Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2011



Όλοι εμείς που βρισκόμαστε υποδουλωμένοι στην αμαρτία, πρέπει να καταλάβουμε ότι η κοινωνία με τους αγίους αγγέλους είναι μη φυσική προς εμάς εξαιτίας της αποξένωσής μας από αυτούς, αποξένωση η οποία προήλθε από την πτώση. Ότι αυτό που είναι φυσικό προς εμάς, για τον ίδιο λόγο, είναι η κοινωνία με τα πεπτωκότα πνεύματα, στην τάξη των οποίων ανήκουμε ως προς την ψυχή, ότι τα πνεύματα που βλέπουν με τους σωματικούς οφθαλμούς τους οι άνθρωποι που βρίσκονται σε κατάσταση αμαρτίας και πτώσης είναι δαίμονες και σε καμιά περίπτωση άγιοι άγγελοι.

« Μία ρυπαρή ψυχή», λέει ο αγ. Ισαάκ ο Σύρος, «δεν εισέρχεται στον αγνό κόσμο και δε συναντάται με τα άγια πνεύματα». Οι άγιοι άγγελοι εμφανίζονται μόνον σε άγιους ανθρώπους οι οποίοι έχουν αποκαταστήσει την κοινωνία με το Θεό και μαζί τους, διάγοντας έναν άγιο βίο».



Επαφή με τα πεπτωκότα πνεύματα

Παρότι οι δαίμονες, κατά την εμφάνισή τους στους ανθρώπους, συνήθως προσλαμβάνουν την εμφάνιση φωτεινών αγγέλων προκειμένου να τους εξαπατήσουν πιο εύκολα, παρότι επίσης πασχίζουν μερικές φορές να τους πείσουν ότι είναι ανθρώπινες ψυχές και όχι δαίμονες- αυτός ο τρόπος εξαπάτησης στις μέρες μας είναι πολύ της μόδας μεταξύ των δαιμόνων, λόγω της ιδιαίτερης προδιάθεσης των σημερινών ανθρώπων να πιστεύουν κάτι τέτοιο - παρότι μερικές φορές προλέγουν το μέλλον, παρότι αποκαλύπτουν μυστήρια ακόμα κι αν αυτά συμβαίνουν, ωστόσο, ο άνθρωπος δεν πρέπει να τους εμπιστεύεται κατά κανένα τρόπο. Οι δαίμονες μπερδεύουν την  αλήθεια με το ψέμα, ενίοτε χρησιμοποιούν την αλήθεια μόνο και μόνο για να πετύχουν μία πιο βολική εξαπάτηση. Όπως λέει ο απόστολος Παύλος: «Αυτός γαρ ο Σατανάς μετασχηματίζεται εις άγγελον φωτός ...; και οι διάκονοι αυτού μετασχηματίζονται ως διάκονοι δικαιοσύνης (Προς Κορινθίους Β')

Ένας γενικός κανόνας για όλους τους ανθρώπους είναι να μην εμπιστεύονται για κανέναν λόγο τα πνεύματα  όταν εμφανίζονται με αισθητή μορφή, να μην ξεκινούν συζήτηση μαζί τους, να μην τους δίνουν καμιά προσοχή, να αναγνωρίζουν την εμφάνισή τους ως έναν πολύ μεγάλο και πολύ επικίνδυνο πειρασμό. Όσο διαρκούν αυτές οι εμφανίσεις, ο άνθρωπος θα πρέπει να κατευθύνει το νου και την καρδιά του προς το Θεό με μία προσευχή στην οποία θα Του ζητά να τον ελεήσει και να τον απαλλάξει από τον πειρασμό. Η επιθυμία να δει κανείς πνεύματα, η περιέργεια να μάθει τα πάντα γι αυτά και από αυτά, είναι ένα σημάδι υπέρτατης ανοησίας καθώς και πλήρους άγνοιας των παραδόσεων της Ορθόδοξης Εκκλησίας σχετικά με την ηθική και πνευματική ζωή. Η γνώση των πνευμάτων αποκτάται τελείως διαφορετικά απ' ότι υποθέτει ο μη έμπειρος και απερίσκεπτος πειραματιζόμενος. Για τον μη έμπειρο η ανοικτή κοινωνία με τα πνεύματα αποτελεί τη μεγαλύτερη συμφορά, ή γίνεται αιτία για τις μεγαλύτερες συμφορές.

Ο θεόπνευστος συγγραφές του βιβλίου της Γένεσης λέει ότι μετά την πτώση των πρωτόπλαστων ο Θεός, δηλώνοντάς τους την τιμωρία τους πριν να τους εξορίσει από τον παράδεισο, εποίησε (Κύριος ο Θεός) των Αδάμ και τη γυναικί αυτού χιτώνας δερματίνους και ενέδυσεν αυτούς. (Γένεσις γ' 21). Οι δερμάτινοι χιτώνες, σύμφωνα με την εξήγηση των Αγίων Πατέρων σημαίνουν την τραχεία σάρκα μας η οποία υπέστη αυτήν την αλλοίωση κατά την πτώση, έχασε τη λεπτότητά της και την πνευματική της φύση και έλαβε τη σημερινή της παχύτητα. Μολονότι αρχική αιτία της ήταν η πτώση, εν τούτοις η αλλοίωση αυτή συνέβη κάτω από την επίδραση του Παντοδύναμου Δημιουργού, στο ανείπωτο έλεός Του για εμάς, και προς το ύψιστο όφελός μας. Ανάμεσα στις άλλες συνέπειες που αποβαίνουν προς όφελός μας και απορρέουν από την κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα το σώμα μας, θα πρέπει να επισημάνουμε την εξής: μέσω της παχύτητας του σώματός μας έχουμε καταστεί ανίκανοι να αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας εκείνα τα πνεύματα στων οποίων τον κόσμο έχουμε πέσει μετά την πτώση ...;
Η σοφία και η καλοσύνη του Θεού τοποθέτησαν ένα εμπόδιο ανάμεσα στους ανθρώπους, οι οποίοι κατέπεσαν στη γή από τον παράδεισο, και τα πνεύματα τα οποία κατέπεσαν στη γή από τον ουρανό, το εμπόδιο αυτό είναι η τραχεία υλικότητα του ανθρώπινου σώματος. Με παρόμοιο τρόπο οι κυβερνήτες στη γή απομακρύνουν τους κακοποιούς από την ανθρώπινη κοινωνία κλείνοντάς τους πίσω από τον τοίχο μίας φυλακής, έτσι ώστε να μη βλάψουν την κοινωνία ενεργώντας σύμφωνα με τις επιθυμίες τους και να μη διαφθείρουν άλλους ανθρώπους. Τα πεπτωκότα πνεύματα ενεργούν πάνω στους ανθρώπους, φέροντάς τους αμαρτωλές σκέψεις και συναισθήματα, ελάχιστοι όμως άνθρωποι κατορθώνουν να έχουν αισθητή αντίληψη των πνευμάτων.

Η ψυχή, ενδεδυμένη με ένα σώμα το οποίο την αποκλείει και τη χωρίζει από τον κόσμο των πνευμάτων, σταδιακά εξασκείται μέσω της μελέτης του νόμου του Θεού, δηλαδή μέσω της μελέτης του Χριστιανισμού και αποκτά την ικανότητα να διακρίνει το καλό από το κακό. Όπως αναφέρει ο απ. Παύλος: «τελείων δε εστίν η στερεά τροφή, των διά την έξιν τα αισθητήρια γεγυμνασμένα εχόντων προς διάκρισιν καλού τε και κακού (Προς Εβραίους 5¨:14). Τότε της παραχωρείται η αντίληψη των πνευμάτων μέσω των πνευματικών οφθαλμών, και, εάν αυτό βρίσκεται σε συμφωνία με τους σκοπούς του Θεού ο Οποίος την οδηγεί, της παραχωρείται και η αντίληψή τους μέσω των σωματικών οφθαλμών, αφού τώρα η ψυχή κινδυνεύει λιγότερο από την αυταπάτη και την παραπλάνηση, ενώ η πείρα και η γνώση που έχει αποκτήσει την ενδυναμώνουν.

Κατά τον αποχωρισμό της ψυχής από το σώμα μέσω του ορατού θανάτου, εισερχόμαστε πάλι στην τάξη και την κοινωνία των πνευμάτων. Είναι φανερό ότι για μία επιτυχή είσοδο στον κόσμο των πνευμάτων χρειάζεται απαραιτήτως να ασκήσουμε έγκαιρα τον εαυτό μας στο νόμο του Θεού, καθώς και ότι ακριβώς για να ολοκληρώσουμε αυτήν την εκπαίδευση μας έχει δοθεί ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, καθορισμένο από το Θεό για κάθε πρόσωπο για το προσκυνηματικό του ταξίδι στη γή. Αυτό το προσκυνηματικό ταξίδι ονομάζεται επίγεια ζωή.

Το άνοιγμα των αισθήσεων

Ο άνθρωπος γίνεται ικανός να βλέπει πνεύματα χάρη σε μία ορισμένη αλλοίωση των αισθήσεων, η οποία επιτυγχάνεται με τρόπο που δεν μπορεί ούτε να παρατηρήσει ούτε να εξηγήσει. Το μόνο που παρατηρεί στον εαυτό του είναι ότι ξαφνικά αρχίζει να βλέπει αυτά που πρίν δεν έβλεπε και που οι άλλοι δεν βλέπουν, όπως και να ακούει αυτά που πριν δεν άκουγε. Για όποιον βιώνει ο ίδιος προσωπικά μία τέτοια αλλοίωση των αισθήσεων, είναι μία εμπειρία πολύ απλή και φυσική, παρότι ανεξήγητο σε αυτόν και στους άλλους, για όσους δεν την έχουν βιώσει, είναι παράξενη και ακατανόητη. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με τον ύπνο: όλοι γνωρίζουμε ότι ο άνθρωπος είναι ικανός να βυθίζεται σε ύπνο, παραμένει, όμως, μυστήριο για εμάς το τι είδους φαινόμενο αποτελεί ο ύπνος, και με ποιον τρόπο περνάμε, χωρίς να το παρατηρήσουμε, από μία κατάσταση εγρήγορσης σε μία κατάσταση ύπνου και απώλειας συνειδήσεως.

Η αλλοίωση των αισθήσεων με την οποία ο άνθρωπος εισέρχεται σε κοινωνία με τα όντα του αόρατου κόσμου μέσω των αισθήσεών του ονομάζεται στην Αγία Γραφή το άνοιγμα των αισθήσεων. Όπως διαβάζουμε στην  Παλαιά Διαθήκη: απεκάλυψε δε ο Θεός του οφθαλμούς Βαλαάμ, και ορά τον άγγελον Κυρίου ανθεστηκότα εν τη οδώ και την μάχαιραν εσπασμένην εν τη χειρί αυτού . Αλλά και ο Προφήτης Ελισαίος, περικυκλωμένος από εχθρούς, για να ηρεμήσει τον τρομαγμένο υπηρέτη του «προσηύξατο (Ελισαιέ) και είπε: Κύριε, διάνοιξον δη τους οφθαλμούς του παιδαρίου και ιδέτω, και διήνοιξε Κύριος τους οφθαλμούς αυτού και είδε, και ιδιού το όρος πλήρες ίππων, και άρμα πυρός περικύκλω Ελισαιέ.

Από τα χωρία της Αγίας Γραφής τα οποία παραθέσαμε γίνεται φανερό ότι τα σωματικά όργανα λειτουργούν ως θύρες και πύλες που οδηγούν στα βασιλικά δωμάτια της ψυχής, και ότι ανοίγονται και κλείνονται κατ' εντολήν του Θεού. Με υπέρτατη σοφία και ευσπλαχνία, αυτές οι πύλες  παραμένουν μονίμως κλειστές στους μεταπτωτικούς ανθρώπους, έτσι ώστε οι ορκισμένοι εχθροί μας, τα πεπτωκότα πνεύματα, να μην εισορμήσουν βίαια εναντίον μας και  μας οδηγήσουν στην απώλεια. Αυτό το μέτρο, είναι πολύ περισσότερο αναγκαίο καθ' όσον, μετά την πτώση, βρισκόμαστε στον κόσμο των πεπτωκότων πνευμάτων, περικυκλωμένοι από αυτά, υποδουλωμένοι σε αυτά. Μην έχοντας δυνατότητα να εισβάλλουν μέσα μας, τα πεπτωκότα πνεύματα κάνουν γνωστή την παρουσία τους απ' έξω, προκαλώντας διάφορες αμαρτωλές σκέψεις και φαντασίες, μέσω των οποίων δελεάζουν την εύπιστη ψυχή, ώστε να έρθει σε κοινωνία μαζί τους. Δεν επιτρέπεται στον άνθρωπο να απομακρύνει τον εαυτό του από την επίβλεψη του θεού και με δικούς του τρόπους - με παραχώρηση του θεού αλλά χωρίς τη θέλησή Του- να ανοίξει ο ίδιος τις δικές του αισθήσεις και να εισέλθει σε ορατή κοινωνία με τα πνεύματα.

Όμως, αυτό συμβαίνει. Είναι φανερό ότι μέσω του δικού του θελήματος ο άνθρωπος μπορεί να επιτύχει κοινωνία μόνο με τα πεπτωκότα πνεύματα. Δεν είναι χαρακτηριστικό των αγίων αγγέλων να συμμετέχουν σε κάτι το οποίο δε βρίσκεται σε συμφωνία με το θέλημα του Θεού, που δεν ευαρεστεί το Θεό ...;

Τι είναι αυτό που έλκει τους ανθρώπους ώστε να εισέλθουν σε ανοικτή κοινωνία με τα πνεύματα; Όσοι είναι ελαφρόμυαλοι και αγνοούν την εν Χριστώ ζωή έλκονται από περιέργεια, από άγνοια, από απιστία, χωρίς να καταλαβαίνουν ότι κάνοντας κάτι τέτοιο μπορούν να προκαλέσουν στον εαυτό τους το μέγιστο κακό.

Η ιδέα ότι υπάρχει κάτι ιδιαιτέρως σημαντικό στην αισθητή αντίληψη των πνευμάτων είναι λανθασμένη. Χωρίς την πνευματική αντίληψη, η αισθητή δεν παρέχει μία σωστή, αλλά μόνον μία επιφανειακή κατανόηση των πνευμάτων. Μπορεί πολύ εύκολα να κάνει τους ανθρώπους  να συλλάβουν τα πράγματα με τον πλέον λανθασμένο τρόπο, και μάλιστα αυτό συχνότατα συμβαίνει με τους μη έμπειρους και με εκείνους που έχουν μολυνθεί από εγωισμό και κενοδοξία. Η πνευματική αντίληψη των πνευμάτων επιτυγχάνεται μόνον από τους αληθινούς Χριστιανούς, ενώ οι άνθρωποι που διάγουν τις πιο διεφθαρμένες ζωές διαθέτουν τη μεγαλύτερη ικανότητα για αισθητή αντίληψη των πνευμάτων ...; Ελάχιστοι άνθρωποι διαθέτουν τέτοια ικανότητα εκ φύσεως και σε  άλλους, επίσης ελάχιστους, τα πνεύματα εμφανίζονται εξαιτίας κάποιας ειδικής περίστασης στη ζωή τους. Στις τελευταίες δύο περιπτώσεις ο άνθρωπος δεν έχει ευθύνη, πρέπει όμως να κάνει κάθε προσπάθεια ώστε να ξεφύγει από αυτήν την πολύ επικίνδυνη κατάσταση. Στην εποχή μας πολλοί άνθρωποι επιτρέπουν στον εαυτό τους να εισέλθει σε κοινωνία με πεπτωκότα πνεύματα μέσω μαγνητικών φαινομένων (πνευματιστικά φαινόμενα), κατά τα οποία τα πεπτωκότα πνεύματα συνήθως εμφανίζονται με τη μορφή φωτεινών αγγέλων και παραπλανούν και εξαπατούν λέγοντας διάφορες ενδιαφέρουσες ιστορίες, αναμιγνύοντας την αλήθεια με το ψέμα, πάντοτε προκαλούν μία ακραία διαταραχή στην ψυχή, ακόμα και στη διάνοια.

