Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2012

Ερμηνεία εις την Αποκάλυψη (B)

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΝ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ (ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ ΑΘΑΝ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ) Η Α π ο κ ά λ υ ψ ι ς Του Αποστόλου και Ευαγγελιστού Ιωάννου του Θεολόγου Ομιλία 2α (Αποκ. 1, 1) (Ανάλυσις των : «Αποκάλυψις», «δει», «εν τάχει». -Προοίμιον) «Αποκάλυψις Ιησού Χριστού, ην έδωκεν αυτώ ο Θεός, δείξαι τοις δούλοις αυτού α δει γενέσθαι εν τάχει, και εσήμανεν αποστείλας δια του αγγέλου αυτού τω δούλω αυτού Ιωάννη, »ος εμαρτύρησε τον λόγον του Θεού και την μαρτυρίαν Ιησού Χριστού, όσα είδε. »Μακάριος ο αναγινώσκων και οι ακούοντες τους λόγους της προφητείας και τηρούντες τα εν αυτή γεγραμμένα. ο γαρ καιρός εγγύς» 1. Θαυμασία, αγαπητοί μου εισαγωγική επιγραφή του όλου αυτού βιβλίου, ως συμπύκνωσις πολλών απαραιτήτων στοιχείων. Και πρώτα-πρώτα: Η εισαγωγική αυτή επιγραφή του βιβλίου της Αποκαλύψεως διακρίνεται δια τον επίσημον τόνο της, τον επίσημο χαρακτήρα της, και υπενθυμίζει την επιγραφή προφητικών βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης. έχει μια μεγαλοπρέπεια. Παραβάλατε την επιγραφικήν εισαγωγήν του βιβλίου του Ησαΐου, που λέγει: «Όρασις, ην είδε Ησαΐας υιός Αμώς, ην είδε κατά της Ιουδαίας και κατά Ιερουσαλήμ εν βασιλεία Οζίου και Ιωάθαμ και Άχαζ και Εζεκίου, οι εβασίλευσαν της Ιουδαίας» 2. Δεύτερον: Γίνεται γνωστός ο χαρακτήρ του βιβλίου, με τον χαρακτηρισμόν «Αποκάλυψις». Δηλαδή πρόκειται -μας το ειδοποιεί ο ιερός συγγραφεύς- περί προφητικού βιβλίου. Τρίτον: Δηλούται το κύρος και η αυθεντία του βιβλίου, διότι πηγή της Αποκαλύψεως είναι αυτός ο Θεός και ο Ιησούς Χριστός, είτε προσωπικώς ομιλεί είτε δι΄ Αγγέλου. Τέταρτον: Σημειούται ο σκοπός της καταγραφής της Αποκαλύψεως, όταν λέγη «δείξαι τοις δούλοις αυτού α δει γενέσθαι εν τάχει». Ώστε λοιπόν να που διαγράφεται και ο σκοπός του βιβλίου. Ποιος ο σκοπός που εγράφη το βιβλίον της Αποκαλύψεως; Για να δειχθούν εις τους δούλους του Θεού εκείνα τα οποία πρόκειται να γίνουν γρήγορα. Πέμπτον: Γνωστοποιείται ο συγγραφεύς. Ποιος είναι; «Τω δούλω αυτού Ιωάννη». Είναι ο Ιωάννης, ο Ευαγγελιστής. ο επιστήθιος Μαθητής του Χριστού. ο συγγραφεύς του ομωνύμου ευαγγελίου και των τριών καθολικών επιστολών. Έκτον: Εκτίθεται το περιεχόμενον του βιβλίου: «τον λόγον του Θεού και την μαρτυρίαν Ιησού Χριστού, όσα είδε». Ώστε αυτά μας καταγράφει ο ευαγγελιστής Ιωάννης: «τον λόγον του Θεού». Ώστε λοιπόν το βιβλίον της Αποκαλύψεως έχει «τον λόγον του Θεού», έχει «την μαρτυρίαν του Ιησού Χριστού, όσα είδε» . ο ιερός συγγραφεύς δεν θα προσθέση, δεν θα αφαιρέση. Τελειώνοντας το βιβλίο θα σημειώση ο ευαγγελιστής Ιωάννης: «Όποιος προσθέση ή αφαιρέση κάτι από το βιβλίον αυτό, να του αφαιρεθή η μερίδα του από το δένδρον της ζωής»3. Δηλαδή να μη μπη στη Βασιλεία του Θεού όποιος παραποιήση, αφαιρέση, προσθέση και κακοποιήση το βιβλίο. Συνεπώς θα είχε πρώτην εφαρμογή στο πρόσωπο του Ιωάννου, εάν το έκανε ο ίδιος. Αλλά τι γράφει; «Όσα είδε», όσα άκουσε. τίποτα παραπάνω, τίποτα παρακάτω. Κεντρική ιδέα δε του βιβλίου είναι: η δευτέρα του Χριστού Παρουσία. Κεντρική ιδέα. Ο πόλεμος, όπως σας έλεγα την περασμένη φορά στην εισαγωγή, ο πόλεμος των αντιθέων δυνάμεων κατά της Εκκλησίας, η κατανίκησις αυτών υπό του Ιησού Χριστού και η ένδοξος Βασιλεία Αυτού εις τους αιώνας των αιώνων. Έβδομον: Αναδεικνύεται ο προορισμός του βιβλίου, με τον μακαρισμόν εκείνων που αναγινώσκουν, εκείνων που ακροώνται και εκείνων που τηρούν τον λόγον του Θεού. «Μακάριος, λέγει εις αυτήν την εισαγωγικήν επιγραφήν, Μακάριος ο αναγινώσκων και οι ακούοντες τους λόγους της προφητείας και τηρούντες τα εν αυτή γεγραμμένα». Και, τέλος, όγδοον: Καθορίζεται ότι ο χρόνος πληρώσεως του περιεχομένου του βιβλίου είναι βραχύς. «ο γαρ καιρός εγγύς». γιατί, λέγει, ο καιρός είναι κοντά. Αυτά βλέπομε, αγαπητοί μου, στη εισαγωγική αυτή επιγραφή του βιβλίου. Παίρνομε δηλαδή όλες αυτές τις πληροφορίες για το βιβλίον της Αποκαλύψεως. * * * Και τώρα, συν Θεώ Αγίω, εισερχόμεθα εις την ανάλυσι, λέξι-λέξι, φράσι-φράσι, του ιερού κειμένου. Έχει τόση ομορφιά το ιερό κείμενο... Κι αν ακόμη μας έλεγαν ότι πρέπει να τρέξουμε,... πώς να τρέξης, όταν το ίδιο το κείμενο σε καθηλώνη να το προσέξης;... «Αποκάλυψις Ιησού Χριστού» 4. «Αποκάλυψις»! Ας μείνωμε εις την λέξιν αυτή. Με τον όρον αυτόν αρχίζει αυτό το θαυμάσιον