Γ΄ Τόμος
Άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος
1. Με τη χάρη και τη θεία δωρεά του Πνεύματος ο καθένας από μας κερδίζει τη σωτηρία· με πίστη πάλι και αγάπη και με αγώνα της αυτεξούσιας προαιρέσεως μπορεί να φτάσει στο τέλειο μέτρο της αρετής. Και τούτο, για να κληρονομήσει την αιώνια ζωή όχι μόνο με τη χάρη, αλλά και με τη δικαιοσύνη.
Και μήτε να αξιώνεται την τέλεια αρετή με μόνη τη θεία δύναμη και χάρη, χωρίς να συνεισφέρει και τους δικούς του κόπους, μήτε πάλι με μόνη τη δική του προθυμία και δύναμη να φτάνει το τέλειο μέτρο της ελευθερίας και της καθαρότητας χωρίς να βοηθήσει από ψηλά το χέρι του Θεού. Όπως λέει και ο Ψαλμωδός, αν ο Κύριος δεν οικοδομήσει το σπίτι, ή δε φυλάξει την πόλη, μάταια αγρυπνούν οι φύλακες και μάταια κοπιάζουν οι οικοδόμοι(Ψαλμ. 126, 1).
2. Ερώτηση: Ποιο είναι το θέλημα του Θεού, στο οποίο προτρέπει και καλεί ο Απόστολος(Ρωμ. 12,2) τον καθένα να φτάσει;
Επίσης σ' εκείνον που ερωτά: «Ποιος είναι άξιος να ανεβεί στο όρος του Κυρίου και να σταθεί στον άγιο τόπο Του;» αποκρίνεται: «Αυτός που έχει αθώα χέρια και καθαρή καρδιά»(Ψαλμ. 23, 3-4). με τα λόγια αυτά υποδηλώνει την τέλεια αναίρεση της αμαρτίας που επιτελείται με την πράξη και με τη διάνοια.
3. Το Άγιο Πνεύμα, γνωρίζοντας ότι τα αφανή και κρυφά πάθη δύσκολα φεύγουν και είναι σαν ριζωμένα βαθιά στην ψυχή, μας δείχνει μέσω του Δαβίδ, με τι τρόπο να επιχειρούμε την κάθαρσή τους. Λέει αυτός δηλαδή: «Καθάρισέ με από τα κρυμμένα πάθη μου»(Ψαλμ. 18, 3). Έτσι φανερώνει ότι θα το πετύχομε αυτό με πολλή δέηση και πίστη και με ολοκληρωτική στροφή προς το Θεό, μαζί με τη συνεργεία του Πνεύματος. Παράλληλα, με το να αντιστεκόμαστε και εμείς στα πάθη και να φυλάγομε με κάθε τρόπο την καρδιά μας(Παροιμ. 4, 23).
4. Και ο μακάριος Μωυσής, θέλοντας με παραδείγματα να δείξει ότι η ψυχή δεν πρέπει να ακολουθεί δυο γνώμες, δηλαδή το καλό και το κακό, αλλά μόνο το καλό, ούτε να καλλιεργεί δύο είδη καρπών, δηλαδή ωφέλιμους και βλαβερούς, αλλά μόνο ωφέλιμους, λέει: «Στο αλώνι σου, δε θα ζέψεις μαζί ζώα διαφορετικού γένους, λ.χ. βόδι με γαϊδούρι, αλλά αφού ζέψεις ζώα του ίδιου γένους, να αλωνίσεις τα σπαρτά σου», —δηλαδή στο αλώνι της καρδιάς μας να μην αλωνίζουν μαζί αρετή και κακία, αλλά μόνον η αρετή. «Δεν θα υφάνεις λινό μαζί με μάλλινο ύφασμα, ούτε μαλλί με λινό.
Δε θα καλλιεργήσεις στο χωράφι σου δύο είδη καρπών μαζί. Δε θα διασταυρώσεις ζώα διαφορετικού γένους, αλλά θα ενώσεις ζώα ίδιου γένους(Δευτ. 22, 9-11)». Με όλα αυτά υπαινίσσεται με μυστικό τρόπο ότι δεν πρέπει να καλλιεργούνται μέσα μας, όπως είπαμε, κακία και αρετή, αλλά να γεννιούνται αποκλειστικά οι γόνοι της αρετής· ούτε να μετέχει η ψυχή σε δύο πνεύματα, στο πνεύμα του Θεού και στο πνεύμα του κόσμου, αλλά μόνο στο πνεύμα του Θεού, και να καρποφορεί μόνο τους καρπούς του Πνεύματος(Γαλ. 5, 22). Γι' αυτό λέει ο Ψαλμωδός: «Συμμορφωνόμουν σ' όλες τις εντολές Σου και μίσησα κάθε τι που οδηγεί στην αδικία»(Ψαλμ. 118, 128).
5. Η ψυχή που επιθυμεί να διατηρήσει την παρθενικότητά της και να ενωθεί με το Θεό, δεν πρέπει να μένει αγνή μόνο από τα φανερά αμαρτήματα, όπως είναι η πορνεία, ο φόνος, η κλοπή, η γαστριμαργία, η κατάκριση, το ψεύδος, η φιλαργυρία, η πλεονεξία και τα όμοια, αλλά πολύ περισσότερο από τα αφανή, όπως προείπαμε. Δηλαδή από επιθυμία, κενοδοξία, ανθρωπαρέσκεια, υποκρισία, φιλαρχία, δολιότητα, κακοήθεια, μίσος, απιστία, φθόνο, φιλαυτία, υπερηφάνεια και τα όμοια. Κατά την Γραφή, τα εσωτερικά αυτά αμαρτήματα είναι ίσα με τα εξωτερικά.
Γιατί λέει: «Ο Κύριος διασκόρπισε τα κόκκαλα των ανθρωπαρέσκων»(Ψαλμ. 52, 6), και: «Ο Κύριος αποστρέφεται τον αιμοχαρή και δόλιο άνθρωπο»(Ψαλμ. 5, 7), δείχνοντας με αυτό ότι την δολιότητα ο Κύριος την αποστρέφεται ίσα με τον φόνο. Επίσης λέει για «ανθρώπους που μιλούν ειρηνικά στους άλλους, μέσα τους όμως σχεδιάζουν κακά»(Ψαλμ. 27, 3), και πάλι: «Μέσα στην καρδιά σας συλλογίζεστε πώς να διαπράξετε ανομίες στη ζωή»(Ψαλμ. 57, 3), και: «Αλοίμονό σας, όταν όλοι οι άνθρωποι σάς επαινούν»(Λουκ. 6, 26), όταν δηλαδή επιδιώκετε να ακούτε καλά για τον εαυτό σας από τους ανθρώπους και κρέμεστε από τη γνώμη και τους επαίνους τους· επειδή, πώς είναι δυνατό να διαφύγετε την προσοχή των ανθρώπων για πάντα όταν κάνετε το καλό;
Άλλωστε και ο ίδιος ο Κύριος λέει: «Να λάμψει το φως σας μπροστά στους ανθρώπους»(Ματθ. 5, 16), αλλά προσθέτει: «Να επιδιώκετε να πράττετε το αγαθό για τη δόξα του Θεού και όχι για δική σας δόξα, ούτε να σας κινεί έρωτας για ανθρώπινους επαίνους». Γιατί ο Κύριος φανέρωσε ότι οι τέτοιοι άνθρωποι είναι άπιστοι, λέγοντας: «Πώς μπορείτε να έχετε πίστη, αφού αποζητάτε τον έπαινο ο ένας του άλλου και δε ζητάτε τη δόξα από τον μόνο Θεό;»(Ιω. 5, 44).
Πρόσεξε και τον Απόστολο, πώς απαιτεί ακρίβεια ακόμη και μέχρι το φαγητό και το ποτό. Δίνει εντολή, όλες οι πράξεις μας να αποβλέπουν στη δόξα του Θεού, λέγοντας: «Είτε τρώτε, είτε πίνετε, είτε κάνετε ο,τιδήποτε, όλα να τα κάνετε για τη δόξα του Θεού»(Α΄ Κορ. 10, 31). Και ο Θεολόγος Ιωάννης κατατάσσει το μίσος μαζί με το φόνο, λέγοντας: «Αυτός που μισεί τον αδελφό του είναι ανθρωποκτόνος»(Α΄ Ιω. 3, 15).
6. «Η αγάπη όλα τα δέχεται, όλα τα υπομένει· η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει»(Α΄ Κορ. 13, 7-8), λέει ο Απόστολος. Με το "ουδέποτε εκπίπτει" εννοεί το εξής: Εκείνοι που έλαβαν τα χαρίσματα του Πνεύματος που ανέφερε(Α΄ Κορ. 12, 28), αλλά δεν αξιώθηκαν ακόμη την τέλεια ελευθερία από τα πάθη μέσω της πλήρους και ενεργούς αγάπης, δεν έφτασαν ακόμη στην ασφάλεια, αλλά η αρετή τους βρίσκεται ακόμη σε κίνδυνο και αγώνα και φόβο λόγω της επιβουλής των πονηρών πνευμάτων(Εφ. 6, 12). Η τέλεια αγάπη όμως δεν υπόκειται ούτε σε πτώση, ούτε σε πάθος, αλλά, όπως υπέδειξε ο Απόστολος, είναι τέτοια ώστε οι γλώσσες των Αγγέλων, η προφητεία, όλη η γνώση και τα χαρίσματα των ιαμάτων είναι μηδέν όταν παραβληθούν με εκείνη(Α΄ Κορ. 12, 28· 13, 1-2).
7. Ο λόγος που ο Κύριος παρουσίασε την τελειότητα ως σκοπό(Ματθ. 5, 48), είναι για να βλέπει ο καθένας πόσο φτωχός είναι από ένα τόσο μεγάλο πλούτο και να τρέχει με ζέση και ορμή προς αυτό το τέρμα και να διανύει έτσι τον πνευματικό δρόμο μέχρις ότου το φτάσει, όπως λέει ο Απόστολος: «Έτσι να τρέχετε, για να κερδίσετε το βραβείο»(Α΄ Κορ. 9, 24).
8. Το να απαρνηθεί κανείς τον εαυτό του(Ματθ. 16, 24) σημαίνει το εξής: Να είναι κανείς παραδομένος τελείως στην αδελφότητα και να μην ακολουθεί διόλου δικό του θέλημα, μήτε να έχει τίποτε δικό του, παρά μόνο το ένδυμα, για να είναι από όλα ελεύθερος και να εκτελεί με χαρά ό,τι τον διατάζουν.
Τους αδελφούς όλους και μάλιστα τους ανωτέρους και εκείνους που έχουν αναλάβει τα βάρη της μονής, να τους θεωρεί κυρίους και δεσπότες του για το Χριστό, υπακούοντας σ' Αυτόν που είπε: «Όποιος από σας θέλει να είναι Πρώτος και μέγας, ας είναι τελευταίος απ' όλους και υπηρέτης σε όλους και δούλος όλων»(Μαρκ. 9, 35).
Να μην επιδιώκει από τους αδελφούς ούτε δόξα, ούτε τιμή, ούτε έπαινο, ακόμη κι εκείνον τον έπαινο που συνοδεύει την καλή διακονία και διαγωγή. Γιατί λέει ο Απόστολος: «Να διακονείτε με κάθε καλή διάθεση, όχι για τα μάτια και για να είστε αρεστοί στους ανθρώπους»(Εφ. 6, 6-7). Και να θεωρεί πάντοτε τον εαυτό του χρεώστη της διακονίας προς τους αδελφούς με αγάπη και απλότητα.
9. Οι προϊστάμενοι της αδελφότητας, επειδή έχουν αναλάβει μεγάλο έργο, πρέπει να αγωνίζονται προς τις αντίθετες πανουργίες της κακίας με την ταπεινοφροσύνη, για να μην πέσουν στο πάθος της υπερηφάνειας και, ασκώντας δυναστική εξουσία στους υποταγμένους αδελφούς, προξενήσουν στον εαυτό τους ζημία αντί μέγιστο κέρδος.
Αλλά σαν εύσπλαχνοι πατέρες και σαν να έχουν παραδώσει για το Θεό τους εαυτούς των στην αδελφότητα σωματικά και πνευματικά, να φροντίζουν γι' αυτούς και να τους επιμελούνται σαν παιδιά του Θεού.
Στα φανερά βέβαια δεν πρέπει να αμελούν τα καθήκοντα του προϊσταμένου, δηλαδή να διατάζουν, ή να συμβουλέψουν τους πιο ώριμους, ή να επιπλήξουν, ή να ελέγξουν όπου χρειάζεται, ή να παρηγορήσουν όπου πρέπει, για να μην επέλθει σύγχυση στα μοναστήρια με την πρόφαση της ταπεινώσεως ή της πραότητας, καθώς θα καταργείται η πρέπουσα διάκριση σε προϊσταμένους και σε υποτακτικούς.
Βαθιά όμως στην καρδιά τους να πιστεύουν ότι είναι ανάξιοι δούλοι όλων των αδελφών και, σαν καλοί παιδαγωγοί που τους έχουν εμπιστευθεί τα παιδιά του κυρίου τους, να φροντίζουν με κάθε καλή διάθεση και φόβο Θεού να καταρτίζουν καθένα αδελφό σε κάθε καλό έργο, γνωρίζοντας ότι γι' αυτόν τον κόπο τους ο Θεός τους έχει ετοιμάσει μεγάλο και αναφαίρετο μισθό.
10. Αυτοί που έχουν αναλάβει την παιδαγωγία παιδιών που τυχαίνει να είναι κάποτε και δικοί τους κύριοι, για χάρη της αγωγής και της ευταξίας δεν παραμελούν και να τα χτυπούν, αλλά με αγάπη. Έτσι πρέπει και οι προεστώτες όχι από θυμό και υψηλοφροσύνη, ούτε για εκδίκηση, να τιμωρούν τους αδελφούς εκείνους που έχουν ανάγκη παιδεύσεως, αλλά με σπλάχνα οικτιρμών, και με σκοπό πνευματικής ωφέλειας να προξενούν τη διόρθωσή τους.
11. Ο καθένας που θέλει να χαραχθούν επάνω του αυτά τα καλά ήθη, πρέπει πριν από κάθε άλλο και παντού να επιδιώκει το φόβο του Θεού και την ιερή αγάπη, η οποία είναι η πρώτη και μεγαλύτερη εντολή(Ματθ. 22, 37-38).
Και να την ζητεί από τον Κύριο ακατάπαυστα να την κάνει περιεχόμενο της καρδιάς του, και έτσι με τη συνεχή και αδιάκοπη μνήμη του Θεού, προκόβοντας μέρα τη μέρα με τη χάρη, να προσθέτει σ' αυτήν και να την αυξάνει.
Γιατί με το ζήλο και το σθένος, την φροντίδα και τον αγώνα, γινόμαστε ικανοί να αποκτήσομε την αγάπη του Θεού, η οποία διαμορφώνεται μέσα μας με τη χάρη και τη δωρεά του Χριστού. Από αυτήν κατορθώνομε εύκολα και τη δεύτερη εντολή, δηλαδή την αγάπη προς τον πλησίον(Ματθ. 22-39).
Γιατί τα πρώτα πρέπει να μπαίνουν μπροστά και να τα φροντίζομε περισσότερο από τα άλλα, και κατόπιν τα δεύτερα ακολουθούν τα πρώτα. Αν τώρα κανείς παραμελήσει την πρώτη και μεγάλη εντολή, δηλαδή την αγάπη προς το Θεό, —η οποία συγκροτείται από την εσωτερική μας διάθεση, την αγαθή συνείδηση και τα ορθά περί Θεού φρονήματα, συνάμα δε και από τη θεία βοήθεια—, και από τη δεύτερη θέλει μόνο στην εξωτερική επιμέλεια της διακονίας να αφοσιωθεί, είναι αδύνατο να την ασκήσει σωστά και καθαρά.
Γιατί όταν η κακία βρει το νου έρημο από τη μνήμη και την αγάπη και την αναζήτηση του Θεού, ή κάνει να φαίνονται δύσκολα και κοπιαστικά τα θεία προστάγματα, συδαυλίζοντας στην ψυχή γογγυσμούς και λύπες και κατηγορίες εναντίον της διακονίας των αδελφών, ή τον εξαπατά με την ιδέα ότι είναι τάχα ενάρετος και τον φουσκώνει και τον παραπείθει να θεωρεί τον εαυτό του άξιο τιμής και σπουδαίο και τέλειο τηρητή των εντολών.
12. Όταν ο άνθρωπος νομίσει ότι επιμελείται άριστα τις εντολές, τότε είναι φανερό ότι αμαρτάνει και παραβαίνει την εντολή, γιατί έκρινε ο ίδιος τον εαυτό του και δεν περίμενε Εκείνον που κρίνει αληθινά. Όταν το Πνεύμα του Θεού δίνει κοινή μαρτυρία με το δικό μας πνεύμα, σύμφωνα με το ρητό του Παύλου(Ρωμ. 8, 16), τότε είμαστε αληθινά άξιοι του Χριστού και τέκνα Θεού· όχι όμως όταν από τη δική μας ιδέα δικαιώσομε τον εαυτό μας.
Γιατί, όπως λέει ο Απόστολος, δεν είναι δόκιμος εκείνος που αυτοσυσταίνεται, αλλά εκείνος που τον συσταίνει ο Κύριος(Β΄ Κορ. 10, 18). Όταν ο άνθρωπος είναι γυμνός από τη μνήμη και το φόβο του Θεού, τότε είναι αναπόφευκτο να έχει έρωτα για τη δόξα και να κυνηγά τον έπαινο εκείνων τους οποίους υπηρετεί. Αυτός όμως ελέγχεται ως άπιστος από τον Κύριο, όπως προείπαμε. «Πώς μπορείτε, λέει, να πιστεύετε σεις που δέχεστε δόξα ο ένας από τον άλλον και δε ζητάτε τη δόξα από τον μόνο Θεό;»(Ιω. 5, 44).
13. Με μεγάλο αγώνα και κόπο του νου, με σεμνές έννοιες και με συνεχή φροντίδα όλων των καλών κατορθώνεται η αγάπη προς το Θεό, όπως προείπαμε. Και αυτό γιατί ο εχθρός εμποδίζει το νου και δεν τον αφήνει να προσηλώνεται στον θείο έρωτα με τη μνήμη των καλών, αλλά του ερεθίζει την αίσθηση προς τις γήινες επιθυμίες.
Γιατί ο θάνατος του εχθρού και η αγχόνη του, μπορούμε να πούμε, είναι όταν ο νους χωρίς περισπασμό ενδιατρίβει στην αγάπη και στη μνήμη του Θεού. Από αυτό μπορεί να γεννηθεί και η ειλικρινής αγάπη του πλησίον· επίσης και η αληθινή απλότητα, η πραότητα, η ταπείνωση, η ακεραιότητα, η αγαθότητα και η προσευχή, και γενικά όλο το πανέμορφο στεφάνι των αρετών, από τη μία και μόνη και πρώτη εντολή, την αγάπη προς το Θεό(Ματθ. 22, 38), αντλεί την τελειότητα.
Έχομε λοιπόν ανάγκη από μεγάλο αγώνα και πόνο κρυφό και εσωτερικό, από έρευνα των λογισμών και γύμναση των εξασθενημένων αισθητηρίων της ψυχής για να διακρίνουν το καλό και το κακό(Εβρ. 5, 14), και από ενδυνάμωση και αναζωπύρωση των καταπονημένων μελών της ψυχής με την επιμελή ύψωση του νου προς το Θεό. Γιατί όταν ο νους μας συνεχώς προσκολλάται με τέτοιο τρόπο στο Θεό, θα γίνει ένα πνεύμα με τον Κύριο, σύμφωνα με το ρητό του Παύλου(Α΄ Κορ. 6, 17).
14. Εκείνοι που αγαπούν την αρετή πρέπει νύχτα και μέρα να έχουν ακατάπαυστα αυτόν τον κρυφό αγώνα και τον πόνο και τη μελέτη κατά την εργασία οποιασδήποτε εντολής, δηλαδή όταν προσεύχονται, όταν διακονούν, όταν τρώνε, όταν πίνουν, ή όταν κάνουν ο,τιδήποτε, ώστε όποιο αγαθό πραγματοποιηθεί, να γίνει για τη δόξα του Θεού(Α΄ Κορ. 10, 31) και όχι για δική μας δόξα.
Έτσι θα είναι ευχερής και εύκολη για μας όλη η επιμέλεια των εντολών, καθώς θα την ευκολύνει και θα ελαφρύνει τον κόπο της η αγάπη του Θεού. Γιατί όλος ο αγώνας και η φροντίδα του εχθρού συγκεντρώνεται, όπως προείπαμε, στο να αποτραβήξει το νου από τη μνήμη του Θεού και το φόβο και την αγάπη Του, και εξαπατώντας τον με γήινα δολώματα να τον στρέψει από το όντως αγαθό στα νομιζόμενα αγαθά.
15. Ο πατριάρχης Αβραάμ, όταν συνάντησε τον ιερέα του Θεού Μελχισεδέκ, του έδωσε δώρο από τα καλύτερα των υπαρχόντων του και έτσι δέχθηκε την ευλογία του(Γεν. 14, 19). Με αυτό, το πνεύμα μας ανυψώνει σε υψηλότερη θεωρία. Πρέπει δηλαδή τα άκρα και τα καλύτερα λιπαρά μέρη του όλου ψυχοσωματικού μας συνθέματος, τα οποία είναι ο νους, η συνείδηση, η αγαπητική δύναμη της ψυχής, να τα προσφέρομε πρώτα απ' όλα σαν ιερό ολοκαύτωμα.
Έπειτα, τους πρώτους και καλύτερους από τους ορθούς λογισμούς μας να τους αφιερώνομε στη μνήμη του Θεού και να τους απασχολούμε αδιάκοπα στην αγάπη Του και στον μυστικό και υπέρλογο έρωτά Του.
Και έτσι μπορούμε να προκόβομε μέρα τη μέρα και να προοδεύομε στην αρετή, με τη βοήθεια της θείας χάρης, οπότε και το φορτίο της δικαιοσύνης των εντολών θα μας φανεί ελαφρό(Ματθ. 11, 30) και θα τις εκτελούμε καθαρά και άμεμπτα, βοηθούμενοι από τον ίδιο τον Κύριο με την πίστη μας προς Αυτόν.
16. Σχετικά με την εξωτερική άσκηση και ποιά αγαθή εργασία είναι μεγαλύτερη και πρώτη, πρέπει να γνωρίζετε τούτο, αγαπητοί· ότι οι αρετές είναι δεμένες μεταξύ τους και ακολουθούν η μία την άλλη, σαν κάποια ιερή αλυσίδα, πιασμένες η μία από την άλλη.
Η προσευχή, για παράδειγμα, από την αγάπη, η αγάπη από τη χαρά, η χαρά από την πραότητα, η πραότητα από την ταπεινοφροσύνη, η ταπεινοφροσύνη από την διακονία, η διακονία από την ελπίδα, η ελπίδα από την πίστη, η πίστη από την υπακοή, η υπακοή από την απλότητα.
Επίσης και τα αντίθετα είναι δεμένα το ένα με το άλλο. Το μίσος με το θυμό, ο θυμός με την υπερηφάνεια, αυτή με την κενοδοξία· τούτη με την απιστία, η απιστία με τη σκληροκαρδία, αυτή με την αμέλεια, η αμέλεια με την χαύνωση, με την ολιγωρία τούτη, αυτή πάλι με την ακηδία, όπως επίσης κι αυτή με την ανυπομονησία, ενώ τούτη με τη φιληδονία. Έτσι και οι υπόλοιπες κακίες, η μία ακολουθεί την άλλη.
17. Ό,τι καλό κάνει ο άνθρωπος, ο πονηρός θέλει να το σπιλώνει και να το καταμολύνει με την επιμιξία των δικών του σπερμάτων, δηλαδή της κενοδοξίας ή της οιήσεως ή του γογγυσμού ή κάποιου άλλου παρομοίου, ώστε να μη γίνεται το καλό για το Θεό μονάχα ή με προθυμία.
Αναφέρεται στη Γραφή ότι ο Άβελ πρόσφερε στο Θεό θυσία από τα λιπαρά μέρη και από τα πρωτότοκα πρόβατα. Επίσης κι ο Κάιν πρόσφερε δώρα από τους καρπούς της γης, αλλ' όχι από τα πρώτα.
Γι' αυτό ο Θεός δέχτηκε τις θυσίες του Άβελ, αλλά τα δώρα του Κάιν δεν τα δέχτηκε(Γέν. 4, 3-5). Απ' αυτό μαθαίνομε ότι ένα καλό, μπορεί να μην το κάνομε καλά· να το κάνομε δηλαδή ή με αμέλεια, ή καταφρονητικά, ή για κάτι άλλο και όχι για το Θεό. Και γι' αυτό συμβαίνει να μη γίνεται ευπρόσδεκτο από το Θεό.
«Έδωσες, λέει ο Ψαλμωδός, ευφροσύνη στην καρδιά μου»(Ψαλμ. 4, 8). Και ο ίδιος ο Κύριος λέει: «Η βασιλεία των ουρανών βρίσκεται μέσα σας»(Λουκ. 17, 21). Το να βρίσκεται εσωτερικά η βασιλεία τι άλλο σημαίνει, παρά ότι η ουράνια ευφροσύνη του Πνεύματος φανερώνεται με ενάργεια στις άξιες ψυχές;
Κάτι αντίστοιχο εννοεί και ο θείος Απόστολος που λέει: «Ο Θεός μας παρηγορεί στη θλίψη μας, για να μπορούμε κι εμείς να παρηγορούμε όσους περνούν κάθε είδους θλίψη, με την παρηγοριά που παίρνομε οι ίδιοι από το Θεό»(Β΄ Κορ. 1, 4). Αλλά και το ρητό: «Η καρδιά μου και η σάρκα μου αναγάλλιασαν στην παρουσία του ζώντος Θεού»(Ψαλμ. 83, 3), όπως και το: «Η ψυχή μου θα χορτάσει, σαν από λιπαρό και θρεπτικό φαγητό»(Ψαλμ. 62, 6) και τα όμοια, έχουν το ίδιο νόημα και υπαινίσσονται την ενεργό ευφροσύνη και παρηγοριά του Πνεύματος.
