Δευτέρα 26 Νοεμβρίου 2012

Πνευματικοί διάλογοι με Ρουμάνους πατέρες

ΣΥΝΕΧΕΙΑ


200. Ποιες είναι οι πτέρυγες της ψυχής με τις οποίες μπορεί να πετάξει στην αιώνια ζωή;
Δύο είναι οι πτέρυγες της ψυχής για την σωτηρία της ο φόβος του Θεού και ο φόβος του θανάτου.
Αφού ο Θεός έπλασε τον Αδάμ και τον έβαλε στον παράδεισο, τον όπλισε με τον φόβο του θανάτου, λέγοντας του:
“Από παντός ξύλου του εν τω παράδεισο βρώση φάγει, από δε του ξύλου του γινώσκειν καλόν και πονηρόν, ου φάγεσθε απ’ αυτού ή ο αν ημέρα φάγητε απ’ αυτού, θανάτω αποθανείσθε” (Γεν.2,17).
Όταν ο διάβολος αφόπλισε τον Αδάμ από τον φόβο του θανάτου, λέγοντας του “Ου θανάτω αποθανείσθε” (3,4), τότε αμέσως τον νίκησε και τον φόνευσε.
Οπότε και εμείς, εάν θέλουμε να σωθούμε και να φθάσουμε στον Χριστό, σ’ αυτές τις δύο πτέρυγες να στηριχθούμε, με τις οποίες νικιούνται όλες οι παγίδες του διαβόλου και το ταξίδι της ζωής μας τελειώνει ειρηνικά.
201. Ποιο είναι το μεγαλύτερο δώρο πού πρέπει να προσφέρουμε στον Χριστό;
Το μεγαλύτερο δώρο πού πρέπει να δώσει ο χριστιανός στον Χριστό είναι η θυσία, δηλαδή να θυσιάσει τον εαυτό του για τον Θεό, όπως θυσιάστηκαν οι Μάρτυρες, οι Όσιοι, οι Ερημίτες και όλοι οι Δίκαιοι.
Χωρίς θυσία κανείς δεν μπορεί να σωθεί, καθώς λέγει ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός:
“ο υπομείνας εις τέλος ούτος σωθήσεται”.
202. Πως μπορούμε να φθάσουμε στην γνώση του Θεού; Ποια είναι η ανώτερη οδός για την πνευματική γνώση;
Τρεις είναι αι οδοί με τις οποίες φθάνουμε στην γνώση και μυστική ένωση με τον Θεό:
Η θεολογία,
η άσκησης και
η αγία προσευχή.
Με αυτές τις τρεις οδούς βρήκαν όλοι οι άγιοι την τελειότερη βαθμίδα της ενώσεως με τον Θεό και ειδικότερα με την έκσταση και θεωρία του Θεού, δηλαδή με την αρπαγή με το σώμα ή χωρίς το σώμα, όπως ανέβηκε και ο Απόστολος Παύλος.
Απ’ αυτές η πρώτη και πλέον εύκολη σε όλους είναι η ιερά προσευχή, όταν γίνεται με πίστη και με όλη την καρδιά. Με αυτήν ενωνόμαστε ευκολότερα με τον Θεό και χωρίς αυτή απομακρυνόμαστε πολύ από τον Θεό, όπως λέγει ένας άγιος πατήρ:
“Ο άνθρωπος τίποτε περισσότερο δεν έχει ανάγκη από τον Θεό όσο από την ιερά προσευχή”.
203. Ποια είναι η δυνατότερη προσευχή που ενώνει τον άνθρωπο με τον Θεό;
Υπάρχουν πολλά είδη προσευχής, όπως με την γλώσσα, με τον νου και με την καρδιά.
Η υψηλότερη προσευχή είναι η προσευχή της καρδίας, πού συνοδεύεται με ταπείνωση, συντριβή και δάκρυα.
Να μη αποδίδουμε περισσότερο βάρος στην προσευχή των αναγνώσεων, δηλ. στην προφορική προσευχή.
Αυτή είναι η πλέον αδύνατη προσευχή, διότι δεν ενώνει τον νου με την καρδιά. Η νοερά προσευχή είναι ανώτερη από την προφορική διότι συμμετέχει σ’ αυτή και η σκέψης, δηλ. η προσοχή του νου.