βιβλίον της Καινής Διαθήκης. Αλλά τί σημαίνει «Αποκάλυψις»; Κατ' αρχάς σημαίνει ότι το προκείμενον βιβλίον είναι προφητικόν. και μάλιστα είναι το μoναδικόν προφητικόν βιβλίον της Καινής Διαθήκης, χωρίς αυτό να σημαίνη ότι και τα λοιπά βιβλία της δεν έχουν προφητικά στοιχεία. Βεβαίως τα βιβλία αυτά, είτε έχουν ιστορικόν χαρακτήρα -όπως είναι τα ευαγγέλια και οι Πράξεις- είτε έχουν επιστολιμαίον χαρακτήρα -όπως είναι οι επιστολές Παύλου, Πέτρου, Ιωάννου, Ιακώβου και λοιπά-, είναι γεμάτα από στοιχεία προφητικά. Όμως αυτά δεν είναι κατ' εξοχήν προφητικά βιβλία. είναι απλώς ιστορικά, είναι νουθετικά και λοιπά. Το βιβλίον της Αποκαλύψεως είναι κατ' εξοχήν προφητικόν, το και μοναδικόν της Καινής Διαθήκης. άλλο τώρα ότι περιέχει και νουθετικά στοιχεία κατά πλησμονήν. Ακόμη ο άγιος Ανδρέας Καισαρείας -όπως σας είπα, θα χρησιμοποιούμε τους Ανδρέαν και Αρέθαν Καισαρείας όλως ιδιαιτέρως. θα είναι οι οδηγοί μας- μας σημειώνει τα εξής: «Αποκάλυψίς εστιν η των κρυπτών μυστηρίων δήλωσις, καταυγαζομένου του ηγεμονικού είτε δια θείων ονειράτων είτε καθ' ύπαρ, εκ θείας ελλάμψεως»5. Τί λέγει ότι είναι «αποκάλυψις»; Αποκάλυψις είναι η φανέρωσις, η δήλωσις κρυπτών μυστηρίων, η οποία γίνεται με τον φωτισμόν του ηγεμονικού, του νου δηλαδή, είτε με θεία όνειρα είτε με οράματα, σε κατάστασιν εγρηγόρσεως. Σ' αυτήν την κατάστασιν ευρίσκετο και ο ευαγγελιστής Ιωάννης, ο οποίος ήταν εν εγρηγόρσει, εν αισθήσει. δεν κοιμόταν. Δεν είδε στον ύπνον του αυτά, όπως επί παραδείγματι ο προφήτης Δανιήλ, που έβλεπε στον ύπνο του ό,τι έβλεπε, εκείνες τις θαυμάσιες εικόνες. Ο Δανιήλ έχει οράματα καθ' ύπνον. ενώ εδώ ο Ιωάννης είναι εν εγρηγόρσει, ξυπνητός. Λέει: «Εν ημέρα Κυριακή -θα μας το πη λίγο πιο κάτω- εγενόμην εις την Πάτμον». Μέσα σ' ένα σπήλαιον είναι, κι εκεί δέχεται την Αποκάλυψι. «Άκουσα μια φωνή. γύρισα να ιδώ και είδα... -ω τι είδα...!- είδα κάποιον, όμοιον...», όπου παρουσιάζεται με μια φοβερή περιγραφή ο δεδοξασμένος Ιησούς. «Και μου λέγει: Εγώ είμαι ο περιπατών μεταξύ των λυχνιών, των επτά Εκκλησιών. Γράψε αυτά που θα σου πω»6 . Είναι λοιπόν εν αισθήσει. «καθ' ύπαρ», όπως λέγει εδώ ο άγιος Ανδρέας Καισαρείας. Ύπαρ -γενική: ύπαρος- είναι η αισθητή εμφάνισις, που αντιλαμβάνεται κανείς εν εγρηγόρσει ό,τι αντιλαμβάνεται. Εν τούτοις, αγαπητοί μου, ο όρος αποκάλυψις έχει μίαν βαθυτέραν σημασίαν. Πολλές φορές χρησιμοποιούμε αυτόν τον όρον χωρίς να μπορούμε να εμβαθύνωμε εις αυτόν. Αποκάλυψις γενικά σημαίνει ότι ο Θεός αποκαλύπτει τον εαυτόν Του εις τους ανθρώπους. Και η αποκάλυψις αυτή του Θεού εις τους ανθρλωπους είναι είτε άμεσος είτε έμμεσος, με σκοπόν πάντοτε την γνώσι του Θεού εκ μέρους των ανθρώπων. Ο Θεός δεν είναι ο Άγνωστος. είναι εν ταυτώ ο Γνωστός και Άγνωστος. Είναι ο Γνωστός, γιατί θέλει να έχη κοινωνία με τα δημιουργήματά Του. εν ταυτώ ο Άγνωστος, γιατί είναι ο Αναφής, ο Αψηλάφητος, ο Αΐδιος, ο Αχρονος, ο Υπέρ την κτίσιν την ορατήν και αισθητήν. διότι η ουσία του Θεού δεν είναι δυνατόν ποτέ να γνωσθή. γι' αυτό είναι ο Γνωστός - Άγνωστος. Έχομε αυτές τις οξύμωρες εκ πρώτης όψεως εκφράσεις, ή αν θέλετε αυτές τις αποφατικές εκφράσεις. Έτσι λέγονται στη Θεολογία αυτές οι εκφράσεις, αποφατικές. δηλαδή μ' εκείνο που λέω δηλώνω ότι δεν ξέρω τι είναι ο Θεός. Όσο πιο πολύ Τον γνωρίζω, τόσο λέγω ότι δεν γνωρίζω τον Θεό. Αυτό ακριβώς είναι μία αποφατική θέσις έναντι της γνώσεως του Θεού. Όμως ο Θεός αγαπά να αποκαλύπτεται. δεν μένει ποτέ εις τον εαυτόν Του. και αποκαλύπτεται είτε άμεσα, όπως σας είπα, είτε έμμεσα. Ακόμα η αποκάλυψις του Θεού διακρίνεται εις την φυσικήν θείαν αποκάλυψιν και εις την υπερφυσικήν θείαν αποκάλυψιν. Η φυσική θεία αποκάλυψις έχει τρεις σφαίρες, μέσα στις οποίες ο Θεός αποκαλύπτεται στην δημιουργία Του: πρώτα-πρώτα είναι αυτή αύτη η δημιουργία, δεύτερον είναι αυτός ούτος ο άνθρωπος, και τρίτον είναι η Ιστορία, η ανθρώπινη. Ακόμη είναι και η ιστορία της κτίσεως, δηλαδή η ιστορία αυτής ταύτης της κτίσεως. αλλά, όταν λέμε Ιστορία, εννοούμε κυρίως τα ανθρώπινα γεγονότα. Δια της δημιουργίας ο Θεός φανερώνει τον εαυτόν Του, κατά τον λόγον του αποστόλου Παύλου -Προς Ρωμαίους, 1, 20: «Τα γαρ αόρατα αυτού από κτίσεως κόσμου τοις ποιήμασι νοούμενα καθοράται, η τε αΐδιος αυτού δύναμις και θειότης». Ότι δηλαδή μέσα στη δημιουργία γνωρίζομε τις ιδιότητες του Θεού κατά καταφατικόν τρόπον. Όχι κατά αποφατικόν τρόπον, που σας είπα προηγουμένως, αλλά κατά καταφατικόν. μέσα από τα ίδια τα δημιουργήματα. Όταν έχωμε ένα αχανές