19. Όπως μεγαλύτερο από τα αλλά είναι το έργο της προσευχής, έτσι χρειάζεται και περισσότερο κόπο και φροντίδα εκείνος που έχει έρωτα γι' αυτήν, μην τυχόν τον εξαπατήσει η κακία χωρίς να το καταλάβει. Γιατί εκείνους που φροντίζουν για μεγαλύτερο αγαθό, τους προσβάλλει και ο πονηρός περισσότερο.
Γι' αυτό ο προσευχόμενος χρειάζεται πολλή νήψη, για να παρουσιάζει κάθε μέρα περισσότερους καρπούς αγάπης και ταπεινοφροσύνης, απλότητας και αγαθότητας, όπως επίσης και διακρίσεως, καθώς θα παραμένει καρτερικά στην προσευχή. Οι καρποί αυτοί θα κάνουν φανερή την προκοπή και την επίδοσή του στα θεία, ενώ θα παρακινούν και τους άλλους στον ίδιο ζήλο.
20. Ο θείος Απόστολος διδάσκει να προσευχόμαστε αδιαλείπτως(Α΄ Θεσ. 5, 17) και να επιμένομε στην προσευχή, όπως επίσης και ο Κύριος μ' εκείνο που είπε: «Πόσο περισσότερο ο Θεός θα αποδώσει το δίκαιο σ' εκείνους που τον παρακαλούν νύχτα - μέρα»(Λουκ. 18, 7), και με το: «Αγρυπνείτε και προσεύχεστε»(Ματθ. 26, 41).
Πρέπει λοιπόν πάντοτε να προσευχόμαστε και να μην ραθυμούμε(Λουκ. 18, 1). Όπως λοιπόν εκείνος που επιμένει καρτερικά στην προσευχή διάλεξε το σπουδαιότερο έργο, έτσι πρέπει να αναλάβει μεγάλον αγώνα και ανένδοτη ευψυχία, για το λόγο ότι η κακία φέρνει πολλά εμπόδια στην επίμονη προσευχή, δηλαδή ύπνο, ακηδία, βάρος του σώματος, εκτροπή των λογισμών, ακαταστασία του νου, ατονία και τα λοιπά τεχνάσματα της κακίας.
Έπειτα θλίψεις και εξεγέρσεις των πονηρών πνευμάτων που πολεμούν σφοδρά εναντίον μας και αντιστέκονται, και εμποδίζουν να πλησιάζει το Θεό η ψυχή εκείνη που αληθινά ζητεί το Θεό ακατάπαυστα.
21. Εκείνος που επιμελείται την προσευχή, πρέπει να δείχνει ανδρεία με κάθε προθυμία και νήψη, με υπομονή και αγώνα ψυχής και κόπο του σώματος, χωρίς να χαλαρώνει και να αφήνεται στις εκτροπές των λογισμών, ή στον πολύν ύπνο, ή στην ακηδία, στην ατονία και στη σύγχυση, ή να μεταχειρίζεται θορυβώδεις και απρεπείς φωνές, ή να παραδίνει σε κάτι τέτοια τη διάνοιά του, μένοντας ικανοποιημένος μόνο με την παρατεταμένη ορθοστασία στην προσευχή και τη γονυκλισία, ενώ έχει το νου του να περιπλανιέται μακριά απ' όσα γίνονται.
Γιατί αν δεν αγωνίζεται να έχει καθαρή νήψη, ώστε από τη μία να εναντιώνεται στους περιττούς λογισμούς, και από την άλλη να τους εξετάζει σχολαστικά και να τους ανακρίνει με μεγάλη ακρίβεια, και αν δεν ποθεί θερμά πάντοτε τον Κύριο, τίποτε δεν τον εμποδίζει να δελεάζεται κρυφά με ποικίλους τρόπους από τον πονηρό. Ή ακόμη και να υπερηφανεύεται εις βάρος εκείνων που δεν μπορούν να επιμένουν άλλο στην προσευχή, και με τα τεχνάσματα αυτά του πονηρού να διαφθείρει την καλή εργασία της προσευχής και να τη θυσιάζει στον πονηρό δαίμονα.
22. Αν την προσευχή μας δεν την καταστολίζουν η ταπεινοφροσύνη, η αγάπη, η απλότητα και η αγαθότητα, τότε η προσευχή μας αυτή, μάλλον το πρόσχημα αυτό της προσευχής, πολύ λίγο μπορεί να μας ωφελήσει. Και δεν το λέμε αυτό μόνο για την προσευχή, αλλά και για κάθε κόπο και μόχθο, παρθενία ή νηστεία ή αγρυπνία ή ψαλμωδία ή διακονία, ή οποιαδήποτε εργασία που κάνομε για χάρη της αρετής.
Αν δεν δούμε ότι έχομε μέσα μας τους καρπούς της αγάπης, της ειρήνης, της χαράς, της απλότητας, της ταπεινοφροσύνης, της πραότητας, της απουσίας προσποιήσεως, της ορθής πίστεως, της μακροθυμίας, της ευπροσηγορίας, δεν ωφεληθήκαμε διόλου από τους κόπους. Γιατί τους κόπους τους υπομένομε για την ωφέλεια των καρπών. Αν δεν βρίσκονται μέσα μας οι καρποί της αγάπης, είναι περιττή κάθε εργασία.
Ώστε αυτοί που δεν έχουν μέσα τους αυτούς τους καρπούς, δεν διαφέρουν διόλου από τις πέντε μωρές παρθένες, οι οποίες, επειδή δεν είχαν από αυτόν τον κόσμο μέσα στις καρδιές τους το πνευματικό λάδι, δηλαδή την ενέργεια των παραπάνω αρετών με τη δύναμη του Πνεύματος, ονομάστηκαν μωρές και αποκλείσθηκαν με αξιοθρήνητο τρόπο από τον βασιλικό νυμφώνα(Ματθ. 25, 2 και 12), χωρίς να ωφεληθούν διόλου από τον κόπο της παρθενίας.
Όπως όταν καλλιεργείται το αμπέλι, όλη η επιμέλεια και ο κόπος γίνονται με την ελπίδα των καρπών, και αν δεν παραχθούν καρποί, αποδεικνύεται μάταιη όλη η εργασία, έτσι αν με την ενέργεια του Πνεύματος δε δούμε μέσα μας καρπούς αγάπης, ειρήνης, χαράς και των λοιπών που απαριθμεί ο Απόστολος(Γαλ. 5, 22), και αν αυτό δεν το ομολογούμε με κάθε εσωτερική βεβαιότητα και πνευματική αίσθηση, τότε αποδεικνύεται περιττός ο κόπος της παρθενίας, της προσευχής, της ψαλμωδίας, της νηστείας και της αγρυπνίας.
Γιατί όπως είπαμε, οι κόποι αυτοί και οι προσπάθειες της ψυχής και του σώματος πρέπει να γίνονται με την ελπίδα πνευματικών καρπών, ενώ η καρποφορία των αρετών είναι απόλαυση πνευματική με άφθαρτη ηδονή, που ενεργείται από το πνεύμα με τρόπο ανέκφραστο μέσα σε πιστές και ταπεινές καρδιές. Ώστε οι κόποι και οι προσπάθειες ας θεωρούνται αυτό που είναι, δηλαδή κόποι και προσπάθειες, ενώ οι καρποί, καρποί.
Αν τώρα κανείς από έλλειψη γνώσεως, την εργασία και τον κόπο του, τα νομίζει καρπούς του Πνεύματος, ας μην αγνοεί ότι εξαπατά και παραπλανά τον εαυτό του, και έτσι τον στερεί από τους μεγάλους πράγματι καρπούς του Πνεύματος.
23. Όπως εκείνος που είναι όλος παραδομένος στην αμαρτία, πράττει σαν φυσικά τα παρά φύση πάθη της ατιμίας, δηλαδή την ασέλγεια, την πορνεία, την πλεονεξία, το μίσος, τη δολιότητα και τις λοιπές εκδηλώσεις της κακίας, με απόλαυση και ηδονή, έτσι και ο αληθινός και τέλειος Χριστιανός, όλες τις αρετές και όλους τους υπερφυσικούς καρπούς του Πνεύματος, δηλαδή την αγάπη, την ειρήνη, την υπομονή, την πίστη, την ταπείνωση και όλο το χρυσό πράγματι γένος των αρετών, τα πραγματοποιεί σαν φυσικά με μεγάλη απόλαυση και πνευματική ηδονή, άκοπα και εύκολα.
Και δε μάχεται πλέον εναντίον των παθών της κακίας, γιατί λυτρώθηκε τελείως από τον Κύριο και δέχθηκε από το αγαθό πνεύμα στην καρδιά του την τέλεια ειρήνη και αγαλλίαση του Χριστού. Αυτός είναι εκείνος που προσκολλήθηκε στον Κύριο και έγινε ένα πνεύμα με Αυτόν(Α΄ Κορ. 6, 17).
24. Εκείνοι που από ανωριμότητα δεν μπορούν ακόμη να επιδοθούν τελείως στο έργο της προσευχής, αυτοί πρέπει να αναλάβουν την υπηρεσία των αδελφών με ευλάβεια και πίστη και φόβο Θεού, σαν να υπηρετούν εντολή του Θεού και πνευματική υπόθεση, και όχι σαν να περιμένουν μισθό και δόξα ή ευχαριστία από ανθρώπους. Επίσης να μη γογγύζουν διόλου, ούτε να υψηλοφρονούν ή να αμελούν και να χαλαρώνουν. Έτσι δε θα σπιλώνεται και δε θα διαφθείρεται το αγαθό αυτό έργο, αλλά μάλλον με την ευλάβεια, το φόβο και τη χαρά, θα γίνεται ευπρόσδεκτο από το Θεό.
25. Πόση είναι η θεϊκή ευσπλαχνία απέναντί μας! Με τόσο μεγάλη φιλανθρωπία και αγαθότητα έκανε συγκατάβαση στους ανθρώπους ο Κύριος, ώστε υποσχέθηκε να μην παραβλέψει κανενός αγαθού έργου το μισθό, αλλά να μας ανυψώσει από τις μικρές στις μεγάλες αρετές, έτσι που και ένα ποτήρι κρύο νερό αν δώσει κανείς, να μην του στερήσει την ανταπόδοση.
Γιατί είπε: «Όποιος δώσει σε κάποιον ένα ποτήρι κρύο νερό, μόνο επειδή είναι μαθητής μου, σάς βεβαιώνω ότι δε θα χάσει το μισθό του»(Ματθ. 10, 42), και πάλι: «Εφόσον το κάνατε σ' έναν από αυτούς, σ' εμένα το κάνατε»(Ματθ. 25, 40). Μόνον ό,τι γίνεται, να γίνεται γιατί το θέλει ο Θεός και όχι για δόξα ανθρώπινη. Γιατί ο Κύριος πρόσθεσε, "μόνο επειδή είναι μαθητής μου", δηλαδή από φόβο και αγάπη Χριστού. Και, κατηγορώντας εκείνους που κάνουν το καλό επιδεικτικά, κατέληξε: «Σας βεβαιώνω ότι δεν θα πάρουν άλλη ανταμοιβή»(Ματθ. 6, 2), βεβαιώνοντας έτσι το λόγο Του με αμετάκλητη απόφαση.
26. Η απλότητα πριν από όλα και η αφέλεια, η αγάπη του ενός προς τον άλλο, η χαρά και η ταπείνωση, ας τεθούν με κάθε τρόπο σαν θεμέλιο στην αδελφότητα, για να μην υπερηφανευόμαστε και γογγύζομε ο ένας κατά του άλλου και έτσι κάνομε ανώφελο τον κόπο μας. Εκείνος που αδιάλειπτα επιμένει με καρτερία στις προσευχές να μην υπερηφανεύεται εις βάρος εκείνου που δεν μπορεί να κάνει το ίδιο, και εκείνος που είναι δοσμένος στη διακονία να μη γογγύζει εναντίον εκείνου που σχολάζει στην προσευχή.
Αν συμπεριφέρονται οι αδελφοί μεταξύ τους με τέτοια απλότητα και καλή διάθεση, θα πηγαίνει το περίσσευμα όσων προσεύχονται στο υστέρημα όσων διακονούν, και το περίσσευμα όσων διακονούν στο υστέρημα όσων προσεύχονται, ώστε να επέρχεται ισότητα, σύμφωνα με το ρητό: «Όποιος μάζεψε πολύ, δεν του περίσσεψε, κι όποιος μάζεψε λίγο, δεν του έλειψε»(Β΄ Κορ. 8, 14-15).
27. Τότε γίνεται το θέλημα του Θεού πάνω στη γη όπως στον ουρανό , όταν, όπως είπαμε, δεν υπερηφανευόμαστε ο ένας κατά του άλλου, και όταν όχι μόνο χωρίς ζηλοτυπία, αλλά και με απλότητα είμαστε ενωμένοι με αγάπη, ειρήνη και χαρά μεταξύ μας και θεωρούμε την προκοπή του πλησίον σαν δική μας, και την έλλειψή του σαν δική μας ζημία.
28. Εκείνος που και στην προσευχή είναι οκνηρός, και στην υπηρεσία των αδελφών νωθρός και αμελής, αυτός ονομάζεται καθαρά από τον Απόστολο αργός και κρίνεται ανάξιος και γι' αυτό το ψωμί του. «Ο αργός, είπε, ούτε να τρώει»(Β΄ Θεσ. 3, 10). Και αλλού: «Τους αργούς τούς μισεί και ο Θεός», και: «Ο αργός, ούτε πιστός μπορεί να είναι». Επίσης στη Σοφία λέγεται: «Η αργία δίδαξε πολλή κακία»(Σ. Σειρ. 33, 28). Πρέπει λοιπόν καθένας, σε οποιοδήποτε έργο κάνει κατά το θέλημα του Θεού, να παρουσιάζει καρπούς και να δείχνει ζήλο, έστω και σε ένα από τα καλά έργα, για να μη βρεθεί ολότελα άκαρπος, και γίνει τελείως αμέτοχος των αιωνίων αγαθών.
29. Σ' εκείνους που λένε ότι είναι αδύνατο να φτάσομε την τελειότητα και να απαλλαγούμε ολότελα από τα πάθη, ή και να επιτύχομε τη μετοχή και πλήρωση του αγαθού Πνεύματος, είναι ανάγκη να φέρομε μαρτυρία από τις θείες Γραφές και να δείξομε ότι δεν ξέρουν καλά και ότι δε λένε το σωστό και την αλήθεια.
Έτσι, ο Κύριος λέει: «Να γίνεστε τέλειοι, όπως ο ουράνιος Πατέρας σας είναι τέλειος»(Ματθ. 5, 48), και: «Θέλω όπου είμαι εγώ, να είναι κι εκείνοι μαζί μου, για να θεωρούν τη δόξα μου»(Ιω. 17, 24). Αυτά είναι λόγια Εκείνου που είπε: «Ο ουρανός και η γη θα πάψουν να υπάρχουν, οι λόγοι μου όμως ποτέ δε θα πάψουν να ισχύουν»(Ματθ. 24, 35).
Ίδιο νόημα έχουν και τα λόγια του Αποστόλου: «Για να παρουσιάσομε κάθε άνθρωπο τέλειο, σύμφωνα με το πρότυπο του Χριστού»(Κολ. 1, 28), και: «Ώσπου να καταλήξομε όλοι στην ενότητα που δίνει η πίστη και η επίγνωση του Υιού του Θεού, να γίνομε ώριμοι και να φτάσομε την τελειότητα που μέτρο της είναι ο Χριστός»(Εφ. 4, 13).
Όταν λοιπόν έτσι αποβλέπομε στην τελειότητα, πετυχαίνομε δύο κάλλιστα πράγματα: πρώτον, ότι αναλαμβάνοντας εντατικό και αδιάκοπο αγώνα, τρέχομε προς το τέρμα με την ελπίδα της κατακτήσεως αυτής της καταστάσεως και της κορυφής, και δεύτερον, δεν κυριευόμαστε από την αλαζονεία,, αλλά μετριοφρονούμε και θεωρούμε τους εαυτούς μας μικρούς, επειδή δε φτάσαμε ακόμη στην τελειότητα.
30. Εκείνοι που τα λένε αυτά, βλάπτουν πάρα πολύ την ψυχή με τρεις τρόπους: πρώτον, γιατί φανερώνονται ότι απιστούν στις θεόπνευστες Γραφές· δεύτερον, καθώς δεν οικειώθηκαν τον ανώτερο και τέλειο σκοπό του Χριστιανισμού, ούτε αγωνίζονται να φτάσουν σ' αυτόν, δεν μπορούν να καταβάλουν κόπο και επιμέλεια ή να έχουν πείνα και δίψα για τη δικαιοσύνη(Ματθ. 5, 6), αλλά μένοντας ικανοποιημένοι από τα εξωτερικά σχήματα και ήθη και από κάποια μικρά κατορθώματα, υστερούν στην μακάρια ελπίδα και τελειότητα και την τέλεια κάθαρση των παθών και τρίτον, καθώς νομίζουν ότι έφτασαν στην κορυφή, με την κατόρθωση λίγων, όπως είπαμε, αρετών, και καθώς δε δείχνουν σπουδή προς την τελειότητα, όχι μόνο ελάχιστα μπορούν να έχουν ταπείνωση και πτωχεία και συντριβή καρδίας, αλλά και δεν παρουσιάζουν καθημερινή προκοπή και ανάβαση, επειδή δικαιώνουν τον εαυτό τους πιστεύοντας ότι ήδη πέτυχαν το σκοπό τους.
31. Εκείνους που νομίζουν αδύνατη αυτή την τελειότητα που συντελείται στους ανθρώπους με ενέργεια του Πνεύματος και που είναι η "καινή κτίση"(Β΄ Κορ. 5, 17) της καθαρής καρδιάς, ο Απόστολος τούς παρομοιάζει σαφώς με εκείνους που δεν αξιώθηκαν να μπουν στη γη της επαγγελίας λόγω της απιστίας τους και γι' αυτό άφησαν τα κόκκαλά τους στην έρημο(Εβρ. 3, 17-18).
Και βέβαια, ό,τι ήταν τότε εξωτερικά η γη της επαγγελίας, αυτό είναι για μας μυστικά η απολύτρωση από τα πάθη, που ο Απόστολος έδειξε ότι είναι τέλος κάθε εντολής(Εβρ. 9, 15). Αυτή είναι η όντως αληθινή γη της επαγγελίας και γι' αυτήν μας παραδόθηκαν όλες εκείνες οι προτυπώσεις της Παλαιάς Διαθήκης.
Γι' αυτό ο θεσπέσιος Παύλος, θέλοντας να εξασφαλίσει τους μαθητές ώστε να μην κυριευθεί κανείς από απιστία, λέει: «Προσέχετε αδελφοί μου, μήπως κανείς από σάς έχει πονηρή καρδιά, γεμάτη απιστία, και απομακρυνθεί από τον αληθινό Θεό»(Εβρ. 3, 12). Με τη λέξη "απομακρυνθεί" δεν εννοεί την άρνηση του Θεού, αλλά την απιστία στις υποσχέσεις Του.
Εξηγώντας λοιπόν αλληγορικά τις προτυπώσεις της Παλαιάς Διαθήκης και συγκρίνοντάς τες με την αλήθεια, συνεχίζει: «Ποιοι πίκραναν το Θεό, με την παρακοή τους; Δεν ήταν όλοι όσοι έφυγαν από την Αίγυπτο με την καθοδήγηση του Μωυσή; Με ποιους αγανάκτησε ο Θεός επί σαράντα χρόνια; Δεν ήταν με όσους αμάρτησαν και γι' αυτό άφησαν τα κόκκαλά τους στην έρημο; Για ποιους ορκίσθηκε ο Θεός ότι δεν θα μπουν στη γη που θα τους έδινε για ανάπαυση, αν όχι για όσους απείθησαν; και βλέπομε ότι δεν μπόρεσαν να μπουν εξαιτίας της απιστίας τους.»(Εβρ. 3, 16-19).
Και ο Παύλος προσθέτει: «Ας φοβηθούμε λοιπόν, μήπως, μ' όλο που έχομε την υπόσχεσή Του ότι θα μπούμε στον τόπο αναπαύσεως που ετοίμασε, κανείς από σας βρεθεί απ' έξω. Γιατί κι εμείς δεχτήκαμε τη χαρμόσυνη είδηση όπως κι εκείνοι· εκείνους όμως δεν τους ωφέλησε το άκουσμά της, γιατί δεν αποδέχτηκαν με πίστη αυτά που άκουσαν. Ενώ εμείς που πιστέψαμε, θα μπούμε στον τόπο της αναπαύσεως»(Εβρ. 4, 1-3).
Και μετά από λίγο, πάλι προσθέτει: «Ας φροντίσομε λοιπόν να μπούμε σ' εκείνη την ανάπαυση, για να μην πέσει κανείς στο ίδιο παράπτωμα της απείθειας»(Εβρ. 4, 11). Και ποιά είναι η αληθινή ανάπαυση των Χριστιανών, παρά η απολύτρωση από τα αμαρτωλά πάθη και η πλήρης και ενεργής κατοίκηση του αγαθού Πνεύματος μέσα στην καθαρή καρδιά; Έτσι οδηγώντας πάλι ο Παύλος τους μαθητές στην πίστη, λέει: «Ας προχωρήσομε με ειλικρινή διάθεση και με βεβαιότητα στην πίστη μας, με καθαρμένη την καρδιά από κάθε πονηρία»(Εβρ. 10, 22).
Λέει επίσης: «Πόσο περισσότερο το αίμα του Ιησού θα καθαρίσει τη συνείδησή μας από τα έργα που οδηγούν στο θάνατο, έτσι ώστε να μπορούμε να λατρεύομε τον ζώντα και αληθινό Θεό;»(Εβρ. 9, 14). Αρμόζει λοιπόν, για την υποσχεμένη άμετρη αγαθότητα του Θεού με τα παραπάνω λόγια, να ομολογούμε σαν ευγνώμονες δούλοι και να θεωρούμε αληθινές και βέβαιες τις επαγγελίες Του.
Ώστε και αν από οκνηρία ή από αδυναμία προαιρέσεως δεν προσφέραμε τους εαυτούς μας ολωσδιόλου στο Θεό, ούτε επιδιώξαμε τα μεγάλα και τέλεια μέτρα της αρετής, τουλάχιστο να μπορέσομε να επιτύχομε κάποιο έλεος για το ορθό και αδιάστροφο φρόνημά μας και για την υγιή πίστη μας.
32. Το έργο της προσευχής και του λόγου, όταν γίνεται όπως πρέπει, είναι ανώτερο από κάθε αρετή και εντολή. Και μάρτυρας γι' αυτό είναι ο ίδιος ο Κύριος. Είχε πάει στο σπίτι της Μάρθας και της Μαρίας, και ενώ η Μαρία ήταν απασχολημένη στη φιλοξενία Του, η Μαρία κάθισε κοντά στα πόδια Του και απολάμβανε την αμβροσία από τη θεία εκείνη γλώσσα. Όταν την κατηγόρησε η αδελφή της ότι δεν τη βοηθεί και γι' αυτό πήγε στο Χριστό, Αυτός, προτάσσοντας το κυριώτερο από το δευτερεύον, είπε: «Μάρθα, Μάρθα, μεριμνάς και αγωνιάς για τόσα πολλά, ενώ ένα μόνο χρειάζεται.
Η Μαρία έκανε την καλή εκλογή που δε θα της αφαιρεθεί ποτέ»(Λουκ. 10, 38-42). Αυτό το είπε όχι επειδή απέρριπτε το έργο της διακονίας, αλλά για να προτάξει το μεγαλύτερο από το μικρότερο. Διαφορετικά, πώς ο ίδιος δεχόταν τη διακονία; Ή πάλι, πώς διακόνησε και ο ίδιος, όταν έπλυνε τα πόδια των μαθητών(Ιω. 13, 5); Όπου τόσο απέφυγε να εμποδίσει τη διακονία, ώστε έδωσε εντολή στους μαθητές να κάνουν ο ένας στον άλλο σύμφωνα με το δικό Του παράδειγμα(Ιω. 13, 14-15).
Μπορείς ακόμη να δεις και τους Αποστόλους, που ενώ στην αρχή υπηρετούσαν στα τραπέζια των πιστών, κατόπιν προέκριναν το μεγαλύτερο έργο, δηλαδή την προσευχή και το λόγο. Είπαν λοιπόν: «Δεν είναι σωστό να αφήσομε το λόγο του Θεού και να διακονούμε στα τραπέζια. ας εκλέξομε άνδρες που να εμφορούνται από Άγιο Πνεύμα, για να τους τοποθετήσομε στην υπηρεσία αυτή. Εμείς θα αφοσιωθούμε στο έργο του λόγου και στην προσευχή»(Πράξ. 6, 2-4). Βλέπεις ότι προέκριναν τα πρώτα από τα δεύτερα, αν και γνώριζαν ότι και τα δύο είναι βλαστοί μιας αγαθής ρίζας;
Άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος
Ι.Μ. Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας), Λιβαδειά |
Και μήτε να αξιώνεται την τέλεια αρετή με μόνη τη θεία δύναμη και χάρη, χωρίς να συνεισφέρει και τους δικούς του κόπους, μήτε πάλι με μόνη τη δική του προθυμία και δύναμη να φτάνει το τέλειο μέτρο της ελευθερίας και της καθαρότητας χωρίς να βοηθήσει από ψηλά το χέρι του Θεού. Όπως λέει και ο Ψαλμωδός, αν ο Κύριος δεν οικοδομήσει το σπίτι, ή δε φυλάξει την πόλη, μάταια αγρυπνούν οι φύλακες και μάταια κοπιάζουν οι οικοδόμοι(Ψαλμ. 126, 1).