Αυτοί που βλέπουν πνεύματα, ακόμα και άγιους αγγέλους, με αισθητό τρόπο, δεν πρέπει να σχηματίζουν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους, η αντίληψη μέσω των σωματικών οφθαλμών από μόνη της δεν αποτελεί καμιά μαρτυρία της ανώτερης ποιότητας των ανθρώπων αυτών, αφού όχι μόνον διεφθαρμένοι άνθρωποι διαθέτουν τέτοια ικανότητα, αλλά ακόμα και τα άλογα ζώα. Όπως διαβάζουμε σχετικά στην Παλαιά Διαθήκη: «και ιδούσα η όνος τον άγγελον του Θεού ανθεστηκότα εν τη οδώ και την ρομφαίαν εσπασμένην εν τη χειρί αυτού, και εξέκλινεν η όνος εκ της οδού και επορεύετο εις το πεδίον, και επάταξε την όνον εν τη ράβδω αυτού του ευθύναι αυτήν εν τη οδώ»





Ο κίνδυνος της επαφής με τα πνεύματα

Η αντίληψη των πνευμάτων με τους σωματικούς οφθαλμούς προξενεί πάντοτε κακό, άλλοτε μικρότερο κι άλλοτε μεγαλύτερο σε όσους δε διαθέτουν την πνευματική αντίληψη τους. Εδώ στη γή αληθινές εικόνες της αλήθειας αναμιγνύονται με ψεύτικες, όπως σε έναν τόπο, όπου το κακό αναμιγνύεται με το καλό, ένας τέτοιος τόπος είναι ο τόπος της εξορίας των πεπτωκότων αγγέλων και των πεπτωκότων ανθρώπων.

Όποιος αντιλαμβάνεται τα πνεύματα με τις αισθήσεις του μπορεί εύκολα να εξαπατηθεί με αποτέλεσμα να βλάψει τον εαυτό του και να οδηγηθεί στην απώλεια. Εάν, τη στιγμή που αντιλαμβάνεται τα πνεύματα, δείξει εμπιστοσύνη ή ευπιστία απέναντί τους, είναι σίγουρο ότι θα εξαπατηθεί, είναι σίγουρο ότι θα μαγνητιστεί, είναι σίγουρο ότι θα σφραγιστεί με τη σφραγίδα της εξαπάτησης, μη κατανοητή για τον μη έμπειρο, τη σφραγίδα ενός φοβερού τραυματισμού του πνεύματός του, και επιπλέον, η δυνατότητα επαναφοράς στον ορθό δρόμο και η δυνατότητα σωτηρίας συχνά χάνονται. Αυτό έχει συμβεί σε πάρα πολλούς ανθρώπους. Εχει συμβεί όχι μόνο στους παγανιστές, των οποίων οι ιερείς βρίσκονταν ως επί το πλείστον σε ανοικτή επαφή με τους δαίμονες, όχι μόνο σε πολλούς Χριστιανούς οι οποίοι δε γνωρίζουν τα μυστήρια του Χριστιανισμού και εξαιτίας διαφόρων συνθηκών έχουν εισέλθει σε κοινωνία με πνεύματα, αλλά έχει συμβεί και σε πολλούς αγωνιστές της πίστης και μοναχούς οι οποίοι είχαν αισθητή αντίληψη των  πνευμάτων χωρίς να έχουν αποκτήσει πνευματική αντίληψη αυτών.

Η ορθή, νόμιμη είσοδος στον κόσμο των πνευμάτων παρέχεται μόνο μέσω της χριστιανικής διδασκαλίας και ζωής. Ολοι οι άλλοι τρόποι είναι αθέμιτοι και πρέπει να αποκηρυχθούν ως άχρηστοι και καταστροφικοί. Είναι ο ίδιος ο Θεός ο οποίος οδηγεί τον αληθινό αγωνιστή του Χριστού στην αντίληψη των πνευμάτων. Όταν ο Θεός οδηγεί, τα προκαλύμματα της αλήθειας, με τα οποία ενδύεται το ψέμα, απομακρύνονται από την ίδια την αλήθεια, τότε, παρέχεται στον Χριστιανό αγωνιστή, πρώτα απ' όλα, η πνευματική αντίληψη των πνευμάτων και του αποκαλύπτονται λεπτομερώς και με ακρίβεια οι ιδιότητές τους. Μόνον αφού γίνει αυτό δωρίζεται σε ορισμένους ασκητές η αισθητή αντίληψη των πνευμάτων, με την οποία ολοκληρώνεται η γνώση για τα πνεύματα, γνώση την οποία έχουν αρχικά αποκτήσει μέσω της πνευματικής αντίληψής τους.

Μερικές πρακτικές συμβουλές

Από τα λόγια του αγ. Αντωνίου, στο Βίο του που συνέγραψε ο άγιος Αθανάσιος - ήδη αναφέρθηκε πιο πάνω ως η κύρια πηγή της γνώσης μας περί της δραστηριότητας των δαιμόνων - ο Επίσκοπος Ιγνάτιος δανείζεται πρακτικές συμβουλές τις οποίες απευθύνει προς τους Χριστιανούς αγωνιστές σχετικά με το πώς να συμπεριφέρονται σε περίπτωση που τους συμβεί να έχουν αισθητή αντίληψη των πνευμάτων.  Οι συμβουλές του έχουν τεράστια αξία για όλους όσους επιθυμούν να ζούν μία αληθινή Χριστιανική πνευματική ζωή στις μέρες μας, στις οποίες, για λόγους που θα προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε παρακάτω, η αισθητή αντίληψη των πνευμάτων έχει γίνει πολύ πιο συχνή απ' όσο ποτέ άλλοτε.
Ο αγ. Αντώνιος διδάσκει ότι:
«Ως τεκμήριο - για απόδειξη δική σας και  για αφοβία εναντίον τους - νάχετε το εξής:
Όταν γίνη κάποια φαντασία, μην τα χάνεις εκ των προτέρων από δειλία, αλλ' οποιαδήποτε κι αν είναι η φαντασία αυτή, πάρε θάρρος και ρώτα πρώτος:
-                      Ποιος είσαι συ και πούθε έρχεσαι; «Τις ει σύ και πόθεν»;
Και εάν μεν είναι οπτασία αγίων, σε πληροφορούν και μεταβάλλουν το φόβο σου σε χαρά. Αν δε είναι καμιά διαβολική, αμέσως αδυνατεί, γιατί βλέπει ισχυρή τη διάνοιά σου. Γιατί με το να ρωτά κανείς να μάθη:
-                      Τις ει και πόθεν; Αυτό είναι εξ ολοκλήρου απόδειξης αταραξίας.
Έτσι, ο μεν Ιησούς του Ναυή ρώτησε και έμαθε: «Και εγένετο ως ην Ιησούς εν Ιεριχώ και αναβλέψας τοις οφθαλμοίς είδεν άνθρωπον εστηκότα εναντίον αυτού, και η ρομφαία εσπασμένη εν τη χειρί αυτού, και προσελθών Ιησούς είπεν αυτώ, ημέτερος εί ή των υπεναντίων; Ο δε είπεν αυτώ, εγώ αρχιστράτηγος δυνάμεως Κυρίου νυνί παραγέγονα» (Ιησούς του Ναυή ε' 13-14). Και δεν κατώρθωσε να εξαπατήση ο εχθρός το Δανιήλ , ακριβώς επειδή τον ρώτησε: «Και είπεν, ει οίδα, ινατί ήλθον προς σε; Και νύν επιστρέψω του πολεμήσαι μετά του άρχοντος Περσών, και εγώ εξεπορευόμην, και ο άρχων των Ελλήνων ήρχετο.

Ο Επίσκοπος Ιγνάτιος, αφού πρώτα αναφέρει το πώς ακόμα και ο αγ. Συμεών ο Στυλίτης σχεδόν εξαπατήθηκε κάποτε από ένα δαίμονα που εμφανίστηκε μπροστά του με τη μορφή αγγέλου μέσα σε πύρινο άρμα, προειδοποιεί τους σημερινούς Ορθόδοξους Χριστιανούς: «Αφού οι  άγιοι δεν ανεγνώριζαν πάντοτε τους δαίμονες που εμφανίζονταν μπροστά τους με τη μορφή αγίων αλλά και του ίδιου του Χριστού, πως είναι δυνατόν εμείς να σκεφτούμε ότι θα τους αναγνωρίσουμε χωρίς να πέσουμε σε σφάλμα; Ο μόνος τρόπος σωτηρίας από τα δαιμονικά πνεύματα είναι να αρνηθούμε πλήρως να έχουμε αντίληψη αυτών και επικοινωνία μαζί τους, αναγνωρίζοντας την ακαταλληλότητα του εαυτού μας για κάτι τέτοιο.

Οι άγιοι διδάσκαλοι του Χριστιανικού αγώνα ζητούν από τους ευσεβείς αγωνιστές να μην εμπιστεύονται κανενός είδους εικόνα ή οπτασία που θα εμφανιστεί ξαφνικά μπροστά  τους, ούτε να αρχίζουν κουβέντα μαζί της, ούτε να της δίνουν καμιά προσοχή. Επίσης τους ζητούν να προφυλάσσουν τον εαυτό τους κατά τη διάρκεια αυτών των εμφανίσεων κάνοντας το σημείο του Σταυρού, να κλείνουν τα μάτια τους, και με ακλόνητη επίγνωση  της αναξιότητας και της ακαταλληλότητάς τους να βλέπουν άγια πνεύματα, να ικετεύουν τον θεό ζητώντας Του να τους προστατεύει απ' όλες τις παγίδες και τις πλάνες που με πανουργία επινοούν εναντίον των ανθρώπων τα μοχθηρά πνεύματα.

Επιπλέον, ο Επίσκοπος Ιγνάτιος παραθέτει χωρίο από τον αγ. Γρηγόριο το Σιναϊτη: «Ποτέ να μην παραδεχθείς ότι και αν δείς, αισθητό ή νοερό, εξωτερικά ή εσωτερικά, ακόμα και οπτασία Χριστού ή δήθεν Αγγέλου, ή μορφή αγίου, ή να φαντάζεσαι φώς με το νου σου ή να δίνεις σ' αυτόν σχήμα. Γιατί κι ο ίδιος ο νους έχει από τη φύση του τη δύναμη της φαντασίας και εύκολα μπορεί να σχηματίζει τις μορφές όσων επιθυμεί, σ' εκείνους που δεν τον προσέχουν ακόμα με ακρίβεια, και προκαλεί βλάβη και στον εαυτό του.

Συμπέρασμα

Εν κατακλείδι, ο Επίσκοπος Ιγνάτιος διδάσκει: «Η μόνη ορθή είσοδος στον κόσμο των πνευμάτων είναι η Χριστιανική ζωή και διδασκαλία. Η μόνη ορθή είσοδος στην αισθητή αντίληψη των πνευμάτων είναι η Χριστιανική πρόοδος και τελειοποίηση.

Όταν έρθει η ώρα που είναι καθορισμένη από τον ένα και μοναδικό Θεό που μόνον  Εκείνος τη γνωρίζει, είναι σίγουρο ότι θα εισέλθουμε κι εμείς στον κόσμο των πνευμάτων. Η ώρα αυτή δεν απέχει πολύ από τον καθένα μας!  Μακάρι ο πανάγαθος Θεός να μας αξιώσει να ζήσουμε την επίγεια ζωή μας με τέτοιο τρόπο, ώστε κατά τη διάρκειά της να μπορέσουμε να διακόψουμε την επικοινωνία με τα πεπτωκότα πνεύματα, και να εισέλθουμε σε επικοινωνία με τα άγια πνεύματα έτσι ώστε, έχοντας απεκδυθεί το σώμα, να μπορέσουμε να συγκαταλεχθούμε  με τα άγια και όχι με τα πεπτωκότα πνεύματα».

Η διδασκαλία αυτή του Επισκόπου Ιγνατίου Μπριαντσιανίνωφ, γραμμένη περισσότερο από έναν αιώνα πριν, θα μπορούσε κάλλιστα να είχε γραφτεί σήμερα, αφού περιγράφει με τέτοια ακρίβεια τους πνευματικούς πειρασμούς της σύγχρονης εποχής κατά την οποία οι «θύρες της αντίληψης» - για να χρησιμοποιήσουμε μία δημοφιλή φράση ενός πειραματιστή του χώρου αυτού, του Αλντους Χάξλεϋ - έχουν ανοιχεθί για τους ανθρώπους σε βαθμό ασύλληπτο για την εποχή του Επισκόπου Ιγνατίου.

Αυτά τα λόγια δε χρειάζονται σχεδόν κανένα σχόλιο. Ο αναγνώστης που διαθέτει αντίληψη, ίσως να έχει ήδη αρχίσει να ερμηνεύσει βάσει αυτών τις «μεταθανάτιες» εμπειρίες που περιγράφουμε στο βιβλίο μας και ως εκ τούτου, ίσως έχει αρχίσει να συνειδητοποιεί τον τρομερό κίνδυνο που τέτοιες εμπειρίες συνεπάγονται για την ανθρώπινη ψυχή. Όποιος γνωρίζει καλά τη σχετική Ορθόδοξη διδασκαλία δεν μπορεί παρά να αντικρύσει με κατάπληξη και φρίκη την ευκολία με την οποία οι σημερινοί «Χριστιανοί» εμπιστεύονται τα οράματα και τις οπτασίες που αποτελούν ένα τόσο συχνό σημερινό φαινόμενο. Ο λόγος γι' αυτήν την ευπιστία είναι σαφής: ο Ρωμαιοκαθολικισμός και ο Προτεσταντισμός, αποκομμένοι εδώ και αιώνες από την Ορθόδοξη διδασκαλία και πρακτική της πνευματικής ζωής, έχουν απολέσει κάθε ικανότητα για σαφή διάκριση του κόσμου των πνευμάτων. Η απολύτως ουσιαστική Χριστιανική ιδιότητα της δυσπιστίας απέναντι στις «καλές» ιδέες και τα «καλά» συναισθήματα έχει καταντήσει τελείως ξένη προς αυτούς. Ετσι, οι «πνευματικές» εμπειρίες και οι εμφανίσεις πνευμάτων είναι ίσως πιο συχνές σήμερα παρά σε οποιαδήποτε άλλη περίοδο της εποχής του Χριστιανισμού, και μία μωρόπιστη ανθρωπότητα είναι πρόθυμη και ικανή να δεχθεί τη θεωρία μίας «νέας εποχής» πνευματικών θαυμάτων ή μία «νέα έκχυση» του Αγίου Πνεύματος, έτσι ώστε να εξηγήσει αυτό το γεγονός. Η ανθρωπότητα έχει περιπέσει σε τέτοια πνευματική εξαθλίωση, που φαντάζεται ότι είναι «Χριστιανική»  ακόμα και τη στιγμή που προετοιμάζεται για την εποχή των δαιμονικών «θαυμάτων» που είναι σημάδι των εσχάτων καιρών: «εισί γαρ πνεύματα δαιμονίων ποιούντα σημεία, ά εκπορεύεται επί τους βασιλείς της οικουμένης όλης, συναγαγείν αυτούς εις τον πόλεμον της ημέρας εκείνης της μεγάλης του Θεού του παντοκράτορος».

Θα πρέπει να προσθέσουμε ότι οι ίδιοι οι Ορθόδοξοι  Χριστιανοί, ενώ θεωρητικά κατέχουν την αληθινή Χριστιανική διδασκαλία, σπανίως έχουν επίγνωση αυτής, και συχνά εξαπατούνται το ίδιο εύκολα με τους μη Ορθόδοξους. Είναι καιρός αυτή η διδασκαλία να ανακτήσει τη θέση της με τη δραστηριοποίηση αυτών που την έχουν κληρονομήσει!

Αποκαλύπτεται ότι εκείνοι που σήμερα περιγράφουν τις «μεταθανάτιες» εμπειρίες τους είναι τόσο ευκολόπιστοι σχετικά με αυτές όσο και κάθε άλλος που παραπλανήθηκε στο παρελθόν, σε όλα τα σύγχρονα σχετικά κείμενα υπάρχουν εξαιρετικά λίγες περιπτώσεις στις οποίες ένα πρόσωπο αναρωτιέται σοβαρά εάν τουλάχιστον ένα μέρος της εμπειρίας είναι δυνατόν να προέρχεται από το διάβολο. Ο Ορθόδοξος αναγνώστης, φυσικά, θα κάνει αυτήν την ερώτηση και θα προσπαθήσει να κατανοήσει τις «μεταθανάτιες» εμπειρίες κάτω από το φώς της πνευματικής διδασκαλίας των Ορθόδοξων Πατέρων και αγίων.