σύμπαν, που όχι μόνο με το τηλεσκόπιό μας δεν έχουμε φθάσει στις εσχατιές του, αλλ' ούτε καν με την φαντασία μας -και δεν μπορούμε να φαντασθούμε ένα σύμπαν με εσχατιές. δεν μπορούμε να το συλλάβωμε αυτό το πράγμα. αλλά εξ ίσου δεν μπορούμε να συλλάβωμε και ένα σύμπαν χωρίς εσχατιές, χωρίς τέρμα δηλαδή-, όταν λοιπόν έχωμε ένα σύμπαν τέτοιο, τότε ποιος πρέπει να είναι ο Θεός!... Τότε ο Θεός πρέπει να είναι Αΐδιος! Αιώνιος! Άπειρος! «Η τε αΐδιος αυτού» δηλαδή και η αιώνιος Αυτού, «δύναμις και θειότης»! Λέμε: ο Θεός είναι Άπειρος, είναι Δυνατός, είναι Σοφός. Από πού τα ξέρομε αυτά; Μέσα από τη δημιουργία. Να λοιπόν ο Θεός πως αποκαλύπτεται. Γι' αυτό, αγαπητοί μου, ποτέ δεν υπήρξε λαός άθεος μέσα στην ανθρωπίνη Ιστορία επειδή ο Θεός αποκαλύπτεται δια των δημιουργημάτων Του. Κι αν έχουμε το φαινόμενον της αθεΐας, όπως το έχομε και στην εποχή μας, πρόκειται περί νοσηράς καταστάσεως και χρήζει ψυχιάτρου! Κάθε άθεος γίνεται αντικείμενον ψυχιατρικής αναλύσεως! Δεν είναι φυσιολογική η κατάστασις του αθέου. Αλλά και εις τον άνθρωπον αποκαλύπτεται ο Θεός με το να είναι ο άνθρωπος η εικόνα του Θεού. Ο νους του, ο ηγεμών νους, αποκαλύπτει τον Θεόν. Όχι απλώς με τον νου του ο άνθρωπος μπορεί να αντιληφθή τον Θεό, αλλά αυτή η παρουσία του νου του ανθρώπου αποκαλύπτει τον Νουν, τον Αιώνιον Νουν, τον Θεόν. Γιατί; Για να έχω εγώ νουν και να σκέπτωμαι -και δεν έκανα φυσικά εγώ τον εαυτόν μου. θα ήταν μεγάλη μωρία να πιστεύω ότι εγώ έκανα τον εαυτόν μου- πάει να πη ότι Εκείνος που με έφτιαξε έχει νουν. Είναι δε υπέροχον αυτό που λέγει ένας Ψαλμός: «Εκείνος που εφύτευσε το αυτί είναι δυνατόν να μην ακούη;... Εκείνος που έπλασε το μάτι είναι δυνατόν να μην βλέπη και να μην κατανοή;...»7. Έτσι, μέσα από την κτίσιν των όντων, προπαντός δε του άνθρώπου, βλέπουμε την παρουσία και ύπαρξι του Θεού. Τέλος ο Θεός αποκαλύπτεται και στην Ιστορία. όταν εισέρχεται εις αυτήν, μέσα στα γεγονότα, τα οποία και κατευθύνει. Τα κατευθύνει, χωρίς όμως ποτέ να επηρεάζεται η ανθρώπινη βούλησις. τον τελευταίον λόγο τον έχει πάντοτε ο Θεός. Πάντοτε. Θα σας αναφέρω ένα μικρό παράδειγμα, για να το καταλάβετε - το παράδειγμα αυτό δεν είναι δικό μου. είναι ενός ξένου. Υποθέσατε ένα καράβι, μέσα στο οποίο υπάρχουν οι επιβάται και το προσωπικό. Επιβάται και προσωπικό κινούνται παντοιοτρόπως και κατά βούλησι του καθενός, όπως θέλουν. Μπαίνει στην καμπίνα του ένας επιβάτης, πάει στην πισίνα ο άλλος, στο σαλόνι πάει ο τρίτος, στην τραπεζαρία ο τέταρτος. ο μηχανικός πάει κάτω εις το μηχανοστάσιον, ο καπετάνιος εις την καμπίνα, εκεί εις το τιμόνι. καθένας κινείται όπως θέλει, όπως πρέπει και τα λοιπά. Δεν περιορίζεται η βούλησις κανενός να κινηθή όπως θέλει μέσα στο καράβι. Αλλά ολόκληρο το καράβι κατευθύνεται προς κάποιο σημείο. Λοιπόν. αυτό είναι και η Ιστορία, μέσα στην οποία μπαίνουν οι άνθρωποι και ο Θεός. Οι μεν άνθρωποι κάνουν ό,τι κάνουν, χωρίς να επηρεάζεται η βούλησί τους, ολόκληρο δε το καράβι της Ιστορίας καθοδηγείται προς κάποιον σκοπό, κάποιο σημείον. Έτσι λοιπόν με αυτήν την έννοια ο Θεός επεμβαίνει μέσα εις την Ιστορίαν. επεμβαίνει δια να κατευθύνη, να τιμωρήση, να απολέση, να διασώση, να αμείψη. Ολόκληρη εξ άλλου η Παλαιά Διαθήκη -κάτι που το έχουμε πη πολλάκις- είναι μία θεολογία της Ιστορίας, είναι μια αποκάλυψι του Θεού μέσα εις την ιστορία του Ισραήλ. Ακόμη και αυτή η Ενανθρώπησις του Υιού του Θεού είναι μέσα εις τα πλαίσια της Ιστορίας και καλύπτει πάσαν της ανθρωπίνην Προϊστορίαν. Όταν ο Θεός λέγη εις την Εύα ότι κάποιος απόγονός της θα ‘ρθη για να τη σώση, δείχνει ότι δεν τοποθετείται απλώς στα πλαίσια μιας συγκεκριμένης ιστορικής περιοχής, αλλά η είσοδος του Θεού, με την Ενανθρώπησί Του, καλύπτει άπασαν την Ιστορία, από την Προϊστορία και την μετέπειτα Ιστορία μέχρι την «εσχάτη ημέρα»8. Είναι δηλαδή πράγματα ασύλληπτα αυτά. Ασύλληπτα! Κι εκείνος ο οποίος πραγματικά μπορεί να τα ζη αισθάνεται ένα δέος μπροστά στον Θεό, μπροστά στην αγάπη Του, μπροστά στις επεμβάσεις Του. Η αποκάλυψις υπάρχει ακόμη και εις αυτήν την προσωπικήν ιστορία του κάθε ανθρώπου, και όχι μόνον εις την παγκόσμιον Ιστορίαν. Θέλετε να σας διηγηθώ την ιστορία μου; Δεν θα σας διηγηθώ παρά το πώς ο Θεός μπήκε στη ζωή μου. Θέλετε να μου πήτε τη δική σας ιστορία, σεις που με ακούτε αυτή τη στιγμή καθισμένοι σ΄ αυτές τις καρέκλες του αγίου Αχιλλίου και ακούτε λόγον Θεού, πώς φτάσατε δηλαδή να ακούτε λόγον Θεού, καθισμένοι τώρα εδώ; Θα μου πήτε την ιστορία του Θεού στη ζωή