2. Ερώτηση: Ποιο είναι το θέλημα του Θεού, στο οποίο προτρέπει και καλεί ο Απόστολος(Ρωμ. 12,2) τον καθένα να φτάσει;
Απόκριση: Η τέλεια κάθαρση από την αμαρτία, η ελευθερία από τα πάθη της ατιμίας και η απόκτηση της κορυφαίας αρετής. Αυτό είναι ο καθαρισμός και αγιασμός της καρδιάς που γίνεται με τη μέθεξη του τέλειου και θεϊκού Πνεύματος, με εσωτερική αίσθηση.
Γιατί λέει ο Κύριος: «Μακάριοι όσοι έχουν καθαρή καρδιά, γιατί αυτοί θα δούν το Θεό»(Ματθ. 5, 8), και: «Να γίνεστε και σεις τέλειοι, όπως είναι τέλειος και ο ουράνιος Πατέρας σας»(Ματθ. 5, 48). Και ο Δαβίδ λέει: «Είθε να γίνει η καρδιά μου άμεμπτη στην τήρηση των εντολών Σου, για να μην ντροπιασθώ»(Ψαλμ. 118, 80), και πάλι: «Τότε μόνο δεν θα ντροπιασθώ, όταν εκπληρώνω όλες τις εντολές Σου»(Ψαλμ. 118, 6).
3. Το Άγιο Πνεύμα, γνωρίζοντας ότι τα αφανή και κρυφά πάθη δύσκολα φεύγουν και είναι σαν ριζωμένα βαθιά στην ψυχή, μας δείχνει μέσω του Δαβίδ, με τι τρόπο να επιχειρούμε την κάθαρσή τους. Λέει αυτός δηλαδή: «Καθάρισέ με από τα κρυμμένα πάθη μου»(Ψαλμ. 18, 3). Έτσι φανερώνει ότι θα το πετύχομε αυτό με πολλή δέηση και πίστη και με ολοκληρωτική στροφή προς το Θεό, μαζί με τη συνεργεία του Πνεύματος. Παράλληλα, με το να αντιστεκόμαστε και εμείς στα πάθη και να φυλάγομε με κάθε τρόπο την καρδιά μας(Παροιμ. 4, 23).
4. Και ο μακάριος Μωυσής, θέλοντας με παραδείγματα να δείξει ότι η ψυχή δεν πρέπει να ακολουθεί δυο γνώμες, δηλαδή το καλό και το κακό, αλλά μόνο το καλό, ούτε να καλλιεργεί δύο είδη καρπών, δηλαδή ωφέλιμους και βλαβερούς, αλλά μόνο ωφέλιμους, λέει: «Στο αλώνι σου, δε θα ζέψεις μαζί ζώα διαφορετικού γένους, λ.χ. βόδι με γαϊδούρι, αλλά αφού ζέψεις ζώα του ίδιου γένους, να αλωνίσεις τα σπαρτά σου», —δηλαδή στο αλώνι της καρδιάς μας να μην αλωνίζουν μαζί αρετή και κακία, αλλά μόνον η αρετή. «Δεν θα υφάνεις λινό μαζί με μάλλινο ύφασμα, ούτε μαλλί με λινό.
Δε θα καλλιεργήσεις στο χωράφι σου δύο είδη καρπών μαζί. Δε θα διασταυρώσεις ζώα διαφορετικού γένους, αλλά θα ενώσεις ζώα ίδιου γένους(Δευτ. 22, 9-11)». Με όλα αυτά υπαινίσσεται με μυστικό τρόπο ότι δεν πρέπει να καλλιεργούνται μέσα μας, όπως είπαμε, κακία και αρετή, αλλά να γεννιούνται αποκλειστικά οι γόνοι της αρετής· ούτε να μετέχει η ψυχή σε δύο πνεύματα, στο πνεύμα του Θεού και στο πνεύμα του κόσμου, αλλά μόνο στο πνεύμα του Θεού, και να καρποφορεί μόνο τους καρπούς του Πνεύματος(Γαλ. 5, 22). Γι' αυτό λέει ο Ψαλμωδός: «Συμμορφωνόμουν σ' όλες τις εντολές Σου και μίσησα κάθε τι που οδηγεί στην αδικία»(Ψαλμ. 118, 128).
5. Η ψυχή που επιθυμεί να διατηρήσει την παρθενικότητά της και να ενωθεί με το Θεό, δεν πρέπει να μένει αγνή μόνο από τα φανερά αμαρτήματα, όπως είναι η πορνεία, ο φόνος, η κλοπή, η γαστριμαργία, η κατάκριση, το ψεύδος, η φιλαργυρία, η πλεονεξία και τα όμοια, αλλά πολύ περισσότερο από τα αφανή, όπως προείπαμε. Δηλαδή από επιθυμία, κενοδοξία, ανθρωπαρέσκεια, υποκρισία, φιλαρχία, δολιότητα, κακοήθεια, μίσος, απιστία, φθόνο, φιλαυτία, υπερηφάνεια και τα όμοια. Κατά την Γραφή, τα εσωτερικά αυτά αμαρτήματα είναι ίσα με τα εξωτερικά.
Γιατί λέει: «Ο Κύριος διασκόρπισε τα κόκκαλα των ανθρωπαρέσκων»(Ψαλμ. 52, 6), και: «Ο Κύριος αποστρέφεται τον αιμοχαρή και δόλιο άνθρωπο»(Ψαλμ. 5, 7), δείχνοντας με αυτό ότι την δολιότητα ο Κύριος την αποστρέφεται ίσα με τον φόνο. Επίσης λέει για «ανθρώπους που μιλούν ειρηνικά στους άλλους, μέσα τους όμως σχεδιάζουν κακά»(Ψαλμ. 27, 3), και πάλι: «Μέσα στην καρδιά σας συλλογίζεστε πώς να διαπράξετε ανομίες στη ζωή»(Ψαλμ. 57, 3), και: «Αλοίμονό σας, όταν όλοι οι άνθρωποι σάς επαινούν»(Λουκ. 6, 26), όταν δηλαδή επιδιώκετε να ακούτε καλά για τον εαυτό σας από τους ανθρώπους και κρέμεστε από τη γνώμη και τους επαίνους τους· επειδή, πώς είναι δυνατό να διαφύγετε την προσοχή των ανθρώπων για πάντα όταν κάνετε το καλό;
Άλλωστε και ο ίδιος ο Κύριος λέει: «Να λάμψει το φως σας μπροστά στους ανθρώπους»(Ματθ. 5, 16), αλλά προσθέτει: «Να επιδιώκετε να πράττετε το αγαθό για τη δόξα του Θεού και όχι για δική σας δόξα, ούτε να σας κινεί έρωτας για ανθρώπινους επαίνους». Γιατί ο Κύριος φανέρωσε ότι οι τέτοιοι άνθρωποι είναι άπιστοι, λέγοντας: «Πώς μπορείτε να έχετε πίστη, αφού αποζητάτε τον έπαινο ο ένας του άλλου και δε ζητάτε τη δόξα από τον μόνο Θεό;»(Ιω. 5, 44).
Πρόσεξε και τον Απόστολο, πώς απαιτεί ακρίβεια ακόμη και μέχρι το φαγητό και το ποτό. Δίνει εντολή, όλες οι πράξεις μας να αποβλέπουν στη δόξα του Θεού, λέγοντας: «Είτε τρώτε, είτε πίνετε, είτε κάνετε ο,τιδήποτε, όλα να τα κάνετε για τη δόξα του Θεού»(Α΄ Κορ. 10, 31). Και ο Θεολόγος Ιωάννης κατατάσσει το μίσος μαζί με το φόνο, λέγοντας: «Αυτός που μισεί τον αδελφό του είναι ανθρωποκτόνος»(Α΄ Ιω. 3, 15).
6. «Η αγάπη όλα τα δέχεται, όλα τα υπομένει· η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει»(Α΄ Κορ. 13, 7-8), λέει ο Απόστολος. Με το "ουδέποτε εκπίπτει" εννοεί το εξής: Εκείνοι που έλαβαν τα χαρίσματα του Πνεύματος που ανέφερε(Α΄ Κορ. 12, 28), αλλά δεν αξιώθηκαν ακόμη την τέλεια ελευθερία από τα πάθη μέσω της πλήρους και ενεργούς αγάπης, δεν έφτασαν ακόμη στην ασφάλεια, αλλά η αρετή τους βρίσκεται ακόμη σε κίνδυνο και αγώνα και φόβο λόγω της επιβουλής των πονηρών πνευμάτων(Εφ. 6, 12). Η τέλεια αγάπη όμως δεν υπόκειται ούτε σε πτώση, ούτε σε πάθος, αλλά, όπως υπέδειξε ο Απόστολος, είναι τέτοια ώστε οι γλώσσες των Αγγέλων, η προφητεία, όλη η γνώση και τα χαρίσματα των ιαμάτων είναι μηδέν όταν παραβληθούν με εκείνη(Α΄ Κορ. 12, 28· 13, 1-2).
7. Ο λόγος που ο Κύριος παρουσίασε την τελειότητα ως σκοπό(Ματθ. 5, 48), είναι για να βλέπει ο καθένας πόσο φτωχός είναι από ένα τόσο μεγάλο πλούτο και να τρέχει με ζέση και ορμή προς αυτό το τέρμα και να διανύει έτσι τον πνευματικό δρόμο μέχρις ότου το φτάσει, όπως λέει ο Απόστολος: «Έτσι να τρέχετε, για να κερδίσετε το βραβείο»(Α΄ Κορ. 9, 24).
8. Το να απαρνηθεί κανείς τον εαυτό του(Ματθ. 16, 24) σημαίνει το εξής: Να είναι κανείς παραδομένος τελείως στην αδελφότητα και να μην ακολουθεί διόλου δικό του θέλημα, μήτε να έχει τίποτε δικό του, παρά μόνο το ένδυμα, για να είναι από όλα ελεύθερος και να εκτελεί με χαρά ό,τι τον διατάζουν.
Τους αδελφούς όλους και μάλιστα τους ανωτέρους και εκείνους που έχουν αναλάβει τα βάρη της μονής, να τους θεωρεί κυρίους και δεσπότες του για το Χριστό, υπακούοντας σ' Αυτόν που είπε: «Όποιος από σας θέλει να είναι Πρώτος και μέγας, ας είναι τελευταίος απ' όλους και υπηρέτης σε όλους και δούλος όλων»(Μαρκ. 9, 35).
Να μην επιδιώκει από τους αδελφούς ούτε δόξα, ούτε τιμή, ούτε έπαινο, ακόμη κι εκείνον τον έπαινο που συνοδεύει την καλή διακονία και διαγωγή. Γιατί λέει ο Απόστολος: «Να διακονείτε με κάθε καλή διάθεση, όχι για τα μάτια και για να είστε αρεστοί στους ανθρώπους»(Εφ. 6, 6-7). Και να θεωρεί πάντοτε τον εαυτό του χρεώστη της διακονίας προς τους αδελφούς με αγάπη και απλότητα.
9. Οι προϊστάμενοι της αδελφότητας, επειδή έχουν αναλάβει μεγάλο έργο, πρέπει να αγωνίζονται προς τις αντίθετες πανουργίες της κακίας με την ταπεινοφροσύνη, για να μην πέσουν στο πάθος της υπερηφάνειας και, ασκώντας δυναστική εξουσία στους υποταγμένους αδελφούς, προξενήσουν στον εαυτό τους ζημία αντί μέγιστο κέρδος.
Αλλά σαν εύσπλαχνοι πατέρες και σαν να έχουν παραδώσει για το Θεό τους εαυτούς των στην αδελφότητα σωματικά και πνευματικά, να φροντίζουν γι' αυτούς και να τους επιμελούνται σαν παιδιά του Θεού.
Στα φανερά βέβαια δεν πρέπει να αμελούν τα καθήκοντα του προϊσταμένου, δηλαδή να διατάζουν, ή να συμβουλέψουν τους πιο ώριμους, ή να επιπλήξουν, ή να ελέγξουν όπου χρειάζεται, ή να παρηγορήσουν όπου πρέπει, για να μην επέλθει σύγχυση στα μοναστήρια με την πρόφαση της ταπεινώσεως ή της πραότητας, καθώς θα καταργείται η πρέπουσα διάκριση σε προϊσταμένους και σε υποτακτικούς.
Βαθιά όμως στην καρδιά τους να πιστεύουν ότι είναι ανάξιοι δούλοι όλων των αδελφών και, σαν καλοί παιδαγωγοί που τους έχουν εμπιστευθεί τα παιδιά του κυρίου τους, να φροντίζουν με κάθε καλή διάθεση και φόβο Θεού να καταρτίζουν καθένα αδελφό σε κάθε καλό έργο, γνωρίζοντας ότι γι' αυτόν τον κόπο τους ο Θεός τους έχει ετοιμάσει μεγάλο και αναφαίρετο μισθό.
10. Αυτοί που έχουν αναλάβει την παιδαγωγία παιδιών που τυχαίνει να είναι κάποτε και δικοί τους κύριοι, για χάρη της αγωγής και της ευταξίας δεν παραμελούν και να τα χτυπούν, αλλά με αγάπη. Έτσι πρέπει και οι προεστώτες όχι από θυμό και υψηλοφροσύνη, ούτε για εκδίκηση, να τιμωρούν τους αδελφούς εκείνους που έχουν ανάγκη παιδεύσεως, αλλά με σπλάχνα οικτιρμών, και με σκοπό πνευματικής ωφέλειας να προξενούν τη διόρθωσή τους.
11. Ο καθένας που θέλει να χαραχθούν επάνω του αυτά τα καλά ήθη, πρέπει πριν από κάθε άλλο και παντού να επιδιώκει το φόβο του Θεού και την ιερή αγάπη, η οποία είναι η πρώτη και μεγαλύτερη εντολή(Ματθ. 22, 37-38).
Και να την ζητεί από τον Κύριο ακατάπαυστα να την κάνει περιεχόμενο της καρδιάς του, και έτσι με τη συνεχή και αδιάκοπη μνήμη του Θεού, προκόβοντας μέρα τη μέρα με τη χάρη, να προσθέτει σ' αυτήν και να την αυξάνει.
Γιατί με το ζήλο και το σθένος, την φροντίδα και τον αγώνα, γινόμαστε ικανοί να αποκτήσομε την αγάπη του Θεού, η οποία διαμορφώνεται μέσα μας με τη χάρη και τη δωρεά του Χριστού. Από αυτήν κατορθώνομε εύκολα και τη δεύτερη εντολή, δηλαδή την αγάπη προς τον πλησίον(Ματθ. 22-39).
Γιατί τα πρώτα πρέπει να μπαίνουν μπροστά και να τα φροντίζομε περισσότερο από τα άλλα, και κατόπιν τα δεύτερα ακολουθούν τα πρώτα. Αν τώρα κανείς παραμελήσει την πρώτη και μεγάλη εντολή, δηλαδή την αγάπη προς το Θεό, —η οποία συγκροτείται από την εσωτερική μας διάθεση, την αγαθή συνείδηση και τα ορθά περί Θεού φρονήματα, συνάμα δε και από τη θεία βοήθεια—, και από τη δεύτερη θέλει μόνο στην εξωτερική επιμέλεια της διακονίας να αφοσιωθεί, είναι αδύνατο να την ασκήσει σωστά και καθαρά.
Γιατί όταν η κακία βρει το νου έρημο από τη μνήμη και την αγάπη και την αναζήτηση του Θεού, ή κάνει να φαίνονται δύσκολα και κοπιαστικά τα θεία προστάγματα, συδαυλίζοντας στην ψυχή γογγυσμούς και λύπες και κατηγορίες εναντίον της διακονίας των αδελφών, ή τον εξαπατά με την ιδέα ότι είναι τάχα ενάρετος και τον φουσκώνει και τον παραπείθει να θεωρεί τον εαυτό του άξιο τιμής και σπουδαίο και τέλειο τηρητή των εντολών.
12. Όταν ο άνθρωπος νομίσει ότι επιμελείται άριστα τις εντολές, τότε είναι φανερό ότι αμαρτάνει και παραβαίνει την εντολή, γιατί έκρινε ο ίδιος τον εαυτό του και δεν περίμενε Εκείνον που κρίνει αληθινά. Όταν το Πνεύμα του Θεού δίνει κοινή μαρτυρία με το δικό μας πνεύμα, σύμφωνα με το ρητό του Παύλου(Ρωμ. 8, 16), τότε είμαστε αληθινά άξιοι του Χριστού και τέκνα Θεού· όχι όμως όταν από τη δική μας ιδέα δικαιώσομε τον εαυτό μας.
Γιατί, όπως λέει ο Απόστολος, δεν είναι δόκιμος εκείνος που αυτοσυσταίνεται, αλλά εκείνος που τον συσταίνει ο Κύριος(Β΄ Κορ. 10, 18). Όταν ο άνθρωπος είναι γυμνός από τη μνήμη και το φόβο του Θεού, τότε είναι αναπόφευκτο να έχει έρωτα για τη δόξα και να κυνηγά τον έπαινο εκείνων τους οποίους υπηρετεί. Αυτός όμως ελέγχεται ως άπιστος από τον Κύριο, όπως προείπαμε. «Πώς μπορείτε, λέει, να πιστεύετε σεις που δέχεστε δόξα ο ένας από τον άλλον και δε ζητάτε τη δόξα από τον μόνο Θεό;»(Ιω. 5, 44).
13. Με μεγάλο αγώνα και κόπο του νου, με σεμνές έννοιες και με συνεχή φροντίδα όλων των καλών κατορθώνεται η αγάπη προς το Θεό, όπως προείπαμε. Και αυτό γιατί ο εχθρός εμποδίζει το νου και δεν τον αφήνει να προσηλώνεται στον θείο έρωτα με τη μνήμη των καλών, αλλά του ερεθίζει την αίσθηση προς τις γήινες επιθυμίες.
Γιατί ο θάνατος του εχθρού και η αγχόνη του, μπορούμε να πούμε, είναι όταν ο νους χωρίς περισπασμό ενδιατρίβει στην αγάπη και στη μνήμη του Θεού. Από αυτό μπορεί να γεννηθεί και η ειλικρινής αγάπη του πλησίον· επίσης και η αληθινή απλότητα, η πραότητα, η ταπείνωση, η ακεραιότητα, η αγαθότητα και η προσευχή, και γενικά όλο το πανέμορφο στεφάνι των αρετών, από τη μία και μόνη και πρώτη εντολή, την αγάπη προς το Θεό(Ματθ. 22, 38), αντλεί την τελειότητα.
Έχομε λοιπόν ανάγκη από μεγάλο αγώνα και πόνο κρυφό και εσωτερικό, από έρευνα των λογισμών και γύμναση των εξασθενημένων αισθητηρίων της ψυχής για να διακρίνουν το καλό και το κακό(Εβρ. 5, 14), και από ενδυνάμωση και αναζωπύρωση των καταπονημένων μελών της ψυχής με την επιμελή ύψωση του νου προς το Θεό. Γιατί όταν ο νους μας συνεχώς προσκολλάται με τέτοιο τρόπο στο Θεό, θα γίνει ένα πνεύμα με τον Κύριο, σύμφωνα με το ρητό του Παύλου(Α΄ Κορ. 6, 17).
14. Εκείνοι που αγαπούν την αρετή πρέπει νύχτα και μέρα να έχουν ακατάπαυστα αυτόν τον κρυφό αγώνα και τον πόνο και τη μελέτη κατά την εργασία οποιασδήποτε εντολής, δηλαδή όταν προσεύχονται, όταν διακονούν, όταν τρώνε, όταν πίνουν, ή όταν κάνουν ο,τιδήποτε, ώστε όποιο αγαθό πραγματοποιηθεί, να γίνει για τη δόξα του Θεού(Α΄ Κορ. 10, 31) και όχι για δική μας δόξα.
Έτσι θα είναι ευχερής και εύκολη για μας όλη η επιμέλεια των εντολών, καθώς θα την ευκολύνει και θα ελαφρύνει τον κόπο της η αγάπη του Θεού. Γιατί όλος ο αγώνας και η φροντίδα του εχθρού συγκεντρώνεται, όπως προείπαμε, στο να αποτραβήξει το νου από τη μνήμη του Θεού και το φόβο και την αγάπη Του, και εξαπατώντας τον με γήινα δολώματα να τον στρέψει από το όντως αγαθό στα νομιζόμενα αγαθά.
15. Ο πατριάρχης Αβραάμ, όταν συνάντησε τον ιερέα του Θεού Μελχισεδέκ, του έδωσε δώρο από τα καλύτερα των υπαρχόντων του και έτσι δέχθηκε την ευλογία του(Γεν. 14, 19). Με αυτό, το πνεύμα μας ανυψώνει σε υψηλότερη θεωρία. Πρέπει δηλαδή τα άκρα και τα καλύτερα λιπαρά μέρη του όλου ψυχοσωματικού μας συνθέματος, τα οποία είναι ο νους, η συνείδηση, η αγαπητική δύναμη της ψυχής, να τα προσφέρομε πρώτα απ' όλα σαν ιερό ολοκαύτωμα.
Έπειτα, τους πρώτους και καλύτερους από τους ορθούς λογισμούς μας να τους αφιερώνομε στη μνήμη του Θεού και να τους απασχολούμε αδιάκοπα στην αγάπη Του και στον μυστικό και υπέρλογο έρωτά Του.
Και έτσι μπορούμε να προκόβομε μέρα τη μέρα και να προοδεύομε στην αρετή, με τη βοήθεια της θείας χάρης, οπότε και το φορτίο της δικαιοσύνης των εντολών θα μας φανεί ελαφρό(Ματθ. 11, 30) και θα τις εκτελούμε καθαρά και άμεμπτα, βοηθούμενοι από τον ίδιο τον Κύριο με την πίστη μας προς Αυτόν.
16. Σχετικά με την εξωτερική άσκηση και ποιά αγαθή εργασία είναι μεγαλύτερη και πρώτη, πρέπει να γνωρίζετε τούτο, αγαπητοί· ότι οι αρετές είναι δεμένες μεταξύ τους και ακολουθούν η μία την άλλη, σαν κάποια ιερή αλυσίδα, πιασμένες η μία από την άλλη.
Η προσευχή, για παράδειγμα, από την αγάπη, η αγάπη από τη χαρά, η χαρά από την πραότητα, η πραότητα από την ταπεινοφροσύνη, η ταπεινοφροσύνη από την διακονία, η διακονία από την ελπίδα, η ελπίδα από την πίστη, η πίστη από την υπακοή, η υπακοή από την απλότητα.
Επίσης και τα αντίθετα είναι δεμένα το ένα με το άλλο. Το μίσος με το θυμό, ο θυμός με την υπερηφάνεια, αυτή με την κενοδοξία· τούτη με την απιστία, η απιστία με τη σκληροκαρδία, αυτή με την αμέλεια, η αμέλεια με την χαύνωση, με την ολιγωρία τούτη, αυτή πάλι με την ακηδία, όπως επίσης κι αυτή με την ανυπομονησία, ενώ τούτη με τη φιληδονία. Έτσι και οι υπόλοιπες κακίες, η μία ακολουθεί την άλλη.
17. Ό,τι καλό κάνει ο άνθρωπος, ο πονηρός θέλει να το σπιλώνει και να το καταμολύνει με την επιμιξία των δικών του σπερμάτων, δηλαδή της κενοδοξίας ή της οιήσεως ή του γογγυσμού ή κάποιου άλλου παρομοίου, ώστε να μη γίνεται το καλό για το Θεό μονάχα ή με προθυμία.
Αναφέρεται στη Γραφή ότι ο Άβελ πρόσφερε στο Θεό θυσία από τα λιπαρά μέρη και από τα πρωτότοκα πρόβατα. Επίσης κι ο Κάιν πρόσφερε δώρα από τους καρπούς της γης, αλλ' όχι από τα πρώτα.
Γι' αυτό ο Θεός δέχτηκε τις θυσίες του Άβελ, αλλά τα δώρα του Κάιν δεν τα δέχτηκε(Γέν. 4, 3-5). Απ' αυτό μαθαίνομε ότι ένα καλό, μπορεί να μην το κάνομε καλά· να το κάνομε δηλαδή ή με αμέλεια, ή καταφρονητικά, ή για κάτι άλλο και όχι για το Θεό. Και γι' αυτό συμβαίνει να μη γίνεται ευπρόσδεκτο από το Θεό.
Ασκητήριο Αγίου Νείλου, Αγ. Όριος |
18. Η συγκεφαλαίωση κάθε αγαθής επιμέλειας και η κορυφή των κατορθωμάτων είναι η επιμονή στην προσευχή, με την οποία αποκτούμε και τις άλλες αρετές, καθώς ο Θεός που τον επικαλούμαστε, μας απλώνει το χέρι Του σε βοήθεια. Κατά την προσευχή γίνεται στους άξιους κοινωνία της μυστικής ενέργειας του Θεού και συνάφεια της διαθέσεώς τους προς την αγιότητά Του, όπως και του νου προς τον Κύριο με άρρητη αγάπη.
«Έδωσες, λέει ο Ψαλμωδός, ευφροσύνη στην καρδιά μου»(Ψαλμ. 4, 8). Και ο ίδιος ο Κύριος λέει: «Η βασιλεία των ουρανών βρίσκεται μέσα σας»(Λουκ. 17, 21). Το να βρίσκεται εσωτερικά η βασιλεία τι άλλο σημαίνει, παρά ότι η ουράνια ευφροσύνη του Πνεύματος φανερώνεται με ενάργεια στις άξιες ψυχές;
Γιατί οι άξιες ψυχές, με την ενεργό κοινωνία του Πνεύματος, από εδώ ήδη δέχονται τον αρραβώνα και τα προοίμια της απολαύσεως και της χαράς και της πνευματικής ευφροσύνης, στην οποία θα μετάσχουν μέσα σε αιώνιο φως οι Άγιοι στη βασιλεία του Χριστού.