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να προχωρήσουμε και να δούμε τι ακριβώς συμβαίνει στην ψυχή σύμφωνα με την Ορθόδοξη διδασκαλία, όταν, κατά τη στιγμή του θανάτου, αφήνει το σώμα και εισέρχεται στον κόσμο των πνευμάτων.



Τα εναέρια τελώνια

Ο ιδιαίτερος τόπος, όπου κατοικούν οι δαίμονες στο μεταπτωτικό κόσμο μας, και όπου οι ψυχές των απελθόντων έρχονται αντιμέτωπες με αυτούς, είναι ο αέρας. Ο Επίσκοπος Ιγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ περιγράφει εκτενώς τον κόσμο των δαιμόνων, ο οποίος πρέπει να γίνει σαφώς αντιληπτός, προκειμένου να μπορέσουμε να κατανοήσουμε πλήρως τις σημερινές «μεταθανάτιες» εμπειρίες.

Ο λόγος του Θεού και το Αγιο Πνεύμα που ενεργεί μαζί με αυτόν μας αποκαλύπτει, μέσω τον αγίων, οι οποίοι είναι τα «σκεύη εκλογής του», ότι ο χώρος μεταξύ ουρανού και γής, η όλη κυανόχρωμη έκταση του αέρα που είναι ορατή στους ανθρώπους κάτω από τους ουρανούς, είναι ο χώρος όπου ενοικούν οι πεπτωκότες άγγελοι, οι οποίοι εκδιώχθηκαν από τα ουράνια. Ο Απόστολος Παύλος αποκαλεί τους πεπτωκότες αγγέλους «τα πνευματικά της πονηρίας εν τοις επουρανίοις» και τον επικεφαλή τους «τον άρχοντα της εξουσίας του αέρος». Υπάρχει ένα πλήθος πεπτωκότων αγγέλων διασκορπισμένων απ' άκρη σ' άκρη στη διάφανη, απέραντη έκταση που βλέπουμε από πάνω μας. Δε σταματούν να ενοχλούν όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες και κάθε άνθρωπο ξεχωριστά, δεν υπάρχει καή πράξη, δεν υπάρχει έγκλημα στο οποίο να μην είναι πρωταίτιοι και συμμετέχοντες, προδιαθέτουν και καθοδηγούν τους ανθρώπους προς την αμαρτία με κάθε δυνατό μέσο.


«Ο αντίδικος υμών διάβολος ως λέων ωρυόμενος περιπατεί ζητών τίνα καταπίη» τόσο κατά την επίγεια ζωή όσο και μετά το χωρισμό της ψυχής από το σώμα. Όταν η ψυχή ενός χριστιανού, αφήνοντας την επίγεια κατοικία της, αρχίζει να αγωνίζεται να φτάσει στην ουράνια πατρίδα περνώντας μέσα από το χώρο των εναέριων πνευμάτων, οι δαίμονες τη σταματούν, πασχίζουν να εντοπίσουν σε αυτήν κάποια ομοιότητα μαζί τους, με την αμαρτία τους, με την πτώση τους, και να τη σύρουν κάτω στην κόλαση «εις το πύρ το αιώνιον το ητοιμασμένον τω διαβόλω και τοις αγγέλοις αυτού (στην αιώνια φωτιά που έχει ετοιμασθή δια τον διάβολον και τους αγγέλους του.). Επομένως, ενεργούν βάσει του δικαιώματος που έχουν αποκτήσει.

Μετά την πτώση του Αδάμ, συνεχίζει ο επίσκοπος Ιγνάτιος, όταν ο άνθρωπος αποκλείστηκε από τον παράδεισο και ο Θεός έβαλε ένα Χερουβείμ με φλόγινη ρομφαία να τον φυλάττει, «και εξέβαλε τον Αδάμ και κατώκισεν αυτόν απέναντι του παραδείσου της τρυφής και έταξε τα Χερουβείμ και την φλογίνην ρομβαίαν την στρεφομένη φυλάσσειν την  οδόν του ξύλου της ζωής», ο αρχηγός των πεπτωκότων αγγέλων, ο σατανάς, μαζί με ορδές υποταγμένων σε αυτόν πνευμάτων «στάθηκε πάνω στην ατραπό που οδηγεί από τη γή στον παράδεισο, και από εκείνη τη στιγμή μέχρι τη στιγμή του σωτήριου πάθους και του ζωοποιού θανάτου του Χριστού δεν επέτρεπε να περάσει από αυτήν την ατραπό ούτε μία ανθρώπινη ψυχή μετά την έξοδό της από το σώμα. Οι πύλες του ουρανού ήταν αιωνίως κλειστές για τους ανθρώπους. Μετά το θάνατό τους, τόσο οι δίκαιοι όσο και οι αμαρτωλοί κατέρχονταν στην κόλαση. Οι αιώνιες πύλες και ο αδιάβατος δρόμος άνοιξαν μόνο για τον Κύριό μας Ιησού Χριστό». Μετά τη λύτρωση που μας χάρισε ο Ιησούς Χριστός, «όλοι αυτοί που έχουν απροκάλυπτα απορρίψει το Λυτρωτή αποτελούν την κληρονομιά του σατανά: οι ψυχές τους, μετά τον αποχωρισμό τους από το σώμα, κατέρχονται κατευθείαν στην κόλαση. Αλλά και οι Χριστιανοί που ρέπουν προς την αμαρτία είναι επίσης ανάξιοι να αναληφθούν από την επίγεια ζωή στη μακάρια αιωνιότητα. Η ίδια η δικαιοσύνη απαιτεί να υπάρξει μία στάθμιση και μία αξιολόγηση αυτών των μορφών προδοσίας προς το Λυτρωτή. Χρειάζεται κάποια κρίση και διάκριση προκειμένου να καθορισθεί, εάν τα όσα επικρατούν στην ψυχή την προορίζουν για την αιώνια ζωή ή τον αιώνιο θάνατο. Η ανυπόκριτη Κρίση του Θεού αναμένει την ψυχή του κάθε Χριστιανού μετά την αναχώρησή της από το σώμα, όπως άλλωστε έχει πει και ο απόστολος Παύλος: «απόκειται τοις ανθρώποις άπαξ αποθανείν, μετά δε τούτο κρίσις.

Για τη δοκιμασία των ψυχών καθώς περνούν μέσα από τον αέρα, έχουν τοποθετηθεί από τις σκοτεινές δυνάμεις ξεχωριστοί τόποι κρίσης και φρουροί με αξιοσημείωτη τάξη. Στα υποουράνια στρώματα, από τη γη μέχρι τον ίδιο τον ουρανό, ορθώνονται λεγεώνες πεπτωκότων πνευμάτων που φρουρούν τη διάβαση της ψυχής. Κάθε τμήμα είναι υπεύθυνο για μία ειδική μορφή αμαρτίας και ελέγχει την ψυχή και ελέγχει την ψυχή γι' αυτήν τη μορφή αμαρτίας, όταν η ψυχή φθάνει εκεί. Στα Πατερικά κείμενα οι εναέριοι δαιμονικοί φρουροί και οι τόποι κρίσης αποκαλούνται τελώνια, και τα πνεύματα τα οποία υπηρετούν σε αυτούς αποκαλούνται εισπράκτορες».

Πώς να κατανοήσουμε τα τελώνια

Ίσως καμιά άποψη της Ορθόδοξης εσχατολογίας δεν έχει παρανοηθεί τόσο, όσο η σχετική με το φαινόμενο των εναέριων τελωνίων. Πολλοί απόφοιτοι των σημερινών νεωτεριστικών Ορθόδοξων σχολών τείνουν να απορρίπτουν γενικά το όλο φαινόμενο ως ένα είδος «μεταγενέστερης προσθήκης» στην Ορθόδοξη διδασκαλία,  ή ως ένα είδος «φανταστικού» κόσμου που δεν είναι θεμελιωμένος στα κείμενα των Γραφών ή των Πατέρων ή στην πνευματική πραγματικότητα. Τέτοιοι φοιτητές αποτελούν τα θύματα μίας ορθολογιστικής εκπαίδευσης, η οποία στερείται εκλεπτυσμένης αντίληψης σχετικά με τα διαφορετικά επίπεδα πραγματικότητας που συχνά περιγράφοντα στα Ορθόδοξα κείμενα, αλλά και με τα διαφορετικά εννοιολογικά επίπεδα που συχνά απαντώνται στα κείμενα των Γραφών ή των Πατέρων. Η υπερβολική έμφαση που προσδίδει η σύγχρονη ορθολογιστική εκπαίδευση στην «κατά γράμμα» έννοια των κειμένων καθώς και μία «ρεαλιστική» ή «κοσμική» κατανόηση των γεγονότων που περιγράφονται στην Αγία Γραφή και στους Βίους Αγίων καταλήγουν να επισκιάζουν ή να εξαφανίζουν τελείως τα πνευματικά νοήματα και τις πνευματικές εμπειρίες που συχνά είναι πρωτεύοντα στις Ορθόδοξες πηγές. Για το λόγο αυτό, ο Επίσκοπος Ιγνάτιος, ο οποίος από τη μία ήταν ένας «οξυδερκής» σύγχρονος διανοούμενος και από την άλλη ένα γνήσιο και ταπεινό τέκνο της Εκκλησίας, μπορεί να αποτελέσει την κατάλληλη γέφυρα μέσα από την οποία οι σημερινοί Ορθόδοξοι διανοούμενοι να βρούν το δρόμο της επιστροφής προς την αληθινή παράδοση της Ορθοδοξίας.

Πριν παρουσιάσουμε εκτενέστερα τη διδασκαλία του Επίσκοπου Ιγνατίου περί των εναέριων τελωνίων, αξίζει να σημειώσουμε τις επιφυλάξεις που διατυπώνουν δυό Ορθόδοξοι στοχαστές, ένας σύγχρονος και ένας αρχαίος, για όσους προχωρούν στην εξερεύνηση της υπερκόσμιας πραγματικότητας.

Το 19ο αιώνα, ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Μόσχας, πραγματευόμενος το θέμα της κατάστασης των ψυχών μετά το θάνατο, γράφει: «Πρέπει να σημειώσουμε ότι, όπως ακριβώς συμβαίνει γενικά με τις αναπαραστάσεις των στοιχείων του πνευματικού κόσμου για εμάς που είμαστε ενδεδυμένοι με τη σάρκα, ορισμένα χαρακτηριστικά τα οποία είναι ανθρωπομορφικά και λιγότερο ή περισσότερο αντιληπτά μέσω των αισθήσεων είναι αναπόφευκτα παρόντα. Ετσι, ειδικότερα, αυτά τα χαρακτηριστικά ενυπάρχουν και στη λεπτομερή διδασκαλία περί τελωνίων τα οποία διαβαίνει η ψυχή μετά τον αποχωρισμό της από το σώμα». Συνεπώς πρέπει να εδραιώσουμε στη μνήμη μας την οδηγία την οποία έδωσε ο άγγελος στον αγ. Μακάριο Αλεξανδρείας ευθύς αφότου άρχεσε να του μιλά για τα τελώνια: Να δέχεστε τα γήινα εδώ ως το πιο αδύναμο είδος αναπαράστασης των ουρανίων. Πρέπει να φανταζόμαστε τα τελώνια όχι με μία χονδροειδή και αισθητή, αλλά - όσο είναι δυνατό για μας- με μία πνευματική έννοια, και να μην αγκιστρωνόμαστε σε λεπτομέρειες οι οποίες παρουσιάζονται ποικιλοτρόπως σε διάφορους συγγραφείς και διηγήσεις της ίδιας της Εκκλησίας, μολονότι η βασική ιδέα των τελωνίων είναι μία και η αυτή».

Μερικά συγκεκριμένα παραδείγματα από τέτοιες λεπτομέρειες που δεν πρέπει να ερμηνεύονται με «χονδροειδή» και «αισθητό» τρόπο παρατίθενται από τον αγ. Γρηγόριο τον Διάλογο στο Τέταρτο Βιβλίο των Διαλόγων του, το οποίο, όπως έχουμε ήδη δει,  είναι ειδικά αφιερωμένο στο θέμα της μετά θάνατον ζωής.

Έτσι, περιγράφοντας το μεταθανάτιο όραμα κάποιου Ρεπαράτου, ο οποίος είδε έναν αμαρτωλό ιερέα να καίγεται στην κορυφή μίας τεράστιας νεκρικής πυράς, ο αγ. Γρηγόριος σημειώνει: «Εξάλλου ο Ρεπαράτος είδε πυρά να παρασκευάζεται, όχι γιατί στον άδη καίνε ξύλα για να βάλουν φωτιά, αλλά υπό το πρίσμα του ότι θα τα διηγείτο στους  ζωντανούς. Έτσι είδε να χρησιμοποιούνται για τον εμπυρισμό των φαύλων ανθρώπων εκείνα τα υλικά, με τα οποία συνήθως τρέφεται το σωματικό πυρ στους ζωντανούς, ούτως ώστε ακούγοντας για τα συνηθισμένα, με αυτά να μαθαίνουν τι φόβο πρέπει να έχουν για τα ασυνήθιστα».

Σε μία άλλη περίπτωση, ο αγ. Γρηγόριος περιγράφει το πώς ένας άνδρας στάλθηκε πίσω στη ζωή μετά το θάνατό του εξ αιτίας ενός «λάθους» - κάποιος άλλος με το ίδιο όνομα ήταν αυτός που είχε κληθεί να φύγει από τη ζωή, κάτι που έχει επίσης συμβεί και στις σημερινές «μεταθανάτιες» εμπειρίες- και κατόπιν προσθέτει: «Όταν γίνεται αυτό, δεν πρόκειται για λάθος, αλλά για νουθεσία. Γιατί η θεϊκή αγαθότητα κατά μεγάλη δωρεά της ευσπλαχνίας Της οικονομεί, ώστε μερικοί ακόμη και μετά την έξοδο ξαφνικά ξαναγυρίζουν στο σώμα, και αρχίζουν τελικά να φοβούνται τις βασάνους του άδη, τώρα που τις είδαν, κι ας μην πίστευαν προηγουμένως, όταν τις άκουγαν».

Αναφερόμενος επίσης σε κάποιον άνθρωπο ο ποίος σε μεταθανάτιο όραμα είδε σπίτια καμωμένα από χρυσό στον παράδεισο, ο αγ. Γρηγόριος σχολιάζει: «Ποιος, που έχει σώας τας φρένας, θα καταλάβαινε έτσι; ...; δηλαδή είναι οπωσδήποτε σίγουρο πως θα κτίσει τη μονή του από χρυσό, επειδή είναι χάρη στην απλοχεριά των ελεημοσυνών του που θα αξιωθεί του αιωνίου φωτός».

