο. Και εάν εσείς δεν τολμάτε να τον απομακρύνετε τότε στείλτε τον σε μένα. Και δεν θα ανεχθώ να γίνει ποτέ αυτό. Καλλίτερα να χωρισθώ από την ψυχή μου παρά να δώσω το Δεσποτικό Αίμα στους αναξίους. Το αίμα μου προτιμώ όλο να χύσω παρά να δώσω το φοβερό Αίμα του Χριστού σ’ αυτούς που είναι ανάξιοι. Και όταν μετά από πολλή εξέταση, κρίνετε κάποιον ότι είναι ακατάκριτος, τότε εσείς δεν έχετε καμιά ευθύνη».
Γι’ αυτό, ο Πνευματικός πρέπει να προσέχει πολύ στην εξομολόγηση, αφού καλά εξέταση τον πιστόν, ποιόν πρέπει να εμποδίσει και σε ποιόν να δώσει τα Άγια Μυστήρια επαξίως.
Εάν κάποιος έχει μία ζωή ανήθικη και ζητά με απάτη να λάβει την Θεία Κοινωνία, παραδίνεται στον σατανά (Ιωάν. 13,27), όπως συνέβη με τον Ιούδα.
Εάν κάποιος είναι στο κρεβάτι του θανάτου και δεν μπορεί πλέον να μιλήσει, τότε μπορεί να του δοθεί η Θεία Κοινωνία, κατά την ομολογία των συγγενών του, ότι ο ασθενής ήταν άνθρωπος πιστός, ότι εξομολογείτε τακτικά και επιθυμούσε τα Ιερά Μυστήρια.
Και ο μεγαλύτερος αμαρτωλός εάν ευρίσκεται στο κρεβάτι του θανάτου και εξομολογείται κλαίγοντας με στεναγμούς, ομοιάζει με τον ληστή επί του σταυρού και μπορεί να κοινωνήσει.
Ενώ, εάν κάποιος δεν θέλει να συμφιλιωθεί με τον πλησίον του ή αρνείται τα Άγια, ούτε στο κρεβάτι του θανάτου δεν πρέπει να κοινωνήσει.
Σ’ ότι αφορά την προσφορά των Θείων Μυστηρίων στους λαϊκούς, κυρίως με την ευλογία του Πνευματικού, ιδού Τι λέγει ή Εκκλησιαστική τάξις:
«Ό ιερεύς που θα δώσει τα Άγια Μυστήρια του Θεού στον άξιο αναγνώστη ή σε απλό άνθρωπο να τα μεταφέρει εδώ και εκεί σε οποιαδήποτε ανάγκη και όχι ο ίδιος ο ιερεύς με τον απαιτούμενο φόβο του Θεού, αυτός κανονίζεται να μετανοεί επί τρία χρόνια».
Και πάλι:
«Ό ιερεύς που θα κοινωνήσει οποιονδήποτε άνθρωπο μικρόν ή μεγάλο, νέο ή γέροντα, χωρίς να λάβει είδηση γι’ αυτόν από τον Πνευματικό του, ότι είναι άξιος των Μυστηρίων ή όχι, αυτός ο Ιερεύς να απομακρύνεται της ιεροσύνης δηλ. να μετανοεί επί πέντε χρόνια. Ενώ, εάν κοινωνήσει κάποιον έστω μικρόν στην ηλικία που προσήλθε με ασέβεια, κανονίζεται επτά χρόνια να μετανοεί».
«Δεν επιτρέπεται να δίνη τα Ιερά Μυστήρια στο σπίτι, ιδιαίτερα στην οικογένεια, να τα παίρνει μαζί του και επί πολύ διάστημα να αμελή για την συντήρηση των, αλλά μόνο στην εκκλησία, επί της Αγίας Τραπέζης να διατηρούνται τα Άγια, ώστε και οι πιστοί, όταν περνούν από δίπλα να προσκυνούν τον Χριστό.