σας. Ώστε ο Θεός δεν μπαίνει μόνο στην παγκοσμίαν Ιστορία. μπαίνει και εις την ατομικήν ιστορία του κάθε ανθρώπου. θέλετε; και πιστού και απίστου, και ευσεβούς και ασεβούς, και μικρού και μεγάλου. Δεν υπάρχει τύχη, αγαπητοί μου. Δεν υπάρχει πουθενά η τύχη. τα πάντα κατευθύνει ο Θεός, χωρίς ουδέποτε ωστόσο να περιορίζη την ανθρωπίνη ελευθερία και δραστηριότητα. Η υπερφυσική θεία αποκάλυψις ολοκληρώνει και τελειοποιεί την φυσικήν θείαν αποκάλυψιν. Το Σινά, οι Προφήται και προπαντός αυτή η ιδία η Ενανθρώπησις του Υιού του Θεού είναι η θεία υπερφυσική -όχι η φυσική τώρα- η υπερφυσική αποκάλυψις. Η υπερφυσική θεία αποκάλυψις διακρίνεται σε εξωτερική και εσωτερική. Η εξωτερική είναι ήδη απηρτισμένη και αποτελεί την φανέρωσι του Θεού μέσα εις την Ιστορία εις το πρόσωπον του Ιησού Χριστού. Απηρτίσθη. δεν περιμένομε να μας αποκαλυφθή τίποτε άλλο απ' ότι απεκαλύφθη εις το πρόσωπον του Ιησού Χριστού. Όταν λέγω ότι δεν περιμένομε τίποτε άλλο να αποκαλυφθή, δεν εννοώ βέβαια ότι δεν περιμένομε την δευτέρα του Χριστού Παρουσία. διότι εκεί είναι το ίδιο Πρόσωπο. Μ' αυτή την έννοια το λέω. δεν θα μας αποκαλυφθή δηλαδή κάτι παραπέρα. Οι Προφήται ελάλησαν τον λόγον του Θεού, ο Μωϋσής είδε την δόξα του Θεού, αλλά η Ιστορία τώρα είδε το πρόσωπον του ενανθρωπήσαντος Υιού του Θεού. Θα το ξαναδή, αλλά θα είναι το ίδιο πρόσωπο. συνεπώς κάτι περισσότερο ως αποκάλυψι δεν θα έχωμε απ' ό,τι έχομε. Είναι απηρτισμένη δηλαδή η αποκάλυψις η εξωτερική. Μένει η εσωτερική υπερφυσική αποκάλυψις, η οποία συνεχίζεται εις τους πιστούς, σ' όλους τους πιστούς, δια την κατανόησιν και την αποδοχήν της εξωτερικής αποκαλύψεως. Δηλαδή μου αποκαλύπτεται ο Θεός μέσα μου, για να αποκαλέσω τον Ιησούν Κύριον. Να σας το πω πως το λέγει ο απόστολος Παύλος: «Ουδείς δύναται ειπείν Κύριον Ιησούν ει μη εν Πνεύματι Αγίω» 9. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι το Πνεύμα του Θεού με φωτίζει, για να αποκαλέσω τον Ιησούν Κύριον, δηλαδή Θεόν. Ο δε Κύριος είπε: «Ουδείς δύναται ελθείν προς με, εάν μη ο πατήρ ο πέμψας με ελκύση αυτόν»10. -Ισχύει και το αντίστροφο. που δείχνει το ισότιμον της Αγίας Τριάδος. Ας είναι.- Δεν θα μπορέσω ποτέ να πάω κοντά στον Χριστό, εάν δεν με ελκύση ο Πατήρ. Πώς θα με «ελκύση» ο Πατήρ; Αυτό είναι αόρατον, είναι μυστηριώδες, μέσα μου. με ελκύει ο Πατήρ. Όπως και το Πνεύμα του Θεού με φωτίζει, για να ομολογήσω τον Ιησούν Χριστόν Θεόν. Εκείνοι που δεν ομολογούν τον Χριστόν Θεόν, δεν έχουν το Πνεύμα του Θεού. είναι πιο φανερό από φανερό. Εκείνος ο οποίος ομολογεί τον Ιησούν ότι είναι ο ενανθρωπήσας Υιός του Θεού, αυτός έχει το Πνεύμα του Θεού. Και άμα δεν έχωμε το Πνεύμα του Θεού -σαφώς το λέγει αυτό ο απόστολος Παύλος11-, δεν μπορούμε απολύτως τίποτε να κάνωμε. δεν σωζόμεθα. Ώστε λοιπόν έχομε την εσωτερικήν αυτήν αποκάλυψι, προς αποδοχήν της εξωτερικής, δηλαδή για να αποδεχθώ τον ενανθρωπήσαντα Υιόν του Θεού. Με αυτή την τελευταία μορφή, της εσωτερικής δηλαδή αποκαλύψεως, αγαπητοί μου, καλούμεθα να μελετήσωμε και να κατανοήσωμε το βιβλίον της Αποκαλύψεως. Μη νομίσετε ότι θα μπορέσωμε κάτι να καταλάβωμε, όταν εδώ θα αναλύωμε το βιβλίον της Αποκαλύψεως, εάν δεν έχωμε τον θείον φωτισμόν. Μην το νομίσωμε αυτό. Και η κατανόησις δεν είναι ούτε γραμματική ούτε συντακτική ούτε ποιητική ούτε φιλολογική. η κατανόησις είναι πνευματική. Γιατί ένας φιλόλογος που δεν έχει Πνεύμα Θεού κατανοεί απλώς την φιλολογική πλευρά του βιβλίου, τη γραμματική, τη συντακτική και άλλα πολλά. Αυτά όλα όμως δεν είναι παρά εξωτερικά στοιχεία. Εκείνο που χρειαζόμεθα είναι να καταλάβωμε ότι το βιβλίον αυτό είναι ο ζωντανός λόγος του Θεού, που θα μιλήση μέσα στην καρδιά μας! Έχομε λοιπόν ανάγκη αυτής της εσωτερικής αποκαλύψεως, για να καταλάβωμε την Αποκάλυψι. Και ο μεν Ιωάννης -προσέξτε!- εδέχθη άμεσον εσωτερικήν αποκάλυψιν, κατ' ευθείαν, είδε τον Χριστόν. εμείς όμως δεχόμαστε έμμεσον αποκάλυψιν: μέσω του απεσταλμένου του Ιησού Χριστού, δηλαδή του Ιωάννου, μέσω της Παραδόσεως της Εκκλησίας, όπως και μέσω του χρόνου των δύο χιλιάδων ετών, που πέρασαν μέχρι τώρα, μέσω ακόμη του εντύπου χάρτου, μέσα από το βιβλίο δηλαδή που θα διαβάσωμε. θέλετε; και μέσω της ακροάσεως του θείου λόγου. Πρέπει λοιπόν εγώ τώρα να δεχθώ την αποκάλυψι μέσω διαρκών και αλλεπαλλήλων καλυμμάτων, που είναι: ο απεσταλμένος του Ιησού -ο Ιωάννης-, είναι ο χρόνος -δυο χιλιάδες χρόνια-, είναι η Παράδοσις, είναι το τυπωμένον χαρτί, είναι η φωνή του ομιλητού. Πρέπει τώρα εγώ να παραμερίσω όλα