Σε επόμενα κεφάλαια θα έχουμε την ευκαιρία να πούμε περισσότερα σχετικά με την διαφορά μεταξύ οράσεων του άλλου κόσμου και πραγματικών «εξωσωματικών» εμπειριών του κόσμου τούτου - οι εμπειρίες των τελωνίων, και πολλές από τις σημερινές «μεταθανάτιες» εμπειρίες, σαφώς ανήκουν στην τελευταία κατηγορία, όμως, προς το παρόν, μας είναι αρκετό να συνειδητοποιήσουμε ότι πρέπει να προσεγγίζουμε με επιφυλακτικότητα και σοβαρότητα όλες τις εμπειρίες από τον άλλο κόσμο. Κανείς άνθρωπος ο οποίος έχει επίγνωση της Ορθόδοξης διδασκαλίας δε θα έλεγε ότι τα τελώνια δεν είναι «αληθινά», ότι δε βιώνονται από την ψυχή μετά τον θάνατο. Πρέπει όμως να έχουμε οπωσδήποτε υπόψη μας ότι αυτές οι εμπειρίες δεν εκδηλώνονται στον τραχύ, υλικό μας κόσμο, ότι τόσο ο χρόνος όσο και ο χώρος, αν και προφανώς υφίστανται, έχουν μία τελείως διαφορετική  έννοια από αυτήν με την οποία τους αντιλαμβανόμαστε στη γή και τέλος, ότι όλες οι αναφορές τέτοιων εμπειριών σε γήινη γλώσσα αποτυγχάνουν να εκφράσουν την πραγματικότητα.
Οποιοσδήποτε διαθέτει μία εξοικείωση με το είδος της Ορθόδοξης γραμματείας που περιγράφει τη  μεταθανάτια πραγματικότητα κατά κανόνα γνωρίζει πώς να διακρίνει ανάμεσα στις πνευματικές πραγματικότητες που περιγράφονται εκεί και τις δευτερεύουσες λεπτομέρειες που μπορεί μερικές φορές να εκφράζονται σε συμβολική ή φανταστική γλώσσα. Συνεπώς, φυσικά, δεν υπάρχουν ορατά «σπίτια» ή «θάλαμοι» στον αέρα όπου συλλέγονται τα «τέλη», και όπου αναφέρεται ότι υπάρχουν «ρολά παπύρου ή περγαμηνής» και άλλα όργανα γραπτής καταχώρησης των αμαρτιών , ή «ζυγαριές» με τις οποίες ζυγίζονται οι αρετές, ή «χρυσός» με τον οποίο πληρώνονται τα «χρέη»- σε όλες αυτές τις περιπτώσεις θα πρέπει να κατανοήσουμε σωστά τις παραπάνω εικόνες ως συμβολικά ή ερμηνευτικά μέσα που χρησιμοποιούνται για να εκφράσουν την πνευματική πραγματικότητα την οποία αντιμετωπίζει εκείνη την ώρα η ψυχή. Το εάν ή όχι η ψυχή όντως βλέπει τις εικόνες αυτές, λόγω της ισόβιας συνήθειάς της να βλέπει την πνευματική πραγματικότητα μόνον μέσω των σωματικών αισθήσεων, ή το εάν αργότερα μπορεί να θυμηθεί την εμπειρία μόνο μέσω της χρήσης τέτοιων εικόνων, ή το εάν απλώς αδυνατεί να εκφράσει αυτό που έχει βιώσει με κάποιον άλλο τρόπο, όλα αυτά συνιστούν ένα τελείως δευτερεύον ερώτημα που δε φαίνεται ότι ήταν σημαντικό για τους άγιους Πατέρες και τους συγγραφείς των Βίων Αγίων οι οποίοι έχουν καταγράψει τέτοιες εμπειρίες. Το βέβαιο είναι ότι όντως υπάρχει ένας έλεγχος από τους δαίμονες, οι οποίοι εμφανίζονται με μία τρομακτική αλλά ανθρώπινη μορφή, κατηγορούν τον άνθρωπο που μόλις έχει πεθάνει για τις αμαρτίες του και κυριολεκτικά προσπαθούν να αρπάξουν με τη βία το λεπτό σώμα της ψυχής, το οποίο κρατούν σφιχτά και σταθερά οι άγγελοι, και όλα αυτά συμβαίνουν στον αέρα που βρίσκεται από πάνω μας και μπορούν να τα δούν μόνον εκείνοι που οι οφθαλμοί τους έχουν ανοιχθεί στην πνευματική πραγματικότητα.
Ας επανέλθουμε τώρα στην παράθεση της Ορθόδοξης διδασκαλίας περί τελωνίων από τον Επίσκοπο Ιγνάτιο:

Πατερικές μαρτυρίες για τα τελώνια

«Η διδασκαλία περί τελωνίων είναι η διδασκαλία της Εκκλησίας. Δεν υπάρχει καμιά απολύτως αμφιβολία - η έμφαση είναι του ίδιου του Επισκόπου Ιγνατίου - ότι ο απόστολος Παύλος μιλά γι΄ αυτά όταν δηλώνει δημόσια ότι  οι χριστιανοί πρέπει να διεξάγουν πάλη με τα πονηρά πνεύματα που βρίσκονται κάτω από τους ουρανούς: «Διότι δεν διεξάγομεν πάλην με σάρκα και αίμα, αλλά με τας αρχάς, τας εξουσίας, τους κοσμοκράτορας του σκοτεινού τούτου κόσμου, με τα πονηρά πνεύματα εις τους ουρανούς». Αυτήν  τη διδασκαλία αγίων Πατέρων σχετικά με τα τελώνια, μερικά από τα οποία θα παραθέσουμε και εμείς αμέσως παρακάτω.

Ο Μέγας Αθανάσιος, στο πασίγνωστό έργο του Βίος του αγ. Αντωνίου του Μεγάλου, περιγράφει πώς ο αγ. Αντώνιος, «κάποτε, την ώρα του φαγητού, εκεί που σηκώθηκε να προσευχηθεί γύρω στην ενάτη ώρα (σημερινή 3 μ.μ.), ένοιωσε μέσα του να συναρπάζεται νοερά, και το παράδοξο, ότι στεκόταν κι έβλεπε τον εαυτό του σαν να ήταν έξω από τον εαυτό του, και πως τον οδηγούσαν άγγελοι στον αέρα. Έπειτα  έβλεπε μερικούς μοχθηρούς και φοβερούς (δαίμονας) να στέκονται στον αέρα και να θέλουν να τον εμποδίσουν να μη διαβή (προς τον ουρανό). Επειδή εκείνοι που τον οδηγούσαν (οι Άγγελοι του Θεού) αντιμάχονταν, αυτοί τους  ζητούσαν το λόγο πώς και γιατί παίρναν την  ευθύνη του. Ηθελαν να ζητήσουν λογαριασμό της ζωής του από τότε που γεννήθηκε. Αλλά τους εμπόδιζαν οι οδηγούντες τον Αντώνιον, λέγοντάς τους:
- Τα μεν αμαρτήματα από της γεννήσεώς του τα έσβησε ο Κύριος, αφ' ότου δε έγινε μοναχός και αφοσιώθηκε στο Θεό σας επιτρέπομε να κάμετε λόγο.

Τότε επειδή οι δαίμονες κατηγορούσαν μόνον χωρίς να έχουν και επιχειρήματα, αφέθηκε ελεύθερος και ανεμπόδιστος ο δρόμος και αμέσως είδε τον εαυτό του σαν να ερχόταν και να στέκεται κοντά του και ήταν πάλιν ο ίδιος ο Αντώνιος (όπως πριν).

Τότε, ξέχασε τελείως το φαγητό και έμεινε το υπόλοιπον της ημέρας και όλη την νύχτα στενάζοντας και προσευχόμενος. Διότι θαύμαζε βλέποντας με πόσους εχθρούς έχομε να παλέψωμε, και πόσους κόπους έχει να καταβάλη κανείς για να διαβή τον αέρα (προς τον ουρανό). Θυμόταν και πώς αυτά εννοούσε ο απόστολος όταν έλεγε: «Διότι δεν διεξάγομεν πάλην με σάρκα και αίμα, αλλά με τας αρχάς, τας εξουσίας, τους κοσμοκράτορας του σκοτεινού τούτου κόσμου, με τα πονηρά πνεύματα εις τους ουρανούς», «Τον άρχοντας της εξουσίας του αέρος». Ο απόστολος γνωρίζει ότι τα εναέρια πνεύματα επιζητούν ένα και μόνον πράγμα, το πώς να εμποδίσουν την ελεύθερη άνοδό μας στον ουρανό, και αγωνίζονται με διακαή πόθο να μας στερήσουν αυτή τη δυνατότητα. Ετσι, μας παρακινεί: «Ενδυθήτε την πανοπλίαν του Θεού, διά να μπορέσετε να αντισταθήτε κατά την πονηράν ημέραν», «Διά να εντραπή ο εχθρός που δεν θα έχη να πή τίποτα κακόν για μάς».

Ο αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος, περιγράφοντας την ώρα του θανάτου, διδάσκει: «Στο ταξίδι μας μέσα από τον αέρα, θα έχουμε ανάγκη από πολλές προσευχές, πολλούς βοηθούς, πολλές αγαθοεργίες καθώς και από την αδιάλειπτη μεσιτεία των αγίων αγγέλων. Αφού ακόμα κι όταν έχουμε ανάγκη από κάποιον οδηγό, πόσο περισσότερη ανάγκη θα έχουμε τότε από οδηγούς και βοηθούς οι οποίοι θα μας περάσουν μέσα από τις αόρατες δυνάμεις και τους κοσμοκράτορες του σκοτεινού τούτου κόσμου που κατοικούν στον αέρα και ονομάζονται κατήγοροι και εισπράκτορες τελών».

Ο αγ. Μακάριος ο Μέγας γράφει: «Σύ, όμως, ακούοντας ότι υπάρχουν ποταμοί δρακόντων, στόματα λεονταριών και σκοτεινές δυνάμεις που βρίσκονται κάτω από τον ουρανό, και φωτιά που καίει και κοχλάζει στα μέλη, τα θεωρείς αυτά σαν ανύπαρκτα, επειδή δε γνωρίζεις ότι αν δε δεχθείς τον αρραβώνα του αγίου Πνεύματος -« Εκείνος δεν που μας στερεώνει μαζί μ' εσάς εις τον Χριστόν και μας έχρισε είναι ο Θεός, ο Οποίος μας εσφράγισε και έδωκε στις καρδιές μας το Πνεύμα σαν αρραβώνα» - όταν η ψυχή θ' αποχωρίζεται από το σώμα, θα κυριαρχήσουν πάνω σ' αυτήν και δε θα σ' αφήσουν ν' ανεβείς στους ουρανούς».

Ο αγ. Ησαίας ο Εγκλειστος, Πατέρας της Φιλοκαλίας που έζησε τον 6ο αιώνα, διδάσκει ότι οι Χριστιανοί «θα πρέπει καθημερινά να έχουμε το θάνατο μπροστά στα μάτια μας και να ανακρίνουμε τον εαυτό μας κάθε μέρα, ώστε η ψυχή μας να χωριστεί ανώδυνα από το σώμα εκείνη την ώρα και να διέλθει από τις δυνάμεις του σκότους που μέλλουν να τη συναντήσουν στον αέρα».

«Όταν η ψυχή εξέλθει από το σώμα τη συνοδεύουν οι άγγελοι, και ύστερα οι δυνάμεις του σκότους βγαίνουν να τη συναντήσουν, θέλοντας να την αρπάξουν και ελέγχοντάς την μήπως τυχόν βρούν κάτι δικό τους σ' αυτήν».

Παρομοίως, ο αγ. Ησύχιος, Πρεσβύτερος Ιεροσολύμων, ο οποίος έζησε τον 5ο αιώνα, διδάσκει: «Θα έρθει και σε μάς η ώρα του θανάτου, θα έρθει και δεν είναι δυνατό να τον αποφύγομε. Και είθε τότε, όταν έρθει ο άρχοντας του κόσμου και του αέρα, να βρεί τα αμαρτήματά μας λίγα και μηδαμινά για να μη μάς ελέγξει στ' αλήθεια».

Ο αγ. Γρηγόριος ο Διάλογος (+604) γράφει στις Ομιλίες του στα Ευαγγέλια: Πρέπει να συλλογιζόμαστε βαθιά πόσο φρικιαστική θα είναι για μάς η ώρα του θανάτου, πόσος τρόμος θα καταλάβει εκείνη την ώρα την ψυχή μας, πόσο έντονα θα θυμηθούμε όλες τις αμαρτίες μας και θα λησμονήσουμε όλες τις ευτυχισμένες στιγμές της επίγειας ζωής μας, πόσο φόβο θα νιώσουμε, και πόση ανησυχία ενώπιον του Κριτή. Την ώρα του θανάτου τα μοχθηρά πνεύματα θα γυρέψουν να μάθουν από την απερχόμενη ψυχή τα όσα έπραξε κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής της, τότε θα παρουσιάσουν μπροστά της τις αμαρτίες προς τις οποίες την είχαν προδιαθέσει, έτσι ώστε να τη σύρουν στο μαρτύριο ως συνεργό τους. Γιατί όμως μιλάμε μόνον για την αμαρτωλή ψυχή, αφού τα μοχθηρά πνεύματα πλησιάζουν ακόμα και τους εκλεκτούς ανάμεσα στους αποθνήσκοντες και ζητούν τους δικούς τους, αυτούς τους οποίους έχουν καταφέρει να κατακτήσουν; Ανάμεσα στους ανθρώπους υπήρξε μόνον Ενας ο Οποίος πριν από το Πάθος του είπε άφοβα: Δεν θα μιλήσω πλέον πολύ μαζί σας, διότι έρχεται ο άρχων του κόσμου, και δεν έχει επάνω μου καμμίαν δύναμιν».

Ο αγ. Εφραίμ ο Σύρος (+373) περιγράφει με τον ίδιο τρόπο την ώρα του θανάτου και την κρίση στα τελώνια: « Τη στιγμή που θα φθάσουν στη συνέχεια οι δεσποτικές δυνάμεις, τη στιγμή που θα κατέβουν οι φοβερές στρατιές, όταν οι θείοι ψυχοπομποί θα καλέσουν την ψυχή να αναχωρήσει από το σώμα, όταν ο αλύγιστος Άγγελος θα ζητά να μας σύρει με τη βία στο δικαστήριο, και όταν τον αντικρίσει αυτόν ο ταλαίπωρος άνθρωπος ...; θα συγκλονισθεί ολόκληρος, θα τρέμει ολόκληρος, θα ταραχθεί ολόκληρος ...; Τότε παραλαμβάνοντας οι άγγελοι την ψυχή διά μέσου του αέρος, πηγαίνουν στον τόπο όπου στέκονται οι αρχές, οι εξουσίες και οι κοσμοκράτορες των εχθρικών δυνάμεων, οι σκληροί κατήγοροί μας, οι φοβεροί τελώνες και ελεγκτές και εισπράκτορες, οι οποίοι τη συναντούν στον αέρα, ελέγχοντας, εξετάζοντας, παρουσιάζοντας τα αμαρτήματα και τα χρέη του ανθρώπου, της νιότης και των γηρατειών, όσα έκανε με τη θέλησή του και όσα χωρίς τη θέλησή του, με έργα, με λόγια, με σκέψεις. Μεγάλος θα είναι ο φόβος εκεί, μεγάλος θα είναι ο τρόμος της ταλαίπωρης ψυχής. Θα είναι απερίγραπτη η πίεση που θα δοκιμάζει τότε, καθώς αυτή θα κρατιέται, θα συνταράζεται, θα συκοφαντείται, θα σπρώχνεται, θα εμποδίζεται από το πλήθος των μυριάδων εχθρών, για να μην κατοικήσει στο φώς, για να μην μπεί στη χώρα των ζώντων. Και από τη μιά, οι άγιοι Άγγελοι παραλαμβάνουν την ψυχή και την οδηγούν ...;».

Αλλά και οι ακολουθίες της Ορθόδοξης Εκκλησίας περιέχουν πολλές αναφορές στα τελώνια. Ετσι, στην Οκτώηχο, έργο του αγ. Ιωάννη του Δαμασκηνού, Πατέρα του 8ου μ.χ. αιώνα διαβάζουμε: « Ω Παρθένε, την ώρα του θανάτου μου διάσωσέ με από τα χέρια των δαιμόνων, και την κρίση, και την κατηγορία, και τη φοβερή δοκιμασία, και από τα  φθονερά τελώνια, και τον μανιασμένο άρχοντα και την αιώνια καταδίκη, Ω Μητέρα του Θεού».

«Όταν έρθει η ώρα να διαχωριστεί βίαια η ψυχή μου από τα μέλη του σώματος τότε μεσίτευσε για μένα, Θεονύμφευτε, ώστε να διέλθω ανεμπόδιστα από τους άρχοντες του σκότους που βρίσκονται στον αέρα».

Ο Επίσκοπος Ιγνάτιος παραθέτει δεκαεπτά άλλα τέτοια παραδείγματα από λειτουργικά βιβλία, τα οποία φυσικά δεν απαρτίζουν το πλήρες σύνολο των σχετικών αναφορών.