Κάτι αντίστοιχο εννοεί και ο θείος Απόστολος που λέει: «Ο Θεός μας παρηγορεί στη θλίψη μας, για να μπορούμε κι εμείς να παρηγορούμε όσους περνούν κάθε είδους θλίψη, με την παρηγοριά που παίρνομε οι ίδιοι από το Θεό»(Β΄ Κορ. 1, 4). Αλλά και το ρητό: «Η καρδιά μου και η σάρκα μου αναγάλλιασαν στην παρουσία του ζώντος Θεού»(Ψαλμ. 83, 3), όπως και το: «Η ψυχή μου θα χορτάσει, σαν από λιπαρό και θρεπτικό φαγητό»(Ψαλμ. 62, 6) και τα όμοια, έχουν το ίδιο νόημα και υπαινίσσονται την ενεργό ευφροσύνη και παρηγοριά του Πνεύματος.
19. Όπως μεγαλύτερο από τα αλλά είναι το έργο της προσευχής, έτσι χρειάζεται και περισσότερο κόπο και φροντίδα εκείνος που έχει έρωτα γι' αυτήν, μην τυχόν τον εξαπατήσει η κακία χωρίς να το καταλάβει. Γιατί εκείνους που φροντίζουν για μεγαλύτερο αγαθό, τους προσβάλλει και ο πονηρός περισσότερο.
Γι' αυτό ο προσευχόμενος χρειάζεται πολλή νήψη, για να παρουσιάζει κάθε μέρα περισσότερους καρπούς αγάπης και ταπεινοφροσύνης, απλότητας και αγαθότητας, όπως επίσης και διακρίσεως, καθώς θα παραμένει καρτερικά στην προσευχή. Οι καρποί αυτοί θα κάνουν φανερή την προκοπή και την επίδοσή του στα θεία, ενώ θα παρακινούν και τους άλλους στον ίδιο ζήλο.
20. Ο θείος Απόστολος διδάσκει να προσευχόμαστε αδιαλείπτως(Α΄ Θεσ. 5, 17) και να επιμένομε στην προσευχή, όπως επίσης και ο Κύριος μ' εκείνο που είπε: «Πόσο περισσότερο ο Θεός θα αποδώσει το δίκαιο σ' εκείνους που τον παρακαλούν νύχτα - μέρα»(Λουκ. 18, 7), και με το: «Αγρυπνείτε και προσεύχεστε»(Ματθ. 26, 41).
Πρέπει λοιπόν πάντοτε να προσευχόμαστε και να μην ραθυμούμε(Λουκ. 18, 1). Όπως λοιπόν εκείνος που επιμένει καρτερικά στην προσευχή διάλεξε το σπουδαιότερο έργο, έτσι πρέπει να αναλάβει μεγάλον αγώνα και ανένδοτη ευψυχία, για το λόγο ότι η κακία φέρνει πολλά εμπόδια στην επίμονη προσευχή, δηλαδή ύπνο, ακηδία, βάρος του σώματος, εκτροπή των λογισμών, ακαταστασία του νου, ατονία και τα λοιπά τεχνάσματα της κακίας.
Έπειτα θλίψεις και εξεγέρσεις των πονηρών πνευμάτων που πολεμούν σφοδρά εναντίον μας και αντιστέκονται, και εμποδίζουν να πλησιάζει το Θεό η ψυχή εκείνη που αληθινά ζητεί το Θεό ακατάπαυστα.
21. Εκείνος που επιμελείται την προσευχή, πρέπει να δείχνει ανδρεία με κάθε προθυμία και νήψη, με υπομονή και αγώνα ψυχής και κόπο του σώματος, χωρίς να χαλαρώνει και να αφήνεται στις εκτροπές των λογισμών, ή στον πολύν ύπνο, ή στην ακηδία, στην ατονία και στη σύγχυση, ή να μεταχειρίζεται θορυβώδεις και απρεπείς φωνές, ή να παραδίνει σε κάτι τέτοια τη διάνοιά του, μένοντας ικανοποιημένος μόνο με την παρατεταμένη ορθοστασία στην προσευχή και τη γονυκλισία, ενώ έχει το νου του να περιπλανιέται μακριά απ' όσα γίνονται.
Γιατί αν δεν αγωνίζεται να έχει καθαρή νήψη, ώστε από τη μία να εναντιώνεται στους περιττούς λογισμούς, και από την άλλη να τους εξετάζει σχολαστικά και να τους ανακρίνει με μεγάλη ακρίβεια, και αν δεν ποθεί θερμά πάντοτε τον Κύριο, τίποτε δεν τον εμποδίζει να δελεάζεται κρυφά με ποικίλους τρόπους από τον πονηρό. Ή ακόμη και να υπερηφανεύεται εις βάρος εκείνων που δεν μπορούν να επιμένουν άλλο στην προσευχή, και με τα τεχνάσματα αυτά του πονηρού να διαφθείρει την καλή εργασία της προσευχής και να τη θυσιάζει στον πονηρό δαίμονα.
22. Αν την προσευχή μας δεν την καταστολίζουν η ταπεινοφροσύνη, η αγάπη, η απλότητα και η αγαθότητα, τότε η προσευχή μας αυτή, μάλλον το πρόσχημα αυτό της προσευχής, πολύ λίγο μπορεί να μας ωφελήσει. Και δεν το λέμε αυτό μόνο για την προσευχή, αλλά και για κάθε κόπο και μόχθο, παρθενία ή νηστεία ή αγρυπνία ή ψαλμωδία ή διακονία, ή οποιαδήποτε εργασία που κάνομε για χάρη της αρετής.
Αν δεν δούμε ότι έχομε μέσα μας τους καρπούς της αγάπης, της ειρήνης, της χαράς, της απλότητας, της ταπεινοφροσύνης, της πραότητας, της απουσίας προσποιήσεως, της ορθής πίστεως, της μακροθυμίας, της ευπροσηγορίας, δεν ωφεληθήκαμε διόλου από τους κόπους. Γιατί τους κόπους τους υπομένομε για την ωφέλεια των καρπών. Αν δεν βρίσκονται μέσα μας οι καρποί της αγάπης, είναι περιττή κάθε εργασία.
Ώστε αυτοί που δεν έχουν μέσα τους αυτούς τους καρπούς, δεν διαφέρουν διόλου από τις πέντε μωρές παρθένες, οι οποίες, επειδή δεν είχαν από αυτόν τον κόσμο μέσα στις καρδιές τους το πνευματικό λάδι, δηλαδή την ενέργεια των παραπάνω αρετών με τη δύναμη του Πνεύματος, ονομάστηκαν μωρές και αποκλείσθηκαν με αξιοθρήνητο τρόπο από τον βασιλικό νυμφώνα(Ματθ. 25, 2 και 12), χωρίς να ωφεληθούν διόλου από τον κόπο της παρθενίας.
Όπως όταν καλλιεργείται το αμπέλι, όλη η επιμέλεια και ο κόπος γίνονται με την ελπίδα των καρπών, και αν δεν παραχθούν καρποί, αποδεικνύεται μάταιη όλη η εργασία, έτσι αν με την ενέργεια του Πνεύματος δε δούμε μέσα μας καρπούς αγάπης, ειρήνης, χαράς και των λοιπών που απαριθμεί ο Απόστολος(Γαλ. 5, 22), και αν αυτό δεν το ομολογούμε με κάθε εσωτερική βεβαιότητα και πνευματική αίσθηση, τότε αποδεικνύεται περιττός ο κόπος της παρθενίας, της προσευχής, της ψαλμωδίας, της νηστείας και της αγρυπνίας.
Γιατί όπως είπαμε, οι κόποι αυτοί και οι προσπάθειες της ψυχής και του σώματος πρέπει να γίνονται με την ελπίδα πνευματικών καρπών, ενώ η καρποφορία των αρετών είναι απόλαυση πνευματική με άφθαρτη ηδονή, που ενεργείται από το πνεύμα με τρόπο ανέκφραστο μέσα σε πιστές και ταπεινές καρδιές. Ώστε οι κόποι και οι προσπάθειες ας θεωρούνται αυτό που είναι, δηλαδή κόποι και προσπάθειες, ενώ οι καρποί, καρποί.
Αν τώρα κανείς από έλλειψη γνώσεως, την εργασία και τον κόπο του, τα νομίζει καρπούς του Πνεύματος, ας μην αγνοεί ότι εξαπατά και παραπλανά τον εαυτό του, και έτσι τον στερεί από τους μεγάλους πράγματι καρπούς του Πνεύματος.
23. Όπως εκείνος που είναι όλος παραδομένος στην αμαρτία, πράττει σαν φυσικά τα παρά φύση πάθη της ατιμίας, δηλαδή την ασέλγεια, την πορνεία, την πλεονεξία, το μίσος, τη δολιότητα και τις λοιπές εκδηλώσεις της κακίας, με απόλαυση και ηδονή, έτσι και ο αληθινός και τέλειος Χριστιανός, όλες τις αρετές και όλους τους υπερφυσικούς καρπούς του Πνεύματος, δηλαδή την αγάπη, την ειρήνη, την υπομονή, την πίστη, την ταπείνωση και όλο το χρυσό πράγματι γένος των αρετών, τα πραγματοποιεί σαν φυσικά με μεγάλη απόλαυση και πνευματική ηδονή, άκοπα και εύκολα.
Και δε μάχεται πλέον εναντίον των παθών της κακίας, γιατί λυτρώθηκε τελείως από τον Κύριο και δέχθηκε από το αγαθό πνεύμα στην καρδιά του την τέλεια ειρήνη και αγαλλίαση του Χριστού. Αυτός είναι εκείνος που προσκολλήθηκε στον Κύριο και έγινε ένα πνεύμα με Αυτόν(Α΄ Κορ. 6, 17).
24. Εκείνοι που από ανωριμότητα δεν μπορούν ακόμη να επιδοθούν τελείως στο έργο της προσευχής, αυτοί πρέπει να αναλάβουν την υπηρεσία των αδελφών με ευλάβεια και πίστη και φόβο Θεού, σαν να υπηρετούν εντολή του Θεού και πνευματική υπόθεση, και όχι σαν να περιμένουν μισθό και δόξα ή ευχαριστία από ανθρώπους. Επίσης να μη γογγύζουν διόλου, ούτε να υψηλοφρονούν ή να αμελούν και να χαλαρώνουν. Έτσι δε θα σπιλώνεται και δε θα διαφθείρεται το αγαθό αυτό έργο, αλλά μάλλον με την ευλάβεια, το φόβο και τη χαρά, θα γίνεται ευπρόσδεκτο από το Θεό.
25. Πόση είναι η θεϊκή ευσπλαχνία απέναντί μας! Με τόσο μεγάλη φιλανθρωπία και αγαθότητα έκανε συγκατάβαση στους ανθρώπους ο Κύριος, ώστε υποσχέθηκε να μην παραβλέψει κανενός αγαθού έργου το μισθό, αλλά να μας ανυψώσει από τις μικρές στις μεγάλες αρετές, έτσι που και ένα ποτήρι κρύο νερό αν δώσει κανείς, να μην του στερήσει την ανταπόδοση.
Γιατί είπε: «Όποιος δώσει σε κάποιον ένα ποτήρι κρύο νερό, μόνο επειδή είναι μαθητής μου, σάς βεβαιώνω ότι δε θα χάσει το μισθό του»(Ματθ. 10, 42), και πάλι: «Εφόσον το κάνατε σ' έναν από αυτούς, σ' εμένα το κάνατε»(Ματθ. 25, 40). Μόνον ό,τι γίνεται, να γίνεται γιατί το θέλει ο Θεός και όχι για δόξα ανθρώπινη. Γιατί ο Κύριος πρόσθεσε, "μόνο επειδή είναι μαθητής μου", δηλαδή από φόβο και αγάπη Χριστού. Και, κατηγορώντας εκείνους που κάνουν το καλό επιδεικτικά, κατέληξε: «Σας βεβαιώνω ότι δεν θα πάρουν άλλη ανταμοιβή»(Ματθ. 6, 2), βεβαιώνοντας έτσι το λόγο Του με αμετάκλητη απόφαση.
26. Η απλότητα πριν από όλα και η αφέλεια, η αγάπη του ενός προς τον άλλο, η χαρά και η ταπείνωση, ας τεθούν με κάθε τρόπο σαν θεμέλιο στην αδελφότητα, για να μην υπερηφανευόμαστε και γογγύζομε ο ένας κατά του άλλου και έτσι κάνομε ανώφελο τον κόπο μας. Εκείνος που αδιάλειπτα επιμένει με καρτερία στις προσευχές να μην υπερηφανεύεται εις βάρος εκείνου που δεν μπορεί να κάνει το ίδιο, και εκείνος που είναι δοσμένος στη διακονία να μη γογγύζει εναντίον εκείνου που σχολάζει στην προσευχή.
Αν συμπεριφέρονται οι αδελφοί μεταξύ τους με τέτοια απλότητα και καλή διάθεση, θα πηγαίνει το περίσσευμα όσων προσεύχονται στο υστέρημα όσων διακονούν, και το περίσσευμα όσων διακονούν στο υστέρημα όσων προσεύχονται, ώστε να επέρχεται ισότητα, σύμφωνα με το ρητό: «Όποιος μάζεψε πολύ, δεν του περίσσεψε, κι όποιος μάζεψε λίγο, δεν του έλειψε»(Β΄ Κορ. 8, 14-15).
27. Τότε γίνεται το θέλημα του Θεού πάνω στη γη όπως στον ουρανό , όταν, όπως είπαμε, δεν υπερηφανευόμαστε ο ένας κατά του άλλου, και όταν όχι μόνο χωρίς ζηλοτυπία, αλλά και με απλότητα είμαστε ενωμένοι με αγάπη, ειρήνη και χαρά μεταξύ μας και θεωρούμε την προκοπή του πλησίον σαν δική μας, και την έλλειψή του σαν δική μας ζημία.
28. Εκείνος που και στην προσευχή είναι οκνηρός, και στην υπηρεσία των αδελφών νωθρός και αμελής, αυτός ονομάζεται καθαρά από τον Απόστολο αργός και κρίνεται ανάξιος και γι' αυτό το ψωμί του. «Ο αργός, είπε, ούτε να τρώει»(Β΄ Θεσ. 3, 10). Και αλλού: «Τους αργούς τούς μισεί και ο Θεός», και: «Ο αργός, ούτε πιστός μπορεί να είναι». Επίσης στη Σοφία λέγεται: «Η αργία δίδαξε πολλή κακία»(Σ. Σειρ. 33, 28). Πρέπει λοιπόν καθένας, σε οποιοδήποτε έργο κάνει κατά το θέλημα του Θεού, να παρουσιάζει καρπούς και να δείχνει ζήλο, έστω και σε ένα από τα καλά έργα, για να μη βρεθεί ολότελα άκαρπος, και γίνει τελείως αμέτοχος των αιωνίων αγαθών.
29. Σ' εκείνους που λένε ότι είναι αδύνατο να φτάσομε την τελειότητα και να απαλλαγούμε ολότελα από τα πάθη, ή και να επιτύχομε τη μετοχή και πλήρωση του αγαθού Πνεύματος, είναι ανάγκη να φέρομε μαρτυρία από τις θείες Γραφές και να δείξομε ότι δεν ξέρουν καλά και ότι δε λένε το σωστό και την αλήθεια.
Έτσι, ο Κύριος λέει: «Να γίνεστε τέλειοι, όπως ο ουράνιος Πατέρας σας είναι τέλειος»(Ματθ. 5, 48), και: «Θέλω όπου είμαι εγώ, να είναι κι εκείνοι μαζί μου, για να θεωρούν τη δόξα μου»(Ιω. 17, 24). Αυτά είναι λόγια Εκείνου που είπε: «Ο ουρανός και η γη θα πάψουν να υπάρχουν, οι λόγοι μου όμως ποτέ δε θα πάψουν να ισχύουν»(Ματθ. 24, 35).
Ίδιο νόημα έχουν και τα λόγια του Αποστόλου: «Για να παρουσιάσομε κάθε άνθρωπο τέλειο, σύμφωνα με το πρότυπο του Χριστού»(Κολ. 1, 28), και: «Ώσπου να καταλήξομε όλοι στην ενότητα που δίνει η πίστη και η επίγνωση του Υιού του Θεού, να γίνομε ώριμοι και να φτάσομε την τελειότητα που μέτρο της είναι ο Χριστός»(Εφ. 4, 13).
Όταν λοιπόν έτσι αποβλέπομε στην τελειότητα, πετυχαίνομε δύο κάλλιστα πράγματα: πρώτον, ότι αναλαμβάνοντας εντατικό και αδιάκοπο αγώνα, τρέχομε προς το τέρμα με την ελπίδα της κατακτήσεως αυτής της καταστάσεως και της κορυφής, και δεύτερον, δεν κυριευόμαστε από την αλαζονεία,, αλλά μετριοφρονούμε και θεωρούμε τους εαυτούς μας μικρούς, επειδή δε φτάσαμε ακόμη στην τελειότητα.
30. Εκείνοι που τα λένε αυτά, βλάπτουν πάρα πολύ την ψυχή με τρεις τρόπους: πρώτον, γιατί φανερώνονται ότι απιστούν στις θεόπνευστες Γραφές· δεύτερον, καθώς δεν οικειώθηκαν τον ανώτερο και τέλειο σκοπό του Χριστιανισμού, ούτε αγωνίζονται να φτάσουν σ' αυτόν, δεν μπορούν να καταβάλουν κόπο και επιμέλεια ή να έχουν πείνα και δίψα για τη δικαιοσύνη(Ματθ. 5, 6), αλλά μένοντας ικανοποιημένοι από τα εξωτερικά σχήματα και ήθη και από κάποια μικρά κατορθώματα, υστερούν στην μακάρια ελπίδα και τελειότητα και την τέλεια κάθαρση των παθών και τρίτον, καθώς νομίζουν ότι έφτασαν στην κορυφή, με την κατόρθωση λίγων, όπως είπαμε, αρετών, και καθώς δε δείχνουν σπουδή προς την τελειότητα, όχι μόνο ελάχιστα μπορούν να έχουν ταπείνωση και πτωχεία και συντριβή καρδίας, αλλά και δεν παρουσιάζουν καθημερινή προκοπή και ανάβαση, επειδή δικαιώνουν τον εαυτό τους πιστεύοντας ότι ήδη πέτυχαν το σκοπό τους.
31. Εκείνους που νομίζουν αδύνατη αυτή την τελειότητα που συντελείται στους ανθρώπους με ενέργεια του Πνεύματος και που είναι η "καινή κτίση"(Β΄ Κορ. 5, 17) της καθαρής καρδιάς, ο Απόστολος τούς παρομοιάζει σαφώς με εκείνους που δεν αξιώθηκαν να μπουν στη γη της επαγγελίας λόγω της απιστίας τους και γι' αυτό άφησαν τα κόκκαλά τους στην έρημο(Εβρ. 3, 17-18).
Και βέβαια, ό,τι ήταν τότε εξωτερικά η γη της επαγγελίας, αυτό είναι για μας μυστικά η απολύτρωση από τα πάθη, που ο Απόστολος έδειξε ότι είναι τέλος κάθε εντολής(Εβρ. 9, 15). Αυτή είναι η όντως αληθινή γη της επαγγελίας και γι' αυτήν μας παραδόθηκαν όλες εκείνες οι προτυπώσεις της Παλαιάς Διαθήκης.
Γι' αυτό ο θεσπέσιος Παύλος, θέλοντας να εξασφαλίσει τους μαθητές ώστε να μην κυριευθεί κανείς από απιστία, λέει: «Προσέχετε αδελφοί μου, μήπως κανείς από σάς έχει πονηρή καρδιά, γεμάτη απιστία, και απομακρυνθεί από τον αληθινό Θεό»(Εβρ. 3, 12). Με τη λέξη "απομακρυνθεί" δεν εννοεί την άρνηση του Θεού, αλλά την απιστία στις υποσχέσεις Του.
Εξηγώντας λοιπόν αλληγορικά τις προτυπώσεις της Παλαιάς Διαθήκης και συγκρίνοντάς τες με την αλήθεια, συνεχίζει: «Ποιοι πίκραναν το Θεό, με την παρακοή τους; Δεν ήταν όλοι όσοι έφυγαν από την Αίγυπτο με την καθοδήγηση του Μωυσή; Με ποιους αγανάκτησε ο Θεός επί σαράντα χρόνια; Δεν ήταν με όσους αμάρτησαν και γι' αυτό άφησαν τα κόκκαλά τους στην έρημο; Για ποιους ορκίσθηκε ο Θεός ότι δεν θα μπουν στη γη που θα τους έδινε για ανάπαυση, αν όχι για όσους απείθησαν; και βλέπομε ότι δεν μπόρεσαν να μπουν εξαιτίας της απιστίας τους.»(Εβρ. 3, 16-19).
Και ο Παύλος προσθέτει: «Ας φοβηθούμε λοιπόν, μήπως, μ' όλο που έχομε την υπόσχεσή Του ότι θα μπούμε στον τόπο αναπαύσεως που ετοίμασε, κανείς από σας βρεθεί απ' έξω. Γιατί κι εμείς δεχτήκαμε τη χαρμόσυνη είδηση όπως κι εκείνοι· εκείνους όμως δεν τους ωφέλησε το άκουσμά της, γιατί δεν αποδέχτηκαν με πίστη αυτά που άκουσαν. Ενώ εμείς που πιστέψαμε, θα μπούμε στον τόπο της αναπαύσεως»(Εβρ. 4, 1-3).
Και μετά από λίγο, πάλι προσθέτει: «Ας φροντίσομε λοιπόν να μπούμε σ' εκείνη την ανάπαυση, για να μην πέσει κανείς στο ίδιο παράπτωμα της απείθειας»(Εβρ. 4, 11). Και ποιά είναι η αληθινή ανάπαυση των Χριστιανών, παρά η απολύτρωση από τα αμαρτωλά πάθη και η πλήρης και ενεργής κατοίκηση του αγαθού Πνεύματος μέσα στην καθαρή καρδιά; Έτσι οδηγώντας πάλι ο Παύλος τους μαθητές στην πίστη, λέει: «Ας προχωρήσομε με ειλικρινή διάθεση και με βεβαιότητα στην πίστη μας, με καθαρμένη την καρδιά από κάθε πονηρία»(Εβρ. 10, 22).
Λέει επίσης: «Πόσο περισσότερο το αίμα του Ιησού θα καθαρίσει τη συνείδησή μας από τα έργα που οδηγούν στο θάνατο, έτσι ώστε να μπορούμε να λατρεύομε τον ζώντα και αληθινό Θεό;»(Εβρ. 9, 14). Αρμόζει λοιπόν, για την υποσχεμένη άμετρη αγαθότητα του Θεού με τα παραπάνω λόγια, να ομολογούμε σαν ευγνώμονες δούλοι και να θεωρούμε αληθινές και βέβαιες τις επαγγελίες Του.
Ώστε και αν από οκνηρία ή από αδυναμία προαιρέσεως δεν προσφέραμε τους εαυτούς μας ολωσδιόλου στο Θεό, ούτε επιδιώξαμε τα μεγάλα και τέλεια μέτρα της αρετής, τουλάχιστο να μπορέσομε να επιτύχομε κάποιο έλεος για το ορθό και αδιάστροφο φρόνημά μας και για την υγιή πίστη μας.
32. Το έργο της προσευχής και του λόγου, όταν γίνεται όπως πρέπει, είναι ανώτερο από κάθε αρετή και εντολή. Και μάρτυρας γι' αυτό είναι ο ίδιος ο Κύριος. Είχε πάει στο σπίτι της Μάρθας και της Μαρίας, και ενώ η Μαρία ήταν απασχολημένη στη φιλοξενία Του, η Μαρία κάθισε κοντά στα πόδια Του και απολάμβανε την αμβροσία από τη θεία εκείνη γλώσσα. Όταν την κατηγόρησε η αδελφή της ότι δεν τη βοηθεί και γι' αυτό πήγε στο Χριστό, Αυτός, προτάσσοντας το κυριώτερο από το δευτερεύον, είπε: «Μάρθα, Μάρθα, μεριμνάς και αγωνιάς για τόσα πολλά, ενώ ένα μόνο χρειάζεται.
Η Μαρία έκανε την καλή εκλογή που δε θα της αφαιρεθεί ποτέ»(Λουκ. 10, 38-42). Αυτό το είπε όχι επειδή απέρριπτε το έργο της διακονίας, αλλά για να προτάξει το μεγαλύτερο από το μικρότερο. Διαφορετικά, πώς ο ίδιος δεχόταν τη διακονία; Ή πάλι, πώς διακόνησε και ο ίδιος, όταν έπλυνε τα πόδια των μαθητών(Ιω. 13, 5); Όπου τόσο απέφυγε να εμποδίσει τη διακονία, ώστε έδωσε εντολή στους μαθητές να κάνουν ο ένας στον άλλο σύμφωνα με το δικό Του παράδειγμα(Ιω. 13, 14-15).