αυτά, για να φθάσω να δεχθώ την αποκάλυψι του Θεού. Αυτά είναι καλύμματα. παρεμβάλλονται απαραίτητα. Εάν τα απορρίψω, δεν θα έχω τίποτε. Θα τα δεχθώ και θα αρχίσω να τα παραμερίζω. Όπως όταν μπαίνω σ' ένα οίκημα, βρίσκω μία πόρτα, την ανοίγω. προχωρώ, βρίσκω άλλη μία πόρτα, την ανοίγω κι αυτή. προχωρώ σε άλλον χώρο, βρίσκω άλλη μία, ανοίγω και εκείνη,... έως ότου φθάσω εκεί που θα φθάσω. Δηλαδή να φθάσω εις την τελικήν αποκάλυψι. εγώ πλέον μόνος μου να βρω τον Θεόν μες στην καρδιά μου, που να μου μιλήση. Αυτό όμως πώς θα γίνη; Αυτό θα γίνη με μόνη την πίστιν, την υποταγή εις την φωνήν της Εκκλησίας -όλα αυτά που είπα: Η Παράδοσις, ο Ιωάννης, τα δύο χιλιάδες χρόνια, το τυπωμένο χαρτί, η φωνή του ομιλητού-, την υποταγή στην Εκκλησία, και με την ταπείνωσιν ακόμη. Πίστις εξ άλλου είναι να συλλαμβάνης ό,τι φανερώνεται με τον προφορικόν λόγον, με την ιστορικήν μορφήν, διαπερνώντας το κάλυμμα που η ιδία η ιστορική μορφή και ο Λόγος, με τη Σάρκωσί Του, έχουν βάλει επάνω τους. Όλα αυτά λοιπόν, που αποτελούν καλύμματα, καλούμεθα να τα ξεπεράσουμε, για να μας βοηθήσουν στο να μας αποκαλυφθή ο Θεός. Γι' αυτό χρειαζόμαστε μια νέα αποκάλυψι, για να μας βοηθήση να καταλάβωμε την Αποκάλυψι. Θα το πω άλλη μια φορά: μας χρειάζεται μια νέα αποκάλυψι, για να κατανοήσουμε την Αποκάλυψι του Θεού! αλλιώτικα θα μας είναι βιβλίο σφραγισμένο με επτά σφραγίδες!12 «Γιατί, θα μου πήτε, έτσι;» Διότι, αγαπητοί μου, έτσι το θέλει ο Θεός. Δεν έχει ο Θεός δικαίωμα να κάνη αυτό που θέλει; Δεν έχει δικαίωμα να προβάλλη κάτι όπως το θέλει; Δεν είναι Κύριος; Έτσι το θέλει ο Θεός. Τί θέλει ο Θεός; Θέλει να υπάρχουν αυτά τα καλύμματα. Γιατί; Για να περιορίση την ανθρωπίνη αλαζονεία. να μην πη ο άνθρωπος «Εγώ μόνος μου θα τα βρω»! Όχι. θα τα βρης μέσω του λόγου του ομιλητού. θα τα βρης μέσω του εντύπου χάρτου. Θα τα βρης μέσω του Ιωάννου του Ευαγγελιστού, που τα είδε και τα άκουσε. Αυτό θα σε ταπεινώση και θα σου περιορίση την ανθρωπίνη αλαζονεία. Ο άνθρωπος εξ άλλου μέσω των άλλων ανθρώπων σώζεται. Ο άνθρωπος σώζεται μέσα στην Εκκλησία και δια της Εκκλησίας. Ατομική σωτηρία δεν υπάρχει. να το ξέρωμε αυτό. Ένας που θα ‘θελε να σωθή μόνος του, χωρίς τη βοήθεια της Εκκλησίας, χωρίς τη βοήθεια των αδελφών -να το ξέρωμε αυτό!- δεν θα σωθή ποτέ. * * * «Αποκάλυψις Ιησού Χριστού, ην έδωκεν αυτώ ο Θεός».13 Αποκάλυψις Ιησού Χριστού, την οποίαν έδωκεν εις Αυτόν, τον Ιησούν Χριστόν, ο Θεός. Είναι δηλαδή αποκάλυψις περί του Ιησού Χριστού και γενομένη δια του Ιησού Χριστού, την οποία δίδει εις Αυτόν, δηλαδή τον Ιησού Χριστόν, ο Θεός. Αυτό θα πη «Αποκάλυψις Ιησού Χριστού» . που μιλάει για τον Χριστό και την δίνει ο ίδιος ο Χριστός. Πηγή λοιπόν της Αποκαλύψεως, ή των αποκαλύψεων, που θα ιδούμε στο βιβλίον αυτό, είναι αυτός ο Θεός. Είναι χαρακτηριστικό, αγαπητοί μου, ότι δεν λέγει «Αποκάλυψις Υιού του Θεού, ην έδωκεν αυτώ ο Θεός», γιατί ο Υιός του Θεού είναι ισότιμος με τον Πατέρα. και δεν μπορεί να δίδη το ένα Πρόσωπον εις το άλλον Πρόσωπον μίαν αποκάλυψι, διότι κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι τα Πρόσωπα δεν είναι ίσα, και ότι Κάποιο ξέρει κάτι, ενώ το Άλλο δεν ξέρει! Άτοπον. ο Θεός είναι ένας. Αλλά όταν λέγη ότι ο Θεός δίδει εις τον Ιησούν Χριστόν την αποκάλυψι, υποδηλώνει την ανθρωπίνη φύσι του Χριστού. Μην ξεχνάμε δε ότι η ανθρωπίνη φύσις Του δεν είναι άπειρη. Ένεκα της υποστατικής ενώσεως, δηλαδή της προσωπικής -αυτό θα πη υποστατική-, ένεκα της προσωπικής ενώσεως με τον Θεόν Λόγον δύναται να θεωρήται η ανθρωπίνη φύσις του Χριστού πανταχού παρούσα. Ακούσατε; πανταχού παρούσα! όμως όχι καθ' εαυτή, αλλά ένεκα της προσωπικής, της υποστατικής ενώσεως με τον Θεόν Λόγον. Ώστε λοιπόν ο Θεός δίδει εις τον Ιησούν Χριστόν αυτήν την αποκάλυψι, ο Οποίος με την σειρά Του θα την δώση στον Ιωάννη, και ο Ιωάννης θα την παραδώση εις την Εκκλησίαν. Το πώς έλαβε ο Ιησούς Χριστός αυτή την αποκάλυψι από τον Θεόν -και όταν λέμε Θεός, εννοούμε και τον Πατέρα και τον Υιόν και το Πνεύμα το Άγιον. μην το ξεχνούμε- το βλέπομε στο 5ο κεφάλαιο, στους στίχους 6 και 7, ως εξής: «Και είδον εν μέσω του θρόνου και των τεσσάρων ζώων και εν μέσω των πρεσβυτέρων αρνίον εστηκός ως εσφαγμένον, έχον κέρατα επτά και οφθαλμούς επτά, ά εισι τα επτά πνεύματα του Θεού αποστελλόμενα εις πάσαν την γην. »και ήλθε και είληφεν εκ της δεξιάς του καθημένου επί του θρόνου». «Είδα, λέγει ο Ιωάννης, ανάμεσα στον θρόνο και τα τέσσερα Ζώα, τα Χερουβίμ, είδα ένα Αρνίον εσφαγμένον, αλλ' εστηκός. σφαγμένο,αλλά