Η πιο λεπτομερής από όλες τις συζητήσεις των πρώτων Πατέρων της Εκκλησίας σχετικά με τη διδασκαλία περί των εναέριων τελωνίων εκτίθεται στην Ομιλία για την Αναχώρηση της Ψυχής  από τον αγ. Κύριλλο Αλεξανδρείας (+444).
Μεταξύ πολλών άλλων, στην Ομιλία του ο αγ. Κύριλλος λέει: «Ω ψυχή, τι φόβος και τρόμος σε περιμένει την ημέρα του θανάτου! Θα δείς να στέκονται μπροστά σου φρικτοί, άγριοι, αμείλικτοι, ανηλεείς, αισχροί δαίμονες, σαν μαύροι Αιθίοπες. Αυτή και μόνο η όψη τους είναι χειρότερη από οποιοδήποτε μαρτύριο. Η ψυχή, βλέποντάς τους, ταράζεται, αναστατώνεται, ανησυχεί, γυρεύει να κρυφτεί, προστρέχει γρήγορα στους αγγέλους του Θεού για να την βοηθήσουν. Οι άγιοι άγγελοι την κρατούν και μαζί τους περνά μέσα από τον αέρα και ανέρχεται προς τον ουρανό, εκεί συναντά τα τελώνια τα οποία φρουρούν το δρόμο από τη γή στον ουρανό, σταματώντας την ψυχή και εμποδίζοντάς της να ανέλθει υψηλότερα. Κάθε τελώνιο ελέγχει τις αμαρτίες που του αντιστοιχούν, κάθε αμαρτία, κάθε πάθος έχει τους δικούς του εισπράκτορες και ελεγκτές».

Πολλοί άλλοι άγιοι Πατέρες, πριν και μετά τον αγ. Κύριλλο, πραγματεύονται ή θίγουν εν συντομία το θέμα των τελωνίων. Αφού παραθέσει πολυάριθμα σχετικά αποσπάσματα, ο προαναφερθείς ιστορικός της Εκκλησιαστικής διδασκαλίας που έζησε το 19ο αιώνα, καταλήγει: «Μια τέτοια αδιάλειπτη, σταθερή και καθολική χρήση της διδασκαλίας περί τελωνίων από την Εκκλησία, ειδικά μεταξύ των Πατέρων του  4ου αιώνα, μαρτυρεί αναμφισβήτητα ότι η διδασκαλία αυτή μεταβιβάστηκε σε αυτούς από τους διδασκάλους των προηγούμενων αιώνων και βασίζεται στην αποστολική παράδοση».

Τα τελώνια στους βίους Αγίων

Οι Βίοι των Ορθόδοξων Αγίων περιέχουν πολλές αναφορές - μερικές εκ των οποίων ιδιαίτερα παραστατικές - σχετικά με τη διαδικασία διέλευσης της ψυχής μέσα από τα τελώνια μετά το θάνατο. Η πιο λεπτομερής αναφορά βρίσκεται στο Βίο του αγ. Βασιλείου του Νέου, στον οποίο περιγράφεται η διέλευση της οσίας Θεοδώρας μέσα από τα τελώνια, όπως τη διηγήθηκε η οσία μέσα σε όραμα, σε έναν μαθητή του αγίου, τον Γρηγόριο. Η οσία Θεοδώρα αναφέρει είκοσι συγκεκριμένα τελώνια, εκθέτοντας τα διάφορα είδη αμαρτιών που περνούν από δοκιμασία στο κάθε τελώνιο. Ο Επίσκοπος Ιγνάτιος παραθέτει ένα τμήμα αυτής της διήγησης. Ωστόσο, αυτούσια η διήγηση ήδη υπάρχει σε αγγλική μετάφραση και επειδή δεν περιέχει κάτι σημαντικό που να μη βρίσκεται σε άλλες Ορθόδοξες πηγές που περιγράφουν τα τελώνια, θα την παραλείψουμε εδώ προκειμένου να παραθέσουμε αποσπάσματα από τέτοιες πηγές. Τα αποσπάσματα αυτά, παρότι λιγότερο λεπτομερή, εντούτοις ταυτίζονται με την εμπειρία της οσίας Θεοδώρας στα βασικά σημεία των περιγραφόμενων γεγονότων.

Στην περίπτωση του στρατιώτη Ταξιότη για παράδειγμα, αναφέρεται ότι επανήλθε στη ζωή μετά από έξι ώρες μέσα στον τάφο και διηγήθηκε την ακόλουθη εμπειρία: « Την ώρα που πέθαινα, είδα μπροστά μου Αιθίοπες με πολύ τρομακτική εμφάνιση, η ψυχή μου ταράχτηκε θωρώντας τους. Τότε εμφανίστηκαν δυό εξαστράπτοντες νέοι, και η ψυχή μου πετάχτηκε και φώλιασε στην αγκαλιά τους. Αρχίσαμε να ανεβαίνουμε αργά στον αέρα, σαν να πετούσαμε, και φτάσαμε στα τελώνια που φρουρούν την άνοδο και εμποδίζουν την ψυχή κάθε ανθρώπου να περάσει ανάμεσά τους. Κάθε τελώνιο ήλεγχε ένα συγκεκριμένο είδος αμαρτίας: ένα ήλεγχε το ψέμα, άλλο τον φθόνο, άλλο την υπερηφάνεια, κάθε είδος αμαρτίας έχει τους δικούς του ελεγκτές στον αέρα. Είδα ακόμα ότι οι άγγελοι κρατούσαν φυλαγμένες μέσα σε ένα μικρό μπαούλο όλες μου τις καλές πράξεις, βγάζοντάς τες έξω, τις συνέκριναν με τις κακές μου πράξεις. Έτσι περάσαμε μέσα από όλα τα τελώνια. Και όταν, πλησιάζοντας τις πύλες του ουρανού, φθάσαμε στο τελώνιο της πορνείας, οι φρουροί που ήταν εκεί με σταμάτησαν και μου παρουσίασαν όλες τις πράξεις πορνείας που είχα διαπράξει με τη σάρκα μου, από την παιδική ηλικία μέχρι το θάνατό μου. Οι άγγελοι που με οδηγούσαν είπαν: « Όλες τις σαρκικές αμαρτίες που διέπραξες στην πόλη, ο Θεός σου τις συγχώρεσε επειδή μετανόησες γι' αυτές». Οι εχθροί μου, όμως, αμέσως μετά τη φράση αυτή δήλωσαν: « Αλλά όταν έφυγες από την πόλη και πήγες στο χωριό, μοίχευσες με τη γυναίκα ενός αγρότη». Οι άγγελοι, ακούγοντάς τους και μη βρίσκοντας καμιά καλή μου πράξη που να μπορούσαν να παρουσιάσουν για να ξεπληρώσουν αυτήν την αμαρτία, με άφησαν και έφυγαν. Τότε με άρπαξαν τα πονηρά πνεύματα και, χτυπώντας με αλύπητα, με κατέβασαν κάτω στη γή. Η γή άνοιξε, και εγώ οδηγήθηκα μέσα από στενούς και δυσώδεις κατήφορους στην υπόγεια φυλακή του άδη».

Ο Επίσκοπος Ιγνάτιος παραθέτει και άλλες εμπειρίες σχετικά με τα τελώνια στους Βίους Αγίων: την εμπειρία του αγ. Ευστρατίου του Μεγαλομάρτυρος, του αγ. Νήφωνος εκ Κωνσταντίας Κύπρου, ο οποίος είδε πολλές ψυχές να ανέρχονται περνώντας μέσα από τα τελώνια, του αγ. Συμεών Εμέσης του διά Χριστόν σαλού, του αγ. Ιωάννου του Ελεήμονος, Πατριάρχου Αλεξανδρείας, του αγ. Συμεών του Θαυμαστού Όρους και, τέλος, του αγ. Μακαρίου του Μεγάλου.

Ο Επίσκοπος Ιγνάτιος αγνοούσε την ύπαρξη πολλών πηγών της πρώιμης περιόδου της Ορθοδοξίας στη Δύση, οι οποίες δε μεταφράστηκαν ποτέ στα Ελληνικά ή τα Ρώσικα, και αυτές όμως περιέχουν άφθονες περιγραφές των τελωνίων. Απ' ότι φαίνεται, η ονομασία «τελώνια» περιορίζεται μόνο στις προερχόμενες από την Ανατολική Εκκλησία πηγές, αλλά η πραγματικότητα που περιγράφουν τόσο οι Ανατολικές όσο και οι Δυτικές πηγές είναι ακριβώς η ίδια.

Ο αγ. Κολούμβας, για παράδειγμα, ο ιδρυτής της νησιωτικής μονής της Αιόνας στη Σκωτία (+597), είδε πολλές φορές στη ζωή του τη μάχη που έδιναν οι δαίμονες στον αέρα για τις ψυχές των ανθρώπων που μόλις είχαν πεθάνει. Ο αγ. Αδαμνανός αναφέρει αυτά τα περιστατικά στο έργο του Βίος του αγ. Κολούμβα, ένα από τα οποία παραθέτουμε στη συνέχεια:

«Μια μέρα ο αγ. Κολούμβας συγκέντρωσε όλους τους μοναχούς του και τους είπε: «Ας βοηθήσουμε με την προσευχή μας τους μοναχούς του Ηγούμενου Κόμγκελ, οι οποίοι αυτή τη στιγμή πνίγονται στη λίμνη του Μόσχου, «Να, κοιτάξτε αυτή τη στιγμή μάχονται στον αέρα εναντίον εχθρικών δυνάμεων οι οποίες προσπαθούν να αρπάξουν μακριά την ψυχή ενός ξένου που πνίγεται κι αυτός μαζί τους». Κατόπιν, αφού προσευχήθηκαν, ο αγ. Κολούμβας τους είπε: «Ευχαριστήστε τον Χριστό, αφού τώρα οι άγιοι άγγελοι έχουν συναντήσει αυτές τις άγιες ψυχές και έχουν απελευθερώσει τον ξένο, σώζοντάς τον μετά από τη θριαμβευτική τους νίκη εναντίον των δαιμόνων».

Ο αγ. Βονιφάτιος, ο Αγγλοσάξονας «απόστολος στους Γερμανούς», που έζησε τον 8ο αιώνα, αναφέρει σε μία από τις επιστολές του σχετική διήγηση, όπως του τη μετέφερε προσωπικά κάποιος μοναχός της μονής του Ουένλοκ, ο οποίος πέθανε και επανήλθε στη ζωή μετά από λίγες ώρες. «Καθώς εκείνος χωριζόταν από το σώμα του, εμφανίστηκαν μπροστά του άγγελοι που τον σήκωσαν ψηλά, οι οποίοι είχαν μία τέτοια απόλυτη λαμπρότητα που δεν άντεχε να τους αντικρίσει ...; «Με μετέφεραν ψηλά», είπε, «ψηλά στον αέρα ...;»
Ο μοναχός αυτός είπε επίσης ότι όση ώρα βρισκόταν έξω από το σώμα του, μαζεύτηκαν στο μέρος όπου βρίσκονταν αμέτρητες ψυχές, που ο αριθμός τους ξεπερνούσε ακόμα και τον αριθμό των ανθρώπων που φανταζόταν ότι κατοικούσαν πάνω στη γη. Είπε ακόμα ότι υπήρχε  ένα πλήθος πονηρών πνευμάτων και μια υπέροχη χορωδία από τους ανώτερους αγγέλους, τα άθλια πνεύματα και οι άγιοι άγγελοι είχαν μία βίαιη λογομαχία μεταξύ τους και είχαν μεταφερθεί εκεί, οι δαίμονες παρουσίαζαν κατηγορίες εναντίον τους, βαρύνοντας το φορτίο των αμαρτιών τους, ενώ οι άγγελοι το έκαναν ελαφρύτερο δικαιολογώντας τους.

«Ο μοναχός άκουσε όλες τις αμαρτίες του, τις οποίες είχε διαπράξει από την εποχή της νεότητάς του και τις οποίες είτε δεν είχε εξομολογηθεί είτε τις είχε ξεχάσει, ή δεν τις θεωρούσε ως αμαρτίες, αυτές κραύγαζαν εναντίον του, η καθεμία με τη δική της φωνή, αποδίδοντάς του βαριές κατηγορίες. Κάθε αμαρτία που είχε διαπράξει κάθε μέρα της ζωής του και που είχε αμελήσει να την εξομολογηθεί, όπως και πολλές που ο ίδιος δε γνώριζε ότι ήταν αμαρτίες, όλες κραύγαζαν εναντίον του με τρομακτικά λόγια. Κατά τον ίδιο τρόπο τα πονηρά  πνεύματα μπήκαν στον χορό των κατηγοριών φωνάζοντας δυνατά και επιβεβαιώνοντάς τες και αποκαλύπτοντας το χρόνο και τον τόπο που διαπράχθηκε η καθεμιά, παρουσίαζαν αποδείξεις των αμαρτωλών του πράξεων ...; Έτσι, έχοντας συσσωρεύσει μπροστά του και «λογαριάσει» όλες τις αμαρτίες του, εκείνοι οι πανάρχαιοι εχθροί τον κήρυξαν ένοχο και, ως εκ τούτου, υπαγόμενο στη δικαιοδοσία τους.

Όμως, από την άλλη, διηγούνταν ο μοναχός, εκείνες οι ασήμαντες μικρές αρετές που είχα επιδείξει στη ζωή μου ελλιπώς και αναξίως μίλησαν άφοβα υπερασπίζοντάς με ...;
Και εκείνα τα αγγελικά πνεύματα με την απέραντη αγάπη τους με υπεράσπιζαν και με στήριζαν, ενώ οι αρετές, σημαντικά μεγαλοποιημένες, μου φαίνονταν πολύ πιο σπουδαίες και εξαιρετικές απ' όσο θα μπορούσαν ποτέ να είναι στην πράξη με τη δική μου δύναμη.

Μία σύγχρονη εμπειρία των τελωνίων

Η αντίδραση ενός χαρακτηριστικού «πεφωτισμένου ανθρώπου των καιρών μας , του Κ. Γιούεκσκουελ, όταν μετά τον 36ωρο «κλινικό θάνατό» του συνάντησε προσωπικά τα τελώνια, καταγράφεται στο βιβλίο του, αποσπάσματα του οποίου έχουμε ήδη παραθέσει σε προηγούμενα κεφάλαια:
«Αφού με πήραν από το χέρι, με έβγαλαν στο δρόμο περνώντας κατευθείαν μέσα από τον τοίχο του δωματίου.
«Έξω βράδιαζε και λίγο χιόνιζε. Το έβλεπα αλλά δεν αισθανόμουν κρύο και γενικά δεν αισθανόμουν τη διαφορά  θερμοκρασίας μέσα και έξω. Προφανώς κάποια πράγματα έχασαν για το αλλοιωμένο σώμα μου τη σημασία τους. Αρχίσαμε γρήγορα να ανεβαίνουμε ψηλά. Όσο πιο ψηλά ανεβαίναμε, τόσο μεγαλύτερος χώρος ανοιγόταν μπροστά στα μάτια μου. Στο τέλος αυτός έλαβε τόσο μεγάλες διαστάσεις που με κατέλαβε φόβος από τη συναίσθηση της μηδαμινότητάς μου μπροστά σ' αυτή την ατέλειωτη έρημο ...;

«Η αντίληψη του χρόνου έσβησε εντελώς στο νού μου. Δεν ξέρω πόση ώρα ανεβαίναμε ψηλά. Ξαφνικά ακούστηκε κάποιος θόρυβος και με κραυγές και γέλια άρχισε γρήγορα να μας πλησιάζει ένα πλήθος κάποιων απαίσιων όντων.

«Δαίμονες!» σκέφτηκα. Το κατάλαβα μάλιστα πάρα πολύ γρήγορα και με έπιασε κάτι σαν τρόμος που μέχρι τότε μου ήταν άγνωστος. Δαίμονες! Φαντάζομαι πώς θα ειρωνευόμουν και θα γελούσα αν κάποιος λίγες μέρες, ακόμα και λίγες ώρες νωρίτερα, μου έλεγε ότι πιστεύει στην ύπαρξή τους και είδε με τα μάτια του τους δαίμονες! Ως μορφωμένος άνθρωπος του τέλους του δεκάτου ενάτου αιώνα, με το όνομα αυτό θεωρούσα τις κακές συνήθειες και τα πάθη του ανθρώπου. Γι' αυτό και η λέξη αυτή δεν ήταν για μένα όνομα, αλλά ένας όρος που δηλώνει κάποια αφηρημένη έννοια. Και ξαφνικά αυτή «η αφηρημένη έννοια» παρουσιάστηκε μπροστά μου σαν ζωντανό πρόσωπο!...