Μπορείς ακόμη να δεις και τους Αποστόλους, που ενώ στην αρχή υπηρετούσαν στα τραπέζια των πιστών, κατόπιν προέκριναν το μεγαλύτερο έργο, δηλαδή την προσευχή και το λόγο. Είπαν λοιπόν: «Δεν είναι σωστό να αφήσομε το λόγο του Θεού και να διακονούμε στα τραπέζια. ας εκλέξομε άνδρες που να εμφορούνται από Άγιο Πνεύμα, για να τους τοποθετήσομε στην υπηρεσία αυτή. Εμείς θα αφοσιωθούμε στο έργο του λόγου και στην προσευχή»(Πράξ. 6, 2-4). Βλέπεις ότι προέκριναν τα πρώτα από τα δεύτερα, αν και γνώριζαν ότι και τα δύο είναι βλαστοί μιας αγαθής ρίζας;
33. Εκείνους που θέλουν να πειθαρχούν στο λόγο του Θεού και να εργάζονται αγαθό καρπό, τους συνοδεύουν τα εξής σημάδια: στεναγμοί, κλαυθμός, σκυθρωπότητα, ησυχία, κίνηση της κεφαλής, προσευχή, σιωπή, επιμονή, πένθος γεμάτο οδύνη, πόνος καρδίας που προέρχεται από ευσεβή διάθεση. Kαι τα εξής έργα: αγρυπνία, νηστεία, εγκράτεια, πραότητα, μακροθυμία, αδιάλειπτη προσευχή, μελέτη των θείων Γραφών, πίστη, ταπείνωση, φιλαδελφία, υποταγή, κόπος, κακοπάθεια, αγάπη, καλωσύνη, κοσμιότητα, και γενικά, φως, το οποίο είναι ο Κύριος(Ιω. 8, 12). Εκείνων που δεν παράγουν καρπό ζωής, σημάδια είναι τα εξής: ακηδία, μετεωρισμός, περίεργο βλέμμα, απροσεξία, γογγυσμός, κουφότητα. και έργα τα εξής: πολυφαγία, οργή, θυμός, καταλαλιά, έπαρση, ακαιρολογία, απιστία, ακαταστασία, λησμοσύνη, ταραχή, αισχροκέρδεια, φιλαργυρία, ζητοτυπία, φιλονεικία, υπεροψία, φλυαρία, άκαιρο γέλιο, επιδίωξη δόξας, και γενικά σκότος, το οποίο είναι ο σατανάς.
34. Κατά θεία οικονομία, δεν παραπέμφθηκε ευθύς ο πονηρός στη γέεννα την οποία ο ίδιος διάλεξε, αλλά αφέθηκε για δοκιμασία και έλεγχο του ανθρώπου και του αυτεξουσίου του. Και αυτό για να κάνει χωρίς να θέλει πιο άξιους και δίκαιους τους Αγίους με την υπομονή και να γίνει αίτιος μεγαλύτερης δόξας γι' αυτούς. Στον εαυτό του πάλι με την εθελοκακία του και τις κατά των Αγίων πανουργίες του, να κάνει δικαιότερη την κόλαση. Και για να εκδηλωθεί, όπως λέει ο Απόστολος, η αμαρτία σε όλη της την αμαρτωλότητα(Ρωμ. 7, 13).
35. Αφού εξαπάτησε ο εχθρός τον Αδάμ(Γεν. 3, 1-6) και κυριάρχησε πάνω του, του αφαίρεσε την εξουσία και ονομάστηκε ο ίδιος "άρχοντας του κόσμου τούτου"(Ιω. 12, 31). Άρχοντας όμως του κόσμου τούτου και κύριος των ορατών αρχικά ήταν ο άνθρωπος, ορισμένος από τον Κύριο(Γεν. 1, 26). Γιατί ούτε η φωτιά ήταν πιό δυνατή απ' αυτόν, ούτε το νερό τον βύθιζε, ούτε θηρίο τον έβλαπτε, ούτε το δηλητήριο του φιδιού τον επηρέαζε. Αφού όμως υποχώρησε στην απάτη του διαβόλου, παρέδωσε σ' αυτόν την αρχή που είχε. Απ' αυτή την αιτία, μάγοι και αγύρτες, με διαβολική ενέργεια και κατά παραχώρηση του Θεού, γίνονται θαυματοποιοί. Δηλαδή εξουσιάζουν και φαρμακερά φίδια και αψηφούν το νερό και τη φωτιά, όπως οι σύντροφοι του Ιαννή και Ιαμβρή, που αντιστάθηκαν στον Μωυσή(Εξ. 7, 11-12· Β΄ Τιμ. 3,8), και όπως ο μάγος Σίμων που αντιτάχθηκε στον κορυφαίο Απόστολο Πέτρο(Πράξ. 8, 18-19).
36. Νομίζω ότι όταν ο εχθρός είδε την προπτωτική δόξα του Αδάμ να λάμπει εξίσου στο πρόσωπο του Μωυσή(Εξ. 34, 29-30), θα πληγώθηκε πολύ, βλέποντας σ' αυτό την απόδειξη για την κατάργηση της βασιλείας του. Δεν εμποδιζόμαστε να ερμηνεύσομε με την ίδια έννοια το ρητό του Αποστόλου: «Ο θάνατος βασίλεψε από τον Αδάμ μέχρι το Μωυσή, ακόμη και σ' αυτούς που δεν αμάρτησαν»(Ρωμ. 5, 14). Γιατί μου φαίνεται ότι το λαμπρό πρόσωπο του Μωυσή ήταν τύπος και υπόδειγμα του πρώτου ανθρώπου που δημιουργήθηκε με τα χέρια του Θεού. Αυτό το πρόσωπο όταν είδε ο θάνατος, δηλαδή ο αίτιος του θανάτου διάβολος, υποπτεύθηκε τότε ότι θα εκπέσει από τη βασιλεία του, πράγμα που έπαθε στ' αλήθεια αργότερα από τον Κύριο. Αυτή λοιπόν τη λαμπρότητα τη φορούν από τώρα οι αληθινοί Χριστιανοί, και καταργείται μέσα τους ο θάνατος, δηλαδή τα πάθη της ατιμίας, επειδή δεν μπορούν να ενεργούν, καθώς οι ψυχές τους ελλάμπονται από τη λαμπρότητα του Πνεύματος με κάθε αίσθηση και πληρότητα. Κατά δε την ανάσταση θα καταργηθεί τελείως ο θάνατος(Α΄ Κορ. 15, 26).
37. Ο εχθρός εξαπάτησε τον Αδάμ με τη γυναίκα, δηλαδή με κάτι όμοιό του, και του αφαίρεσε τη λαμπρότητα με την οποία τον είχε ντύσει ο Θεός. Κι έτσι βρέθηκε γυμνός και είδε την ασχημοσύνη του, την οποία πρωτύτερα δεν έβλεπε, επειδή είχε το φρόνημά του να εντρυφά στα ουράνια κάλλη(Γεν. 3, 1-7). Γιατί μετά την παράβαση τα νοήματά του έγιναν γήινα και χαμηλά και το απλό και αγαθό φρόνημά του αναμείχθηκε με το σαρκικό φρόνημα της κακίας. Το ότι κλείσθηκε στον Αδάμ ο Παράδεισος και ανατέθηκε στο Χερουβείμ με τη φλόγινη ρομφαία να του εμποδίζει την είσοδο(Γεν. 3, 24), πιστεύομε πως αποτελεί ορατό γεγονός, όπως έχει λεχθεί. Είναι όμως και κάτι που συμβαίνει, χωρίς να το καταλαβαίνομε, και σε κάθε ψυχή. Γύρω δηλαδή από την καρδιά απλώνεται το κάλυμμα του σκότους, εννοώ τη φωτιά του κοσμικού πνεύματος, το οποίο δεν αφήνει ούτε το νου να πλησιάσει το Θεό, ούτε την ψυχή να προσευχηθεί ή να πιστέψει ή να αγαπήσει τον Κύριο, όπως θέλει. Όλων αυτών διδάσκαλος είναι η πείρα σ' εκείνους που εμπιστεύθηκαν αληθινά τον εαυτό τους στον Κύριο, τόσο με την επίμονη,προσευχή, όσο και με την ορμητική επίθεση κατά του διαβόλου.
38. Ραβδί παιδαγωγικό και λουρί μαστιγώσεως είναι ο άρχοντας του κόσμου τούτου σ' εκείνους που είναι πνευματικά νήπιοι. Σ' αυτούς, όπως και προηγουμένως είπαμε, προξενεί μεγάλη δόξα και περισσότερη τιμή με τις θλίψεις και τους πειρασμούς. Απ' αυτά δηλαδή αποκτούν αυτοί και την τελειότητα. Στον εαυτό του όμως ετοιμάζει περισσότερη και σκληρότερη κόλαση. Μέσω του διαβόλου οικονομείται ένα πολύ μεγάλο θείο σχέδιο· όπως είπε κάποιος, το κακό συνεργεί στο αγαθό, με όχι βέβαια καλή προαίρεση. Γιατί στις αγαθές και καλοπροαίρετες ψυχές, κι εκείνα που θεωρούνται λυπηρά καταλήγουν σε καλό, όπως είπε και ο Απόστολος: «Σ' αυτούς που αγαπούν το Θεό, όλα συνεργούν στο αγαθό»(Ρωμ. 8, 28).
39. Γι' αυτό αφέθηκε ελεύθερο αυτό το παιδαγωγικό ραβδί, για να γίνουν μ' αυτό τα σκεύη πιο στερεά, σαν να ψήνονται στο καμίνι, και να ξεχωρίσουν τα ακατάλληλα, τα οποία ως εύθραυστα δε θα αντέξουν στην πύρωση. Επειδή και ο διάβολος είναι δούλος και κτίσμα του Θεού, δεν πειράζει κατά την κρίση του, ούτε επιφέρει θλίψεις όσο θέλει, αλλά όσο του επιτρέψει κατά παραχώρηση ο Θεός. Γιατί ο Κύριος γνωρίζει ακριβώς την κατάσταση του καθενός και πόση δύναμη έχει ο καθένας, και τόση δοκιμασία παραχωρεί, όπως φρονεί και ο Απόστολος που λέει: «Ο Θεός κρατάει τις υποσχέσεις Του και δε θα αφήσει να δοκιμάσετε πειρασμό που να ξεπερνά τις δυνάμεις σας, αλλά, όταν έρθει πειρασμός, θα δώσει μαζί και τη διέξοδο, ώστε να μπορέσετε να τον υπομείνετε»(Α΄ Κορ. 10, 13).
40. Εκείνος που ζητά και χτυπά την θύρα και αιτεί μέχρι τέλους(Ματθ. 7, 8), σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου, επιτυγχάνει τα αιτήματά του. Μόνο ας έχει θάρρος να ζητά αδιάλειπτα με το νου και με το στόμα, και να επιμένει ανένδοτα στη σωματική λατρεία του Θεού, χωρίς να περιπλέκεται στα κοσμικά πράγματα, ούτε να ευχαριστείται με τα πάθη της κακίας.
Γιατί είναι αψευδής Εκείνος που είπε: «Κάθε τι που θα μου ζητήσετε στην προσευχή με πίστη, θα το λάβετε»(Ματθ. 21, 22). Εκείνοι τώρα που λένε ότι και αν κάνει κανείς όλα τα διαταγμένα, αλλά δε λάβει τη θεία χάρη σ' αυτόν τον κόσμο, δεν ωφελήθηκε τίποτε, νομίζουν και λένε εσφαλμένα και ασύμφωνα με τις θείες Γραφές.
Γιατί δεν είναι άδικος ο Θεός, ώστε όταν εμείς κατορθώσομε ό,τι απαιτείται από μας, Αυτός να μην κάνει ό,τι αφορά Εκείνον. Φρόντιζε μονάχα τότε, όταν η ψυχή θα χωρίζεται από το άθλιο αυτό σώμα, να βρεθείς αγωνιζόμενος, γεμάτος σπουδή κι απαντοχή της θείας υποσχέσεως, καρτερικός, γεμάτος πίστη, και να ζητάς με διάκριση.
Και εγώ σου λέω, και πίστεψέ το, ότι θα φύγεις από τη ζωή με χαρά, θα έχεις παρρησία και θα αποδειχθείς άξιος της βασιλείας. Γιατί ένας τέτοιος άνθρωπος βρίσκεται ήδη σε κοινωνία με το Θεό ανεπαίσθητα, με την πίστη δηλαδή και την προθυμία. Όπως δηλαδή εκείνος που βλέπει μιά γυναίκα με πονηρή επιθυμία, ήδη έχει διαπράξει μέσα του μοιχεία μ' αυτήν(Ματθ. 5, 28), και μ' όλο που δε μολύνθηκε στο σώμα, θεωρείται ήδη μοιχός, έτσι και εκείνος που αποστράφηκε με την καρδιά του τα πονηρά και συνδέεται με τον Κύριο με πόθο και αναζήτηση, με επιμονή και θεοφιλή διάθεση, βρίσκεται ήδη κάπως σε κοινωνία με το Θεό, και έχει λάβει μεγάλο δώρο από Αυτόν το να επιμένει στην προσευχή και στον καλό ζήλο και στη φιλάρετη ζωή. Αν ακόμη και ένα ποτήρι κρύο νερό που δίνομε δε μένει χωρίς μισθό(Ματθ. 10, 42), πόσο περισσότερο δε θα δώσει ο Θεός ό,τι υποσχέθηκε σ' εκείνους που είναι προσηλωμένοι σ' Αυτόν μέρα και νύχτα και τον παρακαλούν;
41. Σ' εκείνους που απορούν λέγοντας ότι «έρχεται μέρα που και μίσος έχω κατά του αδελφού, ή και άλλα κακά μού έρχονται στο νου, τα οποία μου συμβαίνουν και χωρίς να θέλω», πρέπει να ειπωθούν τα εξής: Όλος ο αγώνας και η επιμέλεια του ανθρώπου ας είναι να αντιστέκεται στον πονηρό και στους πονηρούς λογισμούς.
Είναι όμως αδύνατον, όπου είναι το σκοτάδι των παθών και ο θάνατος, δηλαδή το σαρκικό φρόνημα, να μην παρουσιάζεται και κάποιος ιδιαίτερος καρπός της κακίας, κρυφά ή φανερά. Ένα τραύμα που υπάρχει στο σώμα, μέχρις ότου γιατρευθεί τελείως, είναι αδύνατο να μη βγάζει έστω και λίγο πύον, ή να μην είναι υγρό και να σαπίζει, ή να μη φουσκώνει και να πρήζεται, παρ' όλο που του γίνεται θεραπεία και δεν παραλείπεται τίποτε απ' όσα συντελούν στην περιποίησή του· αν μάλιστα παραμεληθεί, φέρνει σήψη και καμιά φορά τέλεια καταστροφή σε όλο το σώμα.
Κατά τον ίδιο τρόπο εννόησε ότι και τα πάθη της ψυχής, αν και απορροφούν πολλή φροντίδα μας, εντούτοις επιμένουν να σιγοκαίνε εσωτερικά. Αλλά με την επίμονη επιμέλεια, με τη χάρη και τη βοήθεια του Χριστού, θεραπεύονται εντελώς. Γιατί υπάρχει ένας κρυφός ρύπος και ένα πυκνό σκοτάδι των παθών, το οποίο παρά την καθαρή φύση του ανθρώπου διείσδυσε κρυφά με την παράβαση του Αδάμ σ' όλη την ανθρωπότητα, και αυτό θολώνει και καταμολύνει και το σώμα και την ψυχή.
Αλλά καθώς το σίδερο καθαρίζεται όταν πυρώνεται και σφυροκοπιέται, ή όταν ο χρυσός ανακατωθεί με χαλκό ή σίδερο, μόνο με τη φωτιά ξεχωρίζεται, έτσι και η ψυχή καθαρίζεται από κάθε πάθος και κάθε αμαρτία όταν πυρώνεται και χτυπιέται από το αγαθό πνεύμα με τα άχραντα πάθη του Σωτήρα.
42. Όπως πολλά λυχνάρια, ενώ ανάφθηκαν με το ίδιο λάδι και την ίδια φωτιά, δεν βγάζουν το ίδιο φως, έτσι και τα χαρίσματα που προέρχονται από διάφορα κατορθώματα, έχουν διαφορετική λάμψη του αγαθού Πνεύματος. Ή όπως σε μιά πόλη όπου είναι πολλοί και τρώνε το ίδιο ψωμί και πίνουν το ίδιο νερό, άλλοι είναι άνδρες, άλλοι νήπια, άλλοι παιδιά και άλλοι γέροντες, και έχουν μεταξύ τους μεγάλες διαφορές· ή όπως το σιτάρι που είναι σπαρμένο στο ίδιο χωράφι, δίνει διαφορετικά στάχυα, ωστόσο μαζεύεται στο ίδιο αλώνι και αποθηκεύεται στην ίδια αποθήκη, έτσι κατά την ανάσταση των νεκρών θα είναι και η διαφορά της δόξας εκείνων που θα αναστηθούν, οι οποίοι θα δοξάζονται και θα γνωρίζονται ανάλογα με την αξία των κατορθωμάτων τους και ανάλογα με τη μέθεξη του θείου Πνεύματος που θα έχει ήδη κατοικήσει από εδώ σ' αυτούς. Και αυτό σημαίνει το: «Αστέρι από αστέρι διαφέρει στη λάμψη»(Α΄ Κορ. 15, 41).
43. Αν και υπάρχουν άστρα μικρότερα από άλλα, ωστόσο λάμπουν με το ίδιο φως. Η εικόνα λοιπόν είναι φανερή. Τούτο μόνο να φροντίζει ο καθένας, αφού γεννηθεί από το Άγιο Πνεύμα, να ξεπλυθεί από την αμαρτία που βρίσκεται μέσα του. Γιατί και αυτή η γέννηση που γίνεται από το Άγιο πνεύμα, έχει βέβαια μια μερική τελειότητα, και στη μορφή και στην αρτιμέλεια, όχι όμως και στη δύναμη ή στο νου ή στην ανδρεία.
Και εκείνος που φτάνει στην πλήρη ανάπτυξη του τέλειου άνδρα(Εφ. 4, 13), καταργεί φυσικά τους τρόπους του νηπίου(Α΄ Κορ. 13, 11). Και αυτό είναι που λέει ο Απόστολος: «Οι γλώσσες κάποτε θα πάψουν να υπάρχουν, το ίδιο και οι προφητείες»(Α΄Κορ. 13, 8). Όπως δηλαδή εκείνος που έγινε ήδη άνδρας, δεν καταδέχεται πλέον να τρώει και να μιλά σαν παιδί, αλλά αυτό το θεωρεί ανάξιό του, γιατί άλλαξε πλέον συμπεριφορά, έτσι και εκείνος που προχωρεί στην τελείωση των ευαγγελικών κατορθωμάτων, αφήνει τη νηπιότητά του και καταλήγει στην τελειότητα. Όπως λέει πάλι ο θείος Απόστολος: «Όταν έγινα άνδρας, κατάργησα τους τρόπους του νηπίου»(Α΄ Κορ. 13, 11).
44. Εκείνο που γεννιέται από το πνεύμα είναι κατά κάποιο τρόπο τέλειο, καθώς δείξαμε· όπως ένα νήπιο το λέμε τέλειο, όταν έχει αρτιμέλεια. Πλήν όμως ο Κύριος δεν δίνει το πνεύμα και τη χάρη για να περιπέσει κανείς σε αμαρτίες. Οι άνθρωποι μόνοι τους γίνονται αίτιοι των κακών στους εαυτούς των, γιατί δεν ακολουθούν τη χάρη και γι' αυτό κυριεύονται από τα κακά. Επειδή μπορεί και από δικούς του και φυσικούς λογισμούς να γλιστράει ο άνθρωπος, από αμέλεια ή καταφρόνηση ή και από υψηλοφροσύνη.
Άκου τι λέει ο Παύλος: «Για να μην υπερηφανεύομαι, μου δόθηκε ένα αγκάθι στο σώμα, ένας άγγελος του σατανά»(Β΄ Κορ. 12, 7). Βλέπεις ότι και εκείνοι που έφτασαν σε τέτοια υψηλά μέτρα έχουν ανάγκη προφυλάξεως; Εξάλλου, αν δε δώσει ο άνθρωπος αφορμή στο σατανά, δεν μπορεί αυτός να κυριαρχήσει πάνω του με τη βία. Γι' αυτό το λόγο κανείς δεν είναι με βεβαιότητα του Χριστού ή του σατανά· αλλά αν παραμείνει με τη χάρη ως το τέλος, πηγαίνει με το μέρος του Χριστού, ενώ αν δεν κάνει έτσι, τότε ακόμη και αν γεννήθηκε από το πνεύμα κι αν έγινε μέτοχος του Αγίου Πνεύματος, θα ακολουθήσει το θέλημα του σατανά με δική του ευθύνη. Γιατί αν είτε ο Κύριος, είτε ο σατανάς έπαιρναν μαζί τους τον άνθρωπο με τη βία, αυτός δε θα ήταν αίτιος ούτε στην κόλαση να ριχτεί, ούτε τη βασιλεία να κερδίσει.
45. Ο φίλος της αρετής πρέπει να έχει πολλή διάκριση, ώστε να γνωρίζει καλά τη διαφορά του καλού και του κακού και να ελέγχει και να κατανοεί τα ποικίλα τεχνάσματα του πονηρού, ο οποίος συνηθίζει να εξαπατά τους περισσότερους με αληθοφανείς φαντασίες. Πλην όμως η επιφύλαξη είναι πάντοτε ωφέλιμη.
Όπως δηλαδή κανείς που θέλει να βεβαιωθεί για τη σωφροσύνη της γυναίκας του, πηγαίνει σ' αυτήν νύχτα σαν ξένος, και αν δει ότι τον διώχνει, χαίρεται που είναι απλησίαστη και επιδοκιμάζει την επιφυλακτικότητά της, έτσι πρέπει κι εμείς να είμαστε επιφυλακτικοί κατά τις επισκέψεις των νοερών δυνάμεων.
Γιατί αν απωθήσεις τους ουρανίους, περισσότερο θα ευχαριστηθούν και θα σε ετοιμάσουν να μετάσχεις σε περισσότερη χάρη και θα σε γεμίσουν πνευματική απόλαυση, με το να πάρουν απόδειξη από τη στάση σου για την προς τον Κύριο αγάπη σου. Μη λοιπόν από διανοητική ελαφρότητα ανοίγεσαι αμέσως σε νοερές επισκέψεις, ακόμη και αν είναι οι ουράνιοι Άγγελοι, αλλά μένε σταθερός και υπόβαλέ τα όλα αυτά σε αυστηρό έλεγχο.
Και έτσι, δεχόμενος το καλό και απωθώντας το κακό, θα κάνεις να αυξηθούν μέσα σου οι εκδηλώσεις της χάρης, τις οποίες η αμαρτία, όσο και αν υποκρίνεται το πρόσωπο του αγαθού, δεν μπορεί διόλου να δώσει. Γιατί, όπως λέει ο Απόστολος, γνωρίζει ο σατανάς να μετασχηματίζεται σε φωτεινό άγγελο(Β΄ Κορ. 11, 14), για να εξαπατήσει· αλλά και αν παρουσιαστεί με λαμπρή εμφάνιση, δεν μπορεί, όπως είπαμε, να δώσει αγαθή ενέργεια, και από αυτό φανερώνεται το ψεύτικο προσωπείο του.
Ούτε δηλαδή αγάπη στο Θεό ή στον πλησίον, ούτε πραότητα, ούτε ταπείνωση, ούτε χαρά, ούτε ειρήνη, ούτε καθαρότητα λογισμών, ούτε μίσος του κόσμου, ούτε ανάπαυση πνευματική, ούτε επιθυμία των ουρανίων μπορεί να προξενήσει, ούτε να καταστείλει τις ηδονές και τα πάθη. Όλα αυτά είναι ολοφάνερα ενεργήματα της χάρης· όπως λέει και ο Απόστολος, οι καρποί του Πνεύματος είναι αγάπη, χαρά, ειρήνη κλπ.(Γαλ. 5, 22).
Αντίθετα, ίσως και έπαρση και υψηλοφροσύνη είναι πολύ επιτήδειος και ικανός να προκαλέσει. Από την ενέργεια λοιπόν θα καταλάβεις αν το φως που έλαμψε στην ψυχή σου είναι από το Θεό ή από το σατανά. Αλλά και αυτή η ίδια η ψυχή, αν έχει δυνατή διάκριση, ευθύς από τη νοερή αίσθηση αναγνωρίζει τη διαφορά. Όπως το ξύδι και το κρασί στην όραση είναι τα ίδια, μετά τη γεύση όμως τα διακρίνει ο λάρυγγας, έτσι και η ψυχή από αυτή τη νοερή αίσθηση και ενέργεια μπορεί να διακρίνει τα χαρίσματα του Πνεύματος και τα φαντάσματα του σατανά.
46. Είναι ανάγκη η ψυχή να παρατηρεί και να βλέπει άριστα μπροστά της μην τυχόν και στο ελάχιστο κυριευθεί από τη δύναμη του εχθρού. Όπως όταν κάποιο ζώο πιαστεί στην παγίδα από το ένα πόδι, αναγκαστικά λυγίζει όλο και πέφτει στα χέρια των κυνηγών, έτσι συμβαίνει συνήθως και στην ψυχή από τους δαίμονες. Και αυτό το φανερώνει ο Προφήτης λέγοντας: «Ετοίμασαν παγίδα στα πόδια μου και λύγισαν την ψυχή μου»(Ψαλμ. 56, 7).
47. Εκείνος που θέλει να μπει από τη στενή πύλη(Ματθ. 7, 13) στο σπίτι του ισχυρού διαβόλου και να αρπάξει τα σκεύη του(Ματθ. 12, 29), δεν πρέπει να επιθυμεί τη μαλθακότητα και τον όγκο του σώματος, αλλά να ενδυναμώνεται από το αγαθό πνεύμα και να θυμάται πάντοτε Εκείνον που είπε ότι «σάρκα και αίμα δε θα κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού»(Α΄ Κορ. 15, 50). Πώς πρέπει όμως να ενδυναμωθούμε από το Πνεύμα; Ας προσέξομε τον Απόστολο, που λέει ότι η σοφία του Θεού θεωρείται μωρία από τους ανθρώπους(Α΄ Κορ. 1, 23-24).
Επίσης και ο Προφήτης λέει: «Είδα τον Υιό του ανθρώπου, και η μορφή του ήταν χωρίς καμιά τιμή, καταφρονεμένη όσο κανενός άλλου ανθρώπου»(Ησ. 53, 3). Πρέπει λοιπόν εκείνος που θέλει να γίνει υιός του Θεού, να υποστεί πρώτα την ίδια ταπείνωση, να θεωρηθεί μωρός και άτιμος, να μην αποστρέφει το πρόσωπό του από φτυσίματα(Ησ. 50, 6), να μην κυνηγά ούτε δόξα, ούτε ομορφιά ή κάτι παρόμοιο αυτού του κόσμου, να μην έχει που να γείρει το κεφάλι(Ματθ. 8, 20), να ονειδίζεται και να εξουθενώνεται, να τον έχουν όλοι για περιφρόνηση και παραγκωνισμό, να αντιμετωπίζει κρυφό και φανερό πόλεμο, ακόμη και νοερό.