στεκόταν»! Είναι εκείνο που θα πη ο Χριστός κατ' ευθείαν, εις άμεσον αποκάλυψιν στον Ιωάννη: «Εγώ είμαι εκείνος που έγινα νεκρός, και ιδού ζω. Ιδού ζω!»14 Αλλά νεκρός δεν γίνεται ποτέ ο Υιός του Θεού, η θεία φύσις! η ανθρωπίνη έγινε νεκρά. γιατί εσταυρώθη επί του σταυρού και ετάφη εις τον τάφον. Εσφαγμένον λοιπόν το Αρνίον. Ωραία εικόνα αυτή, το εσφαγμένον και εστηκός Αρνίον!... Η αρχαία Εκκλησία αγαπούσε αυτή την παράστασι όπως και του καλού Ποιμένος. Ήταν το αγαπητότερο σύμβολον της αρχαίας, της αρχαϊκής χριστιανικής Εκκλησίας. Το αγαπητότερο σύμβολον! Και το αγαπητότερο σημείον εκείνων που μελετούν την Αποκάλυψιν είναι το εσφαγμένον και εστηκός Αρνίον!... Αλλ' όμως πρέπει κανείς να προχωρήση πολύ για να τα αγαπήση αυτά. «Και είδα, και να! συνεχίσει ο ευαγγελιστής Ιωάννης, ήλθε και πήρε, είληφεν εκ της δεξιάς του καθημένου επί του θρόνου», επήρε κάτι, επήρε ένα βιβλίον από την δεξιάν του Καθημένου. Δεν λέγει ποιος εκάθητο -ο Θεός!-, για λόγους σεβασμού, όπως θα δούμε στην παρακάτω ανάλυσί μας. Ώστε να πως πήρε ο Ιησούς Χριστός την Αποκάλυψι από τον Θεόν Πατέρα, ή από τον Θεόν, γενικώς, τον επί του θρόνου Καθήμενον. Και τώρα τί γίνεται με το βιβλίον αυτό; Ο Ιωάννης μετά -θα το δούμε παρακάτω- ακούει έναν Άγγελο να λέγη: «Ποιος θα μπορέση να ανοίξη το βιβλίον αυτό;». Κανείς δεν ευρέθη. και κλαίει ο Ιωάννης!... Πω πω! Κανείς;! «Μη κλαις!» του λέγει ένας Πρεσβύτερος. «Βρέθηκε! Είναι το εσφαγμένον Αρνίον. αυτό θα ανοίξη το βιβλίον», δηλαδή θα το αποκαλύψη. Γι' αυτόν τον λόγο είναι «Αποκάλυψις Ιησού Χριστού». που σημαίνει ότι φανερώνει και αποκαλύπτει τον Χριστόν, και ταυτοχρόνως η αποκάλυψις γίνεται δια του Ιησού Χριστού. Αυτό λοιπόν σημαίνει η φράσις «Αποκάλυψις Ιησού Χριστού, ην έδωκεν αυτώ ο Θεός». «Δείξαι τοις δούλοις αυτού»16 . για να δείξη στους δούλος αυτού. Τίνος «αυτού»; Του Ιησού χριστού. Τί «δείξαι»; Να δείξη εκείνα τα οποία θα αποτελέσουν το περιεχόμενον του βιβλίου. Συνεπώς εκφράζει τον σκοπόν δια τον οποίον εδόθη η Αποκάλυψις. Τι δε «θα δείξη»; «Α δει γενέσθαι εν τάχει»17, εκείνα τα οποία πρέπει να γίνουν γρήγορα. «Α δει γενέσθαι εν τάχει»! Αλλά γιατί «δει»; γιατί πρέπει; Αγαπητοί μου, αυτό το «δει» έχει μια μεγάλη θεολογική σημασία μες στην Αγία Γραφή. Επιτρέψατε, στον υπόλοιπον χρόνον που μας μένει, να ιδούμε αυτό το «δει» της Αγίας Γραφής. Όπως σας είπα, αυτό το «δει» συχνά το συναντούμε στην Γραφήν. Έτσι συγκριτικά παραβάλλω: Στο Δανιήλ, 2, 28-29, λέγει: «Αλλ' η εστι Θεός εν ουρανώ αποκαλύπτων μυστήρια και εγνώρισε τω βασιλεί Ναβουχοδονόσορ», λέγει ο Δανιήλ στον βασιλέα Ναβουχοδονόσορα, «α δει γενέσθαι επ' εσχάτων των ημερών», εκείνα που πρέπει να γίνουν στις έσχατες ημέρες. Πρέπει! Στο Κατά Ματθαίον, 16, 21, λέγει: «Από τότε ήρξατο ο Ιησούς δεικνύειν τοις μαθηταίς αυτού ότι δει -δει θα πη πρέπει. δέλτα, έψιλον-γιώτα, περισπωμένη- δει αυτόν απελθείν εις Ιεροσόλυμα και πολλά παθείν... και αποκτανθήναι...». ότι πρέπει να πάη εις τα Ιεροσόλυμα, ότι πρέπει να πάθη, ότι πρέπει να φονευθή,... Πρέπει! Γιατί πρέπει; Και στο Κατά Λουκάν. Όταν ο Χριστός ανεστήθη, λέγει εις τους δύο Μαθητάς Του τους πορευομένους προς Εμμαούς: «Ουχί ταύτα έδει παθείν τον Χριστόν και εισελθείν εις την δόξαν αυτού;»18. Αυτά δεν έπρεπε να τα πάθη ο Μεσσίας, ο Χριστός, και μόνο δια των παθημάτων να εισήρχετο εις την δόξαν Του; Αυτό το «δει», αγαπητοί μου, είναι δύσκολον, μυστηριώδες και ακατανόητον. Θα λέγαμε απλά: «Γιατί δηλαδή οπωσδήποτε πρέπει να γίνουν αυτά, και μάλιστα καθόλου ευχάριστα πράγματα, όπως επί παραδείγματι είναι ο σταυρός, ή θα είναι ο διωγμός της Εκκλησίας και των πιστών μέχρι την δευτέρα του Χριστού Παρουσία;». Η Εκκλησία, αγαπητοί, έπρεπε να πάρη μια συγκεκριμένη μορφή πορείας μέσα στην Ιστορία, η οποία θα ήτο πλήρης πειρασμών και διωγμών εκ μέρους του κόσμου. Αλλά παρατηρούμε ότι αυτό το «δει» της Εκκλησίας, το ότι πρέπει δηλαδή να περάση η Εκκλησία μια πορεία θλίψεων και διωγμών, έρχεται παράλληλο με το «δει» του Χριστού. Δεν μπορούσε να γίνη διαφορετικά, διότι η Εκκλησία αποτελεί το Σώμα του Χριστού. Όταν λοιπόν ο Χριστός λέγη «δει αποκτανθήναι»19, «δει σταυρωθήναι»20, τότε και η Εκκλησία θα πη «δει αποκταθήναι, «δει σταυρωθήναι». Μην τρομάζετε!... Βαπτισθήκαμε; Θέλομε να είμαστε Χριστιανοί; Ας το πάρουμε απόφασι: Εσταυρώθη ο Χριστός; Πιθανώς κι εμείς. Εδιώχθη ο Χριστός; Άρα κι εμείς. «Ει εμέ εδίωξαν, και υμάς διώξουσιν»21. Ιδού, παρακαλώ, το παράλληλον χωρίον. Το «ει εμέ εδίωξαν» είναι το «δει» του Χριστού. το «και υμάς διώξουσιν» είναι το «δει» της Εκκλησίας. Παράλληλο λοιπόν το ένα «δει», της Εκκλησίας, με το άλλο «δει», του Χριστού. Αυτό το «δει απελθείν εις Ιεροσόλυμα»22, που λέγει ο Χριστός, πρέπει να ανεβώ στα Ιεροσόλυμα για να σταυρωθώ, είναι παράλληλον με το «δια πολλών θλίψεων...», που είπε ο απόστολος Παύλος, εις τας Πράξεις. Θυμάστε όταν τον λιθοβόλησαν εις τα Λύστρα, και πήγαν οι μαθηταί του την νύχτα να τον πάρουν να τον θάψουν, κι εκεί τον βρήκαν να είναι ζωντανός; Τότε σηκώθηκε και τους είπε: «Δια πολλών θλίψεων δει -«δει»! πρέπει!