«Αφού μας περικύκλωσαν από όλες τις πλευρές οι δαίμονες φώναζαν και απαιτούσαν απ' τους αγγέλους να με παραδώσουν σ' αυτούς. Προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να με αρπάξουν από τα χέρια τους, αλλά δεν τολμούσαν να το κάνουν. Από τις αισχρές κραυγές και τα ουρλιάσματα που έβγαζαν ξεχώριζα κάποιες λέξεις και μερικές φορές και ολόκληρες τις φράσεις.

«Είναι δικός μας, αρνήθηκε το Θεό», ξαφνικά φώναξαν όλοι με μια φωνή και ταυτόχρονα όρμησαν πάνω μου. Το αίμα πάγωσε στις φλέβες μου.

«Είναι ψέμα! Αυτό δεν είναι αλήθεια!», ήθελα να τους απαντήσω, όταν ξαναβρήκα τον εαυτό μου, και όμως η μνήμη μου έδεσε τη γλώσσα. Με έναν τρόπο ακατανόητο θυμήθηκε ξαφνικά ένα ασήμαντο περιστατικό που συνέβη τόσο παλιά, την εποχή που ήμουν νέος, και πού το ξέχασα σχεδόν εντελώς».

Στο σημείο αυτό ο συγγραφέας θυμάται ένα περιστατικό από τα σχολικά του χρόνια. Κάποια μέρα, σε μία φιλοσοφική συζήτησε που είχε με φίλους του, ένας από αυτούς εξέφρασε την εξής άποψη: «Γιατί πρέπει να πιστέψω στο Θεό, αν χωρίς καμιά διαφορά μπορώ να πιστεύω ότι ο Θεός δεν υπάρχει;». Στην ερώτηση αυτή ο συγγραφέας απάντησε: «Μπορεί και να μην υπάρχει». Τη στιγμή όμως, μετά το θάνατό του, που βρέθηκε αντιμέτωπος με τους δαίμονες - κατήγορους στα τελώνια, ο συγγραφέας αναλογίστηκε:

«Αυτή η απάντηση μου κυριολεκτικά ήταν «αργόν ρήμα». Δεν μπορούσε αυτή η βαττολογία του φίλου μου να μου δημιουργήσει αμφιβολίες στην ύπαρξη του Θεού. Άλλωστε χωρίς πολλή προσοχή παρακολουθούσα αυτά που έλεγε. Και όμως, όπως φάνηκε τώρα, ο αργός αυτός λόγος δεν ξεχάστηκε. Έπρεπε τώρα να δικαιολογηθώ και να ανατρέψω αυτήν την κατηγορία. Έτσι πραγματοποιήθηκε ο λόγος του Ευαγγελίου ...; Θα δώσουμε λόγο για κάθε ανώφελο λόγο που λέμε παρακινούμενοι από τον εχθρό της σωτηρίας μας.

«Η κατηγορία αυτή ήταν το πιο δυνατό επιχείρημα που πρόβαλαν οι δαίμονες, ζητώντας να παραδοθώ στα χέρια τους. Η κατηγορία αυτή τους έδωσε καινούρια δύναμη και θάρρος και βγάζοντας άγριες κραυγές άρχισαν να περιστρέφονται γύρω μας, εμποδίζοντάς μας να συνεχίσουμε το δρόμο μας.

«Τότε σκέφτηκα την προσευχή και άρχισα να προσεύχομαι, ζητώντας τη βοήθεια όσων αγίων γνώριζα και τα ονόματα των οποίων μου ήλθαν στο νου τη στιγμή εκείνη. Αυτό όμως δε φόβισε καθόλου τους εχθρούς μου. Εγώ ο ελεεινός, που μόνο κατ' όνομα ήμουν χριστιανός, μόνο τότε, ίσως πρώτη φορά στη ζωή μου, θυμήθηκα εκείνη που ονομάζεται Προστάτιδα του γένους των χριστιανών.

«Ήταν πολύ τρομαγμένη η ψυχή μου και γι' αυτό πολύ θερμή βγήκε η προσευχή μου προς την Παναγία. Μόλις είπα το όνομά της αμέσως μας σκέπασε μία λευκή ομίχλη η οποία άρχισε γρήγορα να περικυκλώνει την απαίσια αυτή στρατιά των δαιμόνων και σε λίγο την έκρυψε ολοτελώς από τα μάτια μου. Πολλή ώρα όμως άκουγα τις κραυγές και τα ουρλιάσματά τους. Επειδή όμως οι φωνές γίνονται όλο και πιο αδύναμες, κατάλαβα ότι οι δαίμονες έμειναν πίσω».










Η εμπειρία των τελωνίων πριν το θάνατο

Φαίνεται, λοιπόν από τα πολυάριθμα σαφή παραδείγματα, πόσο σημαντική και ζωντανή εμπειρία είναι για την ψυχή η συνάντηση με τους δαίμονες των τελωνίων μετά το θάνατο. Ωστόσο, η εμπειρία αυτή δεν περιορίζεται αναγκαστικά στο χρονικό διάστημα ακριβώς μετά το θάνατο. Όπως είδαμε πιο πάνω ο αγ. Αντώνιος ο Μεγάλος συνάντησε τα τελώνια κατά τη διάρκεια μίας «εξωσωματικής» εμπειρίας ενώ προσευχόταν. Παρομοίως, ο αγ. Ιωάννης της Κλίμακος περιγράφει την εμπειρία ενός μοναχού πριν το θάνατό του:

«Την παραμονή του θανάτου του περιέπεσε σε έκσταση και με τα μάτια ανοικτά παρατηρούσε δεξιά και αριστερά της κλίνης του. Σαν να τον ανέκριναν κάποιοι, απαντούσε - τον άκουγαν όλοι οι παρευρισκόμενοι - και άλλοτε έλεγε: «Ναι, πράγματι, αληθινά, πλην όμως ενήστευσα τόσα έτη γι' αυτό». Άλλοτε : «Όχι, είναι ψέμα. Αυτό δεν το έκανα». Έπειτα από λίγο: «Αυτό ναι, αληθινά το έπραξα, αλλά έκλαυσα, έκανα διακονήματα αγάπης». Και πάλι: «Αληθινά με κατηγορείτε». Μερικές φορές για ορισμένα απαντούσε: «Ναι, αληθινά, ναι. Γι' αυτά δεν έχω τι να απολογηθώ. Ο Θεός είναι ελεήμων». Ήταν αλήθεια ένα θέαμα φρικτό και φοβερό. Ένα δικαστήριο αόρατο και χωρίς έλεος. Και το φοβερότερο ότι τον κατηγορούσαν και για πράξεις που δεν είχε διαπράξει. Ο ησυχαστής αυτός και αναχωρητής για ορισμένα πταίσματά του - αλίμονο! - έλεγε: «Γι' αυτά δεν έχω τι να ειπώ». Και είχε σαράντα περίπου έτη μοναχός, χωρίς να του λείπει και το δάκρυ !... Και ενώ συνεχιζόταν η αυστηρά αυτή δικαστική ανάκρισις, αποχωρίσθηκε το σώμα του, χωρίς να αφήσει καμιά ένδειξη για την κρίση ή το πόρισμα ή την απόφαση και το τέλος της δίκης».

Επίσης, η συνάντηση με τα τελώνια μετά το θάνατο αποτελεί μόνο μία συγκεκριμένη και τελική μορφή της συνολικής μάχης την οποία διεξάγει διά βίου η ψυχή του Χριστιανού. Ο Επίσκοπος Ιγνάτιος γράφει: « Όπως η ανάσταση  της ψυχής του Χριστιανού από το θάνατο της αμαρτίας πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής της, ακριβώς έτσι πραγματοποιείται μυστικά, εδώ στη γή, η δοκιμασία της ψυχής από τις εναέριες δυνάμεις, με κατάληξη την αιχμαλώτισή της ή την απελευθέρωσή της από αυτές τις δυνάμεις - κατά τη διαδρομή της μέσα από τον αέρα, μετά το θάνατο, αυτή η αιχμαλώτιση ή η απελευθέρωση της απλώς γίνονται φανερές».

Μερικοί άγιοι, όπως ο Μακάριος ο Μέγας, του οποίου η διέλευση από τα τελώνια ήταν ορατή από διάφορους μαθητές του, ανέρχονται μέσα από τους δαιμονικούς «εισπράκτορες» χωρίς να συναντήσουν καμιά αντίσταση, αφού έχουν ήδη κερδίσει τον πόλεμο με τους δαίμονες σ' αυτήν τη ζωή. Αμέσως παρακάτω παραθέτουμε ένα απόσπασμα από το Βίο του:

«Όταν έφτασε η ώρα του θανάτου του αββά Μακαρίου, ήρθε να πάρει την ψυχή του το Χερουβείμ που ήταν ο φύλακας άγγελός του, με τη συνοδεία πλήθους ουράνιων ταγμάτων. Κατήλθαν επίσης χοροί αποστόλων, προφητών, μαρτύρων, ιεραρχών, μοναχών και δικαίων. Οι δαίμονες διετάχθησαν σε σειρές και πλήθη στα τελώνια με σκοπό να εμποδίσουν τη διέλευση της ένθεης ψυχής του. Η ψυχή άρχισε να ανέρχεται. Στέκοντας πολύ μακριά της, στα τελώνια, τα πονηρά πνεύματα φώναζαν: «Ω Μακάριε, πόση δόξα αξιώθηκες να λάβεις!» Ο ταπεινός άνδρας τους απάντησε: «Όχι! Ακόμα φοβάμαι, αφού δε γνωρίζω  εάν έχω πράξει κάτι αγαθό». Στο μεταξύ ανερχόταν ταχέως στον ουρανό. Από κάποια άλλα τελώνια που βρίσκονταν ψηλότερα οι εναέριες δυνάμεις κραύγαζαν και πάλι: «Δεν είναι έτσι! Μας ξέφυγες Μακάριε». «Όχι», απάντησε εκείνος «ακόμα χρειάζομαι να αναχωρήσω». Όταν είχε ήδη φτάσει στις πύλες του ουρανού, οι δαίμονες, θρηνώντας από μοχθηρία και φθόνο, κραύγασαν: «Δεν είναι έτσι! Μας ξέφυγες Μακάριε!» και εκείνος απάντησε: Με φύλαξη η δύναμη του Χριστού μου και ξέφυγα απ' τα δίχτυα σας!».

Οι μεγάλοι άγιοι του Θεού περνούν μέσα από τις εναέριες φρουρές των σκοτεινών δυνάμεων με τόσο μεγάλη ελευθερία, επειδή κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής τους διεξάγουν ανένδοτη μάχη εναντίον τους και, αφού τελικά τους νικήσουν, αποκτούν στα βάθη της καρδιάς τους τέλεια ελευθερία από την αμαρτία, γίνονται ο ναός και το ιερό του Αγίου Πνεύματος, κάνοντας την κατοικία της λογικής ψυχής τους απροσπέλαστη για τους πεπτωκότες αγγέλους.

Η μερική κρίση

Στην Ορθόδοξη δογματική θεολογία η διέλευση των τελωνίων είναι μέρος της μερικής κρίσης μέσω της οποίας καθορίζεται η πορεία της ψυχής μέχρι την Τελική Κρίση. Τόσο η μερική όσο και η Τελική Κρίση διεξάγονται από αγγέλους, οι οποίοι ενεργούν ως όργανα της θείας δικαιοσύνης «Κατά την συντέλειαν του κόσμου θα βγούν οι άγγελοι και θα χωρίσουν τους πονηρούς από τους δικαίους και θα τους ρίξουν εις το καμίνι που καίει.

Οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί είναι τυχεροί αφού έχουν στη διάθεσή τοςυ τη διδασκαλία περί τελωνίων και μερικής κρίσης, όπως αυτή εκτίθεται με σαφήνεια σε πολυάριθμα Πατερικά κείμενα και Βίους Αγίων. Όμως, είναι αλήθεια ότι κάθε άνθρωπος που εντρυφά στη μελέτη απλώς και μόνον της Αγίας Γραφής θα συναντήσει μία πολύ παρόμοια διδασκαλία. Ετσι, ο Προτεστάντης Ευαγγελιστής Μπίλλυ Γκράχαμ γράφει στο βιβλίο του για τους αγγέλους: «Τη στιγμή του θανάτου η ψυχή εγκαταλείπει το σώμα και περνά μέσα από την ατμόσφαιρα. Όμως η Αγία Γραφή μας διδάσκει ότι εκεί παραμονεύει ο διάβολος. Είναι ο «άρχοντας της εξουσίας του αέρος». Εάν οι πνευματικοί μας οφθαλμοί ήταν ανοικτοί, πιθανώς θα βλέπαμε τον αέρα γεμάτο με τους εχθρούς του Χριστού, τους δαίμονες. Αφού ο σατανάς κατάφερε να παρεμποδίσει για τρείς εβδομάδες τον άγγελο του Δανιήλ κατά την αποστολή του στη γή, τότε μπορούμε να φανταστούμε την εχθρότητα που  θα συναντήσει ένας Χριστιανός όταν πεθάνει ...;Η στιγμή του θανάτου αποτελεί την τελευταία ευκαιρία του σατανά να επιτεθεί στον αληθινό πιστό, όμως ο Θεός στέλνει τους αγγέλους Του για να μας φυλάξουν εκείνη την ώρα».




Τελώνια: Λυδία Λίθος της αυθεντικής μεταθανάτιος εμπειρίας

Όλα όσα περιγράφηκαν σε αυτό το κεφάλαιο είναι ολοφάνερα διαφορετικά από τις «αναδρομές» στα γεγονότα της ζωής τους που τόσο συχνά βιώνουν οι άνθρωποι στις σύγχρονες «μεταθανάτιες» εμπειρίες. Αυτές οι «αναδρομές», που πολλές φορές συμβαίνουν και πριν τον θάνατο, δεν έχουν τίποτα το θεϊκό, καμιά σχέση με την κρίση, φαίνεται ότι είναι μάλλον μία ψυχολογική εμπειρία, μία ανακεφαλαίωση που κάνει η ανθρώπινη συνείδηση. Η απουσία κρίσης, ακόμα και η «αίσθηση του χιούμορ» την οποία πολλοί έχουν περιγράψει ότι διαθέτει το αόρατο όν που παρίσταται στις «αναδρομές» είναι, πρώτα απ' όλα, μία αντανάκλαση της φοβερής έλλειψης σοβαρότητας με την οποία σήμερα αντιμετωπίζεται το θέμα της ζωής και του θανάτου από το μεγαλύτερο μέρος των ανθρώπων του δυτικού κόσμου. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ακόμα και οι Ινδουιστές της «υπανάπτυκτης» Ινδίας έχουν πιο τρομακτικές εμπειρίες θανάτου απ' ότι οι περισσότεροι Δυτικοί: μολονότι στερούνται της αληθινής φώτισης του Χριστιανισμού έχουν, εντούτοις, διατηρήσει μία πιο σοβαρή στάση απέναντι στη ζωή από την αντίστοιχη των περισσότερων ανθρώπων της επιπόλαιης «μετα-Χριστιανικής» Δύσης.

Η περιγραφή της διέλευσης των τελωνίων - που αποτελεί ένα είδος λυδίας λίθου της αυθεντικής μεταθανάτιας εμπειρίας - απουσιάζει παντελώς από τις σημερινές διηγήσεις, και δεν είναι πολύ δύσκολο να φανταστούμε το λόγο: η απουσία των αγγέλων που έρχονται να συναντήσουν την ψυχή, η απουσία κρίσης, η επιπολαιότητα πολλών αφηγήσεων, ακόμα και η σύντομη χρονική διάρκεια τέτοιων εμπειριών - η οποία συνήθως κυμαίνεται μεταξύ πέντε και δέκα λεπτών, ενώ οι αντίστοιχες εμπειρίες που περιγράφονται στους Βίους Αγίων και σε άλλες Ορθόδοξες πηγές διαρκούν από μερικές ώρες έως μερικές ημέρες, όλα αυτά αποτελούν σαφείς ενδείξεις ότι οι σημερινές εμπειρίες, αν και ενίοτε πολύ εντυπωσιακές και μη ερμηνεύσιμες βάσει κανενός φυσικού νόμου γνωστού στην ιατρική επιστήμη, στερούνται, εντούτοις, ιδιαίτερου βάθους. Εάν όντως πρόκειται για εμπειρίες θανάτου, τότε αφορούν μόνο το πολύ αρχικό στάδιο της διαδρομής της ψυχής μετά το θάνατο, λαμβάνουν χώρα κατά τις πρώτες στιγμές του θανάτου, πριν να οριστικοποιηθεί η απόφαση του Θεού για την ψυχή, η οποία φανερώνεται με την εμφάνιση των αγγέλων που έρχονται να πάρουν την ψυχή, ενώ υπάρχει ακόμα πιθανότητα να επιστρέψει μέσα στο σώμα με φυσικό τρόπο.