Αυτός πού προσεύχεται με την προσοχή της διανοίας του, σε όσα απαγγέλλει, αυτός προσεύχεται νοερά, αλλά αυτό δεν είναι η τελειότητα της προσευχής.
Οι Άγιοι Πατέρες λέγουν ότι η νοερά προσευχή είναι προσευχή με ένα πόδι, δηλ. μισή προσευχή, διότι παραμένει στο κεφάλι και δεν συμμετέχει σ’ αυτή και η καρδιά.
Αλλά όταν στην προσευχή ενωθεί ο προσευχής, δηλ. φθάσαμε στην υψηλότερη προσευχή, πού ονομάζεται καρδιακή προσευχή.
Τα σημεία ότι φθάσαμε σ’ αυτό το υψηλό είδος της προσευχής είναι:
Μία δυνατή θέρμη στο μέρος της καρδιάς,
ένας παντοτινός πόθος και ζήλος για τον Θεό,
μία ανέκφραστη αγάπη για τους ανθρώπους και για όλη την κτίση,
μία απερίγραπτη πνευματική χαρά,
μία πραότης,
μία πηγή δακρύων πού προκαλούν ταπείνωση και φέρνουν την αφοβία του θανάτου.
204. Ποιος είναι ο καλλίτερος διδάσκαλος της προσευχής;
Είναι αυτή η ίδια η προσευχή, όπως λέγει ο άγιος Μακάριος ο Μέγας:
“Εγώ ξέρω ότι δεν γνωρίζεις να προσεύχεσαι, αλλά προσευχήσου όπως μπορείς και συχνότερα και μόνη της η προσευχή θα σε διδάξει να προσεύχεσαι”.
Συνεπώς λοιπόν, να προσευχώμεθα όπως μπορούμε και όσο συχνότερα είναι δυνατόν και βλέποντας ο Θεός τον ζήλο μας θα μας βοηθήσει να αποκτήσουμε την αληθινή της καρδίας προσευχή και το δώρο των δακρύων.
205. Για ποια αιτία εμείς σήμερα δεν μπορούμε να προσευχώμεθα, όπως οι παλαιοί Άγιοι Πατέρες μας και δεν έχουμε υπομονή στην Ιερά προσευχή;
Λέγει ένας άγιος πατήρ ότι “καθώς το νερό σβήνει την φωτιά, έτσι και η λησμονιά σβήνει τη προσευχή”.
Δεν μπορούμε πλέον να προσευχώμεθα σήμερα διότι ξεχάσαμε και ξεχνάμε το Θεό.
Η λησμονιά είναι πρόδρομος της απομακρύνσεως από τον Θεό. Κατόπιν, δεν προσευχώμεθα σήμερα με την ίδια ευλάβεια, όπως οι παλαιοί, διότι λιγόστεψε σ’ όλους μας η πίστης.
Όποιος πιστεύει ακράδαντα στον Θεό, φοβάται τον Θεό, Τον αγαπά και προσεύχεται ακατάπαυστα, διότι δεν μπορεί να ζήση χωρίς τον Θεό, μακριά από τον Επουράνιο Πατέρα.
Πιστεύω ότι η ολιγοπιστία μας στον Θεό είναι η μεγαλύτερη αιτία της αδυναμίας στην προσευχή μας σ’ όλες τις τάξεις των πιστών. Γι’ αυτό ακριβώς οι αιρετικοί εξαπατούν πολλούς από τους ορθοδόξους, διότι αντί των πολύωρων προσευχών αυτοί έρχονται με ψαλμωδίες και κηρύγματα ελκυστικά και ευφραίνουν τους χλιαρούς στην πίστη.
ΟΙ πιστοί μας δεν προσεύχονται πολύ σήμερα και δεν έχουν υπομονή στην προσευχή, διότι απορροφώνται μερικές φορές ολοκληρωτικά από τις φροντίδες αυτής της ζωής, από τις απολαύσεις, από την μέθη, από την μανία για την απόκτηση χρημάτων, από την υπερηφάνεια αυτού του αιώνος, του απατεώνα.