- ημάς εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού»23. Θα του έλεγαν εκεί: «Άγιε απόστολε του Θεού, γιατί πρέπει; Δεν θα μπορούσες να αποφύγης αυτόν τώρα τον λιθοβολισμόν;». Όχι. «δει»!... Μυστηριώδες! βαθύ! Αυτό λοιπόν το «δει απελθείν εις Ιεροσόλυμα» του Χριστού, το «δια πολλών θλίψεων δει ημάς εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού» του αποστόλου Παύλου και το «α δει γενέσθαι εν τάχει» της Αποκαλύψεως, εκείνα τα οποία πρέπει να γίνουν γρήγορα, είναι παράλληλα. Είναι παράλληλα! Γιατί όμως; Διότι: Εις μεν το «δει» του Χριστού, οι άνθρωποι θα απέκρουαν το πρόσωπον του Χριστού και το έργον Του. και προκειμένου να πραγματοποιηθή οπωσδήποτε η σωτηρία - σας δίνω τώρα μία ερμηνεία του μυστηρίου αυτού όσο είναι δυνατόν- έφθασε ο Χριστός εις τον σταυρόν. και το όργανον της ματαιώσεως του έργου της σωτηρίας, ο σταυρός, έγινε το όργανον της σωτηρίας. Γι' αυτό ο Κύριος είπε «δει». πρέπει. Εις δε το «δει» της Εκκλησίας δια τον αυτόν λόγον. ο κόσμος δεν θα εδέχετο την παρουσίαν της, και θα ανελάμβανε πόλεμον εναντίον της. Αυτή την στιγμή που μιλάμε, αγαπητοί μου, ξέρετε τι απεργάζονται οι σκοτεινές δυνάμεις, σε παγκόσμια κλίμακα, εις βάρος της Εκκλησίας;... Λύσσαξαν, λυσσάζουν και πιο πολύ θα λυσσάξουν!... Λοιπόν μοιραία η Εκκλησία μπαίνει σ' έναν πόλεμο. Τι δηλαδή; Η Εκκλησία -προσέξτε αυτό!- έπρεπε οπωσδήποτε να σταθή, να επικρατήση και να φθάση περιμένοντας τον Χριστόν μέχρι τη δευτέρα Του Παρουσία. Δεν λέγει ο απόστολος Παύλος ότι το μυστήριον της θείας Ευχαριστίας θα γίνεται «άχρις ου αν έλθη»24, έως ότου έλθη; Έως πότε; Έως τη δευτέρα Του Παρουσία. Και συνεπώς η αντίδρασις του κόσμου, ως αδιάλλακτος - ο κόσμος είναι αδιάλλακτος. ό,τι θέλετε πήτε-, καθιστά αυτό το «δει» της Εκκλησίας αναπόφευκτον. Αυτό είναι όλο. Δηλαδή αυτό το αναπόφευκτο των γεγονότων εκ των σχέσεων κόσμου και Εκκλησίας εκφράζεται με το «α δει γενέσθαι», εκείνα τα οποία πρέπει να γίνουν. Αυτό το «δει» συνεπώς δεν εκφράζει την αναγκαιότητα των γεγονότων -λένε πολλοί ότι εδώ έχομε μίαν αναγκαιότητα των γεγονότων, δηλαδή έχομε έναν εξαναγκασμό, έναν περιορισμό της ελευθερίας- δεν εκφράζει την αναγκαιότητα των γεγονότων, αλλά την αναγκαιότητα της σωτηρίας, από την οποίαν προέρχονται ‘όλα αυτά τα ποικίλα γεγονότα. Η σωτηρία δηλαδή είναι ένα γεγονός αμετάκλητο της αγάπης του Θεού. Ακούστε: αμετάκλητο! Ο Θεός αγαπά, και θέλει να σώση τον κόσμο. Δεν πα' να λυσσάξουν οι εχθροί της Εκκλησίας, δεν πα' να φρυάξη ο διάβολος, ο Θεός θέλει να σώση τον κόσμο! Έτσι εισάγεται αυτό το «δει», αυτό το πρέπει. Ο διάβολος είναι επίσης αμετάκλητος και αμετανόητος. και η σωτηρία, όπως είπαμε, είναι αμετάκλητη. συνεπώς σύγκρουσις! Να γιατί λοιπόν μπαίνει το «δει». Αποτέλεσμα: τα γεγονότα παρόντος και μέλλοντος, ούτως ή άλλως, πρέπει, «δει», να γίνουν, «γενέσθαι». «Α δει γενέσθαι». αυτό σας ανέλυσα. Θα μου πήτε βέβαια: «Δεν το καταλάβαμε». Αγαπητοί μου, είτε το καταλαβαίνομε είτε όχι, αυτό αποτελεί αληθινά μυστήριο. Γιατί όμως ο Θεός επιτρέπει αυτήν την χειροτέρα λύσι; Θα πήτε: «Δεν είναι δυνατός ο Θεός;». Είναι αυτός ακριβώς ο πειρασμός που υπάρχει στους πολλούς, οι οποίοι λέγουν: «Μα γιατί; Ο Θεός δεν είναι δυνατός να επέμβη;» Αν επέμβη, αδελφέ μου, θα πης τότε του Θεού ότι σου δεσμεύει την ελευθερίαν! Το γιατί ο Θεός διαλέγει αυτή την χειροτέρα λύσι, έρχομαι να σας το πω: διότι ο Θεός αγαπά και θέλει να δείξη αυτήν Του την αγάπη. προσφέρει τον Υιόν Του να σταυρωθή! Θα μου πήτε: «Δεν είχε άλλον τρόπο να σωθή ο κόσμος;» Είχε. αλλά θέλει να σώση τον κόσμον με την αγάπη. Και αυτή η σωτηρία, με κίνητρο την αγάπη, είναι ένα βαθύ μυστήριο, και μάλιστα αποτελεί πτυχή του μυστηρίου της αγάπης του Θεού. Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος μας αποκαλύπτει. Όταν για πρώτη φορά, αγαπητοί μου, είχα διαβάσει αυτό που θα σας διαβάσω τώρα, δεν με ικανοποίησε, και φοβάμαι μήπως δεν ικανοποιήσει και εσάς, γιατί αποτελεί μυστήριο. τώρα με ικανοποιεί απολύτως. Ακούσατέ το: «Τέλος δε τούτων», λέγει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος εις την 81η του ομιλία, «Τέλος δε τούτων πάντων ομού ο Θεός και Κύριος διά τον πόθον της κτίσεως... -Να το κλειδί: «διά τον πόθον της κτίσεως!» Πόθον. δηλαδή υπερβολικήν αγάπη- τον εαυτού Υιόν διά του σταυρού εις θάνατον παρέδωκεν. »Ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον μονογενή εαυτού Υιόν δούναι εις θάνατον υπέρ αυτού. »Ουχ ότι ουκ ηδύνατο εν άλλω τρόπω λυτρώσασθαι ημάς», όχι ότι ο Θεός δεν μπορούσε με άλλον τρόπο να μας σώση, «αλλά την αγάπην εαυτού την υπερβάλλουσαν εν τούτω ευρέθη διδάσκων ημάς», ήθελε να μας διδάξη αυτήν ακριβώς την υπερβάλλουσα αγάπη Του. Δεν το χωράει το μυαλό μας, αγαπητοί μου, αυτό. Δεν το χωράει το μυαλό μας! »Και εν τω θανάτω του μονογενούς εαυτού Υιού προσήγγισεν ημάς προς εαυτόν», μέσω του θανάτου του Υιού Του μας προσήγγισε. για να μας δείξη πόσο μας αγαπάει. και μας αγαπάει καθ' υπερβολήν! »Και ει είχε τιμιώτερον αυτού», εάν είχε κάτι καλύτερον και πολυτιμότερον, «έδωκεν αν ημίν», θα μας το ‘δινε, «όπως εν αυτώ ευρέθη αυτώ το γένος ημών», με έναν σκοπό: να πάμε κοντά Του. να ευρεθή το γένος μας το ανθρώπινο κοντά Του. »Και δια την αγάπην αυτού την πολλήν, ουκ ηυδόκησε την ελευθερίαν ημών βιάσασθαι», δεν θέλησε να βιάση την ελευθερία μας, «καν δυνατός η ποιήσαι», έστω και αν ήτο δυνατός να το κάνη, «αλλά τη αγάπη του φρονήματος ημών πλησιάσαι αυτώ» 25, με την αγάπην του φρονήματός μας, να θέλουμε εμείς να Τον πλησιάσουμε. Όλα αυτά, αγαπητοί μου, εκφράζουν το μυστήριον «α δει γενέσθαι», εκείνα που πρέπει να γίνουν. Έτσι, με την λύσιν αυτή, αφ' ενός μεν αναδεικνύεται η αγάπη του Θεού, αφ' ετέρου δε διατηρείται η ελευθερία του ανθρώπου. Πραγματικά θαυμαστός ο Θεός! Τα δύο αυτά, ελευθερία και αγάπη, συζευγνύμενα και κατ' αίσθησιν υπάρχοντα στον κάθε πιστό, γεννούν την αγιότητα, με την οποία αγιότητα εισερχόμεθα εις την Βασιλείαν του Θεού. «Εν τάχει»26. Γρήγορα. σύντομα. Πότε όλα αυτά αλήθεια θα γίνουν; Λέγει ο άγιος Ανδρέας Καισαρείας: «Το δε εν τάχει γενέσθαι σημαίνει το τινά μεν αυτών παρά πόδας γενέσθαι της περί αυτών προρρήσεως», δηλαδή μερικά απ' αυτά που προφητεύθηκαν είναι παρά πόδας, σύντομα. να, τώρα. κοντά! Αν θέλετε, και σύγχρονα -τότε- με την προφητεία, «και τα επί συντελεία δε μη βραδύνειν», κι εκείνα που θα είναι στο τέλος της Ιστορίας, που αναφέρονται ως προφητεία στα έσχατα, κι εκείνα δεν θα βραδύνουν, «διότι χίλια έτη παρά Θεώ ως η ημέρα η εχθές, ήτις διήλθεν λελόγισται» 27. διότι όπως πέρασε η χθεσινή ημέρα, έτσι είναι και τα χίλια χρόνια για τον Θεό. Αλλά με την καταγραφήν των αποκαλύψεων, αγαπητοί μου, έχομε έναρξι εκείνων που θα συμβούν, τα οποία σαν μια αλυσίδα επεκτείνονται μέχρι τα έσχατα της Ιστορίας. Αυτό το «εν τάχει» σημαίνει συνεπώς μια ταχεία έναρξι, όχι όμως και ολοκλήρωσι των αποκαλυπτομένων. διαρκώς μια αποκάλυψι, που η ολοκλήρωσί της θα είναι στο τέλος. Αρχή λοιπόν και τέλος -αφού λέμε «εν τάχει»- κατοπτεύονται, ορώνται, βλέπονται, εις μίαν και την αυτήν εικόνα. Εις μίαν και την αυτήν εικόνα. Είναι χαρακτηριστικόν ότι -εδώ παρακαλώ προσέξτε, και τελειώνουμε- ότι αυτό το προχριστιανικό «δει», που το έχουμε στον Δανιήλ και σ' άλλους Προφήτας, είναι μάλλον χρονικώς αόριστον, ενώ το μεταχριστιανικό «δει» είναι συγκεκριμένο και «εν τάχει». Δηλαδή: Όταν έχωμε τον Αβραάμ, στα 2.000 π.Χ., και του λέγει ο Θεός μάλιστα ότι απ' αυτόν θα κάνη λαόν πολύν, αποκαλύπτεται ο ερχομός του Μεσσίου. Αυτό οι Προφήται θα το πουν και θα το ξαναπούν, από την εποχή του Αβραάμ, μες στα δυο χιλιάδες χρόνια, ώσπου να ‘ρθη ο Χριστός. Όταν διαβάζωμε την Παλαιά Διαθήκη, έχομε την αίσθησι ότι αυτά θα γίνουν εις το απώτατο μέλλον. κάποτε. χρονικώς αόριστα. Προσέξτε: χρονικώς αόριστα. δεν ξέρομε. Κι όμως αυτά πραγματοποιήθηκαν, από την εποχή του Αβραάμ, μέσα σε δυο χιλιάδες χρόνια. Ήρθε ο Χριστός. δυο χιλιάδες μετά τον Αβραάμ. Όταν τώρα το μεταχριστιανικόν «δει» μας λέγει ότι αυτά θα γίνουν «εν τάχει», γρήγορα, «έτσι, όπως λέγει ο καθηγητής Μπρατσιώτης, σαν να αισθανώμεθα, λέγει τον καλπασμό των επερχομένων γεγονότων... σαν να τ' ακούμε... να, όπως το ποδοβολητό έξω εις το λιθόστρωτον!»28, έρχονται, έρχονται «εν τάχει», γρήγορα, και έχουν περάσει δύο χιλιάδες χρόνια, σας θέτω το ερώτημα: μήπως ευρισκόμεθα εις τα έσχατα, ή τουλάχιστον εις την έναρξιν των εσχάτων; Αγαπητοί μου: πιθανώς!