Και πάλι, όμως, υπολείπεται μία ικανοποιητική εξήγηση για τις εμπειρίες της εποχής μας. Τι είναι αυτά τα πανέμορφα τοπία που συχνά βλέπουν οι άνθρωποι; Πού βρίσκεται αυτή η «ουράνια» πόλη που αντικρίζουν; Τι είναι όλος αυτός ο κόσμος με τον οποίο αναμφισβήτητα έρχονται σε επαφή κατά τη διάρκεια των «εξωσωματικών» εμπειριών;

Η απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα μπορεί να εντοπιστεί στην έρευνα ενός μάλλον διαφορετικού είδους κειμένων από τις προαναφερθείσες Ορθόδοξες πηγές, τα κείμενα αυτά βασίζονται επίσης σε προσωπικές εμπειρίες, και είναι πολύ περισσότερο ενδελεχή στις παρατηρήσεις και τα συμπεράσματά τους απ' ότι αυτά που περιγράφουν τις σημερινές «μεταθανάτιες» εμπειρίες. Είναι τα κείμενα στα οποία στρέφεται επίσης ο Δρ. Μούντυ καθώς και άλλοι ερευνητές, και στα οποία βρίσκουν αξιοσημείωτες ομοιότητες με τις κλινικές περιπτώσεις που έχουν εξάψει το ενδιαφέρον του σημερινού ανθρώπου για τη μετά θάνατον ζωή.

Η διδασκαλία του Επισκόπου Θεοφάνη του Έγκλειστου περί τελωνίων

Ο Επίσκοπος Ιγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ ήταν ο κύριος υπερασπιστής της Ορθόδοξης διδασκαλίας περί τελωνίων στη Ρωσία του 19ου αιώνα, όταν άπιστοι και εκσυγχρονιστές είχαν ήδη αρχίσει να τη χλευάζουν, όμως ο Επίσκοπος Θεοφάνης ο Εγκλειστος ήταν επίσης σταθερός υποστηρικτής αυτής της διδασκαλίας, την οποία θεωρούσε ως αναπόσπαστο τμήμα της συνολικής Ορθόδοξης διδασκαλίας σχετικά με τον αόρατο πόλεμο ή τον πνευματικό αγώνα των ψυχών εναντίον των δαιμόνων. Παραθέτουμε εδώ μία από τις δηλώσεις του σχετικά με τα τελώνια, μέρος του σχολιασμού του στον ογδοηκοστό στίχο του 118ου Ψαλμού: « Είθε η καρδία μου, με τον ιδικόν σου φωτισμόν, να γίνη άμεμπτος και ακεραία εις την τήρησιν των εντολών σου, δια να μη εντροπιασθώ. Ο προφήτης δεν αναφέρει το πώς και το πού ο άνθρωπος είναι δυνατόν να μην «αισχυνθεί». Ο στίχος έχει δυό ερμηνευτικές προσεγγίσεις, η μία αναφέρεται στον αγώνα που διεξάγει ο άνθρωπος ώστε να τηρεί το λόγο του Θεού στην επίγεια ζωή του, ενώ η άλλη αναφέρεται στην ώρα του θανάτου και στη διέλευση της ψυχής από τα τελώνια. Ανεξάρτητα με το πόσο παράλογη μπορεί να φαίνεται η ιδέα περί «τελωνίων» στους «σοφούς» μας, δε θα τα γλιτώσουν. Τι ζητούν λοιπόν αυτοί οι «εισπράκτορες» από τις ψυχές που περνούν ανάμεσά τους; Ψάχνουν, μήπως οι ψυχές έχουν κάτι το οποίο χρήζει «τελών»; Τι να είναι άραγε αυτό; Είναι τα πάθη. Έτσι λοιπόν, στον άνθρωπο  του οποίου η καρδιά είναι καθαρή και απαλλαγμένη από πάθη, δε βρίσκουν τίποτα που να τους κάνει ν' αρχίσουν τον καβγά, αντίθετα, η μη καθαρή καρδιά τους ερεθίζει αφάνταστα. Στο θέμα αυτό κάποιος με ελάχιστη μόρφωση εξέφρασε την ακόλουθη σκέψη:  τα τελώνια είναι κάτι φρικιαστικό. Είναι όμως αρκετά πιθανό, οι δαίμονες, αντί να παρουσιαστούν με τη φρικιαστική τους μορφή, να παρουσιάσουν στην ψυχή μία παραπλανητική, θελκτική εικόνα, ανάλογη με τα πάθη της, καθώς αυτή θα διέρχεται από κάθε τελώνιο στη σειρά. Στην περίπτωση που, κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής, τα πάθη έχουν εκδιωχθεί από την καρδιά και στη θέση τους έχουν φυτευτεί οι αρετές που αντιτάσσονται σε αυτά, τότε οποιαδήποτε δελεαστική εικόνα κι αν παρουσιαστεί στην ψυχή, εκείνη, δείχνοντας έντονη αποστροφή, την προσπερνά αγνοώντας την. ¨Όταν όμως η καρδιά δεν έχει καθαριστεί από τα πάθη, η ψυχή θα τρέξει να πλησιάσει οποιοδήποτε πάθος για το οποίο η καρδιά έχει τη μεγαλύτερη έλξη, και τότε οι δαίμονες θα τη θεωρήσουν φίλη, και γνωρίζουν που θα την οδηγήσουν. Έτσι λοιπόν, στην περίπτωση που παραμένει μέσα στην ψυχή κάποια έλξη για ένα αντικείμενο οποιουδήποτε πάθους, είναι πολύ αμφίβολο το εάν θα καταφέρει να μη ντροπιαστεί καθώς θα διέρχεται από τα τελώνια. Το να αισχυνθεί η ψυχή σημαίνει ότι με δική της ευθύνη καταποντίζεται στην κόλαση. Όμως την υπέρτατη αισχύνη θα τη νιώσει στην Τελική Κρίση, ενώπιον του προσώπου του Παντεπόπτου Κριτού ...;»

«Εξωσωματικές» εμπειρίες στην αποκρυφιστική βιβλιογραφία

Προκειμένου να διασαφηνίσουν τις σύγχρονες «μεταθανάτιες» εμπειρίες, οι ερευνητές τους στρέφονται σχεδόν πάντα στην ειδική εκείνη κατηγορία κειμένων η οποία ισχυρίζεται ότι βασίζεται σε εμπειρίες από τον «εξωσωματικό» κόσμο: τα ανά τους αιώνες αποκρυφιστικά κείμενα από την Θιβετιανή και την Αιγυπτιακή Βίβλο των Νεκρών μέχρι τα κείμενα των σύγχρονων δασκάλων και πειραματιστών του αποκρυφισμού. Από την άλλη, σχεδόν κανείς από αυτούς τους ερευνητές δε δίνει ιδιαίτερη σημασία στη χριστιανική διδασκαλία περί της μετά θάνατον ζωής, ή στα κείμενα - πηγές της Αγίας Γραφής και των Πατέρων της Εκκλησίας στα οποία βασίζεται. Γιατί όμως συμβαίνει αυτό;

Ο λόγος είναι πολύ απλός: η χριστιανική διδασκαλία προέρχεται από την αποκαλυμμένη από το Θεό στον άνθρωπο πορεία της ψυχής μετά το θάνατο, και επικεντρώνεται κυρίως στην τελική κατάσταση της ψυχής στον παράδεισο ή την κόλαση. Ενώ υπάρχει επίσης πληθώρα χριστιανικών κειμένων που περιγράφουν το τι συμβαίνει στη ψυχή μετά το θάνατο, βασιζόμενα σε προσωπικές μεταθανάτιες ή εξωσωματικές εμπειρίες, όπως παρουσιάστηκαν στο προηγούμενο κεφάλαιο περί «τελωνίων», το σύνολο αυτών των κειμένων σαφώς καταλαμβάνει δευτερεύουσα θέση συγκρινόμενο με την κύρια χριστιανική διδασκαλία περί της τελικής κατάστασης της ψυχής, και είναι κυρίως χρήσιμο στο να διασαφηνίσει και να προβάλει εντονότερα τα βασικά σημεία της Χριστιανικής διδασκαλίας.

Ωστόσο, στα αποκρυφιστικά κείμενα ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει: η κύρια έμφαση προσδίδεται στην εμπειρία της ψυχής στον «εξωσωματικό» κόσμο, ενώ η τελική της κατάσταση συνήθως μένει ασαφής ή ανοικτή σε προσωπικές γνώμες και υποθέσεις, που δήθεν βασίζονται σε αυτές τις εμπειρίες. Οι σύγχρονοι ερευνητές ελκύονται πολύ πιο εύκολα από τις εμπειρίες των συγγραφέων του αποκρυφισμού, οι οποίες φαίνονται να επιδέχονται, τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό, «επιστημονική» διερεύνηση, παρά από τη χριστιανική διδασκαλία, η οποία απαιτεί δέσμευση εκ μέρους του ανθρώπου όσον αφορά την πίστη και την εμπιστοσύνη του καθώς και τη διαγωγή μίας πνευματικής ζωής σύμφωνης με αυτές.

Στο παρόν κεφάλαιο θα επιχειρήσουμε να επισημάνουμε μερικούς από τους κινδύνους που ελλοχεύουν σε μία τέτοια προσέγγιση, η οποία δεν είναι καθόλου τόσο «αντικειμενική» όσο φαίνεται σε μερικούς, καθώς επίσης και να προβούμε σε μία εκτίμηση αυτών των «εξωσωματικών» εμπειριών από την άποψη του Ορθόδοξου Χριστιανισμού. Για να γίνει
 αυτό, πρέπει να εξετάσουμε ένα μέρος της αποκρυφιστικής βιβλιογραφίας την οποία οι σύγχρονοι ερευνητές χρησιμοποιούν για να διασαφηνίσουν τις «μεταθανάτιες» εμπειρίες.





Η Θιβετιανή Βίβλος των Νεκρών

Η Θιβετιανή Βίβλος των Νεκρών είναι βουδιστικό βιβλίο του 8ου αιώνα το οποίο προφανώς περιλαμβάνει προβουδιστικές παραδόσεις από μία πολύ προγενέστερη περίοδο. Ο τίτλος του στη θιβετιανή γλώσσα σημαίνει :Απελευθέρωση στο μεταθανάτιο στάδιο μέσω του Ακούσματος», και περιγράφεται από τον μεταφραστή της αγγλικής του έκδοσης ως ένα «μυστικό εγχειρίδιο για καθοδήγηση στον άλλο κόσμο με τα πολλά βασίλεια και τις ψευδαισθήσεις», Διαβάζεται πάνω από το σώμα του ανθρώπου που μόλις έχει πεθάνει προς όφελος της ψυχής του, επειδή, όπως λέει το ίδιο το κείμενο, «κατά τις στιγμές του θανάτου παρουσιάζονται διάφορες παραπλανητικές ψευδαισθήσεις». Αυτές, όπως παρατηρεί ο μεταφραστής δεν είναι οράματα της πραγματικότητας, αλλά τίποτε περισσότερο από τις δικές του διανοητικές προβολές οι οποίες έχουν λάβει προσωποποιημένη μορφή.

Στα κατοπινά στάδια των διαρκείας 49 ημερών «εξωσωματικών» εμπειριών που περιγράφονται στο βιβλίο, παρουσιάζονται οράματα τόσο «ειρηνικών» όσο και «αγριωπών» θεοτήτων, τα οποία όλα, σύμφωνα με τη βουδιστική διδασκαλία, θεωρούνται ως απατηλά. Θα εξηγήσουμε παρακάτω, εξετάζοντας τη φύση του κόσμου αυτού, το γιατί τα εν λόγω οράματα είναι πράγματι κατά κύριο λόγο απατηλά. Η κατάληξη της όλης διαδικασίας είναι η τελική πτώση της ψυχής σε μία «μετενσάρκωση», την οποία η βουδιστική διδασκαλία θεωρεί ως κακό που μπορεί να αποφευχθεί με την εξάσκηση στο Βουδισμό. Ο Δρ. Καρλ Γιούνγκ, στην Ψυχολογική του ανάλυση σχετικά με το βιβλίο, διαπιστώνει ότι αυτά τα οράματα παρουσιάζουν πολλές ομοιότητες με τις περιγραφές του μεταθανάτιου κόσμου στα πνευματιστικά κείμενα της σημερινής Δύσης - και τα δύο «δίνουν στον άνθρωπο μία αηδιαστική εντύπωση της απόλυτης βλακείας και κοινοτοπίας που χαρακτηρίζουν τα μηνύματα από τον «κόσμο των πνευμάτων».

Σε δύο σημεία οι σύγχρονες εμπειρίες μοιάζουν εντυπωσιακά με τις αναφερόμενες στη Θιβετιανή Βίβλο των Νεκρών, γεγονός που εξηγεί και το ενδιαφέρον του Δρος Μούντυ και των άλλων ερευνητών για το συγκεκριμένο βιβλίο. Πρώτον, η περιγραφή της «εξωσωματικής» εμπειρίας κατά τις πρώτες στιγμές του θανάτου είναι ουσιαστικά ίδια με την αντίστοιχη περιγραφή των σύγχρονων εμπειριών, όπως επίσης και με αυτήν που απαντάται στην Ορθόδοξη γραμματεία: η ψυχή του αποθανόντος εμφανίζεται ως «αστραφτερό πλασματικό σώμα», ορατό σε άλλα όντα της ίδιας με αυτό φύσης αλλά όχι στους σαρκικούς ανθρώπους, αρχικά δε γνωρίζει εάν ζεί ή εάν έχει πεθάνει, βλέπει ανθρώπους να στέκονται γύρω από το σώμα, ακούει τους οδυρμούς των συγγενών και φίλων, και διατηρεί όλες τις αισθήσεις της σε πλήρη λειτουργία, μπορεί να κινείται ανεμπόδιστα και να διέρχεται από στερεά αντικείμενα. Δεύτερον, υπάρχει ένα «πρώτο καθαρό φώς κατά τη στιγμή του θανάτου», το οποίο οι σύγχρονοι ερευνητές ταυτίζουν με το «φωτεινό όν» των σύγχρονων περιγραφών.

Δεν υπάρχει λόγος να αμφιβάλουμε για το ότι τα όσα περιγράφονται στη Θιβετιανή Βίβλο των Νεκρών βασίζονται σε κάποιο είδος «εξωσωματικής» εμπειρίας, όμως, όπως θα δούμε παρακάτω, η πραγματική μεταθανάτια κατάσταση είναι μόνο μία από αυτές τις εμπειρίες, και δεν πρέπει να δεχόμαστε ανεπιφύλακτα την οποιαδήποτε «εξωσωματική» εμπειρία ως αποκάλυψη του τι πράγματι συμβαίνει στην ψυχή μετά το θάνατο. Οι εμπειρίες των μέντιουμ της Δύσης μπορούν επίσης να είναι γνήσιες, ασφαλώς, όμως, δε μεταβιβάζουν πραγματικά μηνύματα από τους νεκρούς, όπως προσποιούνται ότι κάνουν.

Υπάρχει αρκετή ομοιότητα ανάμεσα στη Θιβετιανή Βίβλο των Νεκρών και στην κατά πολύ προγενέστερη Αιγυπτιακή Βίβλο των Νεκρών. Σύμφωνα με την τελευταία, η ψυχή μετά το θάνατο υφίσταται πολλές μεταμορφώσεις και συναντάται με πολλούς «θεούς». Δεν υπάρχει, ωστόσο, καμιά ζωντανή παράδοση σχετικά με την ερμηνεία αυτού του βιβλίου, και έτσι ο σημερινός αναγνώστης μπορεί μόνο να εικάζει το νόημα μερικών συμβολισμών του. Σύμφωνα με την Αιγυπτιακή Βίβλο των Νεκρών ο αποθανών μεταμορφώνεται διαδοχικά σε χελιδόνι, χρυσό γεράκι, ερπετό με ανθρώπινες κνήμες και πέλματα, κροκόδειλο, ερωδιό, άνθος λωτού κλπ, και συναντά παράξενους «θεούς» και όντα ενός άλλου κόσμου, όπως π.χ. τους τέσσερις άγιους πιθήκους», την ιπποπόταμο - θεά, διάφορους θεούς με κεφάλια σκύλων, τσακαλιών, πιθήκων, πουλιών κλπ.