Εάν όμως θέλουμε να μας ελεήσει ο Θεός, να συγχωρήσει τις αμαρτίες μας, να μας προστατεύσει από κάθε πειρασμό και κίνδυνο, πρέπει να πιέζουμε τον εαυτό μας στην ιερά προσευχή ημέρα και νύκτα, να διαβάζουμε προπαντός το ψαλτήρι, το οποίο έχει μεγάλη πνευματική δύναμη, να διαβάζουμε τις ακολουθίες της ημέρας από το Ωρολόγιο, τους Χαιρετισμούς της Θεοτόκου, την Παράκληση, ενώ στις εορτές να τρέχουμε, όπως το ελάφι στην πηγή, στην εκκλησία, για να ακούσομε την Θεία Λειτουργία.
Και, εάν μας πολεμά ο διάβολος με την λησμονιά, την απιστία, την οκνηρία, τον ύπνο ή τις βιοτικές φροντίδες, εμείς να προσευχώμεθα με το στόμα, κάνοντας τον διορισμένο από τον Πνευματικό μας κανόνα, όσο μπορούμε περισσότερο.
Με τον καιρό θα βοηθήσει ο Κύριος να περάσουμε από την ποσότητα στην ποιότητα, από την προφορική προσευχή, πού εύκολα διασκορπίζεται, στην νοερά και καρδιακή και τότε, αφού γευθούμε τη χαρά του Αγίου Πνεύματος, τότε θα νοιώσουμε τι μέγα αγαθό είναι ο Κύριος.
206. Πείτε μου κάτι για την πραότητα και την ταπείνωση τον Κυρίου;
Γι’ αυτές τις δύο μεγάλες αρετές μας μιλάει ο ίδιος ο Χριστός λέγοντας:
“Μάθετε απ’ εμού ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαις υμών” (Ματθ. 11,29).
Ενώ στους μακαρισμούς λέγει:
“Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, ότι αυτών εστί η βασιλεία των ουρανών”, και παρακάτω λέγει: “Μακάριοι οι πραείς ότι αυτοί κληρονομήσουσι την γην” (Ματθ.5,5).
Με αυτούς τους δύο μακαρισμούς, ο Σωτήρ μας λέγει ότι οι πράοι και ταπεινοί στην καρδιά κληρονομούν τόσο την γη όσο και την Βασιλεία των Ουρανών.
Με άλλα λόγια κληρονομούν την ευφροσύνη και ευτυχία της παρούσης ζωής και την μακαριότητα της αιωνίου ζωής, διότι τους πράους και ταπεινούς όλος ο κόσμος τους αγαπά, τους σέβεται, τους υπακούει και ωφελείται απ` αυτούς. Η ευκολότεροι οδός για την σωτηρία είναι των πραέων και ταπεινών τη καρδία.
Με την πραότητα κερδίζουμε τους ανθρώπους, ενώ με την ταπείνωση διώχνουμε τον διάβολο και καλούμε σε βοήθεια τους αγγέλους. Οι πράοι και ταπεινοί έχουν τους λιγότερους πειρασμούς σ’ αυτή την ζωή, δηλ. βρήκαν ανάπαυση στις ψυχές των, διότι με την πραότητα γλυκαίνουν και κερδίζουν την αγάπη όλων των ανθρώπων και νικούν εύκολα τους πειρασμούς.
Λέγουν οι Άγιοι Πατέρες ότι η πραότης είναι ανάμεσα της οργής και της αγάπης. Κατόπιν προσθέτουν ότι η πραότης να μη φθάνει μέχρι δειλίας, ούτε η αγάπη μέχρι αδιαφορίας.
Έτσι λοιπόν, πρέπει να ζούμε ούτε πολύ πράοι για να μη βλασφημείται το Ευαγγέλιο και το Όνομα του Θεού, ούτε πάλι αδιάφοροι και σκληροτράχηλοι, ώστε να προκαλούμε σε οργή και εκδίκηση τον πλησίον μας.
Ενώ για την ταπείνωση λέγουν οι Άγιοι Πατέρες ότι είναι το ένδυμα του Χριστού, διότι με αυτήν επήρε ανθρώπινο σώμα για την ιδική μας σωτηρία και ήλθε στην γη.
Ο Χριστός έλαβε στο σώμα Του τα αδιάβλητα πάθη της φύσεως, όπως: Την πείνα, την δίψα, τον πόνο, την κόπωση.