Και τότε ο ίδιος ο Υιός του Θεού, Εκείνος που είπε: «Θα κατοικήσω μέσα σας και θα βαδίσω μαζί σας»(Λευϊτ. 26, 12), θα φανερωθεί στην καρδιά του και θα του δώσει δύναμη και ισχύ, ώστε να δέσει τον ισχυρό και να αρπάξει τα σκεύη του, και να πατήσει πάνω στην ασπίδα και στο βασιλίσκο(Ψαλμ. 90, 13), και πάνω σε σκορπιούς και φίδια(Λουκ. 10, 19).
48. Δεν είναι μικρός ο αγώνας που χρειάζεται για να συντρίψομε το θάνατο. Λέει βέβαια ο Κύριος: «Η βασιλεία του Θεού είναι μέσα σας»(Λουκ. 17, 21), βρίσκεται όμως κατά κάποιο τρόπο και ο θάνατος μέσα μας, ο οποίος μας πολεμά και μας αιχμαλωτίζει. Ας μην υποχωρεί λοιπόν διόλου η ψυχή, μέχρις ότου νεκρώσει εκείνον που την αιχμαλωτίζει. Και τότε θα φύγει κάθε πόνος, λύπη και στεναγμός(Ησ. 35, 10), γιατί θ' αναβλύσει νερό στη διψασμένη γη και η έρημος θα γεμίσει πηγές υδάτων(Ησ. 41, 18).
Επειδή ο Κύριος υποσχέθηκε να γεμίσει την έρημο-καρδιά με ζωντανό νερό· πρώτα διά μέσου του Προφήτη που λέει: «Εγώ θα δώσω νερό σ' εκείνους που βαδίζουν στην κατάξερη έρημο και διψούνε»(Ησ. 44, 3), έπειτα και με όσα λέει ο Ίδιος: «Όποιος πίνει από το νερό που εγώ θα του δώσω, δε θα διψάσει στον αιώνα»(Ιω. 4, 14).
49. Η ψυχή που είναι ευάλωτη από την ακηδία, είναι φανερό ότι κατέχεται και από την απιστία· γι' αυτό αναβάλλει από μέρα σε μέρα και δε δέχεται το λόγο του Θεού. Πολλές φορές μάλιστα δίνει φτερά στον εαυτό της με όνειρα, και δεν εννοεί τον πόλεμο που συμβαίνει μέσα της, γιατί την έχει κυριέψει η οίηση. Η οποία οίηση είναι αναπηρία της ψυχής, που δεν την αφήνει καθόλου να δει την αδυναμία της.
50. Όπως το νεογέννητο βρέφος είναι εικόνα του τέλειου άνδρα, έτσι ακριβώς και η ψυχή είναι εικόνα του Θεού που την έπλασε. Όπως λοιπόν το παιδί όσο μεγαλώνει, τόσο γνωρίζει τον πατέρα του, και όταν φτάσει σε ηλικία, τότε φαίνονται καθαρά τα χαρακτηριστικά του πατέρα στο γιο και του γιου στον πατέρα, και του φανερώνεται η πατρική περιουσία, έτσι και η ψυχή πριν από την παρακοή, έμελλε να προοδεύει και να φτάσει σε τέλειο άνδρα(Εφ. 4, 13). Εξαιτίας όμως της παρακοής βυθίστηκε σε πέλαγος λησμοσύνης και σε βυθό πλάνης και κατοίκησε στις πύλες του άδη.
Αφού λοιπόν απομακρύνθηκε σε τόσο μεγάλη απόσταση η ψυχή από το Θεό, δεν μπορούσε πιά να πλησιάσει και να γνωρίσει ορθά τον Πλάστη. Ο Θεός όμως την καλούσε να επιστρέψει κοντά Του, και την οδηγούσε στην επίγνωσή Του, αρχικά διά μέσου των Προφητών, και στο τέλος αφού ήρθε ο ίδιος. Αφαίρεσε τότε τη λησμοσύνη και την πλάνη.
Κατόπιν, αφού έσπασε και τις πύλες του άδη, μπήκε στην πλανεμένη ψυχή, δίνοντας σ' αυτήν παράδειγμα τον εαυτό Του, μέσω του Οποίου θα της είναι δυνατό να φτάσει στην πλήρη ωριμότητα και στην τελειότητα του Πνεύματος. Υποβάλλεται λοιπόν σε πειρασμό ο Λόγος του Θεού από τον πονηρό(Ματθ. 4, 1) κατ' οικονομίαν.
Έπειτα υπομένει ονειδισμούς, εξευτελισμούς, ύβρεις, ραπίσματα από εκείνους τους θρασείς, και τέλος δέχεται ακόμη και σταυρικό θάνατο(Ματθ. 27, 26-30), για να μας υποδείξει, όπως είπαμε, ποιά διάθεση πρέπει να έχομε προς εκείνους που μας ονειδίζουν, μας εξευτελίζουν ή επιδιώκουν ακόμη και το θάνατό μας. Να γίνει δηλαδή απέναντί τους και ο άνθρωπος σαν κουφός και άλαλος, χωρίς να ανοίγει το στόμα του(Ψαλμ. 37, 14), ώστε βλέποντας την ενέργεια και την επιδεξιότητα της πονηρίας, και σαν να είναι καρφωμένος στο σταυρό, να φωνάξει με πολύ δυνατή φωνή σ' Εκείνον που μπορεί να τον λυτρώσει από τον θάνατο(Εβρ. 5, 7), και να πει: «Καθάρισέ με από τα κρυμμένα πάθη μου· αν αυτά δεν κυριαρχήσουν πάνω μου, τότε θα είμαι άμεμπτος»(Ψαλμ. 18, 13-14).
Τότε λοιπόν, αφού γίνει άμεμπτος, βρίσκει Εκείνον που διέταξε στην εξουσία του τα πάντα(Ψαλμ. 8, 6), και βασιλεύει και αναπαύεται μαζί με το Χριστό(Β΄ Τιμ. 2, 12). Εξαιτίας της παρακοής έχουν καταπιεί την ψυχή υλικοί και ακάθαρτοι λογισμοί και έγινε σαν να μην έχει λογικό. Ώστε χρειάζεται όχι λίγος κόπος για να σηκωθεί πάνω από αυτό το σωρό και να εννοήσει καλά την επιδεξιότητα της πονηρίας, και ξεφεύγοντάς την να συγκραθεί με τον άναρχο νου.
51. Αν θέλεις να επιστρέψεις στον εαυτό σου, άνθρωπε, και να αποκτήσεις τη δόξα που είχες στην αρχή και που χάθηκε λόγω της παρακοής, κάνε το εξής: Όπως παραμέλησες τις εντολές του Θεού και έδωσες προσοχή στις διαταγές και τη συμβουλή του εχθρού, έτσι τώρα αφού απομακρυνθείς από εκείνον στον οποίο υπάκουσες, επίστρεψε στον Κύριο.
Αλλά, γνώριζε ότι με πολύ κόπο και ιδρώτα του προσώπου σου(Γεν. 3, 19) θα πάρεις πίσω τον πλούτο σου. Δεν είναι ωφέλιμη για σένα η χωρίς κόπο απόκτηση του αγαθού, γιατί παίρνοντας στην αρχή χωρίς κόπους και ιδρώτα, έχασες ό,τι πήρες και παρέδωσες στον εχθρό την κληρονομιά σου.
Ας εννοήσομε λοιπόν ο καθένας τι χάσαμε και ας θρηνήσομε σαν τον Προφήτη, γιατί πραγματικά η κληρονομιά μας δόθηκε σε εχθρούς και τα σπίτια μας σε ξένους(Θρ. Ιερ. 5, 2). Και αυτό επειδή παρακούμε την εντολή και υποχωρούμε στα θελήματά μας και ευχαριστιόμαστε με τους ακάθαρτους και γήινους λογισμούς, οπότε και η ψυχή μας βρίσκεται σε μεγάλη απόσταση από το Θεό και μοιάζομε με ορφανούς που δεν έχουν πατέρα.
Όποιος λοιπόν νοιάζεται για την ψυχή του, πρέπει να αγωνιστεί με όλη του τη δύναμη να ανατρέπει λογισμούς πονηρούς και κάθε τι που ορθώνεται με αλαζονεία κατά της γνώσεως του Θεού(Β΄ Κορ. 10, 5), και να βιάζει τον εαυτό του να διατηρεί το ναό του Θεού άσπιλο. Τότε έρχεται Εκείνος που υποσχέθηκε ότι θα κατοικήσει μέσα μας και θα περπατήσει μαζί μας(Λευϊτ. 26, 12). Και τότε παίρνει στα χέρια της την κληρονομιά η ψυχή και καταξιώνεται να γίνει ναός Θεού. Γιατί ο ίδιος ο Θεός, αφού με το στράτευμά Του διώξει τον πονηρό, θα βασιλέψει στο εξής μέσα μας.
52. Ο λόγος που ειπώθηκε από το Δημιουργό προς τον Κάιν με τη φανερή διατύπωση: «Η ζωή σου στη γη θα είναι γεμάτη στεναγμούς, τρόμο και αγωνία», είναι τύπος και εικόνα, κατά το μυστικό του περιεχόμενο, όλων των αμαρτωλών. Το γένος δηλαδή του Αδάμ, μετά την παράβαση της εντολής, έγινε ένοχο αμαρτιών και έτσι ταλαντεύεται από άστατους λογισμούς και είναι γεμάτο από φόβο, δειλία και ταραχή, καθώς ο σατανάς με ποικίλες επιθυμίες και ηδονές κλυδωνίζει κάθε ψυχή που δεν έχει γεννηθεί από το Θεό και την περιστρέφει σαν το σιτάρι στο κόσκινο.
Αλλά και ο ίδιος ο Κύριος, θέλοντας να δείξει ότι εκείνοι που ακολουθούν τα θελήματα του πονηρού, διατηρούν την εικόνα της κακίας του Κάιν, ελέγχοντάς τους, έλεγε: «Εσείς θέλετε να εκτελείτε τις επιθυμίες του πατέρα σας του ανθρωποκτόνου. Εκείνος ήταν ανθρωποκτόνος από την αρχή και δε στάθηκε ποτέ μέσα στην αλήθεια».
53. Πρέπει να συλλογιζόμαστε, πως η θέα του επίγειου βασιλιά είναι ποθητή και την επιδιώκουν με κάθε τρόπο οι άνθρωποι, και πως καθένας που έρχεται στην πόλη όπου είναι ο βασιλιάς, επιθυμεί να δει και μόνο της στολής του την πολυτέλεια και τη φιλόδοξη επίδειξη. Μόνο οι πνευματικοί άνθρωποι αδιαφορούν γι' αυτά και τα περιφρονούν, επειδή έχουν πληγωθεί από άλλο κάλλος και επιθυμούν άλλη δόξα.
Αν λοιπόν στους σαρκικούς ανθρώπους, η θέα του θνητού βασιλιά είναι τόσο επιθυμητή, πόσο περισσότερο πολυέραστη θα είναι η θέα του αθάνατου Βασιλιά σ' εκείνους που έσταξε μέσα τους μία σταγόνα του θείου Πνεύματος, και πλήγωσε την καρδιά τους θεϊκός έρωτας; Γι' αυτό και ελευθερώνουν τον εαυτό τους από κάθε φιλία του κόσμου, για να μπορέσουν να έχουν εκείνο τον πόθο παντοτινά μέσα στην καρδιά τους και κανένα άλλον πέρα από αυτόν.
Και είναι πολύ λίγοι εκείνοι που στην καλή αρχή βάζουν και καλό τέλος και μένουν ως το τέλος χωρίς να σκοντάψουν. Γιατί πολλοί έρχονται σε κατάνυξη και πολλοί γίνονται μέτοχοι της ουράνιας χάρης και πληγώνονται με θείο έρωτα.
Αλλά επειδή δεν υπέφεραν τους ακόλουθους κόπους και τους πειρασμούς του πονηρού, ο οποίος επιτίθεται με πολλά και ποικίλα τεχνάσματα, έμειναν στον κόσμο και βούλιαξαν στο βυθό του, από χαυνότητα και αδυναμία της γνώμης τους, ή και γιατί αιχμαλωτίσθηκαν από κάποια εμπαθή κλίση σε κάτι γήινο. Γιατί όσοι θέλουν να τρέξουν με ασφάλεια μέχρι τέλους το δρόμο, δεν ανέχονται να αναμείξουν άλλον έρωτα και άλλη αγάπη με εκείνη την επουράνια.
54. Όπως είναι μεγάλα και απερίγραπτα τα αγαθά που μας υποσχέθηκε ο Θεός, έτσι χρειάζονται και πολλούς κόπους και αγώνες, σε συνδυασμό με ελπίδα και πίστη. Και αυτό είναι φανερό από τα εξής λόγια του Κυρίου: «Όποιος θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί τον εαυτό του, ας σηκώσει το σταυρό του και ας με ακολουθεί»(Ματθ. 16, 24), και: «Αν κάποιος δε μισήσει και πατέρα και μητέρα και αδέλφια και γυναίκα και παιδιά, ακόμη και την ίδια την ψυχή του, δεν μπορεί να είναι μαθητής μου»(Λουκ. 14, 26).
Οι περισσότεροι άνθρωποι είναι τόσο ανόητοι, ώστε θέλουν να αποκτήσουν την ουράνια βασιλεία και να κληρονομήσουν την αιώνια ζωή και να βασιλέψουν χωρίς τέλος μαζί με το Χριστό —πράγμα μέγα και πάνω από κάθε έννοια—, χωρίς να πάψουν να ζούνε με τα δικά τους θελήματα και να ακολουθούν αυτά, ή μάλλον εκείνον που σπέρνει αυτά που είναι μάταια και ολοφάνερα βλαβερά.
55. Αυτοί είναι που παραμένουν μέχρι το τέλος άπτωτοι, όποιοι δηλαδή μίσησαν ολότελα όλες τις επιθυμίες του κόσμου και τους εαυτούς των, τις φαντασιώσεις του κόσμου και τις ηδονές και τις κοσμικές ασχολίες. Γιατί αυτό θα πει να απαρνηθείς τον εαυτό σου(Ματθ. 16, 24). Ώστε με τη δική του θέληση ο καθένας διώχνεται από τη βασιλεία, επειδή δηλαδή δεν προτίμησε αληθινά τους κόπους και δεν απαρνήθηκε τον εαυτό του, αλλά θέλει μαζί με το θεϊκό πόθο να δοκιμάζει και μερικές ευχαριστήσεις αυτού του κόσμου και να μην αφήνει το θέλημά του να κλίνει ακέραιο στο Θεό.
Τούτο θα γίνει σαφές μ' ένα παράδειγμα: Εξετάζοντας τα πράγματα καθένας διακρίνει και δεν του διαφεύγει ότι είναι άτοπο αυτό που πάει να κάνει. Πρώτα δηλαδή νιώθει στην καρδιά του την αμφιβολία, και η ζυγαριά της συνειδήσεως κλίνει φανερά προς το μέρος είτε της αγάπης του Θεού είτε της αγάπης του κόσμου, και τότε εκδηλώνεται εξωτερικά.
Φιλονεικεί, ας πούμε, κάποιος με έναν αδελφό και εξετάζοντας διακρίνει, όπως ειπώθηκε, ότι πρώτα συγκρούεται με τον εαυτό του και αντιλέγει: «Να μιλήσω ή να μη μιλήσω; Να απαντήσω σ' αυτές τις βρισιές που μου είπε; Ή καλύτερα να σωπάσω;». Έτσι δηλαδή και τις εντολές του Θεού ακολουθεί, αλλά και δεν εγκαταλείπει τη δική του γνώμη, ούτε προτιμά να απαρνηθεί εντελώς τον εαυτό του.
Αν λοιπόν η ζυγαριά της καρδιάς γείρει έστω και λίγο προς το μέρος της αγάπης του κόσμου, αμέσως ο κακός λόγος φτάνει μέχρι τα χείλη. Κατόπιν ο νους τεντώνεται σαν τόξο από μέσα και χτυπά τον πλησίον με τα λόγια, και το κακό φτάνει στα χέρια, καμιά φορά και σε τραύματα, αλλά και μέχρι το φόνο.
Βλέπομε λοιπόν από που άρχισε και που έφτασε μια μικρή κίνηση της ψυχής. Έτσι συμβαίνει σε κάθε αμάρτημα και πράξη, όπου η κακία κολακεύει και χαϊδεύει το θέλημα της ψυχής με κοσμικές επιθυμίες και σαρκικές ηδονές. Έτσι γίνεται και η μοιχεία, έτσι και η κλοπή, έτσι και η πλεονεξία, έτσι και η κενοδοξία, έτσι το οποιοδήποτε κακό.
56. Και αυτές οι καλές πράξεις ακόμα, πολλές φορές γίνονται από κενοδοξία, η οποία κρίνεται από το Θεό όπως και η κλοπή και η αδικία και τα άλλα αμαρτήματα. Γιατί λέει η Γραφή: «Ο Θεός διασκόρπισε τα κόκκαλα των ανθρωπαρέσκων»(Ψαλμ. 52, 6). Ώστε και με τις καλές πράξεις επιδιώκει ο εχθρός να υπηρετείται και να λατρεύεται, ο απατεώνας και πανούργος και διεστραμμένος και πολυμήχανος.
57. Ό,τι αγάπησε κανείς αυτού του κόσμου, αυτό και βαραίνει τη διάνοιά του και κατά κάποιο τρόπο τη σύρει προς τα κάτω και την πιέζει και δεν την αφήνει να ανασηκωθεί. Γιατί αυτών των ανθρώπων τα σταθμά και η κλίση και η ζυγαριά του θελήματος είναι σαν να κρέμονται από την καρδιά τους, και από εδώ γίνεται έλεγχος και εξέταση όλου του ανθρώπινου γένους, δηλαδή των Χριστιανών που κατοικούν στις πόλεις ή στα όρη, στα μοναστήρια, στην ύπαιθρο ή στις ερήμους.
Αν δηλαδή κάποιος δελεάζεται θεληματικά από κάτι που αγαπά, αποκαλύπτεται ότι δεν παρέδωσε ακόμη όλη την αγάπη του στο Θεό. Αγάπησε ένας ας πούμε κτήματα, άλλος χρήματα, άλλος την κοιλιοδουλεία ή το να χαρίζεται στις επιθυμίες της σάρκας, άλλος αγάπησε τη σοφία των λόγων για πρόσκαιρη δόξα, άλλος τα αξιώματα, άλλος τις τιμές των ανθρώπων, άλλος την οργή και τη μνησικακία —γιατί το να παραδώσει κανείς τον εαυτό του στο πάθος, σημαίνει ότι το αγαπά.
Άλλος αγάπησε ανώφελες συζητήσεις, άλλος γενικά να αφήνει το νου του εδώ κι εκεί, ή να δίνει προσοχή σε λόγια μάταια ή να κάνει το δάσκαλο για ανθρώπινη δόξα. Άλλος πάλι κλίνει προς τη χαύνωση και την αμέλεια, άλλος ευχαριστείται να στολίζεται με ωραία ενδύματα· αυτός με τον ύπνο, εκείνος με την αστειολογία, και άλλος είναι δεμένος και κρατείται με κάποιο μικρό ή μεγάλο πράγμα του κόσμου και δεν έχει την ευχέρεια να ανασηκωθεί.
Γιατί όποιο πάθος δεν πολεμά κανείς γενναία και δεν του αντιστέκεται, μ' αυτό οπωσδήποτε ευχαριστείται. Και αυτό το πάθος τον κατέχει και τον σύρει προς τα κάτω και του γίνεται σαν αλυσίδα και βαρύς κλοιός της διάνοιάς του που δεν την αφήνει να ανυψώνεται προς το Θεό, μήτε μόνον Αυτόν να λατρεύει(Δευτ. 6, 13). Γιατί η ψυχή που αληθινά έστρεψε την ορμή της προς τον Κύριο, δίνει όλη την επιθυμία της σ' Αυτόν και απαρνείται τον εαυτό της και δεν ακολουθεί τα θελήματα του νου της.
58. Ας διδαχτούμε με παραδείγματα πώς χάνεται ο άνθρωπος με τη θέλησή του. Από αγάπη δηλαδή κάποιου κοσμικού πράγματος και στη φωτιά ρίχνεται, και στη θάλασσα βυθίζεται, και στην αιχμαλωσία δίνει τον εαυτό του. Ας υποθέσομε ότι πιάνει φωτιά ο αγρός ή το σπίτι κάποιου. Εκείνος λοιπόν που θέλει να σώσει τον εαυτό του, μόλις αντιληφθεί την πυρκαγιά, φεύγει γυμνός, αφήνοντάς τα όλα και μόνο για τη ζωή του φροντίζει.
Άλλος όμως που σκέφτηκε να πάρει και μερικά σκεύη από το σπίτι, έμεινε· και ενώ μάζευε τα σκεύη του, η φωτιά απλώθηκε σ' όλο το σπίτι, περικύκλωσε και αυτόν και τον έκαψε. Βλέπεις, πώς με τη θέλησή του, από αγάπη σε κάτι πρόσκαιρο, το οποίο αγάπησε παραπάνω από τον εαυτό του, χάθηκε από τη φωτιά; Άλλοι πάλι έτυχαν σε ναυάγιο. Εκείνος που θέλει να σώσει τον εαυτό του, γδύνεται και πέφτει γυμνός στο νερό, και έτσι καταφέρνει να σώσει τη ζωή του. Άλλος όμως που θέλησε να σώσει και κάτι από τα ρούχα του, καταποντίσθηκε μέσα στα νερά, και για μικρό κέρδος —τι συμφορά!— χάθηκε.
Και πάλι, ας υποθέσομε ότι ήρθε είδηση για έφοδο εχθρών· ένας μόλις το άκουσε, το έβαλε στα πόδια όπως βρισκόταν, και έφυγε χωρίς να φροντίσει για κανένα από τα πράγματά του, ενώ άλλος δεν το πολυπίστεψε, ή θέλησε να πάρει μαζί του και μερικά πράγματα, και αφού καθυστέρησε, πιάστηκε από τους εχθρούς. Βλέπεις ότι με τη θέλησή του κανείς, από αμέλεια ή προσήλωση σε κάτι κοσμικό, χάνει και το σώμα και την ψυχή;
59. Είναι λίγοι πράγματι εκείνοι που απέκτησαν την τέλεια αγάπη προς το Θεό και έχουν για μηδέν όλες τις ηδονές και τις επιθυμίες του κόσμου και υπομένουν τους πειρασμούς του πονηρού με μακροθυμία. Αλλά δεν πρέπει γι' αυτό να απελπιστούμε, ούτε να αδιαφορήσομε για την αγαθή ελπίδα. Γιατί αν και πολλά πλοία ναυαγούν, αλλά υπάρχουν και άλλα που περνούν την τρικυμία και φτάνουν στο λιμάνι.
Γι' αυτό έχομε ανάγκη από πολλή πίστη, υπομονή, προσοχή και αγώνες. Ακόμη και από πείνα και δίψα του καλού με πολλή σύνεση και διάκριση, αλλά και από σφοδρότητα και αναίδεια στην προσευχή. Οι περισσότεροι άνθρωποι θέλουν να επιτύχουν τη βασιλεία χωρίς κόπους και ιδρώτα.
Μακαρίζουν βέβαια τους Αγίους και επιθυμούν την τιμή και τα χαρίσματά τους, αλλά δεν θέλουν να μετέχουν σε ίσο βαθμό στις θλίψεις, στους κόπους και στα παθήματά τους. Τη βασιλεία την επιθυμούν και πόρνες και τελώνες και κάθε άνθρωπος, αλλά γι' αυτό είναι οι πειρασμοί και οι δοκιμασίες, για να φανερωθεί ποιοι αγάπησαν αληθινά τον Κύριό τους, ώστε δίκαια να κληρονομήσουν τη βασιλεία των ουρανών.
60. Πρέπει να γνωρίζεις ότι μέσα στις θλίψεις και στα παθήματα, στην υπομονή και στην πίστη, είναι κρυμμένες oι υποσχέσεις του Θεού, όπως επίσης και η δόξα και η απόκτηση των ουρανίων αγαθών. Γιατί και το σιτάρι που σπέρνεται στη γη ή και το δένδρο που μπολιάζεται, είναι ανάγκη να δοθεί πρώτα στη σήψη και στην ατιμία, φαινομενικά, και έτσι να απολαύσομε την ομορφιά και τον πολλαπλάσιο καρπό τους.
Αν όμως δεν περνούσαν από τη σήψη εκείνη και τη φαινομενική ατιμία, δε θα είχαν ύστερα εκείνη την άκρα ωραιότητα και ομορφιά. Το ίδιο νόημα εκφράζει και ο Απόστολος: «Πρέπει να περάσομε πολλές θλίψεις για να μπούμε στη βασιλεία του Θεού»(Πράξ. 14, 22). Και ο Κύριος λέει: «Με την υπομονή σας θα σώσετε τις ψυχές σας»(Λουκ. 21, 19), και: «Στον κόσμο θα έχετε θλίψεις»(Ιω. 16, 33).
61. Όσο αξιωθεί καθένας μας με την πίστη και την επιμέλεια να γίνει μέτοχος του Αγίου Πνεύματος, τόσο, εκείνη την ημέρα, θα δοξαστεί και το σώμα του. Επειδή ό,τι αποθησαύρισε εδώ στην ψυχή του, τότε θα εκδηλωθεί και στο σώμα του. Το παράδειγμα το παίρνομε από τα δένδρα: όταν περάσει ο χειμώνας και λάμψει ο ήλιος λαμπρότερος και δυνατότερος, και φυσήξουν οι άνεμοι, τότε αφήνουν να βλαστήσουν από μέσα τους τα φύλλα και τα άνθη και οι καρποί και τα φοράνε σαν ένδυμα.