Σε στιγμές ανάγκης, κατατρεγμού, φωτιάς, σεισμού ή, όταν χρειάζεται να κοινωνήσει κάποιος ασθενής στο σπίτι, τότε ο Ιερεύς μπορεί να παίρνει μαζί του τα Άγια με μεγάλη ευλάβεια και τιμή, ωσάν να πηγαίνει με αυτά στην Μεγάλη Είσοδο (με το φως αναμμένο μπροστά του), χωρίς να ζητά κανένα ανθρώπινο κέρδος. (Άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης).
Δεν πρέπει να γίνεται Λειτουργία στα ιδιαίτερα σπίτια των Επισκόπων ή Ιερέων (58ος κανών Λαοδίκεια).
Η Στ’ Οικουμενική Σύνοδος καταδικάζει τους κληρικούς που ιερουργούν και βαπτίζουν στα παρεκκλήσια που ευρίσκονται στα ιδιαίτερα σπίτια των, χωρίς την άδεια του Επισκόπου και χωρίς να αποφασίζουν οι Πνευματικοί αυτό.
Διότι, όταν η Αγία Ορθόδοξος Εκκλησία διετύπωσε τον λόγο της αληθείας και φύλαξε την αλήθεια και την περί ηθικής ζωής διδασκαλία, κατόπιν είναι μισητό και ασεβές οι παρήκοοι και αναρχικοί κληρικοί, αφού εισέλθουν στα σπίτια, να τελούν εκεί τα μυστήρια, καταπατώντας έτσι την καλή τάξη και να προκαλούν πολλή ταραχή και σκάνδαλα.
Γι’ αυτό η παρούσα σύνοδος, σύμφωνα με τον 31ον κανόνα της Στ’ Οικουμ. συνόδου, θέσπισε να παραιτούνται της ιεροσύνης, όσοι λειτουργούν στα παρεκκλήσια που ευρίσκονται στα σπίτια τους, αφού τούτο αποφασίσει ο οικείος Επίσκοπος.
Ενώ, όσοι απ’ αυτούς εισχωρήσουν σε σπίτια και τολμήσουν να λειτουργήσουν χωρίς την άδεια του Επισκόπου, να καθαιρούνται και οι λαϊκοί που συμμετέχουν σ’ αυτές να αφορίζονται.
109. Λέγουν οι Άγιοι Πατέρες ότι είναι πολύ δύσκολο να σωθούν οι αρχιερείς, ιερείς και Πνευματικοί, γενικά οι κληρικοί. Τι μπορείτε να μας πείτε γι’ αυτή την γνώμη των Πατέρων;
Οι Άγιοι και Θείοι Πατέρες λέγουν πράγματι με δυσκολία θα σωθούν
οι ιερείς, Πνευματικοί και όλοι οι ποιμένες των ψυχών.
Έχοντας υπ’ όψιν ότι τα ποιμαντικά καθήκοντα είναι πολλά και βαρεία ενώπιον τους, ενώπιον των οικογενειών εκ των οποίων προέρχονται, ενώπιον των συλλειτουργών των καθώς και ενώπιον του εμπιστευμένου σ’ αυτούς πιστού λαού, που έχουν καθήκον να το οδηγήσουν στην σωτηρία.
Διότι πολλοί ποιμένες εξαπατώνται από την φιλαργυρία, η οποία είναι η ρίζα πάντων των κακών (Α’ Τιμ.6,10) από την οποία σκανδαλίζονται οι πιστοί και αδικούνται οι συνεργάτες των, ιερείς, διάκονοι, ψάλτες κ.λ.π.
Όλα τα έσοδα της εκκλησίας είναι μία ιδιοκτησία του Θεού και ο ιερεύς δεν είναι παρά ένας οικονόμος των και είναι υποχρεωμένος να τα διαμοιράζει με δικαιοσύνη στους έχοντας ανάγκη.