Ενώ τα εκ της φύσεως προερχόμενα αμαρτωλά πάθη δεν τα έλαβε.
207. Πείτε μας κάτι για την συνείδηση;
Ο Μέγας Βασίλειος, “ο κανών, η στάθμη και ο βλαστός της Εκκλησίας”, όπως μερικοί τον ονομάζουν, λέγει για την συνείδηση ότι δεν είναι απαύγασμα της ύλης αλλά η φωνή του Θεού στον άνθρωπο.
Και ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος λέγει: “Αυτός πού κατόρθωσε να συμφιλιωθεί με τον εαυτό του, δηλαδή με την συνείδηση του, συμφιλίωσε μαζί με τον εαυτό του τον ουρανό και την γη.
Το ίδιο πράγμα λέγει και ο Σωτήρ: “Φιλιώθητι τω αντιδικώ σου έως ει εν τη οδώ…”, δηλαδή να ειρηνεύουμε με την συνείδηση μας ενόσω είμεθα στην οδό αυτής της ζωής, διότι μετά θάνατον δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε.
Η ταραχή, ο έλεγχος της συνειδήσεως του αμαρτωλού ανθρώπου, είναι μία απόδειξης το ελέους του Θεού, για να συμφιλιωθεί με αυτόν, όσο ευρίσκεται σ’ αυτή την πρόσκαιρη ζωή.
Πρώτα πρέπει να πιστέψει ότι υπάρχει Θεός, ο οποίος έπλασε τον κόσμο και τα πάντα κυβερνά και κατόπιν να αγωνιστή, κατά τις δυνάμεις του, να κάνη το θέλημα Του.
Τρίτον, εάν θέλουμε να σωθούμε πρέπει να ειρηνεύσουμε με την συνείδηση μας, λέγε καλλίτερα με τον Θεό, ο οποίος μας έπλασε και θα μας κρίνει κατά τα έργα μας.
Και ακόμη για την συνείδηση πρέπει να γνωρίζουμε ότι είναι μία από τις άκτιστες ενέργειες του Θεού, όπως είναι και η ζωή μας.
208. Πως μπορούμε να αποκτήσουμε την ειρήνη της καρδιάς και της συνειδήσεώς μας;
Τέσσαρες είναι οι προϋποθέσεις με τις οποίες μπορούμε να κερδίσουμε την ειρήνη της καρδιάς και της συνειδήσεως:
α) Να ζητάμε πάντοτε τα ταπεινά
β) Να ευχαριστούμε για όλα, ακόμη και γι’ αυτά πού είναι ελάχιστα αναγκαία στην ζωή μας
γ) Να προσευχόμαστε πάντοτε για να γίνει μόνο το θέλημα του Θεού στην ζωή μας και
δ) να αφήνουμε όλα στο θέλημα του Θεού.
209. Ποια είναι η ανώτερη θεολογία των χριστιανών;
Η ανώτερη θεολογία δεν είναι να μιλάς για τον Θεό, ούτε να θαυμάζεις την δημιουργία Του.
Η γνώσης του Θεού από δημιουργήματα, από τον θαυμασμό της ωραιότητας του σύμπαντος (μακρόκοσμος) και του ανθρώπου (μικρόκοσμος) ονομάζεται από τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή “φυσική θεωρία εν πνεύματι” και είναι μόνο για τους αρχαρίους.
Η υψηλότερη χριστιανική θεολογία είναι η ένωσης με τον Θεό δια των βιωμάτων, δηλαδή με την βοήθεια της πίστεως, των στοχασμών και της εκτελέσεως των αγαθών έργων.
210. Πείτε μας κάτι για την φιλαυτία;
Να τι θα ειπώ. Κατά το μέτρο πού ο άνθρωπος αρνείται την αγάπη του εαυτού του, κατά το ίδιο μέτρο προοδεύει στα έργα της αρετής, αγιάζεται και ενώνεται με τον Θεό.
Συνήθως, όταν κάποιος εγκωμιάζεται, τραγουδάει π.χ. με δυνατή φωνή, για να φανεί η ανωτερότητα του, κρίνει τους άλλους αυστηρότερα, διαλέγει πάντα το καλλίτερο, το μεγαλύτερο και το ωραιότερο* κλαίει περισσότερο για τον εαυτό του παρά για τους άλλους και χαίρεται μόνο για τον εαυτό του και σχεδόν ποτέ για τον πλησίον του.