Επίσης, τον ίδιο καιρό βγαίνουν και τα αγριολούλουδα από τα σπλάχνα της γης και σκεπάζεται με αυτά η γη και τα ντύνεται σαν ωραίο φόρεμα. Γι' αυτά είπε και ο Λόγος του Θεού, ότι ούτε ο Σολομών δεν ντύθηκε σαν ένα απ' αυτά, παρ' όλη του τη μεγαλοπρέπεια(Ματθ. 6, 29). Όλα αυτά είναι προτυπώσεις και υποδείγματα και εικόνες της αμοιβής των σωζομένων κατά την ανάσταση. Αφού και σε όλες τις ψυχές που αγαπούν το Θεό, στους αληθινούς δηλαδή Χριστιανούς, μήνας πρώτος είναι ο Ξανθικός, δηλαδή ο Απρίλιος, ο οποίος και φανερώνει τη δύναμη της Αναστάσεως.
Γιατί λέει η Γραφή: «Αυτός ο μήνας θα είναι για σας ο πρώτος από τους μήνες του χρόνου». Αυτός θα ντύσει τα γυμνά δένδρα με τη δόξα που είχαν πρωτύτερα κρυμμένη μέσα στο σώμα τους. Γιατί τότε θα δοξαστούν με το άρρητο φως που έχουν από τώρα μέσα τους, δηλαδή με τη δύναμη του Πνεύματος, το οποίο και θα είναι τότε γι' αυτούς ένδυμα, τροφή, ποτό, αγαλλίαση, χαρά, ειρήνη, και γενικά, ζωή αιώνια.
------------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, γ΄τόμος, σελ. 261-274)
36. Νομίζω ότι όταν ο εχθρός είδε την προπτωτική δόξα του Αδάμ να λάμπει εξίσου στο πρόσωπο του Μωυσή(Εξ. 34, 29-30), θα πληγώθηκε πολύ, βλέποντας σ' αυτό την απόδειξη για την κατάργηση της βασιλείας του. Δεν εμποδιζόμαστε να ερμηνεύσομε με την ίδια έννοια το ρητό του Αποστόλου: «Ο θάνατος βασίλεψε από τον Αδάμ μέχρι το Μωυσή, ακόμη και σ' αυτούς που δεν αμάρτησαν»(Ρωμ. 5, 14). Γιατί μου φαίνεται ότι το λαμπρό πρόσωπο του Μωυσή ήταν τύπος και υπόδειγμα του πρώτου ανθρώπου που δημιουργήθηκε με τα χέρια του Θεού. Αυτό το πρόσωπο όταν είδε ο θάνατος, δηλαδή ο αίτιος του θανάτου διάβολος, υποπτεύθηκε τότε ότι θα εκπέσει από τη βασιλεία του, πράγμα που έπαθε στ' αλήθεια αργότερα από τον Κύριο. Αυτή λοιπόν τη λαμπρότητα τη φορούν από τώρα οι αληθινοί Χριστιανοί, και καταργείται μέσα τους ο θάνατος, δηλαδή τα πάθη της ατιμίας, επειδή δεν μπορούν να ενεργούν, καθώς οι ψυχές τους ελλάμπονται από τη λαμπρότητα του Πνεύματος με κάθε αίσθηση και πληρότητα. Κατά δε την ανάσταση θα καταργηθεί τελείως ο θάνατος(Α΄ Κορ. 15, 26).
37. Ο εχθρός εξαπάτησε τον Αδάμ με τη γυναίκα, δηλαδή με κάτι όμοιό του, και του αφαίρεσε τη λαμπρότητα με την οποία τον είχε ντύσει ο Θεός. Κι έτσι βρέθηκε γυμνός και είδε την ασχημοσύνη του, την οποία πρωτύτερα δεν έβλεπε, επειδή είχε το φρόνημά του να εντρυφά στα ουράνια κάλλη(Γεν. 3, 1-7). Γιατί μετά την παράβαση τα νοήματά του έγιναν γήινα και χαμηλά και το απλό και αγαθό φρόνημά του αναμείχθηκε με το σαρκικό φρόνημα της κακίας. Το ότι κλείσθηκε στον Αδάμ ο Παράδεισος και ανατέθηκε στο Χερουβείμ με τη φλόγινη ρομφαία να του εμποδίζει την είσοδο(Γεν. 3, 24), πιστεύομε πως αποτελεί ορατό γεγονός, όπως έχει λεχθεί. Είναι όμως και κάτι που συμβαίνει, χωρίς να το καταλαβαίνομε, και σε κάθε ψυχή. Γύρω δηλαδή από την καρδιά απλώνεται το κάλυμμα του σκότους, εννοώ τη φωτιά του κοσμικού πνεύματος, το οποίο δεν αφήνει ούτε το νου να πλησιάσει το Θεό, ούτε την ψυχή να προσευχηθεί ή να πιστέψει ή να αγαπήσει τον Κύριο, όπως θέλει. Όλων αυτών διδάσκαλος είναι η πείρα σ' εκείνους που εμπιστεύθηκαν αληθινά τον εαυτό τους στον Κύριο, τόσο με την επίμονη,προσευχή, όσο και με την ορμητική επίθεση κατά του διαβόλου.
38. Ραβδί παιδαγωγικό και λουρί μαστιγώσεως είναι ο άρχοντας του κόσμου τούτου σ' εκείνους που είναι πνευματικά νήπιοι. Σ' αυτούς, όπως και προηγουμένως είπαμε, προξενεί μεγάλη δόξα και περισσότερη τιμή με τις θλίψεις και τους πειρασμούς. Απ' αυτά δηλαδή αποκτούν αυτοί και την τελειότητα. Στον εαυτό του όμως ετοιμάζει περισσότερη και σκληρότερη κόλαση. Μέσω του διαβόλου οικονομείται ένα πολύ μεγάλο θείο σχέδιο· όπως είπε κάποιος, το κακό συνεργεί στο αγαθό, με όχι βέβαια καλή προαίρεση. Γιατί στις αγαθές και καλοπροαίρετες ψυχές, κι εκείνα που θεωρούνται λυπηρά καταλήγουν σε καλό, όπως είπε και ο Απόστολος: «Σ' αυτούς που αγαπούν το Θεό, όλα συνεργούν στο αγαθό»(Ρωμ. 8, 28).
39. Γι' αυτό αφέθηκε ελεύθερο αυτό το παιδαγωγικό ραβδί, για να γίνουν μ' αυτό τα σκεύη πιο στερεά, σαν να ψήνονται στο καμίνι, και να ξεχωρίσουν τα ακατάλληλα, τα οποία ως εύθραυστα δε θα αντέξουν στην πύρωση. Επειδή και ο διάβολος είναι δούλος και κτίσμα του Θεού, δεν πειράζει κατά την κρίση του, ούτε επιφέρει θλίψεις όσο θέλει, αλλά όσο του επιτρέψει κατά παραχώρηση ο Θεός. Γιατί ο Κύριος γνωρίζει ακριβώς την κατάσταση του καθενός και πόση δύναμη έχει ο καθένας, και τόση δοκιμασία παραχωρεί, όπως φρονεί και ο Απόστολος που λέει: «Ο Θεός κρατάει τις υποσχέσεις Του και δε θα αφήσει να δοκιμάσετε πειρασμό που να ξεπερνά τις δυνάμεις σας, αλλά, όταν έρθει πειρασμός, θα δώσει μαζί και τη διέξοδο, ώστε να μπορέσετε να τον υπομείνετε»(Α΄ Κορ. 10, 13).
40. Εκείνος που ζητά και χτυπά την θύρα και αιτεί μέχρι τέλους(Ματθ. 7, 8), σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου, επιτυγχάνει τα αιτήματά του. Μόνο ας έχει θάρρος να ζητά αδιάλειπτα με το νου και με το στόμα, και να επιμένει ανένδοτα στη σωματική λατρεία του Θεού, χωρίς να περιπλέκεται στα κοσμικά πράγματα, ούτε να ευχαριστείται με τα πάθη της κακίας.
Γιατί είναι αψευδής Εκείνος που είπε: «Κάθε τι που θα μου ζητήσετε στην προσευχή με πίστη, θα το λάβετε»(Ματθ. 21, 22). Εκείνοι τώρα που λένε ότι και αν κάνει κανείς όλα τα διαταγμένα, αλλά δε λάβει τη θεία χάρη σ' αυτόν τον κόσμο, δεν ωφελήθηκε τίποτε, νομίζουν και λένε εσφαλμένα και ασύμφωνα με τις θείες Γραφές.
Γιατί δεν είναι άδικος ο Θεός, ώστε όταν εμείς κατορθώσομε ό,τι απαιτείται από μας, Αυτός να μην κάνει ό,τι αφορά Εκείνον. Φρόντιζε μονάχα τότε, όταν η ψυχή θα χωρίζεται από το άθλιο αυτό σώμα, να βρεθείς αγωνιζόμενος, γεμάτος σπουδή κι απαντοχή της θείας υποσχέσεως, καρτερικός, γεμάτος πίστη, και να ζητάς με διάκριση.
Και εγώ σου λέω, και πίστεψέ το, ότι θα φύγεις από τη ζωή με χαρά, θα έχεις παρρησία και θα αποδειχθείς άξιος της βασιλείας. Γιατί ένας τέτοιος άνθρωπος βρίσκεται ήδη σε κοινωνία με το Θεό ανεπαίσθητα, με την πίστη δηλαδή και την προθυμία. Όπως δηλαδή εκείνος που βλέπει μιά γυναίκα με πονηρή επιθυμία, ήδη έχει διαπράξει μέσα του μοιχεία μ' αυτήν(Ματθ. 5, 28), και μ' όλο που δε μολύνθηκε στο σώμα, θεωρείται ήδη μοιχός, έτσι και εκείνος που αποστράφηκε με την καρδιά του τα πονηρά και συνδέεται με τον Κύριο με πόθο και αναζήτηση, με επιμονή και θεοφιλή διάθεση, βρίσκεται ήδη κάπως σε κοινωνία με το Θεό, και έχει λάβει μεγάλο δώρο από Αυτόν το να επιμένει στην προσευχή και στον καλό ζήλο και στη φιλάρετη ζωή. Αν ακόμη και ένα ποτήρι κρύο νερό που δίνομε δε μένει χωρίς μισθό(Ματθ. 10, 42), πόσο περισσότερο δε θα δώσει ο Θεός ό,τι υποσχέθηκε σ' εκείνους που είναι προσηλωμένοι σ' Αυτόν μέρα και νύχτα και τον παρακαλούν;
41. Σ' εκείνους που απορούν λέγοντας ότι «έρχεται μέρα που και μίσος έχω κατά του αδελφού, ή και άλλα κακά μού έρχονται στο νου, τα οποία μου συμβαίνουν και χωρίς να θέλω», πρέπει να ειπωθούν τα εξής: Όλος ο αγώνας και η επιμέλεια του ανθρώπου ας είναι να αντιστέκεται στον πονηρό και στους πονηρούς λογισμούς.
Είναι όμως αδύνατον, όπου είναι το σκοτάδι των παθών και ο θάνατος, δηλαδή το σαρκικό φρόνημα, να μην παρουσιάζεται και κάποιος ιδιαίτερος καρπός της κακίας, κρυφά ή φανερά. Ένα τραύμα που υπάρχει στο σώμα, μέχρις ότου γιατρευθεί τελείως, είναι αδύνατο να μη βγάζει έστω και λίγο πύον, ή να μην είναι υγρό και να σαπίζει, ή να μη φουσκώνει και να πρήζεται, παρ' όλο που του γίνεται θεραπεία και δεν παραλείπεται τίποτε απ' όσα συντελούν στην περιποίησή του· αν μάλιστα παραμεληθεί, φέρνει σήψη και καμιά φορά τέλεια καταστροφή σε όλο το σώμα.
Κατά τον ίδιο τρόπο εννόησε ότι και τα πάθη της ψυχής, αν και απορροφούν πολλή φροντίδα μας, εντούτοις επιμένουν να σιγοκαίνε εσωτερικά. Αλλά με την επίμονη επιμέλεια, με τη χάρη και τη βοήθεια του Χριστού, θεραπεύονται εντελώς. Γιατί υπάρχει ένας κρυφός ρύπος και ένα πυκνό σκοτάδι των παθών, το οποίο παρά την καθαρή φύση του ανθρώπου διείσδυσε κρυφά με την παράβαση του Αδάμ σ' όλη την ανθρωπότητα, και αυτό θολώνει και καταμολύνει και το σώμα και την ψυχή.
Αλλά καθώς το σίδερο καθαρίζεται όταν πυρώνεται και σφυροκοπιέται, ή όταν ο χρυσός ανακατωθεί με χαλκό ή σίδερο, μόνο με τη φωτιά ξεχωρίζεται, έτσι και η ψυχή καθαρίζεται από κάθε πάθος και κάθε αμαρτία όταν πυρώνεται και χτυπιέται από το αγαθό πνεύμα με τα άχραντα πάθη του Σωτήρα.
42. Όπως πολλά λυχνάρια, ενώ ανάφθηκαν με το ίδιο λάδι και την ίδια φωτιά, δεν βγάζουν το ίδιο φως, έτσι και τα χαρίσματα που προέρχονται από διάφορα κατορθώματα, έχουν διαφορετική λάμψη του αγαθού Πνεύματος. Ή όπως σε μιά πόλη όπου είναι πολλοί και τρώνε το ίδιο ψωμί και πίνουν το ίδιο νερό, άλλοι είναι άνδρες, άλλοι νήπια, άλλοι παιδιά και άλλοι γέροντες, και έχουν μεταξύ τους μεγάλες διαφορές· ή όπως το σιτάρι που είναι σπαρμένο στο ίδιο χωράφι, δίνει διαφορετικά στάχυα, ωστόσο μαζεύεται στο ίδιο αλώνι και αποθηκεύεται στην ίδια αποθήκη, έτσι κατά την ανάσταση των νεκρών θα είναι και η διαφορά της δόξας εκείνων που θα αναστηθούν, οι οποίοι θα δοξάζονται και θα γνωρίζονται ανάλογα με την αξία των κατορθωμάτων τους και ανάλογα με τη μέθεξη του θείου Πνεύματος που θα έχει ήδη κατοικήσει από εδώ σ' αυτούς. Και αυτό σημαίνει το: «Αστέρι από αστέρι διαφέρει στη λάμψη»(Α΄ Κορ. 15, 41).
43. Αν και υπάρχουν άστρα μικρότερα από άλλα, ωστόσο λάμπουν με το ίδιο φως. Η εικόνα λοιπόν είναι φανερή. Τούτο μόνο να φροντίζει ο καθένας, αφού γεννηθεί από το Άγιο Πνεύμα, να ξεπλυθεί από την αμαρτία που βρίσκεται μέσα του. Γιατί και αυτή η γέννηση που γίνεται από το Άγιο πνεύμα, έχει βέβαια μια μερική τελειότητα, και στη μορφή και στην αρτιμέλεια, όχι όμως και στη δύναμη ή στο νου ή στην ανδρεία.
Και εκείνος που φτάνει στην πλήρη ανάπτυξη του τέλειου άνδρα(Εφ. 4, 13), καταργεί φυσικά τους τρόπους του νηπίου(Α΄ Κορ. 13, 11). Και αυτό είναι που λέει ο Απόστολος: «Οι γλώσσες κάποτε θα πάψουν να υπάρχουν, το ίδιο και οι προφητείες»(Α΄Κορ. 13, 8). Όπως δηλαδή εκείνος που έγινε ήδη άνδρας, δεν καταδέχεται πλέον να τρώει και να μιλά σαν παιδί, αλλά αυτό το θεωρεί ανάξιό του, γιατί άλλαξε πλέον συμπεριφορά, έτσι και εκείνος που προχωρεί στην τελείωση των ευαγγελικών κατορθωμάτων, αφήνει τη νηπιότητά του και καταλήγει στην τελειότητα. Όπως λέει πάλι ο θείος Απόστολος: «Όταν έγινα άνδρας, κατάργησα τους τρόπους του νηπίου»(Α΄ Κορ. 13, 11).
44. Εκείνο που γεννιέται από το πνεύμα είναι κατά κάποιο τρόπο τέλειο, καθώς δείξαμε· όπως ένα νήπιο το λέμε τέλειο, όταν έχει αρτιμέλεια. Πλήν όμως ο Κύριος δεν δίνει το πνεύμα και τη χάρη για να περιπέσει κανείς σε αμαρτίες. Οι άνθρωποι μόνοι τους γίνονται αίτιοι των κακών στους εαυτούς των, γιατί δεν ακολουθούν τη χάρη και γι' αυτό κυριεύονται από τα κακά. Επειδή μπορεί και από δικούς του και φυσικούς λογισμούς να γλιστράει ο άνθρωπος, από αμέλεια ή καταφρόνηση ή και από υψηλοφροσύνη.
Άκου τι λέει ο Παύλος: «Για να μην υπερηφανεύομαι, μου δόθηκε ένα αγκάθι στο σώμα, ένας άγγελος του σατανά»(Β΄ Κορ. 12, 7). Βλέπεις ότι και εκείνοι που έφτασαν σε τέτοια υψηλά μέτρα έχουν ανάγκη προφυλάξεως; Εξάλλου, αν δε δώσει ο άνθρωπος αφορμή στο σατανά, δεν μπορεί αυτός να κυριαρχήσει πάνω του με τη βία. Γι' αυτό το λόγο κανείς δεν είναι με βεβαιότητα του Χριστού ή του σατανά· αλλά αν παραμείνει με τη χάρη ως το τέλος, πηγαίνει με το μέρος του Χριστού, ενώ αν δεν κάνει έτσι, τότε ακόμη και αν γεννήθηκε από το πνεύμα κι αν έγινε μέτοχος του Αγίου Πνεύματος, θα ακολουθήσει το θέλημα του σατανά με δική του ευθύνη. Γιατί αν είτε ο Κύριος, είτε ο σατανάς έπαιρναν μαζί τους τον άνθρωπο με τη βία, αυτός δε θα ήταν αίτιος ούτε στην κόλαση να ριχτεί, ούτε τη βασιλεία να κερδίσει.
45. Ο φίλος της αρετής πρέπει να έχει πολλή διάκριση, ώστε να γνωρίζει καλά τη διαφορά του καλού και του κακού και να ελέγχει και να κατανοεί τα ποικίλα τεχνάσματα του πονηρού, ο οποίος συνηθίζει να εξαπατά τους περισσότερους με αληθοφανείς φαντασίες. Πλην όμως η επιφύλαξη είναι πάντοτε ωφέλιμη.
Όπως δηλαδή κανείς που θέλει να βεβαιωθεί για τη σωφροσύνη της γυναίκας του, πηγαίνει σ' αυτήν νύχτα σαν ξένος, και αν δει ότι τον διώχνει, χαίρεται που είναι απλησίαστη και επιδοκιμάζει την επιφυλακτικότητά της, έτσι πρέπει κι εμείς να είμαστε επιφυλακτικοί κατά τις επισκέψεις των νοερών δυνάμεων.
Γιατί αν απωθήσεις τους ουρανίους, περισσότερο θα ευχαριστηθούν και θα σε ετοιμάσουν να μετάσχεις σε περισσότερη χάρη και θα σε γεμίσουν πνευματική απόλαυση, με το να πάρουν απόδειξη από τη στάση σου για την προς τον Κύριο αγάπη σου. Μη λοιπόν από διανοητική ελαφρότητα ανοίγεσαι αμέσως σε νοερές επισκέψεις, ακόμη και αν είναι οι ουράνιοι Άγγελοι, αλλά μένε σταθερός και υπόβαλέ τα όλα αυτά σε αυστηρό έλεγχο.
Και έτσι, δεχόμενος το καλό και απωθώντας το κακό, θα κάνεις να αυξηθούν μέσα σου οι εκδηλώσεις της χάρης, τις οποίες η αμαρτία, όσο και αν υποκρίνεται το πρόσωπο του αγαθού, δεν μπορεί διόλου να δώσει. Γιατί, όπως λέει ο Απόστολος, γνωρίζει ο σατανάς να μετασχηματίζεται σε φωτεινό άγγελο(Β΄ Κορ. 11, 14), για να εξαπατήσει· αλλά και αν παρουσιαστεί με λαμπρή εμφάνιση, δεν μπορεί, όπως είπαμε, να δώσει αγαθή ενέργεια, και από αυτό φανερώνεται το ψεύτικο προσωπείο του.
Ούτε δηλαδή αγάπη στο Θεό ή στον πλησίον, ούτε πραότητα, ούτε ταπείνωση, ούτε χαρά, ούτε ειρήνη, ούτε καθαρότητα λογισμών, ούτε μίσος του κόσμου, ούτε ανάπαυση πνευματική, ούτε επιθυμία των ουρανίων μπορεί να προξενήσει, ούτε να καταστείλει τις ηδονές και τα πάθη. Όλα αυτά είναι ολοφάνερα ενεργήματα της χάρης· όπως λέει και ο Απόστολος, οι καρποί του Πνεύματος είναι αγάπη, χαρά, ειρήνη κλπ.(Γαλ. 5, 22).
Αντίθετα, ίσως και έπαρση και υψηλοφροσύνη είναι πολύ επιτήδειος και ικανός να προκαλέσει. Από την ενέργεια λοιπόν θα καταλάβεις αν το φως που έλαμψε στην ψυχή σου είναι από το Θεό ή από το σατανά. Αλλά και αυτή η ίδια η ψυχή, αν έχει δυνατή διάκριση, ευθύς από τη νοερή αίσθηση αναγνωρίζει τη διαφορά. Όπως το ξύδι και το κρασί στην όραση είναι τα ίδια, μετά τη γεύση όμως τα διακρίνει ο λάρυγγας, έτσι και η ψυχή από αυτή τη νοερή αίσθηση και ενέργεια μπορεί να διακρίνει τα χαρίσματα του Πνεύματος και τα φαντάσματα του σατανά.
46. Είναι ανάγκη η ψυχή να παρατηρεί και να βλέπει άριστα μπροστά της μην τυχόν και στο ελάχιστο κυριευθεί από τη δύναμη του εχθρού. Όπως όταν κάποιο ζώο πιαστεί στην παγίδα από το ένα πόδι, αναγκαστικά λυγίζει όλο και πέφτει στα χέρια των κυνηγών, έτσι συμβαίνει συνήθως και στην ψυχή από τους δαίμονες. Και αυτό το φανερώνει ο Προφήτης λέγοντας: «Ετοίμασαν παγίδα στα πόδια μου και λύγισαν την ψυχή μου»(Ψαλμ. 56, 7).
47. Εκείνος που θέλει να μπει από τη στενή πύλη(Ματθ. 7, 13) στο σπίτι του ισχυρού διαβόλου και να αρπάξει τα σκεύη του(Ματθ. 12, 29), δεν πρέπει να επιθυμεί τη μαλθακότητα και τον όγκο του σώματος, αλλά να ενδυναμώνεται από το αγαθό πνεύμα και να θυμάται πάντοτε Εκείνον που είπε ότι «σάρκα και αίμα δε θα κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού»(Α΄ Κορ. 15, 50). Πώς πρέπει όμως να ενδυναμωθούμε από το Πνεύμα; Ας προσέξομε τον Απόστολο, που λέει ότι η σοφία του Θεού θεωρείται μωρία από τους ανθρώπους(Α΄ Κορ. 1, 23-24).
Επίσης και ο Προφήτης λέει: «Είδα τον Υιό του ανθρώπου, και η μορφή του ήταν χωρίς καμιά τιμή, καταφρονεμένη όσο κανενός άλλου ανθρώπου»(Ησ. 53, 3). Πρέπει λοιπόν εκείνος που θέλει να γίνει υιός του Θεού, να υποστεί πρώτα την ίδια ταπείνωση, να θεωρηθεί μωρός και άτιμος, να μην αποστρέφει το πρόσωπό του από φτυσίματα(Ησ. 50, 6), να μην κυνηγά ούτε δόξα, ούτε ομορφιά ή κάτι παρόμοιο αυτού του κόσμου, να μην έχει που να γείρει το κεφάλι(Ματθ. 8, 20), να ονειδίζεται και να εξουθενώνεται, να τον έχουν όλοι για περιφρόνηση και παραγκωνισμό, να αντιμετωπίζει κρυφό και φανερό πόλεμο, ακόμη και νοερό.
Και τότε ο ίδιος ο Υιός του Θεού, Εκείνος που είπε: «Θα κατοικήσω μέσα σας και θα βαδίσω μαζί σας»(Λευϊτ. 26, 12), θα φανερωθεί στην καρδιά του και θα του δώσει δύναμη και ισχύ, ώστε να δέσει τον ισχυρό και να αρπάξει τα σκεύη του, και να πατήσει πάνω στην ασπίδα και στο βασιλίσκο(Ψαλμ. 90, 13), και πάνω σε σκορπιούς και φίδια(Λουκ. 10, 19).
48. Δεν είναι μικρός ο αγώνας που χρειάζεται για να συντρίψομε το θάνατο. Λέει βέβαια ο Κύριος: «Η βασιλεία του Θεού είναι μέσα σας»(Λουκ. 17, 21), βρίσκεται όμως κατά κάποιο τρόπο και ο θάνατος μέσα μας, ο οποίος μας πολεμά και μας αιχμαλωτίζει. Ας μην υποχωρεί λοιπόν διόλου η ψυχή, μέχρις ότου νεκρώσει εκείνον που την αιχμαλωτίζει. Και τότε θα φύγει κάθε πόνος, λύπη και στεναγμός(Ησ. 35, 10), γιατί θ' αναβλύσει νερό στη διψασμένη γη και η έρημος θα γεμίσει πηγές υδάτων(Ησ. 41, 18).