Οι περίπλοκες και συγκεχυμένες εμπειρίες από το «μεταθανάτιο» βασίλειο, όπως περιγράφονται σε αυτό το βιβλίο, βρίσκονται σε έντονη αντίθεση με τη σαφήνεια και την απλότητα των Χριστιανών εμπειριών. Παρότι και το βιβλίο αυτό βασίζεται, όπως είναι αρκετά πιθανό, σε κάποιο είδος πραγματικών «εξωσωματικών» εμπειριών, βρίθει, εντούτοις, από απατηλές εμφανίσεις οπτασιών όπως και η Θιβετιανή Βίβλος των Νεκρών και σίγουρα δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι περιγράφει την πραγματική κατάσταση της ψυχής μετά το θάνατο.

Τα έργα του Εμάνιουελ Σβέντενμποργκ

Ένα άλλο από τα αποκρυφιστικά κείμενα τα οποία διερευνούν οι σύγχρονοι επιστήμονες παρέχει περισσότερες ελπίδες για την κατανόησή του, αφού γράφτηκε στη σύγχρονη εποχή, χαρακτηρίζεται από τελείως δυτική νοοτροπία και διατείνεται ότι είναι Χριστιανικό. Τα γραπτά του Σουηδού οραματιστή Εμάνιουελ Σβέντενμποργκ (1688-1772) περιγράφουν τα οράματα ενός άλλου κόσμου που άρχισαν να του εμφανίζονται όταν βρισκόταν στη μέση ηλικία. Πριν, ήταν ένας τυπικός διανοούμενος της Ευρώπης του 18ου αιώνα, μιλούσε άπταιστα πολλές γλώσσες, ήταν λόγιος και επιστήμων και εφευρέτης, ένας άνθρωπος που συμμετείχε ενεργά στη δημόσια ζωή εργαζόμενος ως επόπτης σε Σουηδικές βιομηχανίες εξόρυξης μεταλλευμάτων και διατελούσε μέλος της Βουλής των Ευγενών - εν συντομία, ένα «καθολικός άνθρωπος» στην πρώιμη περίοδο της επιστήμης, όταν ήταν ακόμα εφικτό για έναν άνθρωπο να κατέχει σχεδόν όλη τη γνώση της εποχής του. Έγραψε περίπου 150 επιστημονικές εργασίες μερικές από τις οποίες, όπως π.χ. η τετράτομη ανατομική του πραγματεία The Brain, προηγούνταν κατά πολύ της εποχής του.

Τότε, σε ηλικία 56 χρόνων, έστρεψε την προσοχή του στον αόρατο κόσμο και κατά τα τελευταία 25 χρόνια της ζωής του παρήγαγε έναν τεράστιο αριθμό θρησκευτικών έργων τα οποία περιγράφουν τον παράδεισο, την κόλαση, αγγέλους και πνεύματα, όλα βάσει της δικής του προσωπικής εμπειρίας.

Οι περιγραφές των αόρατων κόσμων από τον Σβέντενμποργκ θυμίζουν ανησυχητικά τον γήινο κόσμο: σε γενικές γραμμές, ωστόσο, συμφωνούν με τις περιγραφές που συναντούμε στα περισσότερα αποκρυφιστικά κείμενα. Κατά τον Σβέντενμποργκ, όταν ένας άνθρωπος πεθαίνει, εισέρχεται στον «κόσμο των πνευμάτων», ο οποίος βρίσκεται στο μέσο της απόστασης μεταξύ κόλασης και παραδείσου. Αυτός ο κόσμος, παρότι είναι πνευματικός και όχι υλικός, θυμίζει τόσο πολύ την υλική πραγματικότητα, ώστε ο αποθανών αρχικά δε γνωρίζει ότι έχει πεθάνει, έχει το ίδιο είδος «σώματος» και αισθητηριακών λειτουργιών που είχε και όταν βρισκόταν μέσα στον γήινο σώμα του. Κατά τη στιγμή του θανάτου εμφανίζεται ένα όραμα φωτός, κάτι λαμπρό και ακαθόριστο, και πραγματοποιείται μία «ανασκόπηση» της ζωής του αποθανόντος και των καλών και κακών του πράξεων. Συναντά φίλους και γνωστούς του από τον γήινο κόσμο, και για λίγη ώρα συνεχίζει να υπάρχει με έναν τρόπο που μοιάζει πολύ με τον τρόπο που υπήρχε στη γή, η μόνη διαφορά είναι ότι στον κόσμο αυτά τα πάντα είναι πολύ περισσότερο «εσωτερικά», ο αποθανών ελκύεται από τα πράγματα και τα πρόσωπα που αγαπά, και η πραγματικότητα καθορίζεται από τη σκέψη - αμέσως μόλις σκεφτεί κάποιο αγαπημένο του πρόσωπο, το πρόσωπο αυτό εμφανίζεται μπροστά του σαν να το είχε φωνάξει. Όταν ο άνθρωπος συνηθίσει να υπάρχει μέσα σε αυτόν τον πνευματικό κόσμο, διδάσκεται από τους φίλους του σχετικά με τον παράδεισο και την κόλαση, και οδηγείται σε διάφορες πόλεις, κήπους και πάρκα.

Σε αυτόν τον ενδιάμεσο «κόσμο των πνευμάτων» ο άνθρωπος «προετοιμάζεται» για τον παράδεισο με μία διαδικασία εκπαίδευσης που διαρκεί από λίγες ημέρες έως έναν χρόνο.

Όμως, ο ίδιος ο «Παράδεισος», όπως περιγράφεται από τον Σβέντενμποργκ, δεν είναι πολύ διαφορετικός από τον «κόσμο των πνευμάτων», και τόσο ο Παράδεισος όσο και ο κόσμος αυτός μοιάζουν πολύ με τη γη. Υπάρχουν αυλές και μέγαρα όπως και στη γή, πάρκα και κήποι, σπίτια και υπνοδωμάτια για τους «αγγέλους», με πολλές διαφορετικές φορεσιές γι' αυτούς. Υπάρχουν κυβερνήσεις και νόμοι και δικαστήρια - όλα, φυσικά, πιο «πνευματικά» απ' ότι στη γή.
Υπάρχουν εκκλησίες όπου γίνονται λειτουργίες, και κληρικοί οι οποίοι βγάζουν κηρύγματα και σαστίζουν εάν κάποιος από το εκκλησίασμα διαφωνήσει μαζί τους. Υπάρχουν γάμοι, σχολεία, δημόσια ζωή, υπάρχει ανατροφή και εκπαίδευση των παιδιών, εν ολίγοις, σχεδόν οτιδήποτε υπάρχει στην επίγεια ζωή το οποίο μπορεί να γίνει «πνευματικό». Ο ίδιος ο Σβέντενμποργκ μιλούσε όχι μόνο με πολλούς από τους «αγγέλους» του παραδείσου, οι οποίοι όλοι, όπως πίστευε, ήταν απλώς και μόνο οι ψυχές των νεκρών, αλλά και με τους παράξενους κατοίκους του Ερμή, του Δία και άλλων πλανητών, συζήτησε με τον Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ στον «παράδεισο» και κατάφερε να τον κάνει ν' ασπαστεί τις δικές του ιδέες, δεν έπεισε όμως τον Καλβίνο να αποκηρύξει την πίστη του στην προκαθορισμένη από το Θεό ανθρώπινη μοίρα. Η «κόλαση» περιγράφεται ως ένας τόπος που επίσης θυμίζει τη γή, χαρακτηριστικό των κατοίκων του είναι η φιλαυτία και η διάπραξη αμαρτιών.

Ο καθένας μπορεί εύκολα να καταλάβει γιατί ο Σβέντενμποργκ απορρίφθηκε από τους περισσότερους συγχρόνους του ως παράφρων, καθώς και γιατί ακόμα και μέχρι αρκετά πρόσφατα τα οράματά του σπανίως αντιμετωπίζονταν σοβαρά. Ωστόσο, πάντα υπήρχαν και εξακολουθούν να υπάρχουν μερικοί που αναγνώριζαν ότι, όσο περίεργα κι αν ήταν αυτά τα οράματα, ο Σβέντενμποργκ βρισκόταν όντως σε επαφή με μία αόρατη πραγματικότητα: ο Γερμανός φιλόσοφος Εμάνουελ Κάντ (1724-1804), ένας από τους κύριους θεμελιωτές της σύγχρονης φιλοσοφίας, έδειξε ιδιαίτερα σοβαρό ενδιαφέρον γι' αυτόν και πίστεψε στα διάφορα δείγματα «διόρασής» του που ήταν γνωστά σε όλη την Ευρώπη, επίσης, ο Αμερικανός φιλόσοφος Εμερσον σε εκτενές δοκίμιό του για τον  Σβέντενμποργκ στο έργο του Representative Men  τον αποκάλεσε «έναν από τους γίγαντες της λογοτεχνίας, του οποίου η αξία δεν μπορεί να εκτιμηθεί από σχολές ολόκληρες κοινών μελετητών». Σήμερα, φυσικά, η αναβίωση του ενδιαφέροντος για τον αποκρυφισμό τον έχει επαναφέρει στο προσκήνιο ως «μύστη» και «προφήτη» μη συνδεδεμένο με τη δογματική διδασκαλία του Χριστιανισμού, και ειδικά οι ερευνητές των «μεταθανάτιων» εμπειριών επισημαίνουν αξιοσημείωτες ομοιότητες μεταξύ των δικών τους ευρημάτων και της περιγραφής των πρώτων στιγμών μετά το θάνατο που δίνει ο Σβέντενμποργκ.

Δεν υπάρχει σχεδόν καμιά αμφιβολία ότι ο Σβέντενμποργκ όντως βρισκόταν σε επαφή με αόρατα πνεύματα από τα οποία ελάμβανε τις «αποκαλύψεις». Μία εξέταση του τρόπου με τον οποίο ελάμβανε αυτές τις αποκαλύψεις θα μας δείξει ποιος είναι ο πραγματικός κόσμος αυτών των πνευμάτων.

Η ιστορία των επαφών του Σβέντενμποργκ με αόρατα πνεύματα, τις οποίες κατέγραψε λίαν λεπτομερώς στα ογκώδη έργα του journal of dreams and spiritual journal (2300 σελίδες), αποκαλύπτει με ακρίβεια τα χαρακτηριστικά των ανθρώπων οι οποίοι έρχονται σε επαφή με τους δαίμονες του αέρα, όπως περιγράφονται από τον Επίσκοπο Ιγνάτιο Μπριαντσιανίνωφ. Από την παιδική του ηλικία ο Σβέντενμποργκ ασκούνταν σε μία μορφή διαλογισμού, η οποία περιελάμβανε χαλάρωση και βαθιά αυτοσυγκέντρωση, με τον καιρό, άρχισε να βλέπει μία λαμπρή φλόγα ενώ διαλογιζόταν, την οποία αποδέχθηκε με εμπιστοσύνη και την ερμήνευσε ως αν σημάδι «έγκρισης» των ιδεών του. Το γεγονός αυτό τον προετοίμασε για την έναρξη της επικοινωνίας με τον κόσμο των πνευμάτων. Αργότερα άρχισε να ονειρεύεται το Χριστό καθώς και ότι γινόταν δεκτός σε μία κοινωνία «αθανάτων» και σταδιακά άρχισε να αντιλαμβάνεται την  παρουσία «πνευμάτων» γύρω του. Τελικά, τα πνεύματα άρχισαν να εμφανίζονται μπροστά του και όταν ήταν ξύπνιος. Η πρώτη τέτοια εμπειρία συνέβη όταν ταξίδευε στο Λονδίνο: Μία νύχτα, αφού είχε φάει υπερβολικά, είδε ξαφνικά σκοτάδι και ερπετά να σέρνονται αργά στο πάτωμα, και μετά έναν άνδρα καθισμένο στη γωνιά του δωματίου, ο οποίος είπε μονάχα: «Μην τρώς τόσο πολύ» και εξαφανίστηκε μέσα στο σκοτάδι. Παρότι τρόμαξε από την ξαφνική εμφάνιση της οπτασίας, την εμπιστεύτηκε ως κάτι «καλό» επειδή του έδωσε μία «ηθική» συμβουλή. Κατόπιν, όπως ανάφερε ο ίδιος, «στη διάρκεια της ίδιας νύχτας ο ίδιος άνδρας μου αποκαλύφθηκε πάλι, όμως αυτή τη φορά δε φοβήθηκα. Μου είπε μετά ότι ήταν ο Κύριος, ο Θεός, ο Δημιουργός του Κόσμου και Λυτρωτής, ότι με είχε επιλέξει για να εξηγήσω στους ανθρώπους το πνευματικό νόημα της Αγίας Γραφής, και ότι εκείνος θα μου εξηγούσε τι θα έπρεπε να γράψω σχετικά με το θέμα αυτό, εκείνη τη νύχτα, για να πειστώ απολύτως για την πραγματικότητα της ύπαρξής τους, ανοίχτηκαν μπροστά μου οι κόσμοι των πνευμάτων, η κόλαση και ο παράδεισος ...;
Μετά την εμπειρία αυτή ο Κύριος άνοιγε πολλές φορές καθημερινά τους σωματικούς μου οφθαλμούς, έτσι ώστε στο μέσο της ημέρας να μπορώ να βλέπω τον άλλο κόσμο, και σε κατάσταση τέλειας εγρήγορσης να συνομιλώ με αγγέλους και πνεύματα».

Είναι ολοφάνερο από την παραπάνω περιγραφή ότι ο Σβέντενμποργκ ήλθε σε επαφή με τον εναέριο κόσμο των πεπτωκότων πνευμάτων απ' όπου και προέρχονταν όλες οι κατοπινές αποκαλύψεις του. Ο «παράδεισος» και η «κόλαση» που έβλεπε αποτελούσαν επίσης τμήματα αυτού του εναέριου κόσμου, και οι «αποκαλύψεις» που κατέγραψε είναι περιγραφές των ψευδαισθήσεων αυτού του κόσμου, ψευδαισθήσεις που τα πεπτωκότα πνεύματα συχνά δημιουργούν για τους αφελείς, προκειμένου να επιτύχουν τους δικούς τους σκοπούς. Μία ματιά σε κάποια άλλη κατηγορία αποκρυφιστικών κειμένων θα μας φανερώσει περισσότερα χαρακτηριστικά αυτού του κόσμου.

Το «αστρικό πεδίο» της θεοσοφίας

Η θεοσοφία του 19ου και 20ου αιώνα, αμάλγαμα των αποκρυφιστικών ιδεών Ανατολής και Δύσης, διαθέτει μία λεπτομερή διδασκαλία περί του εναέριου κόσμου των πνευμάτων ο οποίος, σύμφωνα με τη διδασκαλία αυτή, αποτελείται από έναν αριθμό «αστρικών πεδίων». Ο όρος «αστρικός» - από τη λέξη άστρο- είναι ένας φαντασιώδης όρος αναφοράς στο επίπεδο της πραγματικότητας που βρίσκεται «υπεράνω της γήινης». Σύμφωνα με μία περίληψη της διδασκαλίας, «τα αστρικά πεδία περιλαμβάνουν τους τόπους κατοικίας όλων των υπερφυσικών οντοτήτων, τον τόπο δράσης θεών και δαιμόνων, το κενό στο οποίον ζουν οι σκεπτομορφές, την περιοχή που κατοικούν πνεύματα του αέρα και άλλων στοιχείων, και τις διάφορες κολάσεις και παραδείσους με τα αγγελικά και δαιμονικά τους τάγματα ...; Με τη βοήθεια τελετουργικών διαδικασιών, τα καταρτισμένα άτομα πιστεύουν ότι μπορούν «να ανέλθουν στα επίπεδα», και να έχουν εμπειρία αυτών των περιοχών ενώ βρίσκονται σε πλήρη εγρήγορση».