Αυτός είναι ο φίλαυτος.
Ο Χριστός όμως σταύρωσε στον σταυρό την φιλαυτία, προσφέροντας την ζωή Του για την δική μας την ζωή.
Μεταξύ των ανθρώπων λίγοι είναι εκείνοι πού σταυρώνουν το πάθος της φιλαυτίας, όπως έκανε για εμάς ο Χριστός.
Πολλοί είναι εκείνοι πού προτίθενται να ζήσουν μία πνευματική ζωή, αλλά δεν φθάνουν μέχρι την σταύρωση, διότι δεν παραιτούνται εξ ολοκλήρου από την φιλαυτία των, δηλ. τον εγωισμό των.
Αλλά χωρίς θυσία, χωρίς την σταύρωση των παθών μας, χωρίς την εγκαταλείψει της αμαρτίας, δεν μπορούμε να ιδούμε τον Χριστό, δεν μπορούμε να σωθούμε.
211. Τι συμβουλή δίνετε στους πιστούς και μοναχούς για την κρεατοφαγία;
Δύο μεγάλες αρετές ήταν στον παράδεισο στους πρωτοπλάστους,
η παρθενία και
η αποχή κρέατος.
Μετά την πτώση του Αδάμ, δηλαδή αφού εισήλθε ο θάνατος στον κόσμο δια της αμαρτίας, θέσπισε ο Θεός τον γάμο, ενώ την κρεατοφαγία επέτρεψε αμέσως μετά τον κατακλυσμό.
“Ιδού δέδωκα υμίν πάντα χόρτον σπόριμον.,. υμίν έσται εις βρώσιν” (Γεν. 1,29), λέγει ο Θεός, διότι, όταν χυθεί το αίμα των θυσιαζομένων ζώων, το κρέας είναι πλέον σαν το χορτάρι.
Οι λαϊκοί επιτρέπεται να τρώγουν κρέας όλες τις ημέρες, εκτός από τις τέσσερες μεγάλες νηστείες, Τετάρτη και Παρασκευή και στις άλλες νηστίσιμες ημέρες της Εκκλησίας μας.
Οι μοναχοί όμως, κατά την τάξη της μοναχικής ζωής και κατά τους Ιερούς Κανόνας, δεν επιτρέπεται να τρώγουν κρέας, εκτός μόνο εάν φιλοξενούνται σε λαϊκούς που αγνοούν ότι δεν τρώγουν (οι μοναχοί) κρέας ή δεν έχουν άλλο φαγητό να τους δώσουν να φάγουν.
212. Πως γίνεται η κάθαρση της καρδιάς από τα πάθη;
Λέγουν μερικοί Άγιοι Πατέρες, ότι ο νους εύκολα φωτίζεται και σκοτίζεται.
Και η καρδιά πολύ δύσκολα σκοτίζεται από τα πάθη και πάλι πολύ δύσκολα φωτίζεται και καθαρίζεται.
Η καθαρότητα της καρδιάς, δηλαδή η αποβολή των παθών, επιτυγχάνεται σε μακροχρόνιο διάστημα, καλλίτερα να ειπώ σ’ όλη μας την ζωή με την άσκηση, την μετάνοια και τα δάκρυα.
Πιο γρήγορα όμως καθαρίζεται η καρδιά με την προσευχή, διότι η προσευχή κάνει τον άνθρωπο υιό του Θεού κατά χάριν.
Όποιος έφθασε στην καθαρότητα της καρδιάς έγινε θεόπτης (είδε τον Θεό) με τα μάτια της ψυχής του.
213. Τι είναι το πένθος και ποια είναι τα είδη του;
Λέγει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος ότι “το κατά Θεόν πένθος είναι μία λύπη της ψυχής (για τις αμαρτίες της), μία πικρά αίσθηση της ψυχής, η οποία ζητά πάντοτε και αδιάκοπα αυτόν τον οποίον δίψασε.