Επειδή ο Κύριος υποσχέθηκε να γεμίσει την έρημο-καρδιά με ζωντανό νερό· πρώτα διά μέσου του Προφήτη που λέει: «Εγώ θα δώσω νερό σ' εκείνους που βαδίζουν στην κατάξερη έρημο και διψούνε»(Ησ. 44, 3), έπειτα και με όσα λέει ο Ίδιος: «Όποιος πίνει από το νερό που εγώ θα του δώσω, δε θα διψάσει στον αιώνα»(Ιω. 4, 14).
49. Η ψυχή που είναι ευάλωτη από την ακηδία, είναι φανερό ότι κατέχεται και από την απιστία· γι' αυτό αναβάλλει από μέρα σε μέρα και δε δέχεται το λόγο του Θεού. Πολλές φορές μάλιστα δίνει φτερά στον εαυτό της με όνειρα, και δεν εννοεί τον πόλεμο που συμβαίνει μέσα της, γιατί την έχει κυριέψει η οίηση. Η οποία οίηση είναι αναπηρία της ψυχής, που δεν την αφήνει καθόλου να δει την αδυναμία της.
50. Όπως το νεογέννητο βρέφος είναι εικόνα του τέλειου άνδρα, έτσι ακριβώς και η ψυχή είναι εικόνα του Θεού που την έπλασε. Όπως λοιπόν το παιδί όσο μεγαλώνει, τόσο γνωρίζει τον πατέρα του, και όταν φτάσει σε ηλικία, τότε φαίνονται καθαρά τα χαρακτηριστικά του πατέρα στο γιο και του γιου στον πατέρα, και του φανερώνεται η πατρική περιουσία, έτσι και η ψυχή πριν από την παρακοή, έμελλε να προοδεύει και να φτάσει σε τέλειο άνδρα(Εφ. 4, 13). Εξαιτίας όμως της παρακοής βυθίστηκε σε πέλαγος λησμοσύνης και σε βυθό πλάνης και κατοίκησε στις πύλες του άδη.
Αφού λοιπόν απομακρύνθηκε σε τόσο μεγάλη απόσταση η ψυχή από το Θεό, δεν μπορούσε πιά να πλησιάσει και να γνωρίσει ορθά τον Πλάστη. Ο Θεός όμως την καλούσε να επιστρέψει κοντά Του, και την οδηγούσε στην επίγνωσή Του, αρχικά διά μέσου των Προφητών, και στο τέλος αφού ήρθε ο ίδιος. Αφαίρεσε τότε τη λησμοσύνη και την πλάνη.
Κατόπιν, αφού έσπασε και τις πύλες του άδη, μπήκε στην πλανεμένη ψυχή, δίνοντας σ' αυτήν παράδειγμα τον εαυτό Του, μέσω του Οποίου θα της είναι δυνατό να φτάσει στην πλήρη ωριμότητα και στην τελειότητα του Πνεύματος. Υποβάλλεται λοιπόν σε πειρασμό ο Λόγος του Θεού από τον πονηρό(Ματθ. 4, 1) κατ' οικονομίαν.
Έπειτα υπομένει ονειδισμούς, εξευτελισμούς, ύβρεις, ραπίσματα από εκείνους τους θρασείς, και τέλος δέχεται ακόμη και σταυρικό θάνατο(Ματθ. 27, 26-30), για να μας υποδείξει, όπως είπαμε, ποιά διάθεση πρέπει να έχομε προς εκείνους που μας ονειδίζουν, μας εξευτελίζουν ή επιδιώκουν ακόμη και το θάνατό μας. Να γίνει δηλαδή απέναντί τους και ο άνθρωπος σαν κουφός και άλαλος, χωρίς να ανοίγει το στόμα του(Ψαλμ. 37, 14), ώστε βλέποντας την ενέργεια και την επιδεξιότητα της πονηρίας, και σαν να είναι καρφωμένος στο σταυρό, να φωνάξει με πολύ δυνατή φωνή σ' Εκείνον που μπορεί να τον λυτρώσει από τον θάνατο(Εβρ. 5, 7), και να πει: «Καθάρισέ με από τα κρυμμένα πάθη μου· αν αυτά δεν κυριαρχήσουν πάνω μου, τότε θα είμαι άμεμπτος»(Ψαλμ. 18, 13-14).
Τότε λοιπόν, αφού γίνει άμεμπτος, βρίσκει Εκείνον που διέταξε στην εξουσία του τα πάντα(Ψαλμ. 8, 6), και βασιλεύει και αναπαύεται μαζί με το Χριστό(Β΄ Τιμ. 2, 12). Εξαιτίας της παρακοής έχουν καταπιεί την ψυχή υλικοί και ακάθαρτοι λογισμοί και έγινε σαν να μην έχει λογικό. Ώστε χρειάζεται όχι λίγος κόπος για να σηκωθεί πάνω από αυτό το σωρό και να εννοήσει καλά την επιδεξιότητα της πονηρίας, και ξεφεύγοντάς την να συγκραθεί με τον άναρχο νου.
51. Αν θέλεις να επιστρέψεις στον εαυτό σου, άνθρωπε, και να αποκτήσεις τη δόξα που είχες στην αρχή και που χάθηκε λόγω της παρακοής, κάνε το εξής: Όπως παραμέλησες τις εντολές του Θεού και έδωσες προσοχή στις διαταγές και τη συμβουλή του εχθρού, έτσι τώρα αφού απομακρυνθείς από εκείνον στον οποίο υπάκουσες, επίστρεψε στον Κύριο.
Αλλά, γνώριζε ότι με πολύ κόπο και ιδρώτα του προσώπου σου(Γεν. 3, 19) θα πάρεις πίσω τον πλούτο σου. Δεν είναι ωφέλιμη για σένα η χωρίς κόπο απόκτηση του αγαθού, γιατί παίρνοντας στην αρχή χωρίς κόπους και ιδρώτα, έχασες ό,τι πήρες και παρέδωσες στον εχθρό την κληρονομιά σου.
Ας εννοήσομε λοιπόν ο καθένας τι χάσαμε και ας θρηνήσομε σαν τον Προφήτη, γιατί πραγματικά η κληρονομιά μας δόθηκε σε εχθρούς και τα σπίτια μας σε ξένους(Θρ. Ιερ. 5, 2). Και αυτό επειδή παρακούμε την εντολή και υποχωρούμε στα θελήματά μας και ευχαριστιόμαστε με τους ακάθαρτους και γήινους λογισμούς, οπότε και η ψυχή μας βρίσκεται σε μεγάλη απόσταση από το Θεό και μοιάζομε με ορφανούς που δεν έχουν πατέρα.
Όποιος λοιπόν νοιάζεται για την ψυχή του, πρέπει να αγωνιστεί με όλη του τη δύναμη να ανατρέπει λογισμούς πονηρούς και κάθε τι που ορθώνεται με αλαζονεία κατά της γνώσεως του Θεού(Β΄ Κορ. 10, 5), και να βιάζει τον εαυτό του να διατηρεί το ναό του Θεού άσπιλο. Τότε έρχεται Εκείνος που υποσχέθηκε ότι θα κατοικήσει μέσα μας και θα περπατήσει μαζί μας(Λευϊτ. 26, 12). Και τότε παίρνει στα χέρια της την κληρονομιά η ψυχή και καταξιώνεται να γίνει ναός Θεού. Γιατί ο ίδιος ο Θεός, αφού με το στράτευμά Του διώξει τον πονηρό, θα βασιλέψει στο εξής μέσα μας.
52. Ο λόγος που ειπώθηκε από το Δημιουργό προς τον Κάιν με τη φανερή διατύπωση: «Η ζωή σου στη γη θα είναι γεμάτη στεναγμούς, τρόμο και αγωνία», είναι τύπος και εικόνα, κατά το μυστικό του περιεχόμενο, όλων των αμαρτωλών. Το γένος δηλαδή του Αδάμ, μετά την παράβαση της εντολής, έγινε ένοχο αμαρτιών και έτσι ταλαντεύεται από άστατους λογισμούς και είναι γεμάτο από φόβο, δειλία και ταραχή, καθώς ο σατανάς με ποικίλες επιθυμίες και ηδονές κλυδωνίζει κάθε ψυχή που δεν έχει γεννηθεί από το Θεό και την περιστρέφει σαν το σιτάρι στο κόσκινο.
Αλλά και ο ίδιος ο Κύριος, θέλοντας να δείξει ότι εκείνοι που ακολουθούν τα θελήματα του πονηρού, διατηρούν την εικόνα της κακίας του Κάιν, ελέγχοντάς τους, έλεγε: «Εσείς θέλετε να εκτελείτε τις επιθυμίες του πατέρα σας του ανθρωποκτόνου. Εκείνος ήταν ανθρωποκτόνος από την αρχή και δε στάθηκε ποτέ μέσα στην αλήθεια».
53. Πρέπει να συλλογιζόμαστε, πως η θέα του επίγειου βασιλιά είναι ποθητή και την επιδιώκουν με κάθε τρόπο οι άνθρωποι, και πως καθένας που έρχεται στην πόλη όπου είναι ο βασιλιάς, επιθυμεί να δει και μόνο της στολής του την πολυτέλεια και τη φιλόδοξη επίδειξη. Μόνο οι πνευματικοί άνθρωποι αδιαφορούν γι' αυτά και τα περιφρονούν, επειδή έχουν πληγωθεί από άλλο κάλλος και επιθυμούν άλλη δόξα.
Αν λοιπόν στους σαρκικούς ανθρώπους, η θέα του θνητού βασιλιά είναι τόσο επιθυμητή, πόσο περισσότερο πολυέραστη θα είναι η θέα του αθάνατου Βασιλιά σ' εκείνους που έσταξε μέσα τους μία σταγόνα του θείου Πνεύματος, και πλήγωσε την καρδιά τους θεϊκός έρωτας; Γι' αυτό και ελευθερώνουν τον εαυτό τους από κάθε φιλία του κόσμου, για να μπορέσουν να έχουν εκείνο τον πόθο παντοτινά μέσα στην καρδιά τους και κανένα άλλον πέρα από αυτόν.
Και είναι πολύ λίγοι εκείνοι που στην καλή αρχή βάζουν και καλό τέλος και μένουν ως το τέλος χωρίς να σκοντάψουν. Γιατί πολλοί έρχονται σε κατάνυξη και πολλοί γίνονται μέτοχοι της ουράνιας χάρης και πληγώνονται με θείο έρωτα.
Αλλά επειδή δεν υπέφεραν τους ακόλουθους κόπους και τους πειρασμούς του πονηρού, ο οποίος επιτίθεται με πολλά και ποικίλα τεχνάσματα, έμειναν στον κόσμο και βούλιαξαν στο βυθό του, από χαυνότητα και αδυναμία της γνώμης τους, ή και γιατί αιχμαλωτίσθηκαν από κάποια εμπαθή κλίση σε κάτι γήινο. Γιατί όσοι θέλουν να τρέξουν με ασφάλεια μέχρι τέλους το δρόμο, δεν ανέχονται να αναμείξουν άλλον έρωτα και άλλη αγάπη με εκείνη την επουράνια.
54. Όπως είναι μεγάλα και απερίγραπτα τα αγαθά που μας υποσχέθηκε ο Θεός, έτσι χρειάζονται και πολλούς κόπους και αγώνες, σε συνδυασμό με ελπίδα και πίστη. Και αυτό είναι φανερό από τα εξής λόγια του Κυρίου: «Όποιος θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί τον εαυτό του, ας σηκώσει το σταυρό του και ας με ακολουθεί»(Ματθ. 16, 24), και: «Αν κάποιος δε μισήσει και πατέρα και μητέρα και αδέλφια και γυναίκα και παιδιά, ακόμη και την ίδια την ψυχή του, δεν μπορεί να είναι μαθητής μου»(Λουκ. 14, 26).
Οι περισσότεροι άνθρωποι είναι τόσο ανόητοι, ώστε θέλουν να αποκτήσουν την ουράνια βασιλεία και να κληρονομήσουν την αιώνια ζωή και να βασιλέψουν χωρίς τέλος μαζί με το Χριστό —πράγμα μέγα και πάνω από κάθε έννοια—, χωρίς να πάψουν να ζούνε με τα δικά τους θελήματα και να ακολουθούν αυτά, ή μάλλον εκείνον που σπέρνει αυτά που είναι μάταια και ολοφάνερα βλαβερά.
55. Αυτοί είναι που παραμένουν μέχρι το τέλος άπτωτοι, όποιοι δηλαδή μίσησαν ολότελα όλες τις επιθυμίες του κόσμου και τους εαυτούς των, τις φαντασιώσεις του κόσμου και τις ηδονές και τις κοσμικές ασχολίες. Γιατί αυτό θα πει να απαρνηθείς τον εαυτό σου(Ματθ. 16, 24). Ώστε με τη δική του θέληση ο καθένας διώχνεται από τη βασιλεία, επειδή δηλαδή δεν προτίμησε αληθινά τους κόπους και δεν απαρνήθηκε τον εαυτό του, αλλά θέλει μαζί με το θεϊκό πόθο να δοκιμάζει και μερικές ευχαριστήσεις αυτού του κόσμου και να μην αφήνει το θέλημά του να κλίνει ακέραιο στο Θεό.
Τούτο θα γίνει σαφές μ' ένα παράδειγμα: Εξετάζοντας τα πράγματα καθένας διακρίνει και δεν του διαφεύγει ότι είναι άτοπο αυτό που πάει να κάνει. Πρώτα δηλαδή νιώθει στην καρδιά του την αμφιβολία, και η ζυγαριά της συνειδήσεως κλίνει φανερά προς το μέρος είτε της αγάπης του Θεού είτε της αγάπης του κόσμου, και τότε εκδηλώνεται εξωτερικά.
Φιλονεικεί, ας πούμε, κάποιος με έναν αδελφό και εξετάζοντας διακρίνει, όπως ειπώθηκε, ότι πρώτα συγκρούεται με τον εαυτό του και αντιλέγει: «Να μιλήσω ή να μη μιλήσω; Να απαντήσω σ' αυτές τις βρισιές που μου είπε; Ή καλύτερα να σωπάσω;». Έτσι δηλαδή και τις εντολές του Θεού ακολουθεί, αλλά και δεν εγκαταλείπει τη δική του γνώμη, ούτε προτιμά να απαρνηθεί εντελώς τον εαυτό του.
Αν λοιπόν η ζυγαριά της καρδιάς γείρει έστω και λίγο προς το μέρος της αγάπης του κόσμου, αμέσως ο κακός λόγος φτάνει μέχρι τα χείλη. Κατόπιν ο νους τεντώνεται σαν τόξο από μέσα και χτυπά τον πλησίον με τα λόγια, και το κακό φτάνει στα χέρια, καμιά φορά και σε τραύματα, αλλά και μέχρι το φόνο.
Βλέπομε λοιπόν από που άρχισε και που έφτασε μια μικρή κίνηση της ψυχής. Έτσι συμβαίνει σε κάθε αμάρτημα και πράξη, όπου η κακία κολακεύει και χαϊδεύει το θέλημα της ψυχής με κοσμικές επιθυμίες και σαρκικές ηδονές. Έτσι γίνεται και η μοιχεία, έτσι και η κλοπή, έτσι και η πλεονεξία, έτσι και η κενοδοξία, έτσι το οποιοδήποτε κακό.
56. Και αυτές οι καλές πράξεις ακόμα, πολλές φορές γίνονται από κενοδοξία, η οποία κρίνεται από το Θεό όπως και η κλοπή και η αδικία και τα άλλα αμαρτήματα. Γιατί λέει η Γραφή: «Ο Θεός διασκόρπισε τα κόκκαλα των ανθρωπαρέσκων»(Ψαλμ. 52, 6). Ώστε και με τις καλές πράξεις επιδιώκει ο εχθρός να υπηρετείται και να λατρεύεται, ο απατεώνας και πανούργος και διεστραμμένος και πολυμήχανος.
57. Ό,τι αγάπησε κανείς αυτού του κόσμου, αυτό και βαραίνει τη διάνοιά του και κατά κάποιο τρόπο τη σύρει προς τα κάτω και την πιέζει και δεν την αφήνει να ανασηκωθεί. Γιατί αυτών των ανθρώπων τα σταθμά και η κλίση και η ζυγαριά του θελήματος είναι σαν να κρέμονται από την καρδιά τους, και από εδώ γίνεται έλεγχος και εξέταση όλου του ανθρώπινου γένους, δηλαδή των Χριστιανών που κατοικούν στις πόλεις ή στα όρη, στα μοναστήρια, στην ύπαιθρο ή στις ερήμους.
Αν δηλαδή κάποιος δελεάζεται θεληματικά από κάτι που αγαπά, αποκαλύπτεται ότι δεν παρέδωσε ακόμη όλη την αγάπη του στο Θεό. Αγάπησε ένας ας πούμε κτήματα, άλλος χρήματα, άλλος την κοιλιοδουλεία ή το να χαρίζεται στις επιθυμίες της σάρκας, άλλος αγάπησε τη σοφία των λόγων για πρόσκαιρη δόξα, άλλος τα αξιώματα, άλλος τις τιμές των ανθρώπων, άλλος την οργή και τη μνησικακία —γιατί το να παραδώσει κανείς τον εαυτό του στο πάθος, σημαίνει ότι το αγαπά.
Άλλος αγάπησε ανώφελες συζητήσεις, άλλος γενικά να αφήνει το νου του εδώ κι εκεί, ή να δίνει προσοχή σε λόγια μάταια ή να κάνει το δάσκαλο για ανθρώπινη δόξα. Άλλος πάλι κλίνει προς τη χαύνωση και την αμέλεια, άλλος ευχαριστείται να στολίζεται με ωραία ενδύματα· αυτός με τον ύπνο, εκείνος με την αστειολογία, και άλλος είναι δεμένος και κρατείται με κάποιο μικρό ή μεγάλο πράγμα του κόσμου και δεν έχει την ευχέρεια να ανασηκωθεί.
Γιατί όποιο πάθος δεν πολεμά κανείς γενναία και δεν του αντιστέκεται, μ' αυτό οπωσδήποτε ευχαριστείται. Και αυτό το πάθος τον κατέχει και τον σύρει προς τα κάτω και του γίνεται σαν αλυσίδα και βαρύς κλοιός της διάνοιάς του που δεν την αφήνει να ανυψώνεται προς το Θεό, μήτε μόνον Αυτόν να λατρεύει(Δευτ. 6, 13). Γιατί η ψυχή που αληθινά έστρεψε την ορμή της προς τον Κύριο, δίνει όλη την επιθυμία της σ' Αυτόν και απαρνείται τον εαυτό της και δεν ακολουθεί τα θελήματα του νου της.
58. Ας διδαχτούμε με παραδείγματα πώς χάνεται ο άνθρωπος με τη θέλησή του. Από αγάπη δηλαδή κάποιου κοσμικού πράγματος και στη φωτιά ρίχνεται, και στη θάλασσα βυθίζεται, και στην αιχμαλωσία δίνει τον εαυτό του. Ας υποθέσομε ότι πιάνει φωτιά ο αγρός ή το σπίτι κάποιου. Εκείνος λοιπόν που θέλει να σώσει τον εαυτό του, μόλις αντιληφθεί την πυρκαγιά, φεύγει γυμνός, αφήνοντάς τα όλα και μόνο για τη ζωή του φροντίζει.
Άλλος όμως που σκέφτηκε να πάρει και μερικά σκεύη από το σπίτι, έμεινε· και ενώ μάζευε τα σκεύη του, η φωτιά απλώθηκε σ' όλο το σπίτι, περικύκλωσε και αυτόν και τον έκαψε. Βλέπεις, πώς με τη θέλησή του, από αγάπη σε κάτι πρόσκαιρο, το οποίο αγάπησε παραπάνω από τον εαυτό του, χάθηκε από τη φωτιά; Άλλοι πάλι έτυχαν σε ναυάγιο. Εκείνος που θέλει να σώσει τον εαυτό του, γδύνεται και πέφτει γυμνός στο νερό, και έτσι καταφέρνει να σώσει τη ζωή του. Άλλος όμως που θέλησε να σώσει και κάτι από τα ρούχα του, καταποντίσθηκε μέσα στα νερά, και για μικρό κέρδος —τι συμφορά!— χάθηκε.
Και πάλι, ας υποθέσομε ότι ήρθε είδηση για έφοδο εχθρών· ένας μόλις το άκουσε, το έβαλε στα πόδια όπως βρισκόταν, και έφυγε χωρίς να φροντίσει για κανένα από τα πράγματά του, ενώ άλλος δεν το πολυπίστεψε, ή θέλησε να πάρει μαζί του και μερικά πράγματα, και αφού καθυστέρησε, πιάστηκε από τους εχθρούς. Βλέπεις ότι με τη θέλησή του κανείς, από αμέλεια ή προσήλωση σε κάτι κοσμικό, χάνει και το σώμα και την ψυχή;
59. Είναι λίγοι πράγματι εκείνοι που απέκτησαν την τέλεια αγάπη προς το Θεό και έχουν για μηδέν όλες τις ηδονές και τις επιθυμίες του κόσμου και υπομένουν τους πειρασμούς του πονηρού με μακροθυμία. Αλλά δεν πρέπει γι' αυτό να απελπιστούμε, ούτε να αδιαφορήσομε για την αγαθή ελπίδα. Γιατί αν και πολλά πλοία ναυαγούν, αλλά υπάρχουν και άλλα που περνούν την τρικυμία και φτάνουν στο λιμάνι.
Γι' αυτό έχομε ανάγκη από πολλή πίστη, υπομονή, προσοχή και αγώνες. Ακόμη και από πείνα και δίψα του καλού με πολλή σύνεση και διάκριση, αλλά και από σφοδρότητα και αναίδεια στην προσευχή. Οι περισσότεροι άνθρωποι θέλουν να επιτύχουν τη βασιλεία χωρίς κόπους και ιδρώτα.
Μακαρίζουν βέβαια τους Αγίους και επιθυμούν την τιμή και τα χαρίσματά τους, αλλά δεν θέλουν να μετέχουν σε ίσο βαθμό στις θλίψεις, στους κόπους και στα παθήματά τους. Τη βασιλεία την επιθυμούν και πόρνες και τελώνες και κάθε άνθρωπος, αλλά γι' αυτό είναι οι πειρασμοί και οι δοκιμασίες, για να φανερωθεί ποιοι αγάπησαν αληθινά τον Κύριό τους, ώστε δίκαια να κληρονομήσουν τη βασιλεία των ουρανών.
60. Πρέπει να γνωρίζεις ότι μέσα στις θλίψεις και στα παθήματα, στην υπομονή και στην πίστη, είναι κρυμμένες oι υποσχέσεις του Θεού, όπως επίσης και η δόξα και η απόκτηση των ουρανίων αγαθών. Γιατί και το σιτάρι που σπέρνεται στη γη ή και το δένδρο που μπολιάζεται, είναι ανάγκη να δοθεί πρώτα στη σήψη και στην ατιμία, φαινομενικά, και έτσι να απολαύσομε την ομορφιά και τον πολλαπλάσιο καρπό τους.
Αν όμως δεν περνούσαν από τη σήψη εκείνη και τη φαινομενική ατιμία, δε θα είχαν ύστερα εκείνη την άκρα ωραιότητα και ομορφιά. Το ίδιο νόημα εκφράζει και ο Απόστολος: «Πρέπει να περάσομε πολλές θλίψεις για να μπούμε στη βασιλεία του Θεού»(Πράξ. 14, 22). Και ο Κύριος λέει: «Με την υπομονή σας θα σώσετε τις ψυχές σας»(Λουκ. 21, 19), και: «Στον κόσμο θα έχετε θλίψεις»(Ιω. 16, 33).
61. Όσο αξιωθεί καθένας μας με την πίστη και την επιμέλεια να γίνει μέτοχος του Αγίου Πνεύματος, τόσο, εκείνη την ημέρα, θα δοξαστεί και το σώμα του. Επειδή ό,τι αποθησαύρισε εδώ στην ψυχή του, τότε θα εκδηλωθεί και στο σώμα του. Το παράδειγμα το παίρνομε από τα δένδρα: όταν περάσει ο χειμώνας και λάμψει ο ήλιος λαμπρότερος και δυνατότερος, και φυσήξουν οι άνεμοι, τότε αφήνουν να βλαστήσουν από μέσα τους τα φύλλα και τα άνθη και οι καρποί και τα φοράνε σαν ένδυμα.
Επίσης, τον ίδιο καιρό βγαίνουν και τα αγριολούλουδα από τα σπλάχνα της γης και σκεπάζεται με αυτά η γη και τα ντύνεται σαν ωραίο φόρεμα. Γι' αυτά είπε και ο Λόγος του Θεού, ότι ούτε ο Σολομών δεν ντύθηκε σαν ένα απ' αυτά, παρ' όλη του τη μεγαλοπρέπεια(Ματθ. 6, 29). Όλα αυτά είναι προτυπώσεις και υποδείγματα και εικόνες της αμοιβής των σωζομένων κατά την ανάσταση. Αφού και σε όλες τις ψυχές που αγαπούν το Θεό, στους αληθινούς δηλαδή Χριστιανούς, μήνας πρώτος είναι ο Ξανθικός, δηλαδή ο Απρίλιος, ο οποίος και φανερώνει τη δύναμη της Αναστάσεως.
Γιατί λέει η Γραφή: «Αυτός ο μήνας θα είναι για σας ο πρώτος από τους μήνες του χρόνου». Αυτός θα ντύσει τα γυμνά δένδρα με τη δόξα που είχαν πρωτύτερα κρυμμένη μέσα στο σώμα τους. Γιατί τότε θα δοξαστούν με το άρρητο φως που έχουν από τώρα μέσα τους, δηλαδή με τη δύναμη του Πνεύματος, το οποίο και θα είναι τότε γι' αυτούς ένδυμα, τροφή, ποτό, αγαλλίαση, χαρά, ειρήνη, και γενικά, ζωή αιώνια.
------------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, γ΄τόμος, σελ. 261-274)