Όποιος αποδεικνύεται άδικος στους συνεργάτες του, τιμωρείται με αργία από τα ιερατικά του καθήκοντα και εάν δεν διορθώνεται, καθαιρείται διότι θεωρείται ότι φόνευσε τον αδελφό του (Αποστολικοί Διαταγές 49).
Τι μπορώ να ειπώ εγώ περισσότερο όσον άφορα αυτά;
Κάθε Πνευματικός ιερεύς και ποιμήν των ψυχών γνωρίζει καλλίτερα από μένα Τι έχει να πράξη.
Λοιπόν, ο Θεός να τον βοηθεί να εκπληρώνει τα καθήκοντά του ενώπιον του Χριστού, της οικογενείας του, απέναντι του εαυτού του, της κοινωνίας στην οποία ζει και ιδιαίτερα ενώπιον των εμπιστευμένων για σωτηρία ψυχών, ώστε να αποκτήσουν, όσο το δυνατόν περισσότεροι την Βασιλεία του Θεού.
110. Τι πρέπει να κάνουν οι Πνευματικοί ποιμένες για ν’ αποκτήσουν την Βασιλεία του Θεού;
Τρεις είναι οι κεφαλαιώδεις εργασίες για την σωτηρία των ψυχών μας.
Η σωστή πίστης στον Θεό,
τα καλά έργα
και η ταπείνωση.
Δηλαδή, όταν θα κάνουμε όλες τις εντολές του Θεού να λέμε στην καρδιά μας «ότι αχρείοι δούλοι εσμέν, ότι ο ωφείλομεν ποιήσαι πεποιήκαμεν» (Λουκ. 17,10).
ΤΕΤΑΡΤΗ  ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ
111. Πως πρέπει να ετοιμάζονται οι νέοι για τον γάμο;
Η καλλίτερη προετοιμασία των νέων για την ζωή και τον γάμο είναι η προσκόλληση τους στον φόβο και την προετοιμασία του Θεού, καθώς μας διδάσκει το εκλεκτό δοχείο και στόμα του Χριστού, ο Απόστολος Παύλος.
Κατ’ αρχήν να ζητούν οι νέοι να γνωρίσουν την ακριβή διδασκαλία της ορθοδόξου πίστεως. Να μάθουν απέξω το Σύμβολο της Πίστεως και άλλες αναγκαίες προσευχές. Να έχουν καλούς Πνευματικούς, να διαβάζουν την Αγία Γραφή και προπαντός την Καινή Διαθήκη, την ορθόδοξο κατήχηση και άλλα ψυχωφελή βιβλία.
Επίσης, υποχρεούνται να ζουν με παρθενία μέχρι του θρησκευτικού γάμου των και ανάλογα με τις δυνάμεις των να εκτελούν όλα τα καλά έργα, κυρίως την προσευχή, την τακτική φοίτηση στην Εκκλησία, την νηστεία, την ελεημοσύνη, την καθαρή ζωή, την υπακοή στους γονείς και την εξομολόγηση ιδιαίτερα κατά τις τέσσαρες μεγάλες νηστείες του έτους.
Ιδού πώς πρέπει να ετοιμαστεί κάθε νέος για να βάδιση σωστά στην ζωή του και στον γάμο.
Να έχουμε κατά νουν ότι ο γάμος είναι το παλαιότερο Μυστήριο της Εκκλησίας, πού θεμελιώθηκε από τον Θεό για την ζωή των πρωτοπλάστων στον παράδεισο. Αυτό είναι το θεμέλιο της οικογενείας και ολοκλήρου του κόσμου. Η δύναμη της οικογενείας εξαρτάται από την δύναμη της πίστεως και την θρησκευτική διάπλαση των νέων πού παντρεύονται.
Αυτοί πρέπει να ετοιμασθούν για την οικογενειακή ζωή από την παιδική των ακόμη ηλικία.
Ο ιερεύς, ο νονός τους και οι γονείς παίζουν στην ζωή των νέων τον μεγαλύτερο ρόλο και έχουν την μεγαλύτερη ευθύνη.