Το πένθος ή ο πόνος, το τσίμπημα της καρδιάς είναι μία διαμαρτυρία λόγω των αμαρτιών, πού γίνεται στον νου από τον Θεό, ένας αόρατος, ακατάπαυστος και ελεγκτικός διάλογος, κατά το οποίον η ψυχή αναγνωρίζει και ομολογεί τις αμαρτίες της ενώπιον του Θεού…”.
Επίσης ο ίδιος Άγιος λέγει ότι το πένθος είναι δεύτερο βάπτισμα και μάλιστα ανώτερο από το πρώτο, διότι αυτό μας καθαρίζει από τις προηγούμενες αμαρτίες μας, ενώ το βάπτισμα των δακρύων μας καθαρίζει από τις αμαρτίες πού κάναμε και μετά το βάπτισμα.
Το πένθος γεννάται με την συντριβή της καρδιάς για τις αμαρτίες πού πράξαμε, με τους ταπεινούς στοχασμούς, με την μνήμη του θανάτου, της Κρίσεως και των βασάνων της κολάσεως στα οποία βασανίζονται οι αμετανόητοι αμαρτωλοί.
Τα ίδια λέγει και ο όσιος Ποιμήν: “Από τίποτε δεν έχουμε περισσότερη ανάγκη παρά από συντετριμμένο νου, διότι από αυτό και μόνο γεννιούνται τα δάκρυα και το σωτήριο πένθος”.
Ενώ οι άγιοι Αρσένιος ο Μέγας, ο Εφραίμ ο Σύρος, Ισαάκ ο Σύρος και άλλοι, λέγουν ότι τα δάκρυα στην προσευχή φανερώνουν το έλεος του Θεού, διότι με αυτά ειρηνεύει η καρδιά. Και πάλι “η ψυχή πού συναισθάνθηκε τις αμαρτίες της αρχίζει να κλαίει διότι τα βλέπει όλα υπό το θειο φως”.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς λέγει ότι το πένθος είναι δύο ειδών:
Το πένθος του νου, δηλαδή η εγκάρδια για τις αμαρτίες μας λύπη, χωρίς δάκρυα στα μάτια, όπως είχε ο άσωτος υιός, ο οποίος έλεγε: Πόσοι μίσθιοι του πατρός μου περισσεύουσιν άρτων, εγώ δε λιμώ απόλλυμαι! (Λουκ. 15,17).
Το δεύτερο και ανώτερο είδος πένθους είναι το συνοδευόμενο με δάκρυα, το οποίο πηγάζει από την λύπη του νου και της καρδίας για τις αμαρτίες μας.
Όλοι οι Ιεροί Πατέρες λέγουν το ίδιο ότι τα δάκρυα στην προσευχή είναι ένα δώρο του Αγίου Πνεύματος, το οποίο πολύ δύσκολα αποκτάται και πολύ εύκολα χάνεται.
Οι μεγαλύτεροι εχθροί του πένθους και των δακρύων είναι:
Η ολιγοπιστία,
η οκνηρία στην προσευχή,
η πολυφαγία,
η μέθη,
το γέλιο,
η ακηδία,
η πολυλογία και προπαντός
η κενοδοξία.
Όταν ο άσωτος υιός σκεπτόταν με καρδιακό πόνο το σπίτι του πατρός του, είχε το πρώτο είδος του πένθους, το νοερό, ενώ, όταν επέστρεψε στον πατέρα του, του είπε: “Πάτερ, ήμαρτον εις τον ούρανόν και ενώπιον σου και ουκέτι ειμί άξιος κληθήναι υιός σου…” (Λουκ.15,18-19), τότε ο χαμένος υιός απόκτησε το δεύτερο είδος του πένθους, το καρδιακό δάκρυο.
214. Πόσα είναι τα είδη των δακρύων και ποια απ’ αυτά είναι σωτήρια;
Το πένθος και τα δάκρυα προέρχονται από επτά αιτίες;
α) Από την αγάπη του Θεού, όταν ο άνθρωπος στοχάζεται την ωραιότητα της θείας δημιουργίας. Αυτό είναι το ανώτερο δάκρυο, διότι είναι γεμάτο από χαρά και θείον ερωτά. Τα δάκρυα της θείας αγάπης πλουτίζουν πνευματικά τον άνθρωπο.
β) Δάκρυα από τον φόβο του Θεού. Αυτά έχουν μικρότερη δύναμη από τα πρώτα, διότι τα δάκρυα της αγάπης του Θεού είναι δάκρυα υιού προς τον Πατέρα, ενώ τα δάκρυα του φόβου είναι του υπηρέτη, του δούλου, ο οποίος πάντοτε φοβάται να μη λύπηση τον Δεσπότη του. Το πένθος ή δάκρυο του θείου φόβου μεσολαβεί στον Θεό για την συγχώρηση των αμαρτιών και πάντοτε προηγείται των πρώτων των εξ αγάπης δακρύων. Το πένθος εκ του θείου φόβου, προκαλεί ψυχικό πόνο στον άνθρωπο, όπως η πυρωμένη λαβίδα, η οποία, όταν την αγγίξει σε πληγώνει.
γ) Δάκρυα από φόβο του θανάτου και των βασάνων της κολάσεως. Αυτά είναι καλά και σωτήρια δάκρυα, διότι, όπως και τα προηγούμενα φέρνουν τον καρπό της μετανοίας.
δ) Φυσικά δάκρυα, δηλαδή των γονέων προς τα παιδιά και των παιδιών προς τους γονείς
Αυτά δεν είναι ούτε καλά ούτε κακά. Μάλιστα πολλές φορές υπάρχουν και στα ζώα.
ε) Δάκρυα της κενοδοξίας. Αυτά είναι πολύ επικίνδυνα, διότι κοντά στα σωτήρια και ταπεινά δάκρυα, ο διάβολος βάζει και τα δάκρυα της κενοδοξίας, για να φαίνονται οι άνθρωποι και να επαινούνται από τους ανθρώπους. Άλλα το πνευματικό δάκρυο πρέπει να είναι πάντοτε κρυφό και άγνωστο σε όλους, εκτός βέβαια από τον Θεό και τον Πνευματικό μας.
στ) Τα δάκρυα της σωματικής ευφροσύνης, τα οποία πηγάζουν από την κακή επιθυμία, από την μέθη, από την ανάμνηση πονηρών γεγονότων κλπ.
ζ) Το έβδομο είδος δακρύων, είναι το προερχόμενο από τις διάφορες ανάγκες και δυσκολίες της ζωής, όπως από την πτώχεια, από σωματικές πληγές και πόνους και γενικά από κάθε είδος ασθενείας.
Τα τρία πρώτα είδη δακρύων είναι σωτήρια, το τέταρτο είναι της ανθρωπινής φύσεως μας, ούτε καλό ούτε κακό, ενώ τα υπόλοιπα είδη είναι ανώφελα και πρόξενα πόνων και τιμωριών.
Συνεπώς λοιπόν, το πνευματικό πένθος είναι διπλό: Το πρώτο δηλ. είναι μία παντοτινή λύπη, νοερή και καρδιακή, για τις αμαρτίες μας, μία εσωτερική κατάσταση ταπεινώσεως και μία συναίσθηση ότι δεν μπορούμε να κάνουμε το καλό, όσο πρέπει.
Αυτό το πένθος εξυψώνει τον άνθρωπο εκεί όπου δεν κατόρθωσαν να τον ανεβάσουν τα έργα της αρετής, επειδή δεν μπόρεσε να τα επιτυχή.
Η καρδιακή για τις αμαρτίες μας λύπη αξίζει, όσο αξίζουν, όλα τα έργα της αρετής μαζί και ανεβάζει τον άνθρωπο στο δεύτερο και υψηλότερο είδος των δακρύων της αγάπης και του φόβου του Θεού.
Λέγει ένας όσιος πατήρ ότι αυτός πού αηδιάζει τις αμαρτίες του ομοιάζει με τον συννεφιασμένο ουρανό, ο οποίος αμέσως ρίχνει την βροχή δηλ. τα δάκρυα.
Τα δάκρυα χαρίζουν σ’ όλους μας την ελπίδα της σωτηρίας, μας ξεπλένουν τις αμαρτίες μας και φέρνουν την ειρήνη της συνειδήσεως μας, όπως λέγει ο όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, στο βιβλίο του (Αόρατος Πόλεμος): “Ο έλεγχος της συνειδήσεως είναι το βάσανο των βασάνων, ενώ η ειρήνη της συνειδήσεως είναι η χαρά κάθε χαράς”.